ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 19 Αυγούστου 2008
Σελ. /24
Ποιοι πραγματικά χάνουν

«Τιτανομαχία» παρακολουθούμε καθημερινά, σε μέσα ενημέρωσης, σχετικά με το ποιος είχε το δίκιο (ή το «περισσότερο» δίκιο) και το άδικο, στη σύγκρουση Ρωσίας - Γεωργίας - ΝΑΤΟ - ΕΕ κλπ. Δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες χωρίζονται σε «δυτικόφιλους», «ευρωπαϊστές» και «Ρωσόφιλους», συγκρούονται διεκδικώντας το αλάθητο της ανάλυσής τους. Ολοι τους ωστόσο εύκολα παρακάμπτουν το γεγονός ότι όλοι οι λαοί της περιοχής υποφέρουν, όντας στο κέντρο αντιπαράθεσης ιμπεριαλιστικών δυνάμεων μεταξύ τους, με μόνο ζητούμενο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της μιας ή της άλλης μερίδας του κεφαλαίου. Και μόνη πραγματική διέξοδο από τα παραπάνω την ανειρήνευτη πάλη των πλατιών λαϊκών στρωμάτων ενάντια στους εκμεταλλευτές τους, όποια σημαία (ευκαιρίας) κι αν αυτοί σηκώνουν, όποιον εθνικισμό κι αν προπαγανδίζουν για να κρύψουν την εκμετάλλευση που επιφυλάσσουν και για τους ίδιους τους συμπατριώτες τους.

Εκμεταλλεύονται τους σιτοπαραγωγούς

Οι τιμές των σιτηρών στα διεθνή χρηματιστήρια μπορεί να παραμένουν υψηλές, αλλά δε συμβαίνει το ίδιο και για τους παραγωγούς.

Οι εμποροβιομήχανοι και τα παραρτήματα των πολυεθνικών εκβιάζουν με κάθε μέσο τους σιτοπαραγωγούς προκειμένου να αγοράσουν τζάμπα την παραγωγή και στη συνέχεια να κερδοσκοπήσουν σε βάρος των καταναλωτών, δηλαδή σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Για παράδειγμα, στο μαλακό σιτάρι, από όπου βγαίνει το αλεύρι για το ψωμί, οι έμποροι δίνουν πολύ πιο χαμηλές τιμές σε σύγκριση με πέρσι. Από 25 λεπτά το κιλό πέρσι, ζητούν να αγοράσουν με 17 λεπτά φέτος. Κοντεύουν να περάσουν δύο μήνες από το θερισμό και η αγορά δεν έχει «ανοίξει» ακόμα. Οι εμποροβιομήχανοι βέβαια δεν έχουν ιδιαίτερο πρόβλημα, αφού κάνουν μαζικές εισαγωγές από Ρουμανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία και Ουκρανία και, όπως λέγεται, πρόκειται για στάρια που είναι υποδεέστερης ποιότητας από τα ελληνικά. Οι νόμοι του κέρδους και της ελεύθερης αγοράς δείχνουν και ξαναδείχνουν ότι δε νοιάζονται για την ποιότητα, ούτε για τον κόπο και το εισόδημα της αγροτιάς και στην προκειμένη περίπτωση των σιτοπαραγωγών.

Ολα για τους ιδιώτες

Να τα χαίρονται τα αποτελέσματα της πολιτικής τους. Οταν καθιέρωσαν τον ένα χρόνο υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής, το εμφάνισαν ούτε λίγο ούτε πολύ σαν μέτρο φιλολαϊκό, ενώ στην πραγματικότητα ήταν εφαρμογή των νέων εντολών της ΕΕ που διαμήνυσε ότι η διά βίου κατάρτιση (στα μέτρα πάντα του μεγάλου κεφαλαίου) είναι αποδοτικότερη και φτηνότερη όταν ξεκινά από την προσχολική ηλικία. Μετά έδωσαν τη δυνατότητα στους ιδιώτες να λειτουργούν και τμήματα νηπιαγωγείων στους παιδικούς σταθμούς, αυξάνοντας τουλάχιστον κατά 20% την πελατεία τους (σύμφωνα με στοιχεία έναρξης του προηγούμενου σχολικού έτους από τη Στατιστική Υπηρεσία). Στο μεταξύ, τα νηπιαγωγεία παραμένουν τα χειρότερα σε υποδομές στην εκπαίδευση, ενώ παρά το ότι πέρασε ένας χρόνος από τη ρύθμιση παραμένουν πίσω από τις ανάγκες των νηπίων. Καμία κίνηση δεν έγινε για την εξασφάλιση των χώρων και του προσωπικού ώστε να βελτιωθεί δραστικά η κατάσταση της δημόσιας εκπαίδευσης τη χρονιά που ξεκινά το Σεπτέμβρη, οδηγώντας και πάλι στους ιδιώτες. Επιβεβαιώνοντας ότι στην προσχολική αγωγή η υποχρεωτικότητα - έτσι όπως την εννοεί η κυβέρνηση - είναι συνώνυμη με την ιδιωτικοποίηση.

Διασύνδεση με τις επιχειρήσεις

«Ο Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ευριπίδης Στυλιανίδης δίνοντας προτεραιότητα στη στήριξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και τη διασύνδεσή της με την αγορά εργασίας...». Ετσι ξεκινά η ανακοίνωση του υπουργείου για τις προθεσμίες υποβολής αιτήσεων για στελέχη των λεγόμενων Γραφείων Σύνδεσης με την Αγορά Εργασίας και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΓΡΑ.ΣΥ.). Είναι ένα ακόμα δείγμα του πώς βλέπουν την τεχνικοεπαγγελματική κατάρτιση: Ακόμα πιο στενά και απροσχημάτιστα προσανατολισμένη στην ικανοποίηση των αναγκών των επιχειρήσεων. Το σχετικό πρόγραμμα χρηματοδοτείται και από κοινοτικά κονδύλια - μοχλό για την εφαρμογή των αρχών της «ανταγωνιστικότητας» στην εκπαίδευση, δηλαδή την απόλυτη προσαρμογή της στις ανάγκες για μισοκαταρτισμένους εργαζόμενους με δεξιότητες και συνειδήσεις στα μέτρα των επιχειρήσεων, οι οποίες αναλαμβάνουν όλο και πιο ενεργό ρόλο, υπαγορεύοντας το πού θα «προσανατολίζονται» επαγγελματικά οι νέοι.

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Οι Συλλογικές Συμβάσεις στο στόχαστρο

Η επίθεση στην εργατική κατάκτηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας είναι διαχρονική και πολύμορφη. Στην προσπάθειά του να συμπιέσει ακόμα περισσότερο την τιμή στην οποία αγοράζει την εργατική δύναμη, το κεφάλαιο επιδιώκει σταθερά να απαλλαγεί από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και να μεταφέρει την υπογραφή της Σύμβασης Εργασίας στο επίπεδο της ατομικής διαπραγμάτευσης. Οσο πιο ανυπεράσπιστος είναι ο εργάτης, όσο περισσότερο η εργοδοσία καταφέρνει να τον απομονώσει, τόσο πιο εύκολο είναι να πετύχει μια σύμβαση κομμένη και ραμμένη στις ανάγκες της κερδοφορίας της. Γι' αυτό και το κεφάλαιο υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία πως οι Συλλογικές Συμβάσεις πρέπει πλέον και τυπικά να καταργηθούν στην εργατική νομοθεσία.

Ωστόσο, μέχρι να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για τη γενικευμένη επίθεση στο θεσμό των Συλλογικών Συμβάσεων, οι εργοδότες δε μένουν με σταυρωμένα τα χέρια. Στην πλειοψηφία τους, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα, αρνούνται να εφαρμόσουν ακόμα και τις κατάπτυστες εκείνες Συμβάσεις που υπογράφει η συνδικαλιστική πλειοψηφία, με την ανοχή της εκάστοτε κυβέρνησης και των ελεγκτικών μηχανισμών της. Και όχι μόνο αυτό. Αναζητούν και βρίσκουν τρόπους ώστε με νομιμοφανή τρόπο να παρακάμπτεται η Συλλογική Σύμβαση και επί της ουσίας ο εργαζόμενος να δεσμεύεται από κανόνες και όρους που καθιστούν κενό γράμμα ό,τι συμφωνήθηκε στις συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Ενα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Εσωτερικοί Κανονισμοί Λειτουργίας των επιχειρήσεων που παρουσίασε ο «Ρ» στο φύλλο της Κυριακής. Πρόκειται για απαράδεκτα φιρμάνια που συντάσσουν οι εργοδότες, μέσα από τα οποία επιχειρούν να επιβάλουν απαγορεύσεις και όρους δουλειάς, που επί της ουσίας καταργούν κάθε εργασιακό δικαίωμα, ακόμα και την ίδια την αξιοπρέπεια του εργαζόμενου. Ο,τι δεν κατάφεραν να επιβάλουν οι εργοδότες στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, έρχονται να το πάρουν τώρα με τους Κανονισμούς Εργασίας, οι οποίοι τυπικά και μόνο υποχρεούνται να είναι συμμορφωμένοι με τις ισχύουσες Συμβάσεις. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, το περιεχόμενο αυτών των Κανονισμών είναι μακριά και ενάντια ακόμα και στα ελάχιστα προστατευτικά μέτρα που προβλέπει μια Συλλογική Σύμβαση για τον εργαζόμενο.

Οι εργοδότες έχουν σύμμαχο σ' αυτή την επίθεση τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, με πρώτο την εκάστοτε κυβέρνηση. Οι Κανονισμοί Εργασίας έχουν φαρδιά - πλατιά τη σφραγίδα του υπουργείου Απασχόλησης, που τους εγκρίνει, «κόβοντας» στην πλειοψηφία των περιπτώσεων μόνο τα κραυγαλέα στοιχεία που αυτοί περιέχουν. Την ίδια ώρα, με γοργούς ρυθμούς μεθοδεύεται η «αναμόρφωση» του Εργατικού Δικαίου, βασικός στόχος της οποίας είναι η καθολική επικράτηση των ατομικών Συμβάσεων έναντι των Συλλογικών. Οι εργαζόμενοι έχουν καθήκον να αντιδράσουν. Με τις ταξικές δυνάμεις, όχι μόνο να αποτρέψουν την κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, αλλά να παλέψουν για νέες κατακτήσεις μέσα από αυτές, παραμερίζοντας τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες της συναίνεσης που δίνουν «γην και ύδωρ» στη μεγαλοεργοδοσία.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ