Πέμπτη 24 Αυγούστου 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

«Παρακώλυση συγκοινωνιών»

Ηταν Νοέμβρης του 1995, που η ΕΣΗΕΑ είχε προκηρύξει 24ωρη απεργία για το αγγελιόσημο και την προστασία του ασφαλιστικού ταμείου των δημοσιογράφων. Στα πλαίσιά της πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση έξω από τα γραφεία της στην οδό Ακαδημίας και πορεία στη Βουλή. «Διαδηλώνουμε με κόσμιο τρόπο...», συνιστούσε μέλος της διοίκησης της Ενωσης στους συναδέλφους. «Διαδηλώνουμε ανάλογα με την "κοσμιότητα" της κυβερνητικής πολιτικής», απάντησαν αρκετοί συνάδελφοι. Οι... ολιγάριθμοι 1.500 διαδηλωτές παραχώρησαν το μισό οδόστρωμα στην κυκλοφορία. Το ίδιο έκαναν και έξω από τη Βουλή. Το συλλαλητήριο πραγματοποιήθηκε, ήταν μαχητικό, η απεργία πέτυχε το στόχο της. Για μια φορά και οι δημοσιογράφοι «παρακώλυσαν τις συγκοινωνίες». Αποτέλεσαν, έστω και για λίγο, ένα κομμάτι όσων κατεβαίνουν στο δρόμο, για να αγωνιστούν και να διεκδικήσουν. Να δείξουν στην όποια εξουσία ότι ο εργαζόμενος έχει δικαιώματα. Οτι οι δυο, τρεις, τέσσερις ώρες που ξεροσταλιάζει στο δρόμο και κάτω από τα υπουργεία, δεν το κάνει γιατί είναι βιτσιόζος και θέλει να ταλαιπωρείται ή γιατί είναι μνησίκακος και θέλει να προκαλέσει κυκλοφοριακά προβλήματα. Απλούστατα, δεν έχει άλλο τρόπο να εκφράσει τη δυσαρέσκεια και τη διαμαρτυρία του.

Μπορεί τα ρεπορτάζ των περισσότερων ΜΜΕ, όποτε γίνεται συλλαλητήριο, να μιλάνε για τα κυκλοφοριακά προβλήματα και να βάζουν σε δεύτερη μοίρα την είδηση, εκείνη τη μέρα, όμως, από την απεργία των δημοσιογράφων οι συγκοινωνίες «παρακωλύθηκαν» για τα καλά. Ημουν κι εγώ μέσα στο πλήθος των συναδέλφων, φωνάζοντας τα συνθήματα, ασκώντας το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμά μου. Είναι αλήθεια ότι σκέφτηκα τους συμπολίτες μου, που μέσα στα τρόλεϊ και στα αστικά λεωφορεία περίμεναν υπομονετικά. Κι εγώ πολλές φορές βρέθηκα σε αυτή τη θέση. Δεν το κρύβω ότι δυσανασχέτησα. Οταν όμως σκεφτόμουν ότι οι διαδηλωτές έξω από το υπουργείο Εθν. Οικονομίας είναι άνεργοι εργάτες από το Μαντούδι της Εύβοιας, θυμήθηκα τον πατέρα μου που στα 59 του χρόνια τον πέταξαν στο δρόμο όταν έκλεισε η επιχείρηση όπου εργαζόταν. Ακόμα είναι χαραγμένα στη μνήμη μου τα λόγια του: «Ο επιχειρηματίας μάς έλεγε ότι έχει χρήματα για να ζήσει εννιά γενιές». Θυμήθηκα τις εποχές που δεν είχα δουλιά. Με αυτές τις σκέψεις θύμωνα. Στριμωγμένος μέσα στο λεωφορείο σκεφτόμουν τον υπουργό μέσα στο αναπαυτικό του γραφείο και από την άλλη την ταλαιπωρία όσων διαδήλωναν και όσων περίμεναν υπομονετικά μέσα στα μέσα μαζικής μεταφοράς ή στα αυτοκίνητά τους. Ποιος ταλαιπωρεί ποιον;

Δεν είναι, δηλαδή, ταλαιπωρία η πολιτική της κυβέρνησης που «αναδιαρθρώνει» το ασφαλιστικό σε βάρος των εργαζομένων; Δεν είναι ταλαιπωρία η κατάσταση στην υγεία και η υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της; Η αναδιάρθρωση της αγροτικής οικονομίας που πατά πάνω στα κορμιά των αγροτών; Οι βιομηχανίες που κλείνουν επειδή η οικονομία αλλάζει; Σε ποιων την πλάτη εφαρμόζονται αυτά τα μέτρα; Και τι μπορούν να κάνουν αυτοί οι πολίτες; Μόνο να εργάζονται, να παράγουν και να καταναλώνουν; Αυτό αποτελεί το όνειρο κάθε άρχουσας τάξης. Φυσικά και της ελληνικής. Τώρα που ο καπιταλισμός «αλλάζει πεδία δράσης» σε όλο τον κόσμο, ξέρει ότι τα μέτρα αναδιάρθρωσής του θα προκαλέσουν κοινωνικούς κλυδωνισμούς. Οι εξουσιαστές, πολιτικοί και επιχειρηματίες, θα αγωνιστούν με νύχια και με δόντια να κρατήσουν την εξουσία και τα προνόμιά τους.

Πώς θα παρακωλυθεί η ασυδοσία τους; Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι θέλει να προστατέψει εκείνες τις κοινωνικές ομάδες που πλήττονται από τις διαδηλώσεις. Κι όμως κι αυτές οι κοινωνικές ομάδες πλήττονται από την κυβερνητική πολιτική. Τους προσφέρει έναν εχθρό για να κρύψει ότι η ίδια είναι εχθρός που κάθε μέρα τους ταλαιπωρεί με την πολιτική της. Τελικά οι εργαζόμενοι διαδηλώνοντας δεν παρακωλύουν τις συγκοινωνίες. Κάθε διαδηλωτής παρακωλύει την εφαρμογή μιας πολιτικής που χτυπά τα εργασιακά του δικαιώματα, τα ασφαλιστικά του δικαιώματα, το δικαίωμα για ένα καθαρό περιβάλλον, για μια καλύτερη παιδεία.


Γιώργος ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ