ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 7 Ιούνη 2000
Σελ. /64
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ, ΟΠΛΑ ΚΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Ελλάς - Τουρκία... πελατεία

Με ή χωρίς τα μετασεισμικά, αμερικανόπνευστα «βήματα προσέγγισης» των δύο ολιγαρχιών τους, Ελλάδα και Τουρκία είναι «εκλεκτοί πελάτες» της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας. Μιας βιομηχανίας που κάνει «big business» σε βάρος των φορολογουμένων και στις δύο όχθες του Αιγαίου. Μιας βιομηχανίας που συντηρεί μια «ειρήνη», έτσι ακριβώς όπως γράφεται εδώ. Σε εισαγωγικά. Και αυξάνει τα κέρδη της (μιλάμε για τρισεκατομμύρια σε δραχμές), εκμεταλλευόμενη τα αδιέξοδα και τις εντάσεις που η ίδια και οι πολιτικοί της εκφραστές δημιουργούν.

Σύμφωνα με στοιχεία που περιέχονται στην τελευταία επιθεώρηση του ΝΑΤΟ «ΝΑΤΟ Review», η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη και τη δεύτερη στο ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά τις λεγόμενες αμυντικές δαπάνες, καθώς το 4,9% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος δίνεται για τις Ενοπλες Δυνάμεις. Το αντίστοιχο ποσοστό για την Τουρκία ανέρχεται στο 5,7% του ΑΕΠ και τη φέρνει στην πρώτη θέση ανάμεσα στις χώρες - μέλη του ΝΑΤΟ.

Τα χρήματα αυτά οδεύουν κύρια στα ταμεία των ΗΠΑ, εφόσον η αμερικανική πολεμική βιομηχανία είναι ο βασικός προμηθευτής των δύο χωρών σε όπλα, πυρομαχικά και ανταλλακτικά. Οι ΗΠΑ πιέζουν ποικιλότροπα τις δύο κυβερνήσεις για να εκδηλώνουν την προτίμησή τους στα αμερικανικά προϊόντα και να αποφεύγουν άλλους προμηθευτές.

Παράλληλα, έχοντας εξασφαλίσει σίγουρη πελατεία και προκειμένου να εξυπηρετούν καλύτερα τα συμφέροντά τους, πολλές φορές αρνούνται να χορηγήσουν κάποια όπλα ή κάποιους τύπους όπλων σε κάποια χώρα. Ο σκοπός είναι να μη δυσαρεστηθεί γείτονας, που επίσης αγοράζει από τις ΗΠΑ, επίσης εξαρτάται από αυτές, αλλά έχει μεγαλύτερο ειδικό βάρος ως «σύμμαχος» των Αμερικανών στις ισορροπίες τρόμου, που έχουν διαμορφώσει οι ΗΠΑ, στα γεωπολιτικά τους σχέδια.

Αναφορικά με την Ελλάδα, η εξάρτηση από την αμερικανική βιομηχανία όπλων είναι πασίδηλη. Και δεν είναι λίγες οι φορές που η Αμερική αρνήθηκε να χορηγήσει όπλα στο σίγουρο πελάτη της, επειδή αντιδρούσε ο διπλανός σίγουρος πελάτης, η Τουρκία - και επειδή η σημερινή κατάσταση των δυνάμεων στις δυο πλευρές του Αιγαίου εξυπηρετεί καλύτερα την Αμερική.

Ακόμα και έτσι - και σύμφωνα με τα στοιχεία της «Ομοσπονδίας του Ταμείου Αμερικανών Επιστημόνων», στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί από την αμερικανική κυβέρνηση ή αμερικανικές αρμόδιες υπηρεσίες και ο «Ρ» δημοσιεύει σε ένα μικρό αφιέρωμα στο αμερικανικό εμπόριο τρόμου - το 1998, οι ΗΠΑ εμφανίζονται πρόθυμες να πουλήσουν στην Ελλάδα περισσότερους από 200 αντιαρματικούς πυραύλους «Hellfire II» και τέσσερα αντιτορπιλικά τύπου KIDD. Για την Τουρκία, οι ΗΠΑ προσανατολίζονταν να πουλήσουν πυραύλους θαλάσσης - θαλάσσης «Harpoon», τρεις φρεγάτες του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού τύπου PERRY και οκτώ φρεγάτες τύπου KNOX.

Την ίδια χρονιά, ήταν στα σκαριά και άλλες συμφωνίες για πωλήσεις στην Ελλάδα. Γίνονταν διαπραγματεύσεις για 1.322 πυραύλους «Stinger», 919 αντιαρματικά βλήματα TOW, 18 συστήματα πολλαπλών εκτοξεύσεων πυραύλων, 200 πύραυλοι αέρος - εδάφους «Maverick» και δώδεκα άρματα Μ60Α1.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώνονται στο Αμερικανικό Κογκρέσο σχετικά με προωθούμενες διακρατικές συμφωνίες για πωλήσεις όπλων από τις ΗΠΑ στο εξωτερικό: Το 1999 η αξία των συμβάσεων για πωλήσεις στην Ελλάδα ανέρχονται σε 425,155 εκατ. δολ. Η πρόβλεψη για το 2000 είναι για συμφωνίες αξίας 1,238 δισ. δολ. Για την Τουρκία τα αντίστοιχα νούμερα είναι 366,04 εκατ. δολ. για το 1999 και 412,6 εκατ. δολ. για το 2000.

Παράλληλα, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ εκτιμά ότι θα δαπανήσει 25 χιλιάδες δολ. φέτος για να εκπαιδεύσει δυο Ελληνες αξιωματικούς, μέσω του Προγράμματος «Διεθνούς Στρατιωτικής Εκπαίδευσης». Ζητά να του εγκριθούν άλλα τόσα χρήματα για το 2001, προκειμένου να εκπαιδεύσει άλλα δύο στελέχη των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Για την Τουρκία, το 2000 εκτιμά ότι θα δαπανήσει 1,5 εκατ. δολ. για να εκπαιδεύσει 178 Τούρκους αξιωματικούς και για το 2001 ζητά να εγκριθεί κονδύλι 1,6 εκατ. δολ. για 190 Τούρκους αξιωματικούς.

Χορός τρισεκατομμυρίων

Η αμερικανική κυβέρνηση κατά καιρούς ενημερώνει το Κογκρέσο για τα σχέδια πωλήσεων όπλων από τις ΗΠΑ και την πολεμική τους βιομηχανία προς ξένες χώρες, όπως και για σχέδια «παραχωρήσεων» ή και ενοικιάσεων πολεμικού υλικού. Η «Πράξη Ελέγχου των Εξαγωγών Οπλων» προβλέπει ότι η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να ενημερώνει το Κογκρέσο μόνο για εξαγωγές αξίας άνω των 14 εκατ. δολ. όταν πρόκειται για μείζονα αμυντικά συστήματα και για άνω των 50 εκατ. δολ για άλλα όπλα.

Η ενημέρωση αφορά - όπως προείπαμε - σχέδια. Δεν αποτελεί εγγύηση ότι θα υπογραφεί τελικά η σχετική σύμβαση, όπως περιγράφεται στην ενημέρωση προς το Κογκρέσο ή ότι δε θα ακυρωθεί τελικά. Πάντως, από μόνη της αυτή η ενημέρωση για συμφωνίες που προωθούνται δίνει μια καλή εικόνα για το πώς εξασφαλίζεται η ευμάρεια της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η κυβέρνηση Κλίντον στο διάστημα Μάης 1998 - Αύγουστος 1999, ενημέρωσε το Κογκρέσο για προωθούμενες συμφωνίες πώλησης, αξίας 5,604 δισ. δολ. Ανάμεσά τους:

Δώδεκα «Μ109Α5» αυτοπροωθούμενα οβιδοβόλα. 160 πύραυλοι «Hellfire». 1.322 πύραυλοι «Stinger». 919 αντιαρματικοί πύραυλοι «TOW». 18 Συστήματα Πολλαπλών Εκτοξευτών Πυραύλων «Μ270». 162 βλήματα «Μ26». 60 διόπτρες νυχτερινής όρασης «ΑΝ/PVS-7B». 200 πύραυλοι «AGM-65G Maverick». 200 εξαρτήματα βομβών (χωρίς πολεμικές κεφαλές) «GBU-24 A/B». Το σύστημα αεράμυνας 3 και αναβάθμιση του συστήματος πυραύλων «Hawk». 50 αεροσκάφη «F-16H». Τέσσερα αντιτορπιλικά τύπου «Kidd». 62.000 φυσίγγια των 20 mm. 64 ανθυποβρυχιακές τορπίλες. 32 πύραυλοι «Harpoon». 48 τορπίλες «MK 46 MOD 5». Τέσσερα επιθετικά ελικόπτερα «AH-64A Apache». Τεχνικά δεδομένα και βοήθεια για την κατασκευή των τμημάτων της τρίτης φάσης του συστήματος πυραύλων «Hawk». Εξαρτήματα και σύνεργα για την κατασκευή και συναρμολόγηση 117.000 τυφεκίων «M16A2» και καραμπινών «Μ4» και 7.000 εκτοξευτών χειροβομβίδων.

Σε ό,τι αφορά την Τουρκία έχουμε από το Μάη 1998 ως το Σεπτέμβρη 1999 σχέδια για πωλήσεις, «παραχωρήσεις» ενοικιάσεις, αξίας 955,9 εκατ. δολ. Ανάμεσά τους: Τριάντα πύραυλοι «Harpoon». Η φρεγάτα του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού «Donald Beary». Η φρεγάτα του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού «Thomas C. Hart». Τέσσερα ελικόπτερα «Α70B Seahawk», ανταλλακτικά, εξοπλισμός υποστήριξης εδάφους και λογισμική υποστήριξη. Κομμάτια σκελετού, σύνεργα, υποσυστήματα και άλλα υλικά για παραγωγή μαχητικών αεροσκαφών «F-16» στη γραμμή παραγωγής που διατηρεί στο έδαφός της. Πενήντα ελικόπτερα «Sikorsky S-70 Black Hawk». Αντικατάσταση τμημάτων αεροσκαφών «F-5».

Οι τελευταίες «μάσες»

Στις 11 Μάρτη 2000 υπογράφηκε στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, μεταξύ εκπροσώπων της ελληνικής και της αμερικανικής κυβέρνησης, σύμβαση για την προμήθεια 50 αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών.

Συγκεκριμένα, μετά από έξι συνεδριάσεις του ΚΥΣΕΑ, υπογράφηκε η σύμβαση για αγορά των αεροσκαφών, τύπου «F-16C/D BLOCK 50+», με δυνατότητα αγοράς ακόμα 10 αεροσκαφών με τους ίδιους όρους (option). Από τα αεροσκάφη αυτά, τα 34 θα είναι μονοθέσια και τα 16 διθέσια.

Το κόστος τους φθάνει τα 1,77 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή πάνω από 600 δισ. δραχμές, που σημαίνει κόστος ανά αεροσκάφος άνω των 12 δισ. δραχμών, χωρίς σε αυτά να περιλαμβάνεται ο κινητήρας, το σύστημα αυτοπροστασίας και ο εξοπλισμός. Οι διαπραγματεύσεις για τα προαναφερόμενα στοιχεία του αεροσκάφους συνεχίζονται, εφόσον οι Αμερικανοί αρνούνται να χορηγήσουν τον εξοπλισμό που ζητά η ελληνική πλευρά και δίνουν τεχνολογικά υποδεέστερο, για να μην υπάρξουν «αναταράξεις» από πλευράς Αγκυρας.

Για την ελληνική Πολεμική Αεροπορία είναι η τρίτη κατά σειρά αγορά αεροσκάφους τύπου «F-16». Η πρώτη ήταν το 1986 (η περίφημη αγορά του αιώνα) και η δεύτερη το 1992 - από 40 αεροσκάφη την κάθε φορά. Η παραγγελία των εν λόγω 50 αεροσκαφών, που το συνολικό της κόστος (μαζί με κινητήρα, σύστημα αυτοπροστασίας, εξοπλισμό) θα φθάσει το ένα τρισεκατομμύριο δραχμές. Αποτελεί τμήμα του πενταετούς εξοπλιστικού προγράμματος 1996 - 2000, η υλοποίηση του οποίου βρίσκεται σε εξέλιξη και είναι συνολικού ύψους 4 τρισ. δρχ.

Αυτή η ελληνική παραγγελία δίνει μια μεγάλη ανάσα στην κατασκευάστρια εταιρία, καθώς - σύμφωνα με ανακοίνωσή της, που εκδόθηκε με αφορμή την υπογραφή της εν λόγω σύμβασης - θα επεκτείνει την παραγωγή του «F-16» για μεγάλο χρονικό διάστημα εντός του 21ου αιώνα, στις εγκαταστάσεις της «Lockheed Martin» στην πόλη του Τέξας, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα «F-16» που έχουν παραγγελθεί από το Ισραήλ, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ