ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Μάη 2000
Σελ. /36
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Πανάκριβο το «εισιτήριο» ένταξης στην ΟΝΕ
Η κυβέρνηση απέφυγε τις «φιέστες» - κάτι που θα έκανε αν ήταν προεκλογική περίοδος - και επιβεβαίωσε όσα αναφέρονται στις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τα νέα αντιλαϊκά μέτρα για την «παραμονή» της Ελλάδας στην ΟΝΕ

Αν η 3η Μάη 2000 - που το Διευθυντήριο των Βρυξελλών έδωσε το «πράσινο φως» για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ - ήταν ακόμη προεκλογική περίοδος, η κυβέρνηση Σημίτη θα είχε στήσει φιέστες στο Σύνταγμα και άλλες πλατείες μεγάλων ή μικρότερων πόλεων της Ελλάδας, για να «πανηγυρίσει» την εκπλήρωση του μεγάλου «εθνικού στόχου», που δεν είναι άλλος από την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Να διευκρινίσουμε, εδώ, ότι στις 3-5-2000 δημοσιοποιήθηκαν στις Βρυξέλλες οι εκθέσεις της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕΚ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με την κοινή διαπίστωση ότι «η Ελλάδα πληροί και τα 4 κριτήρια σύγκλισης» και άρα μπορεί - κάτω από όρους και προϋποθέσεις - να ενταχθεί την 1-1-2001 στην ΟΝΕ.

Αν η δημοσιοποίηση των δύο εκθέσεων της ΕΕΚ και της ΕΚΤ δε γινόταν στις 3 Μάη (δηλαδή ένα μήνα μετά τις εκλογές), αλλά στις 3 Μάρτη ή στις 3 Απρίλη 2000 (δηλαδή λίγες μέρες ή ένα μήνα πριν τις εθνικές εκλογές) είναι βέβαιο πως η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ (και τα φιλικά προσκείμενα σ' αυτήν έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης) θα προσπαθούσαν να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι «κατάφερε με το σπαθί της» να εξασφαλίσει το «εισιτήριο για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ». Και φυσικά θα ζητήσουν την ψήφο των εργαζομένων με το επιχείρημα - πράγμα που δεν απέφυγαν να το κάνουν σε όλη την προεκλογική περίοδο, πριν δηλαδή δοθεί η τυπική έγκριση ένταξης στην ΟΝΕ - ότι με την ένταξη στην ΟΝΕ τελειώνουν οι θυσίες και έρχονται καλύτερες μέρες για το λαό και τους εργαζόμενους.

Τώρα, όμως, που έχουν σβήσει τα φώτα της προεκλογικής εκστρατείας, όλα είναι διαφορετικά. Για παράδειγμα:

  • ΤοΔιευθυντήριο των Βρυξελλών, με τις δύο εκθέσεις (της ΕΕΚ και της ΕΚΤ), που δόθηκαν την περασμένη Τετάρτη στη δημοσιότητα, δεν κρύβει πως έδωσε στην κυβέρνηση «εισιτήριο ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ», αφού προηγουμένως απέσπασε συγκεκριμένες «δεσμεύσεις» για τη συνέχιση και σκλήρυνση της λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων με συγκεκριμένα μέτρα. Τα «πρέπει» - σχετικά με την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης από τούδε και στο εξής - και το «η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε», είναι λέξεις που επαναλαμβάνονται αρκετές φορές στις δύο εκθέσεις. Λεπτομέρειες στη συνέχεια.
  • Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ απέφυγε τις «θριαμβολογίες» και τις φιέστες και με δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Οικονομίας δεν έκρυψε ότι έχει αναλάβει συγκεκριμένες «δεσμεύσεις» απέναντι στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών, για την επιβολή νέων αντιλαϊκών μέτρων, προκειμένου να εξασφαλίσει τη «διατηρησιμότητα» των μέχρι τώρα οικονομικών «επιτευγμάτων» στη μετα-ΟΝΕ εποχή. Είναι χαρακτηριστικό, ενώ τον περασμένο Μάρτη ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης και ολόκληρο το Υπουργικό Συμβούλιο έδωσαν συνέντευξη Τύπου στο Ζάππειο για να εμφανίσουν σαν μεγάλο «επίτευγμα» την κατάθεση ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ, τώρα που οι Βρυξέλλες έδωσαν με τις δύο εκθέσεις την «κατ' αρχήν έγκριση» για την ΟΝΕ, περιορίστηκαν σε δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Οικονομίας Γ. Παπαντωνίου και του υπουργού Τύπου Δ. Ρέππα.
  • Τα κόμματα της αντιπολίτευσης- και εκείνα που υπερψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και θεωρούν την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ ως «εθνικό στόχο» - δεν παρέλειψαν να «καρφώσουν» την κυβέρνηση για την πολιτική του «ραγιαδισμού» που ακολούθησε απέναντι στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών, συνθλίβοντας τα λαϊκά εισοδήματα για να προσφέρει «γην και ύδωρ» στο ευρωπαϊκό πολυεθνικό κεφάλαιο.
  • Ακόμη και τα φιλικά προσκείμενα στην κυβέρνηση - έντυπα και ηλεκτρονικά - Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν έκρυψαν ότι το «εισιτήριο» ένταξης στην ΟΝΕ που απέσπασε η κυβέρνηση από τις Βρυξέλλες, είναι πανάκριβο και πως και το επιπλέον κόστος θα κληθούν να το πληρώσουν οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Είναι ενδεικτικοί και ταυτόχρονα αποκαλυπτικοί, οι πρωτοσέλιδοι τίτλοι των εφημερίδων της 4ης Μάη για τα νέα μέτρα μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων που δεσμεύτηκε να εφαρμόσει η κυβέρνηση,προκειμένου να αποσπάσει την έγκριση για την ένταξη στην ΟΝΕ.

Του λόγου το αληθές, για όλα τα παραπάνω, θα επιχειρήσουμε να τεκμηριώσουμε με την παράθεση αποσπασμάτων από τις εκθέσεις της ΕΕΚ και της ΕΚΤ σχετικά με τους όρους και προϋποθέσεις ένταξης στην ΟΝΕ, τις δηλώσεις, σχόλια και αντιδράσεις στελεχών της κυβέρνησης, των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αλλά και τον τρόπο που είδε και σχολίασε ο ελληνικός Τύπος το περιεχόμενο των δύο εκθέσεων των Βρυξελλών.


Το περιεχόμενο των δύο «εκθέσεων»

Τα «μπράβο» για τις αξιόλογες επιδόσεις στην εφαρμογή των πολιτικών μονόπλευρης λιτότητας, διαδέχονται τα «καρφώματα» για τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η κυβέρνηση Σημίτη, να συνεχίσει την ίδια πολιτική, και φυσικά οι αξιώσεις για νέα αντιλαϊκά μέτρα

Η Ελλάδα «πραγματοποίησε στα δύο τελευταία έτη εντυπωσιακή πρόοδο προς τη σύγκλιση», γι' αυτό και μεις θα εισηγηθούμε «θετικά» για ένταξή της στην ΟΝΕ από το Γενάρη του 2001, με τον όρο όμως ότι η κυβέρνηση θα «ΠΡΕΠΕΙ» να εφαρμόζει απαρέγκλιτα τη φιλομονοπωλιακή πολιτική που χαράσσεται από τις ευρωπαϊκές πολιτικές στις Βρυξέλλες. Αυτό είναι σε ελεύθερη μετάφραση το στίγμα των εκθέσεων της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕΚ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) που δόθηκαν στη δημοσιότητα την περασμένη Τετάρτη, που αποτυπώνουν τους όρους και προϋποθέσεις για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η μεγάλη πλειοψηφία των εφημερίδων - και οι φιλοκυβερνητικές - δεν έκρυψαν αυτή τη φορά από το αναγνωστικό τους κοινό την πικρή αλήθεια, που λέει πως το εισιτήριο της ένταξης στην ΟΝΕ συνοδεύεται με νέα θύελλα αντιλαϊκών μέτρων.

Απονέμοντας εύσημα στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για τη συνέπεια που έδειξε τα τελευταία χρόνια στην εφαρμογή των αντιλαϊκών μέτρων και πολιτικών που της είχαν υποδείξει οι Βρυξέλλες, η ΕΕΚ σημειώνει στην έκθεσή της: «Τα δυο τελευταία έτη η Ελλάδα πραγματοποίησε εντυπωσιακή πρόοδο προς τη σύγκλιση και η αξιολόγηση της παρούσας έκθεσης είναι θετική».

Οι συντάκτες της έκθεσης, που εκπροσωπούν και υπηρετούν επάξια τα συμφέροντα του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών και των ευρωπαϊκών πολυεθνικών, σημειώνουν πως εκπληρώθηκαν τα 4 κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ για την ονομαστική σύγκλιση που αποτελούν προϋπόθεση για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ (του πληθωρισμού, των επιτοκίων, των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας της δραχμής). Αναλύοντας τα μέτρα και τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν μέχρι και σήμερα από τους κυβερνώντες, για την εκπλήρωση των 4 βασικών κριτηρίων ένταξης στην ΟΝΕ, οι συντάκτες της έκθεσης της Επιτροπής κάνουν τις ακόλουθες διαπιστώσεις, επισημάνσεις και υποδείξεις:

Πρώτον, για τον Πληθωρισμό, διαπιστώνουν πως από το Μάρτη του 1998 και μετά η κυβέρνηση Σημίτη έδωσε «μεγαλύτερη έμφαση στο ρόλο της εισοδηματικής πολιτικής, ως στοιχείο - κλειδί τις αντιπληθωριστικής πολιτικής». Δεν κρύβουν πως το αποτέλεσμα των ισχνών ονομαστικών αυξήσεων μισθών και συντάξεων ήταν «η βελτίωση στη σταθερότητα των τιμών να έχει υγιείς βάσεις». Χειροκροτούν τη διοίκηση της ΓΣΕΕ (που ελέγχεται από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ) επειδή η διετής εθνική συλλογική σύμβαση που υπέγραψε το 1998 αποτέλεσε «σημαντικό βήμα προς την καθιέρωση συγκρατημένων μισθολογικών αυξήσεων» και φυσικά συνέβαλε στη μείωση του πληθωρισμού με νέα εκρηκτική άνοδο των επιχειρηματικών κερδών! Στη συνέχεια, εκφράζουν επιφυλάξεις ότι «υπάρχουν κίνδυνοι» αναζωπύρωσης του πληθωρισμού από «τη μείωση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων και τη σύγκλιση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της δραχμής προς την ισοτιμία μετατροπής, καθώς πλησιάζει η ημερομηνία υιοθέτησης του ΕΥΡΩ» και αξιώνουν από την κυβέρνηση να συνεχίσει την εφαρμογή εισοδηματικών και δημοσιονομικών πολιτικών μείωσης της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών εισοδημάτων. Στα πλαίσια αυτά, οι συντάκτες της έκθεσης υποστηρίζουν πως «Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να διατηρήσει την προσανατολισμένη προς τη σταθερότητα στρατηγική της και ιδίως την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και τη διασφάλιση συγκρατημένων μισθολογικών αυξήσεων, προκειμένου να αποφευχθεί η αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων μεσοπρόθεσμα». Παροτρύνουν μάλιστα τη διοίκηση της ΓΣΕΕ να υπογράψει και φέτος διετή εθνική συλλογική σύμβαση, που θα προβλέπει και πάλι συγκρατημένες μισθολογικές αυξήσεις, δεδομένου ότι οι αμειβόμενοι με τα κατώτατα ημερομίσθια θα πάρουν και το δεκαχίλιαρο που έταξε προεκλογικά η κυβέρνηση. Και για να μην υπάρξουν τυχόν παρανοήσεις, αναφέρουν ρητά, πως «είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και να διασφαλιστούν συγκρατημένες μισθολογικές αυξήσεις, ώστε να προληφθεί τυχόν αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων»!

Σχετικά με τα δημόσια οικονομικά διαπιστώνεται ότι το 1999 το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε στο 1,6% του ΑΕΠ (κάτω από την τιμή αναφοράς του 3,0%) και ο δείκτης του δημόσιου χρέους στο 104,4% του ΑΕΠ, που σημαίνει ότι «η Ελλάδα πληροί το κριτήριο της δημοσιονομικής κατάστασης». Επίσης με βάση το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης 1999 αναμένεται ότι η δημοσιονομική εξυγίανση θα οδηγήσει σε νέα μείωση του ελλείμματος στο 0,2% του ΑΕΠ το 2001 και σε πλεόνασμα της τάξης του 0,2% του ΑΕΠ το 2002, ενώ αναμένεται ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα συνεχίσει την πτωτική του πορεία και το 2001 θα υποχωρήσει κάτω από το 100% του ΑΕΠ.

Ακόμη, στην έκθεση υπάρχουν οι εξής ομολογίες και υποδείξεις, από τις οποίες προκύπτουν οι μεγάλοι χαμένοι και οι μεγάλοι κερδισμένοι των μέτρων και πολιτικών που εφαρμόστηκαν με στόχο την ένταξη στην ΟΝΕ και αυτών που «πρέπει» να εφαρμοστούν στη μετα-ΟΝΕ εποχή, όπως ότι:

  • «Η σύγκλιση των επιτοκίων (σ.σ. της δραχμής με του ΕΥΡΩ) θα περιορίσει το εισόδημα των νοικοκυριών κατά 3% του ΑΕΠ».
  • Το Διευθυντήριο των Βρυξελλών «κάλεσε την ελληνική κυβέρνηση να ενισχύσει την αντιπληθωριστική πτυχή των μέσων πολιτικής που διαθέτει, περιλαμβανομένων και της δημοσιονομικής και εισοδηματικής» και σημειώνει πως «το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης του 1999 καθιστά σαφή δέσμευση των ελληνικών αρχών» για την εφαρμογή αυτών των πολιτικών μεσοπρόθεσμα.
  • Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύτηκε με το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης ότι «βασίζει την αντιπληθωριστική της στρατηγική στη συνέχιση της συγκράτησης των μισθολογικών αυξήσεων τόσο στο δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα». Επίσης, υπάρχει «δέσμευση της κυβέρνησης» για ταχύτερη εφαρμογή των «μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη λειτουργία των αγορών εργασίας και κεφαλαίου». Πίσω από τις δεσμεύσεις αυτές, κρύβεται υποχρέωση που ανέλαβε η κυβέρνηση να προχωρήσει στη μερική ή ολική ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, του ΟΤΕ και άλλων δημόσιων επιχειρήσεων, η απελευθέρωση των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων, η ανατροπή του κοινωνικοασφαλιστικού κλπ.

Ολα τα παραπάνω, αναγκάστηκαν να τα επισημάνουν, την επομένη δημοσιοποίησης των εκθέσεων, όλες σχεδόν οι ελληνικές εφημερίδες (φιλοκυβερνητικές και μη) φιλοξενώντας στις πρώτες σελίδες την «είδηση - πληροφορία» πως το εισιτήριο ένταξης στην ΟΝΕ συνοδεύεται με νέα θύελλα αντιλαϊκών μέτρων. Ιδού, μερικοί χαρακτηριστικοί πρωτοσέλιδοι τίτλοι πού ήταν πρώτα θέματα στις εφημερίδες της 4ης Μάη 2000: «Σαρωτικές ανατροπές σε αγορές, επαγγέλματα, ΔΕΚΟ», έγραφαν τα ΝΕΑ στην 1η σελίδα και η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, πιο καυστική, σημείωνε πως «Ανοιξε ο δρόμος για την ΟΝΕ με απανωτές ταμπέλες: Προσοχή "Αρατε πύλας μετά λιτότητας"». «Νέο αντιλαϊκό τούνελ η ΟΝΕ», ήταν ο τίτλος του «Ρ», ενώ ο ΕΛ. ΤΥΠΟΣ σημείωνε πως έρχονται «Αλλαγές σε εργασιακές σχέσεις και ασφαλιστικό» και ότι «πίσω από τα χαμόγελα κρύβονται οι 7 δεσμεύσεις για τη μετα-ΟΝΕ εποχή». Τέλος, η ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ παρατηρούσε ότι είναι «Βαρύ το τίμημα ένταξης στην ΟΝΕ» καθώς επιφυλάσσει «Συμπίεση μισθών και συντάξεων, δραματικές αλλαγές στο ασφαλιστικό και μετοχοποίηση για 15 ΔΕΚΟ».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ