Προσωπικές μαρτυρίες παλιού μαχητή
Οι μάχες του «Κλέφτη» . Ηταν καλοκαίρι του 1948, όταν ο στρατηγός Τσακαλώτος κίνησε ολόκληρη Μεραρχία για να καταλάβει τον «Κλέφτη» και να εξοντώσει τα τμήματα του ΔΣΕ που τον υποστήριζαν. Αυτά τα τμήματά μας ήταν η 15η Ταξιαρχία με Διοικητή τον σ. Π. Τομπουλίδη, μια διλοχία μηχανικού που ο διοικητής σκοτώθηκε από βλήμα πυροβολικού, όταν έπεσε κατευθείαν στο αμπρί του και ένα τμήμα λαϊκής πολιτοφυλακής με διοικητή της υποδιοίκησης τον Δ. Τσαόπουλο (Τζανή). Οι μάχες κράτησαν 40 μέρες και όχι μια εβδομάδα που έλεγε ο στρατηγός Τσακαλώτος, γι' αυτό και συμπτυχθήκαμε, γιατί μας είχαν τελειώσει τα πυρομαχικά και όχι πως μας ανάγκασε ο αντίπαλος. Οταν βγήκαμε στα υψώματα, τότε άρχισαν να μας ρίχνουν βαρέλια με βενζίνη, για να κάψουν το δάσος, όμως εμείς δεν αφήσαμε ούτε ένα βαρέλι να βάλει φωτιά, γιατί τα σβήναμε αμέσως. Στις μάχες αυτές ο εθνικός λεγόμενος στρατός είχε πολλές απώλειες, ενώ οι δικοί μας νεκροί ήταν 2 και 5 οι τραυματίες.
Η δράση της 8ης Μεραρχίας. Παρά τις υπέρτερες δυνάμεις που διέθεσε ο αντίπαλος για να συντρίψει την 8η Μεραρχία του ΔΣΕ, όχι μόνο δεν κατάφερε τίποτα, αλλά αντίθετα έσπασε τον αποκλεισμό που μας είχαν κάνει και πολλά νικηφόρα τμήματά μας βγήκαν προς τα Ζαγόρια, όπου και ξεκουράστηκαν μερικές μέρες πριν τραβήξουν για Γράμμο - Βίτσι, όπου εκεί έδωσαν ξανά γερά χτυπήματα στον αντίπαλο.
Απόσπασμα Κ. Παλαιολόγου. Το απόσπασμα του Παλαιολόγου, του ΔΣΕ, ήταν σχεδόν της δύναμης 220 ανδρών και βρισκόταν στα Ζαγόρια, όταν ο κυβερνητικός στρατός είχε καταλάβει τον Γράμμο, όπου επί δυο μέρες συνέχεια έριχναν φωτοβολίδες και γιόρταζαν τη νίκη τους. Κατόπιν πήραν απόφαση να κινήσουν μια μεραρχία για να κυκλώσουν και εξοντώσουν το απόσπασμα. Ο Παλαιολόγου, που είχε πάντα το μάτι του άγρυπνο, παρακολουθούσε τις κινήσεις τους, έστησε μ' ένα άρτια εξοπλισμένο τμήμα ενέδρα και περίμενε τον εχθρό.
Οι «νικητές», αμέριμνοι, τραβούσαν προς τα Ζαγόρια για να εξοντώσουν το εν λόγω απόσπασμα και να ξεμπερδεύουν μια για πάντα μ' αυτό. Ομως τα πράγματα δεν ήρθαν όπως τα ήθελαν και πιάστηκαν στην ενέδρα που τους είχε στήσει ο Παλαιολόγος, 1 ανθ/γός, 1 λοχίας, 2 δεκανείς και 9 στρατιώτες.
Ο Παλαιολόγου είχε μια πληροφορία ότι θα περνούσε το 8ο ανεξάρτητο σύνταγμα του αντιπάλου, πηγαίνοντας προς τα Γιάννενα, όπου στο μεταξύ είχε αιφνιδιάσει τον μαχητή του ΔΣΕ σ. Μπατέκο, ο οποίος ερχόταν από τον Γράμμο, μεταφέροντας προς τη Νότια Ελλάδα, για τα εκεί τμήματα του ΔΣΕ, ρουχισμό και ανεφοδιασμό σε άλλα είδη. Στα στενά λοιπόν της Σαμαρίνας ο Μπατέκος έπεσε στην ενέδρα και σκοτώθηκε. Ολος δε ο ανεφοδιασμός που προορίζονταν για τον ΔΣΕ, έπεσε στα χέρια του κυβερνητικού συντάγματος, το οποίο πριν σουρουπώσει έφτασε σ' ένα οροπέδιο έξω από τη Βωβούσα, προωθώντας ένα λόχο στα υψώματα όπου και στρατοπέδευσε. Ο Παλαιολόγου κάλεσε αμέσως τον ταγματάρχη Χ. Σδράβο, ένα εξαίρετο και άφοβο παλικάρι, και τους λοχαγούς του και τους ανακοίνωσε την απόφασή του, που ήταν να αιφνιδιάσουν το κυβερνητικό σύνταγμα και να πάρουν πίσω το αίμα του συντρόφου Μπατέκου. Και έτσι έγινε. Χαράματα τα τμήματα τους πλησίασαν χωρίς να γίνουν αντιληπτά και άρχισαν να ρίχνουν. Ο πανικός ήταν τόσο μεγάλος, που οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί του 8ου συντάγματος το 'βαλαν στα πόδια. Ο ανεφοδιασμός που μετέφερε ο Μπατέκος ήρθε πάλι πίσω στα χέρια μας.
Ο αντιστασιακός ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΚΑΡΑΣΤΕΡΙΟΠΟΥΛΟΣ, κάτοικος Νίκαιας Πειραιά - θείος και αδελφός της τραγικής μητέρας των τεσσάρων παιδιών που δολοφονήθηκαν μέσα στο σπίτι τους χωρίς έλεος, από ανθρωπόμορφο κτήνος, ταγματασφαλίτη της κατοχής- μας εξιστορεί το χρονικό αυτής της απερίγραπτης σφαγής και το αφιερώνει σ' όλους τους Ελληνες πατριώτες μάρτυρες, που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα. Γράφει:
«Ηταν χαράματα 9 Αυγούστου, ημέρα Τετάρτη, του 1944. Δεν είχε ακόμη βγει ο ήλιος, όταν ξαφνικά το Δουργούτι και το Κατσιπόδι(σήμερα Δάφνη) βρέθηκαν κυκλωμένα από τις γερμανικές κατοχικές δυνάμεις και τους συνεργάτες τους ταγματασφαλίτες, προδότες των Ελλήνων.
Οι ναζί μαζί με τους ντόπιους εγκληματίες μπλοκάρισαν, στην πλατεία Φάρου, όλους τους άνδρες της περιοχής, ηλικίας από 14 έως 60 χρόνων, και άρχισαν να τους ταπεινώνουν και να τους προπηλακίζουν. Υστερα οι άνανδροι κουκουλοφόροι από τα τάγματα ασφαλείας ξεχώρισαν πολλές δεκάδες πατριωτών αγωνιστών, τους οποίους και εκτέλεσαν οι δήμιοι ναζιστές, εκεί μπροστά στα μάτια των έντρομων συγγενών τους. Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν μέχρι αργά το απόγευμα. Πολλούς πατριώτες τους πήραν ομήρους για τα φοβερά κάτεργα της Γερμανίας, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, απ' όπου πολλοί δε γύρισαν ποτέ.
Οταν αργά πια το απόγευμα οι φασίστες Γερμανοί και οι προδότες συνεργάτες τους τελείωσαν το "έργο" τους, άρχισαν να φεύγουν μαζί με τους ομήρους που ξεχώρισαν στο μπλόκο. Τότε, ένα ανθρωποειδές, ταγματασφαλίτης, που δεν είχε ακόμα ξεδιψάσει από το αίμα των αγωνιστών που εκτέλεσαν, καβάλα σ' ένα τανκ, άρχισε να πυροβολεί ένα μοναχικό φτωχό σπιτάκι στο ύψος του βουνού. Εκεί μέσα βρίσκονταν πέντε ανήλικα παιδάκια, από ενός έτους μέχρι δώδεκα, τα ανιψάκια μου, μόνα τους φοβισμένα, τρομαγμένα, περιμένοντας να γυρίσει από το μπλόκο ο πατέρας και η μητέρα τους, που έλειπε γυρεύοντας τον όμηρο, στα νύχια των Γερμανών, άνδρα της. Οι οβίδες από το τανκ έπεφταν με λύσσα πάνω στο μικρό σπιτάκι, ώσπου στο τέλος καταστράφηκε ολότελα. Τα αθώα παιδάκια, ο Νίκος, ο Ευθύμης, ο Αναστάσης και η μικρή Κατινίτσα, έγιναν κομμάτια. Ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας Κώστας κρατούσε στην αγκαλιά του το μωρό, τη μικρή του αδελφούλα, που το σωματάκι της έγινε ασπίδα γι' αυτόν και έτσι σώθηκε.
Ο Γεώργιος Μάββας, που πιάστηκε στο μπλόκο εκείνης της φοβερής ημέρας, ήταν ο σύζυγος της αδελφής μου Αργυρώς και ο πατέρας των δολοφονημένων παιδιών. Τώρα οι Γερμανοί τον έπαιρναν για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Καθώς τα φορτηγά έφευγαν γεμάτα ομήρους, ο γαμπρός μου γύρισε και έριξε ένα βλέμμα αποχαιρετισμού προς το σπίτι του και τότε είδε τις τεράστιες φλόγες να ξεπηδούν από αυτό και οι καπνοί να το πνίγουν... Την ίδια στιγμή η τραγική μητέρα Αργυρώ ορμάει σαν τρελή μέσα στο σπίτι που καιγόταν για να σώσει τα παιδιά της. Δεν ξεχωρίζει πια τίποτα, παρά μόνο διαμελισμένα άψυχα παιδικά κορμάκια...
Αργότερα, φορτηγά του δήμου μάζεψαν τα κομματιασμένα παιδιά και μαζί με τους υπόλοιπους εκτελεσμένους πατριώτες του μπλόκου τους πέταξαν στο χωνευτήρι του Γ` Νεκροταφείου Κοκκινιάς».
Ο Γιώργος Κονταλώνης γεννήθηκε το 1917 και καταγόταν από αγροτική οικογένεια. Τελείωσε τη Σχολή Ευελπίδων και πολέμησε στην Αλβανία. Στην κατοχή πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και πολέμησε στον ΕΛΑΣ ως λοχαγός. Στον ΔΣΕ ήταν Συνταγματάρχης του Ταΰγετου και μετά Επιτελάρχης της ηρωικής 3ης Μεραρχίας στο Μοριά, με στρατιωτικό Διοικητή τον Στέφανο Γκουζέλη και Επίτροπο τον Βαγγέλη Ρογκάκο.
Στην κηδεία του παραβρέθηκαν ακόμη αντιπροσωπεία του ΚΚΕ με επικεφαλής την σ. Λουίζα Ράζου, γραμματέα του Γραφείου Περιοχής Αν. Πελοποννήσου και τον Νίκο Γόντικα. Ακόμα εκπρόσωποι των Νομαρχιακών Επιτροπών του ΚΚΕ από Λαμία, Αρκαδία, Αργολίδα, αντιστασιακών οργανώσεων και αντιπρόσωποι των Παραρτημάτων της ΠΕΑΕΑ, καθώς και άλλοι φορείς της περιοχής.
Τον επικήδειο εκφώνησε ο εκπρόσωπος της ΝΕ Λακωνίας του ΚΚΕ και της ΠΕΑΕΑ, σ. Λευτέρης Αναστασάκος, τονίζοντας τη μεγάλη συνεισφορά του εκλιπόντος στους αγώνες της Εθνικής Αντίστασης και στον ΔΣΕ, αργότερα. Στη συνέχεια ο ομιλητής αναφέρθηκε στο κείμενο που δημοσίευσε, τότε, ο Γ. Κονταλώνης, με αφορμή τις δραματικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, τον βρώμικο πόλεμο των Αμερικανών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών στη Γιουγκοσλαβία και που μ' αυτό χαιρετούσε τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις του λαού ενάντια στον πόλεμο και τον καλούσε να «δημιουργήσει Λαϊκό Μέτωπο για να υπάρχει λαϊκή διακυβέρνηση αύριο». Επίσης καλούσε όλους τους συναγωνιστές του της Εθνικής Αντίστασης και του ΔΣΕ, καθώς και όλους τους φίλους της Αντίστασης να ξανασμίξουν πάλι μαζί υπερψηφίζοντας το ΚΚΕ, στις βουλευτικές εκλογές που μας πέρασαν.
Το νεκρό αποχαιρέτησαν ακόμη ο πρόεδρος της Κοινότητας Καρυών και εκπρόσωποι πολλών μαζικών φορέων.
Η ΠΕΣΑΘΕΑ καλεί τα μέλη της να πάρουν μέρος στην Εκλογοαπολογιστική Συνέλευση, που θα πραγματοποιηθεί στις 13-9-2000 στη νέα διεύθυνση της αίθουσας της ΠΕΑΕΑ, στην οδό Πειραιώς 6, 4ος όροφος, Ομόνοια.
- Σε περίπτωση μη απαρτίας, η ΓΣ θα πραγματοποιηθεί οριστικά στις 20-9-2000 την ίδια ώρα και στον ίδιο τόπο.
Η δήλωση υποψηφιότητας λήγει σήμερα στις 12 το μεσημέρι και γίνεται με σχετική αίτηση προς το ΔΣ της ΠΕΣΑΘΕΑ στα γραφεία της. Τηλέφωνο: 3249.037.