Οι τιμές των σιτηρών στα διεθνή χρηματιστήρια μπορεί να παραμένουν υψηλές, αλλά δε συμβαίνει το ίδιο και για τους παραγωγούς.
Οι εμποροβιομήχανοι και τα παραρτήματα των πολυεθνικών εκβιάζουν με κάθε μέσο τους σιτοπαραγωγούς προκειμένου να αγοράσουν τζάμπα την παραγωγή και στη συνέχεια να κερδοσκοπήσουν σε βάρος των καταναλωτών, δηλαδή σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Για παράδειγμα, στο μαλακό σιτάρι, από όπου βγαίνει το αλεύρι για το ψωμί, οι έμποροι δίνουν πολύ πιο χαμηλές τιμές σε σύγκριση με πέρσι. Από 25 λεπτά το κιλό πέρσι, ζητούν να αγοράσουν με 17 λεπτά φέτος. Κοντεύουν να περάσουν δύο μήνες από το θερισμό και η αγορά δεν έχει «ανοίξει» ακόμα. Οι εμποροβιομήχανοι βέβαια δεν έχουν ιδιαίτερο πρόβλημα, αφού κάνουν μαζικές εισαγωγές από Ρουμανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία και Ουκρανία και, όπως λέγεται, πρόκειται για στάρια που είναι υποδεέστερης ποιότητας από τα ελληνικά. Οι νόμοι του κέρδους και της ελεύθερης αγοράς δείχνουν και ξαναδείχνουν ότι δε νοιάζονται για την ποιότητα, ούτε για τον κόπο και το εισόδημα της αγροτιάς και στην προκειμένη περίπτωση των σιτοπαραγωγών.
Να τα χαίρονται τα αποτελέσματα της πολιτικής τους. Οταν καθιέρωσαν τον ένα χρόνο υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής, το εμφάνισαν ούτε λίγο ούτε πολύ σαν μέτρο φιλολαϊκό, ενώ στην πραγματικότητα ήταν εφαρμογή των νέων εντολών της ΕΕ που διαμήνυσε ότι η διά βίου κατάρτιση (στα μέτρα πάντα του μεγάλου κεφαλαίου) είναι αποδοτικότερη και φτηνότερη όταν ξεκινά από την προσχολική ηλικία. Μετά έδωσαν τη δυνατότητα στους ιδιώτες να λειτουργούν και τμήματα νηπιαγωγείων στους παιδικούς σταθμούς, αυξάνοντας τουλάχιστον κατά 20% την πελατεία τους (σύμφωνα με στοιχεία έναρξης του προηγούμενου σχολικού έτους από τη Στατιστική Υπηρεσία). Στο μεταξύ, τα νηπιαγωγεία παραμένουν τα χειρότερα σε υποδομές στην εκπαίδευση, ενώ παρά το ότι πέρασε ένας χρόνος από τη ρύθμιση παραμένουν πίσω από τις ανάγκες των νηπίων. Καμία κίνηση δεν έγινε για την εξασφάλιση των χώρων και του προσωπικού ώστε να βελτιωθεί δραστικά η κατάσταση της δημόσιας εκπαίδευσης τη χρονιά που ξεκινά το Σεπτέμβρη, οδηγώντας και πάλι στους ιδιώτες. Επιβεβαιώνοντας ότι στην προσχολική αγωγή η υποχρεωτικότητα - έτσι όπως την εννοεί η κυβέρνηση - είναι συνώνυμη με την ιδιωτικοποίηση.
«Ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ευριπίδης Στυλιανίδης δίνοντας προτεραιότητα στη στήριξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και τη διασύνδεσή της με την αγορά εργασίας...». Ετσι ξεκινά η ανακοίνωση του υπουργείου για τις προθεσμίες υποβολής αιτήσεων για στελέχη των λεγόμενων Γραφείων Σύνδεσης με την Αγορά Εργασίας και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΓΡΑ.ΣΥ.). Είναι ένα ακόμα δείγμα του πώς βλέπουν την τεχνικοεπαγγελματική κατάρτιση: Ακόμα πιο στενά και απροσχημάτιστα προσανατολισμένη στην ικανοποίηση των αναγκών των επιχειρήσεων. Το σχετικό πρόγραμμα χρηματοδοτείται και από κοινοτικά κονδύλια - μοχλό για την εφαρμογή των αρχών της «ανταγωνιστικότητας» στην εκπαίδευση, δηλαδή την απόλυτη προσαρμογή της στις ανάγκες για μισοκαταρτισμένους εργαζόμενους με δεξιότητες και συνειδήσεις στα μέτρα των επιχειρήσεων, οι οποίες αναλαμβάνουν όλο και πιο ενεργό ρόλο, υπαγορεύοντας το πού θα «προσανατολίζονται» επαγγελματικά οι νέοι.