Εκεί οι μαχητές του ΔΣΕ, όχι μόνο απάντησαν στην τεράστια σε έκταση και ένταση επίθεση του αστικού στρατού - που είχε την ολόπλευρη στήριξη σε οικονομικό, στρατιωτικό και εξοπλιστικό επίπεδο από τις ΗΠΑ - αλλά, επιπλέον, πέρασαν και στην αντεπίθεση απωθώντας τα στρατεύματα μέχρι την Καστοριά. Οι συνέπειες της μάχης στο Μάλι - Μάδι ήταν πολύ σημαντικές και ο απόηχός τους έφτασε μέχρι τα υψηλότερα κυβερνητικά κλιμάκια, προκαλώντας εσωτερικούς τριγμούς όχι μόνο στην κυβερνητική σταθερότητα, αλλά ακόμη και στην ηγεσία του στρατεύματος.
Αυτήν την περίοδο, που κορυφώνονται οι εκδηλώσεις εορτασμού για τα 90 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΕ, έχει ιδιαίτερη αξία να σκύψουμε ακόμη περισσότερο στην Ιστορία των λαμπρών επιτευγμάτων του Κόμματος - και, φυσικά, στην Ιστορία του ΔΣΕ.
Για τη μάχη στο Μάλι - Μάδι είναι χαρακτηριστική η σύνοψη που περιέχεται στην ειδική έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής» που τυπώθηκε με αφορμή το φετινό αντιιμπεριαλιστικό διήμερο της ΚΝΕ στις Πρέσπες:
«Το πρωί της 30 Αυγούστου του 1948 ο κυβερνητικός στρατός εκτοξεύει ισχυρή επίθεση στον ορεινό όγκο Μάλι - Μάδι, Μπούτσι. Καταλαμβάνει όλες τις κορυφές. Το Μάλι - Μάδι, Ραμπατίνα, Μέσκινα, Ποποβανίβα, Κούλε, Μπρένιτσα εκτός την τελευταία το Μπούτσι. Η κατάσταση για τον ΔΣΕ έγινε πολύ δύσκολη. Τη σοβαρότητα αντιλαμβάνεται έγκαιρα το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ και στις 8 Σεπτέμβρη 1948 εκδίδει διαταγή με το σχέδιο της αντεπίθεσης. Το κύριο χαρακτηριστικό της αντεπίθεσης ήταν να χτυπηθεί ο κυβερνητικός στρατός από τα πλευρά και τα νώτα (...) Σύμφωνα με διαταγή της επιχείρησης του Γ.Α. στις 4.30 ώρα το πρωί αρχίζει ο κανονιοβολισμός του ΔΣΕ από το ύψωμα Μπούτσι προς το ύψωμα Ραμπατίνα. Οταν τελειώνει ο κανονιοβολισμός μαχητές του ΔΣΕ που ήταν κρυμμένοι από την προηγούμενη νύχτα κάτω από τα βράχια της Ραμπατίνας εξορμούν και με χειροβομβίδες χτυπούν τους στρατιώτες. Αμέσως με θυελλώδη ορμή επιτίθεται λόχος του ΔΣΕ με οπλοπολυβόλα, αυτόματα, πάντζερ πάνω στην 22η ταξιαρχία του κυβερνητικού στρατού. Οι στρατιώτες παρατάνε τα όπλα και τρέχουν να σωθούν μέσα από τις χαράδρες που οδηγούν στα χωριά Δενδροχώρι και Γάβρος. Οι μάχες συνεχίστηκαν με καινούργιες νίκες του ΔΣΕ που μετά από έναν συνεχή αγώνα 80 ωρών πέταξε διελυμένο τον κυβερνητικό στρατό στον κάμπο. Η βασική επιδίωξη του αντιπάλου να εξοντώσει τις δυνάμεις του ΔΣΕ στο χώρο του Μάλι - Μάδι απότυχε. Ο ΔΣΕ τσάκισε και έθεσε εκτός μάχης την 22η, την 3η ορεινή και την 73η ταξιαρχία και προκάλεσε σημαντικές απώλειες στην 45η ταξιαρχία του κυβερνητικού στρατού».
Για το Μάλι - Μάδι γράφει σήμερα στον «Ρ» ο σ. Νίκος Κυρίτσης που έζησε τη μάχη από τη μεριά του 426 τάγματος της 18ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ, όπου μετείχε.
Μετά από σύσκεψη αξιωματικών - στρατηγών, με τη συμμετοχή Αμερικανών και Αγγλων στρατιωτικών, πάρθηκε απόφαση να προχωρήσουν γρήγορα στην επιχείρηση διάσπασης του μετώπου και στην κατάληψη όλης της περιοχής. Αμέσως, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ) αντιστράτηγος Δ. Γιαντζής στις 21 Αυγούστου 1948 στη διαταγή του έλεγε: «Επισημαίνω ιδιαιτέρως ταχείαν και δραστήρια λήψιν μέτρων προς Βίτσι... εις τρόπον ώστε να μη δοθεί χρόνος προς ανάπαυσιν και ανασυγκρότησιν των εις την περιοχήν τοιαύτην καταφυγόντων». (Δ. Ζαφειρόπουλος: «Ο Αντισυμμορικός αγών 1945 - 1949» σελίδα 445).
Αφού απέτυχαν οι στρατιωτικές κυβερνητικές δυνάμεις στη συνδυασμένη και ταυτόχρονη επίθεση σε όλο το μέτωπο από την Μπελά - Βόντα μέχρι τον Πολυάνεμο, τα επιτελεία τους αναδιπλώθηκαν και συγκέντρωσαν δυνάμεις στο στρατηγικό βουνό Μάλι - Μάδι με κύριο στόχο να σπάσουν τη γραμμή του μετώπου και να βγουν στα αλβανικά σύνορα και να εγκλωβίσουν τα τμήματα του ΔΣΕ.
To Γενικό Επιτελείο καθόρισε η επιχείρηση του στρατού στο Μάλι - Μάδι να αρχίσει στις 30 Αυγούστου 1948. Στη διαταγή του στις 29.08.48, ο υποστράτηγος Θ. Πεντζόπουλος έγραφε: «Διατάσσω... την εξόντωσιν απάντων... Ας αποτελέσει η αυριανή επιχείρησις το παράδειγμα».
Στο Μάλι - Μάδι, κατά τη διάρκεια όλης της επιχείρησης από την πλευρά του κυβερνητικού στρατού συμμετείχαν οι παρακάτω μονάδες:
Από τις μονάδες του ΔΣΕ στη μάχη στο Μάλι - Μάδι πήραν μέρος:
Πράγματι, η επιχείρηση του κυβερνητικού στρατού, με όλες τις δυνάμεις που αναφέραμε, άρχισε στις 30 Αυγούστου 1948. Βασικοί στόχοι ήταν η κορυφή του Μάλι - Μάδι (ύψωμα 1665), το Μπούτσι (ύψωμα 1776), και η Ραμπατίνα. Από την άλλη κατεύθυνση ο στόχος ήταν: Δενδροχώρι, ύψωμα Αγιος Αθανάσιος, Ιεροπηγή, Ορλοβο (1715), Βούτσι.
Στις 7 Σεπτέμβρη 1948, αποφασίστηκε η εκ νέου επίθεση στο Μπούτσι μέχρι τις 12 Σεπτέμβρη 1948, με δυνάμεις της 73ης Ταξιαρχίας. Την ευθύνη στη Ραμπατίνα την ανέλαβε η 22η κυβερνητική Ταξιαρχία με 2 τάγματα (508 και 509).
Η κατάσταση στο μέτωπο Μάλι - Μάδι ήταν πολύ κρίσιμη και επικίνδυνη για τα τμήματα του ΔΣΕ. Ο κυβερνητικός στρατός δεν έκανε την επίθεση στο Μπούτσι στις 12.09.48, γιατί, πολύ έγκαιρα οι μονάδες του ΔΣΕ προετοίμασαν και πραγματοποίησαν νικηφόρα στρατηγική αντεπίθεση σχεδιασμένη από το Γενικό Αρχηγείο, που άλλαξε την κατάσταση και το συσχετισμό όχι μόνο στο Μάλι - Μάδι, μα και σε όλο το μέτωπο του Βιτσίου.
Το 426 Τάγμα της 18ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ στο οποίο βρισκόμουνα και εγώ προσωπικά είχε αμυντική διάταξη Λούντζερ - Μεγάλη Βίγλα. Διοικητής της 8ης Ταξιαρχίας τότε ήταν ο προικισμένος νεαρός με εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες Παντελής Βαϊνάς και διοικητής του 426 Τάγματος ήταν ο Αργύρης Κοβάτσης ένας ξανθομάλλης, τολμηρός ταγματάρχης και Πολιτικός Επίτροπος ήταν ο Πέτρος Ιωσηφίδης που αργότερα σκοτώθηκε στην Ποντινή Κοζάνης. Το 426 Τάγμα του ΔΣΕ πήρε διαταγή στις 6 Σεπτέμβρη 1948 και αναχώρησε για την Ιεροπηγή. Εκεί φτάσαμε στις 7 Σεπτέμβρη. Εγινε σύσκεψη των διοικητών και μας ανακοινώθηκε η αποστολή της επιχείρησης: να υπερφαλαγγίσουμε τις δυνάμεις του στρατού από Φαλτσάτα και Μεσοποταμιά έως Αργος Ορεστικό και Σινιάτσικο.
Οι δυνάμεις της 107 Ταξιαρχίας του ΔΣΕ δεν κατάφεραν να σπάσουν τη γραμμή του αντιπάλου στο 38ο φυλάκιο των συνόρων. Ετσι άλλαξε το σχέδιο. Το τάγμα μας, το 426, πήρε διαταγή το βράδυ 9/9/1948 ν' ανέβει από την Ιεροπηγή στην κορφή Μάλι - Μάδι. Ο ανήφορος πετρώδης, κουραστικός και κατακόρυφος. Με την ανατολή του ηλίου βρεθήκαμε στο Μάλι - Μάδι απέναντι από τη Ραμπατίνα. Εκεί βρήκαμε πολλά ρούχα και τρόφιμα που άφησε ο στρατός υποχωρώντας άταχτα.
Ο στρατηγός Δ. Ζαφειρόπουλος παραδέχεται ότι: «Η διάλυσις της 22ας Ταξιαρχίας προέκυψεν από την εξαφάνισιν εκ της ψυχής του Διοικητού της Ταξιαρχίας και των Διοικητών των ταγμάτων.... από την απροθυμίαν των τμημάτων να παραμείνουν εις τας θέσεις των... Ητο χαρακτηριστική η ηθική κατάπτωσις κατά την άφιξίν των εις την περιοχή Βούτσι των δύο Διοικητών ταγμάτων συνοδευόμενων υπό άτακτων και άνευ συνοχής ομάδων εξ αξιωματικών και οπλιτών (του ενός υπό 70 και του ετέρου υπό 120). Ούτω ολόκληρη η ιεραρχία της διοικήσεως της 22ας Ταξιαρχίας εγένετο υπαίτιος της διαλύσεως των τμημάτων της και του καταπλημμυρισμού της Καστοριάς διά πανικόβλητων φυγάδων. Και έπρεπε να εξέλθουν συνεργεία εκ των μετόπισθεν της Καστοριάς, διά να περισυλλέξουν ράκη από απόψεως ηθικού και να λειτουργήσουν στρατοδικεία, μόνον κατά των οπλιτών, δι' επιβολήν κυρώσεων προς παραδειγματισμόν» (Δημήτρης Ζαφειρόπουλος, στο ίδιο, σελίδα 453 - οι υπογραμμίσεις του «Ρ»).
Αιφνιδιάστηκαν, επίσης, τα τμήματα της 3ηςορεινής Ταξιαρχίας, της 73ης και 45ης ταξιαρχιών πεζικού. Στις 10 Σεπτέμβρη δεν μπόρεσε κανείς να σταματήσει την άτακτη φυγή των κυβερνητικών μονάδων, ούτε ο διοικητής του Β' Σώματος Κιτριλάκης, που, πάνω στο άλογο, πυροβολούσε με το περίστροφο τους στρατιώτες αυτούς που υποχωρούσαν, ούτε ο αρχηγός της αγγλικής στρατιωτικής αποστολής, στρατηγός Ντάουν, που είχε καταφθάσει εκεί.
Το 426 Τάγμα του ΔΣΕ είχε διάταξη απέναντι από το τάγμα του κυβερνητικού στρατού στην οροσειρά Βούτσι. Το Βούτσι είναι μια πετρώδης κορυφή στη νοτιοανατολική πλευρά του Μάλι - Μάδι. Κάτω είναι η χαράδρα με τον βόρειο κλάδο του Αλιάκμονα και ο δρόμος προς Καστοριά. Η απόσταση από τα προωθημένα τμήματα του στρατού ήταν πολύ μικρή και τα αεροπλάνα δεν κάνανε εξορμήσεις στις θέσεις μας.
Στις 11 Σεπτέμβρη 1948 ο στρατός ταμπουρώθηκε και δεν έριξε ούτε μια τουφεκιά. Το βράδυ ο λόχος μας έκανε μια παραπλανητική ενέργεια, πήγαμε κοντά στα πολυβολεία του αντιπάλου, χωρίς να εμπλακούμε σε πολεμική δράση. Μα και η μονάδα του στρατού με πεσμένο το ηθικό έριξε μόνο μερικές ριπές. Η δικιά μας κίνηση είχε αναγνωριστικό και, όπως είπα παραπάνω, παραπλανητικό χαρακτήρα.
Στις 10 η ώρα, το πρωί, στις 12 Σεπτέμβρη ο διοικητής του 426 τάγματος του ΔΣΕ με καλεί σε σύσκεψη. Εγώ ήμουν διοικητής της 2ης Διμοιρίας του 2ου Λόχου του Τάγματος. Η σύσκεψη έγινε στο παρατηρητήριο. Παραβρίσκονταν κι ένας αξιωματικός του πυροβολικού. Ο διοικητής του τάγματος Αργύρης Κοβάτσης εισηγήθηκε το σχέδιο της επιχείρησης. Συγκεκριμένα, καθόρισε τα καθήκοντα της 2ης Διμοιρίας - και των άλλων μονάδων. Στις 6 η ώρα το απόγευμα το πυροβολικό του ΔΣΕ θα έριχνε οβίδες στο προωθημένο φυλάκιο του στρατού που βρισκόταν 300 μέτρα από εμάς. Η 2η διμοιρία αμέσως θα έκανε την έφοδο και σε συνέχεια θα ακολουθούσαν οι άλλες διμοιρίες.
Ο αξιωματικός του πυροβολικού υπογράμμισε ότι όλα πρέπει να γίνουν γρήγορα, να καταληφθεί η πρώτη γραμμή αμύνης του αντιπάλου και σε συνέχεια προς την κύρια κατεύθυνση να προχωρήσουμε.
Μαζί με τον Πολιτικό Επίτροπο της 2ης Διμοιρίας Διγάλα Γιώργο μιλήσαμε με όλους τους μαχητές και μαχήτριες ώστε να είναι προετοιμασμένοι για την αντεπίθεση. Ηταν η πρώτη φορά που κάναμε επίθεση με προπαρασκευή πυροβολικού. Ολοι πια είχαμε την έμπνευση της νικηφόρας έκβασης της μάχης.
Στις 12 Σεπτέμβρη 1948 κι ώρα 6 το απόγευμα το πυροβολικό μας έριξε μερικές οβίδες στην πρώτη γραμμή του στρατού. Αμέσως, ραγδαία, οι 32 μαχητές και μαχήτριες της 2ης Διμοιρίας εξόρμησαν. Μέσα σε 20 λεπτά καταλάβαμε το προωθημένο φυλάκιο. Βρεθήκαμε πια σε υψηλότερο σημείο από τον αντίπαλο και τους βάζαμε με τις «τουρτούρες». Ακολούθησε αμέσως η 1η Διμοιρία με διοικητή τον αείμνηστο Παναγιώτη Μηλόση και σε συνέχεια η 3η Διμοιρία. Φτάσαμε στο σημείο κοντά στο Βούτσι ρίξαμε ένα «πάντζερς - φάου» και ανεβήκαμε στα βράχια πάνω. Ο διοικητής του στρατιωτικού τάγματος, τραυματισμένος, κάτω από τα βράχια δίνει διαταγή για υποχώρηση προς τη ρεματιά του Αλιάκμονα, προς Καστοριά. Πιάσαμε αιχμαλώτους και οπλισμό με πυρομαχικά. Δεν είχαμε ούτε ένα θύμα ή τραυματία. Μόνο στο ένα δάχτυλο του χεριού του Χρήστου (εργάτης βιομηχανικός από το Βόλο), πέρασε μια σφαίρα στην επιδερμίδα.
Την άλλη μέρα 13 Σεπτέμβρη 1948 ξεκουραζόμασταν και βλέπαμε κάτω στη χαράδρα που έφευγε ο στρατός. Τα σπιτφάιερ ρίξανε δυο ρουκέτες. Από τη μια ρουκέτα σκοτώθηκε ο χαμογελαστός και ακούραστος σύνδεσμος του 426 Τάγματος του ΔΣΕ ο αγαπημένος μας Θανάσης Μάνος από το χωριό Βαψώρι.
Η τελική εξόρμηση στο Βούτσι έγινε από το 426 Τάγμα της 18ης Ταξιαρχίας. Η 107η Ταξιαρχία ενήργησε από το Δενδροχώρι και η 103η προς την Πόποβα Νίβα. Μέχρι τις 10 το βράδυ, είχε τελειώσει η μάχη. Απωθήθηκαν όλες οι κυβερνητικές δυνάμεις της 22ης, της 3ης ορεινής, της 73ης και 45ης Ταξιαρχών από όλο τον όγκο του Μάλι - Μάδι.
Στις 14 Σεπτέμβρη 1948 έγινε αχτίφ με θέμα κριτική της μάχης. Δε θα αναφέρω για τις επιτυχίες. Εγινε κριτική στο τάγμα που δεν κατόρθωσε να υπερφαλαγγίσει τις στρατιωτικές δυνάμεις που υποχωρούσαν άταχτα.
Η αποτυχία του αστικού στρατού στο Μέτωπο Βίτσι και Μάλι - Μάδι οφείλεται στην υποτίμηση των δυνάμεων του ΔΣΕ και στην υπερτίμηση των πολεμικών τους μέσων. Αναφέρω μερικούς παράγοντες:
α) Ο κυβερνητικός στρατός είχε μεγάλες απώλειες στη μάχη του Γράμμου. Το ηθικό ήταν χαμένο. Οι φαντάροι αισθάνονταν κούραση από τις συνεχές μάχες και ταλαιπωρίες.
β) Τα τμήματα του ΔΣΕ που πραγματοποίησαν τον ελιγμό από το Γράμμο στο Βίτσι 20/21 Αυγούστου 1948, περίπου 8.000, γρήγορα ανασυντάχτηκαν και πήραν θέσεις σε όλη τη γραμμή του μετώπου στο Βίτσι. Τα τραγούδια και οι χοροί έδειχναν το ανεβασμένο ηθικό τους.
γ) Εγκαιρα, πριν την επιχείρηση του στρατού στο Βίτσι το 1948 προετοιμάστηκε η αμυντική γραμμή με πολυβολεία, οχυρά, αμπριά, χαρακώματα: πρώτης, δεύτερης και τρίτης αμυντικής γραμμής στη Βάρμπα. Στα έργα αυτά εργάστηκαν περίπου 2.000 άτομα από ανθρώπους πολίτες που δεν πολεμούσαν.
δ) Στις 70 μέρες της μάχης του Γράμμου τα στρατιωτικά μας στελέχη είχαν αποκτήσει εμπειρία λαϊκο-επαναστατικού στρατού.
ε) Το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ σωστά προέβλεψε τους σκοπούς της επιχείρησης του στρατού και έγκαιρα προετοίμασε τις δυνάμεις του ΔΣΕ για την αντεπίθεση στο Μάλι - Μάδι.
Στις 15 Σεπτέμβρη 1948 το τάγμα μας, το 426, πήρε διαταγή να επιστρέψει στο Λούντζερ. Κατεβήκαμε στην Κρυσταλλοπηγή. Στο Βατοχώρι οργανώθηκε εκδήλωση με εκπροσώπους της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, της τοπικής αυτοδιοίκησης και στρατιωτικών τμημάτων του ΔΣΕ. Συμμετείχαν πολλά άτομα. Υπήρχε εξέδρα όπου μπροστά της παρέλασαν με τη σειρά οι διμοιρίες που έκαναν την έφοδο στο Βούτσι. Ακούγαμε μουσική, παραβρισκόταν φωτογράφος και μηχανισμός που έκανε φιλμ.
Η νικηφόρα αντεπίθεση του ΔΣΕ στο Μάλι - Μάδι, προκάλεσε πραγματικό πανικό στην κυβέρνηση, στο ΓΣΕ, στους στρατιωτικούς κύκλους και ανησυχία στους Αμερικανούς. Ο πρωθυπουργός Θ. Σοφούλης, με υπουργούς του και τον ουσιαστικό αρχιστράτηγο Βαν-Φλίτ, φτάνουν στην Καστοριά, για να σταματήσουν την παραπέρα πτώση του ηθικού του στρατού. Ο συνταγματάρχης Καρικής έκανε αναφορά στην Καστοριά στον Σοφούλη, λέγοντας: «Λαμβάνω την τιμή να αναφέρω κ. Πρόεδρε ότι από την δύναμιν της 1ηςΜεραρχίας είναι απόντες 50 αξιωματικοί και 1.300 οπλίται νεκροί και τραυματίες». («Το Βήμα», 24 Σεπτέμβρη 1948).
Ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Κωνσταντίνος Ρέντης πανικόβλητος είπε στην Καστοριά: «Μήπως θάχουμε πάλι Μικρασιατική καταστροφή;». Ενώ ο Τσακαλώτος γράφει: «Ολόκληραι Ταξιαρχίαι διαλύονται. Ταξίαρχος κατηγορείται ως φυγάς ή κρυμμένος μακριά από τον αγώνα. Οι φυγάδες γεμίζουν την Καστοριά... Η κατάστασις ήτο, πράγματι κρίσιμος. Ο συμμοριτισμός πληγείς καιρίως εις τον Γράμμον, κατόρθωσε να αναδιοργανωθεί εις το Βίτσι και να γίνεται απειλητικός όχι μόνο εις την περιοχήν ταύτην, αλλά και εις όλην την χώραν, λόγω της αγκιστρώσεως των δυνάμεών μας εις Βίτσι. Η πλάστιγξ ήρχισε να κλίνη εις βάρος των Εθνικών Δυνάμεων». (Θ. Τσακαλώτος «Σαράντα χρόνια στρατιώτης της Ελλάδας», Τόμος ΙΙ, σελ. 162 - 165).
Μετά τη μάχη, καθαιρέθηκαν ο διοικητής του Β' Σώματος στρατού Κιτριλάκης και άλλοι ανώτεροι αξιαιματικοί. Τα στρατοδικεία μπήκαν σε εφαρμογή και εκτελέστηκαν πολλοί στρατιώτες για εγκατάλειψη θέσεων. Ο Ε. Αβέρωφ σημειώνει: «οι άνδρες πέταξαν τα όπλα τους και καταληφθέντες από πανικό, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και έσπευσαν προς την Καστοριά. Συνελήφθησαν από τη Στρατιωτική Αστυνομία και παρεπέμφθηκαν αμέσως σε έκτακτα στρατοδικεία... Εβδομήντα οκτώ φυγάδες εξετελέσθηκαν εκείνες τις ημέρες». (Ε. Αβέρωφ - Τοσίτσας: «Φωτιά και Τσεκούρι», σελ. 368).
Ο στρατηγός Δημήτρης Ζαφειρόπουλος εκτιμά ότι η αποτυχία του κυβερνητικού στρατού στο Βίτσι οφείλεται: «Εις την κατάπτωσιν του ηθικού, οφειλομένην εις την σωματικήν κόπωσιν του στρατιώτου και εις την ψυχικήν κατάπληξιν, την οποία υπέστη εκ της διαπιστώσεως εις Βίτσι ότι ο συμμοριτισμός υφίστατο εν πλήρει δράσει και ακμή, εν αντιθέσει προς ό,τι ελέχθη εις αυτόν μετά την πτώσιν του Γράμμου και εγένετο πιστευτόν, ότι δηλαδή ο συμμοριτισμός εξέλιπε πλέον. Επαυσε πλέον ο στρατιώτης να έχει εμπιστοσύνη εις τον εαυτόν του, προς τα όπλα του, προς τους συναδέλφους του, προς τον ηγήτορά του και εκυριαρχείτο από δυσπιστίαν προς τον εαυτόν του και προς όλους» (Δ. Ζαφειρόπουλος, στο ίδιο, σελ. 456).
Υπάρχουν εκθέσεις διοικητών Μεραρχιών και Ταξιαρχιών, που εκτιμούν ότι, την περίοδο εκείνη, το ηθικό του στρατού ήταν τέτοιο, που δεν μπορούσαν τα τμήματα να κάνουν επιθετικές προσπάθειες στο Βίτσι.
Σε απόρρητη έκθεση, που έπεσε στα χέρια των μαχητών του ΔΣΕ με την κατάληψη στις 22 - 23/10/48 της τοποθεσίας Κούλα - Πλατύ, ο αντισυνταγματάρχης Ν. Μανωλέσος έγραφε: «Εις τινάς λόχους διεπιστώθη πλέον πνεύμα ηττοπάθειας, κοπώσεως, λιποταξίας και απογοητεύσεως ολίγον απεχούσης της στάσεως. Ούτω το τάγμα ως έχει σήμερα είναι ανίκανον παντελώς διά κάθε επιθετικήν προσπάθειαν ακόμη δε και διά κάθε σοβαράν αμυντικήν τοιαύτην». («Δημοκρατικός Στρατός» Νο 11/1948, σελ. 436 - 437).
Ο αντιστράτηγος Κ. Παπαγεωργόπουλος γράφει: «Στις αρχές του Οκτώβρη 1948 η γενική κατάσταση δεν ήταν καλή... Σε όλη την επικράτεια κομμουνιστές είχαν την πρωτοβουλία... ύστερα από μια αποτυχημένη επίθεση που είχε κάνει το Β. Σώμα Στρατού... στο Βίτσι, το ηθικό του στρατού που ήταν εκεί δεν ήταν καθόλου καλό και μια μαζική επίθεσή τους δεν απεκλείετο να καταλήξει σε στρατιωτική καταστροφή». («Μνήμες πολέμου και ειρήνης», τόμος Β΄, σελ. 113 - 114).
Στην Καστοριά, σε σύσκεψη των στρατιωτικών, ο Βαν Φλιτ κατηγόρησε την ηγεσία και τους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού και μάλλον απείλησε με αποχώρηση των Αμερικανών, γιατί «χρησιμοποίησε την αμερικανική βοήθεια χωρίς να συντρίψει τον εχθρό και διηρωτήθη αν δεν έμενε πλέον στους αμερικανούς παρά να αναχωρήσουν» (Ε. Αβέρωφ - Τοσίτσας, στο ίδιο, σελίδα 393).
Στα μέσα Οκτωβρίου 1948, έφτασε στην Ελλάδα ο υπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζόρτζ Μάρσαλ, συνοδευόμενος από τον υπουργό των στρατιωτικών που δήλωσε: «Παρά την αμερικανικήν βοήθειαν.... δεν επιτεύχθη μέχρι τούδε η πλήρης συντριβή της ανταρσίας» («Μακεδονία» 20/10/1948).
Ο ίδιος απέκρουσε τις προτάσεις και εκθέσεις περί αποχώρησης των Αμερικανών από την Ελλάδα. Στους ιθύνοντες των Αθηνών το φθινόπωρο του 1948 κυριαρχούσε η αστάθεια και ο φόβος, ότι δηλαδή, χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ, δεν μπορούν να κρατηθούν στην εξουσία και την περίοδο του 1948 το φθινόπωρο. Η εφημερίδα «Μακεδονία» έγραφε στις 19 Οκτώβρη 1948 ότι «Οι κίνδυνοι όμως είναι σήμερον μεγαλύτεροι».
Ο στρατηγός Δημήτρης Ζαφειρόπουλος γράφει ότι: «Είναι αληθές ότι όπισθεν της Καστοριάς δεν υπήρχον εθνικαί γενικαί εφεδρείαι και συνεπώς υπήρξεν ευκαιρία ευρείας εκμεταλλεύσεως της επιτυχίας υπό των συμμοριών μέχρι και αυτής της Κοζάνης, με τας φοβεράς συνεπείας της καταστροφής των εγκαταστάσεων του αεροδρομίου και των γενικών αποθηκών πυρομαχικών και τροφίμων της Κοζάνης». (Δ. Ζαφειρόπουλος στο ίδιο, σελ. 464).
Μετά από την αποτυχία του κυβερνητικού στρατού στο Βίτσι το φθινόπωρο του 1948 εκδηλώθηκαν φόβοι που βρήκαν την έκφρασή τους και στην κυβερνητική κρίση.
Παρέμβηκε ο πρεσβευτής των ΗΠΑ Γκρέιντι με απαίτηση ώστε να παραμείνει η κυβέρνηση «των δύο μεγάλων κομμάτων συνεργασίας», δηλαδή των Φιλελεύθερων και του Λαϊκού Κόμματος. («Μακεδονία», 9 Σεπτέμβρη 1948). Αυτό έπραξε η κυρίαρχη τάξη με τους πολιτικούς της εκφραστές για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο που δημιουργήθηκε για την ίδια από την πετυχημένη φθινοπωριάτικη εκστρατεία του ΔΣΕ.
Εχει γίνει αρκετή συζήτηση για την οργανωτική δομή του ΔΣΕ και τη μετατροπή του σε τακτικό στρατό. Η απόφαση για τη δημιουργία των αντάρτικων τμημάτων σε λαϊκό - επαναστατικό στρατό και ταυτόχρονα του συνδυασμού της δράσης του τακτικού ΔΣΕ με τμήματα παρτιζάνικα ήταν σωστή, γιατί χρησιμοποιούσε την τακτική της ενεργητικής άμυνας και των επιθετικών ελιγμών. Αυτήν την ταχτική επιβεβαίωσε η εμπειρία στο Γράμμο, στο Βίτσι και στις άλλες περιοχές. Χάρη στο μέτωπο του Βιτσίου μπορούσε π.χ. η 18η Ταξιαρχία να διεισδύει στα μετώπισθεν του αντίπαλου με αποτελεσματική δράση.
Στη μάχη αυτή μεγάλη ήταν η προσφορά της υγειονομικής υπηρεσίας που έκανε συνεχή πάλη ενάντια στο θάνατο για να σώσει τους τραυματίες. Ανεκτίμητη ήταν η προσφορά και η στήριξη των δυνάμεων του ΔΣΕ από τον πληθυσμό της περιοχής που δούλευε μέρα νύχτα για τις ανάγκες των μάχιμων τμημάτων του ΔΣΕ.
Μετά από αποτυχία του στο μέτωπο Βίτσι, Μάλι - Μάδι, ο κυβερνητικός στρατός πέρασε βασικά σε άμυνα και δεν πραγματοποίησε στρατηγικές επιχειρήσεις στην περιοχή εκείνη. Στο μέτωπο αυτό την πρωτοβουλία είχε ο ΔΣΕ, μέχρι τις αρχές Αυγούστου 1949.
Τα τμήματα του ΔΣΕ στο Μάλι - Μάδι, σε συνθήκες άνισου αγώνα και στρατιωτικο-πολεμικής υπεροχής του κυβερνητικού στρατού, πέτυχαν μεγάλη στρατηγική νίκη. Οι μαχήτριες, οι μαχητές, οι διοικητές έδειξαν ανώτερη ηθικοπολιτική υπεροχή, άφθαστο ηρωισμό και αυτοθυσία, αποφασιστικότητα και αντοχή. Ανεξάντλητη πηγή της δύναμής τους τα δίκαια ιδανικά του αγώνα. Ως λαϊκός επαναστατικός στρατός αγωνίζονταν για μια καινούργια σοσιαλιστική Ελλάδα. Οι υψηλές αξίες και τα ιδανικά δίνανε έμπνευση και δύναμη στην πάλη ενάντια στις αγγλοαμερικανικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και ενάντια στην καπιταλιστική τάξη της χώρας μας.