Σάββατο 17 Ιούνη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

Αν δεν υπήρχε, θα τον «εφεύραν»

Εκτός των «λιανεμπόρων» της «ελεύθερης» αγοράς, που πουλούν «εκσυγχρονισμό με την οκά», υπάρχουν κάποιοι που επιχειρούν να προσδώσουν ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά στη «διαμάχη» ανάμεσα στην κυβέρνηση Σημίτη και στην ιεραρχία της Εκκλησίας, ισχυριζόμενοι ότι είναι αποτέλεσμα της κυρίαρχης αντίθεσης που επικρατεί σήμερα στην ελληνική κοινωνία και η οποία - κατ' αυτούς - είναι η αντίθεση «εκσυγχρονισμού» - «αναχρονισμού».

Θέτουν, λοιπόν, από την πλευρά του «εκσυγχρονισμού» την κυβέρνηση και από την πλευρά του «αναχρονισμού» την Εκκλησία, επιχειρώντας να διαμορφώσουν ένα ιδιόμορφο και, εν πολλοίς, απολιτικό σκηνικό στη χώρα μας. Ρίχνοντας «λάδι στη φωτιά» οξύνουν τη διαμάχη, για να εκθέσουν ακόμα περισσότερο τον «αναχρονισμό» της ιεραρχίας και να προβάλουν, ως αδήριτη ανάγκη, τη συστράτευση όλων των «δημοκρατικών κι αριστερών δυνάμεων» στο «μέτωπο του εκσυγχρονισμού», του οποίου ηγείται η κυβέρνηση.

Κατ' αρχάς, «κομίζουν γλαύκαν ες Αθήνας» όσοι εντοπίζουν αντίθεση ανάμεσα στον «εκσυγχρονισμό» και στον «αναχρονισμό». Ανέκαθεν και εσαεί το νέο αντιμάχεται το παλιό και μέσα από την πάλη των αντιθέτων, με τη σύνθεση, θα εξελίσσεται η κοινωνία. Το πρόβλημα είναι τι θεωρείται «νέο» και τι «παλιό», τι πρέπει ν' αλλάξει, πώς και προς ποια κατεύθυνση. Είναι π.χ. «αναγκαίος και προοδευτικός εκσυγχρονισμός» να αλλάξει το «παλιό» 8ωρο εργασίας και να γίνει «νέο» 12ωρο, αντί για 7ωρο, ή 6ωρο, όπως ζητούν οι εργαζόμενοι;

Αλλά, ακόμα κι αν αυτά τα ερωτήματα είχαν απαντηθεί, αποτελεί λάθος ο ισχυρισμός ότι η κυρίαρχη αντίθεση στην ελληνική κοινωνία, είναι ανάμεσα στον «εκσυγχρονισμό» και τον «αναχρονισμό». Διότι δεν μπορεί να είναι κυρίαρχη μια πρόσκαιρη και συγκυριακή αντίθεση, που διαμορφώνεται με την άρνηση από την εκκλησιαστική ηγεσία να δεχτεί ένα μέτρο «αστικού» εκσυγχρονισμού που προωθεί η κυβέρνηση, καθώς δεν αναδεικνύει τις πραγματικές ταξικές αντιθέσεις, όπως εκφράζονται σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.

Κυρίαρχη αντίθεση στην Ελλάδα είναι και παραμένει η αντίθεση ανάμεσα στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό από τη μια και την εργατική τάξη και το λαό από την άλλη. Στο μέτωπο εργατικής τάξης και λαού χωρούν οι πάντες, ανεξαρτήτως θρησκευτικών ή άλλων ιδεολογικών διαφοροποιήσεων, ενώ στο μέτωπο των μονοπωλίων και ιμπεριαλισμού χωρούν οι ομοούσιες εξουσίες κυβέρνησης και Εκκλησίας.

Για τους, εξ άμβωνος Μαξίμου, «ιεροκήρυκες» του «εκσυγχρονισμού», ο αρχιεπίσκοπος είναι ό,τι το καλύτερο θα μπορούσε να τους προκύψει, ως αρωγή στην προσπάθειά τους να «ενδύσουν» με προοδευτικό μανδύα την άκρως συντηρητική πολιτική της κυβέρνησης. Αν δεν υπήρχε ο κ. Χριστόδουλος, θα τον «εφεύραν» και «Κύριος οίδεν» αν «δεν έβαλαν και το χεράκι τους» για την ανάδειξή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.

Διότι, όσο θα αναδεικνύεται ο εκκλησιαστικός «αναχρονισμός», με «σταυροφορίες» κατά του... Σατανά, που σβήνει το θρήσκευμα από τις αστυνομικές ταυτότητες, για να βάλει στη θέση του τον «666», τόσο θα αποπροσανατολίζεται ο λαός μας, για να αποδεχτεί το ηλεκτρονικό φακέλωμα, μέσω της Σένγκεν. Οσο ο Χριστόδουλος θα διακονεί τον εθνικοθρησκευτικό μεγαλοϊδεατισμό, τόσο περισσότερους αποδέκτες της πολιτικής παράδοσης της εθνικής ανεξαρτησίας και εδαφικής κυριαρχίας της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστές, θα βρίσκει ο Σημίτης. «Συγκοινωνούντα δοχεία» χειραγώγησης του λαού κι όχι (αμ)φορείς κοινωνικών και πολιτικών αντιθέσεων είναι, εν τέλει, οι «εκσυγχρονιστές» της κυβέρνησης και οι «αναχρονιστές» της Εκκλησίας.


Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ