ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Αυγούστου 2000
Σελ. /28
ΑΠΟΣΤΟΛΗ
ΔΗΜΟΣ ΠΑΣΣΑΡΩΝΑΣ
Η ανεργία «τσακίζει κόκαλα»...

Αντί για ανάπτυξη, πληθαίνουν τακλειστά εργοστάσια και ηανεργία φουντώνει...
Αντί για ανάπτυξη, πληθαίνουν τακλειστά εργοστάσια και ηανεργία φουντώνει...
«Είμαστε ο δεύτερος δήμος του νομού, αλλά πρωταθλητής στα προβλήματα», μάς λέει ο δήμαρχος της Πασσαρώνας Θ. Παπαϊωάννου. Ο δήμος απαρτίζεται από 17 κοινότητες και έχει πληθυσμό 12.000 κατοίκους. Διαθέτει το 90% του εργατικού πληθυσμού της περιοχής, διότι οι βιοτεχνίες και οι βιομηχανίες του Νομού Ιωαννίνων εδρεύουν στην περιοχή. Εδώ υπάρχουν η βιομηχανική περιοχή, η «Δωδώνη», η «Σπρίντερ», ο πτηνοτροφικός συνεταιρισμός, ο «Νητσάκος», η συνεταιριστική βιομηχανία επεξεργασίας κρέατος Ηπείρου, η λατομική περιοχή και το αεροδρόμιο. Επίσης ο δήμος έχει το 50% του αγροτικού κόσμου, αφού μεγάλο τμήμα από τα 45.000 αρδευόμενα στρέμματα του λεκανοπεδίου ανήκουν στην Πασσαρώνα.

«Θα νόμιζε κανείς ότι οι θέσεις εργασίας προσφέρονται άφθονες. Ομως η πραγματικότητα είναι διαφορετική», μας αναφέρει ο Θ. Παπαϊωάννου. «Σε άλλες περιοχές η ανεργία είναι της τάξης του 15%-20%. Εδώ, ειδικά στους νέους, ξεπερνά το 55%. Αυτό εντοπίζεται και από τις επίσημες καταγραφές, αλλά και από τις αιτήσεις για εργασία που υποβάλλονται στους διάφορους δήμους. Στο δήμο μας υποβάλλονται 100-150 αιτήσεις για θέσεις με 5μηνη και 6μηνη σύμβαση».

Η περιοχή την περασμένη δεκαετία ήταν, κατά κύριο λόγο, γεωργοκτηνοτροφική. Οι αγροτικές δραστηριότητες ξεπερνούσαν το 50% των δραστηριοτήτων στον Δήμο Πασσαρώνας. Σήμερα η αγροτική οικονομία καλύπτει το 20% της δραστηριότητας. Η κτηνοτροφία έχει μειωθεί στο μισό. Από τα 25.000 πρόβατα που υπήρχαν στην περιοχή, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 11.000.

«Θα πρέπει να πω», προσθέτει ο δήμαρχος Πασσαρώνας, «ότι η αγροτική υποδομή που είναι της εποχής του '60 δεν ανανεώθηκε, με αποτέλεσμα το κόστος παραγωγής των προϊόντων να οδηγήσει στην απομάκρυνση πολλών αγροτών από τις καλλιέργειες. Ηταν δυναμικές καλλιέργειες πατάτας, αμπελιών, μηδικής, καλαμποκιού με αποτέλεσμα η πεδιάδα σήμερα να αντιμετωπίζει πρόβλημα ερήμωσης. Αυτοί οι αγρότες δεν απορροφήθηκαν από το εργατικό δυναμικό της περιοχής κι έμειναν άνεργοι».

«Παρά τις υποσχέσεις της κυβέρνησης για δεκάδες μεγάλα έργα στην περιοχή, προκειμένου να ξεφύγουμε από την απομόνωση, κανένα μεγάλο έργο δεν έχει αρχίσει να πραγματοποιείται», συμπληρώνει ο δήμαρχος. «Η Ιόνιος οδός εδώ και πέντε χρόνια σχεδιάζεται. Η γέφυρα Ρίου-Αντίρριου, η παρακαμπτήρια της πόλης των Ιωαννίνων... Οι άνεργοι στοιβάζονται κάθε μέρα στον ΟΑΕΔ. Εξω από τους δήμους συγκεντρώνονται κάθε μέρα άνεργοι που έρχονται για να απασχοληθούν λίγους μήνες με βάση τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης. Υπάρχουν και οι προκλήσεις μέσω των πελατειακών σχέσεων...».

Μέτρα για την ανεργία

Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές η ανεργία στην Ηπειρο το 1998 ήταν 15%, ενώ το 1997 ήταν 10,5%. Η ανεργία στους νέους των Ιωαννίνων από το 43% έχει φτάσει στο 55%, ενώ άλμα έχει σημειώσει η ανεργία των γυναικών. Εκτιμάται ότι μαζί με την υποαπασχόληση, η ανεργία ξεπερνά το 30%.

Σύμφωνα με τη Συντονιστική Γραμματεία Σωματείων και Συνδικαλιστών Νομού Ιωαννίνων, η αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης στο πλαίσιο της ΚΑΠ οδηγεί στον αφανισμό χιλιάδες μικροπαραγωγούς προς όφελος των μεγαλοαγροτών και των πολυεθνικών των τροφίμων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τέσσερα τελευταία χρόνια το 14% των κτηνοτροφικών νοικοκυριών στα Γιάννενα (περίπου 1.000 κτηνοτρόφοι) βγήκαν εκτός παραγωγής, φουσκώνοντας τη στρατιά των ανέργων. Ο ανελέητος ανταγωνισμός από τις μεγάλες επιχειρήσεις, μαζί με τη μείωση του τζίρου και την επιδείνωση των όρων λειτουργίας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οδηγούν στο κλείσιμο και την ανεργία εκατοντάδες επαγγελματοβιοτέχνες. Χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν καταστραφεί τα τελευταία χρόνια στον ιματισμό, στην εξόρυξη και βιομηχανία μαρμάρου, στη μεταλλουργία.

Για τη στήριξη της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, των επαγγελματοβιοτεχνών και μικρεμπόρων, που είναι η κύρια πηγή ζωής και απασχόλησης για την περιοχή, αλλά και τη βιομηχανία, δίνονται ελάχιστα. Η ανεξέλεγκτη δράση των επιχειρηματιών κατάργησε πολλές θέσεις εργασίας. Καμιά συλλογική σύμβαση εργασίας δεν τηρείται. Πολλοί εργαζόμενοι με πλήρη απασχόληση αναγκάζονται να υπογράφουν συμβάσεις 3ωρες ή 4ωρες και να δουλεύουν περισσότερο. Μεγάλο κομμάτι των εργαζομένων είναι ανασφάλιστο.

«Ετσι διαψεύδεται η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης ότι με την πολιτική που εφαρμόζει για να μπει η χώρα στην ΟΝΕ θα οδηγηθεί σε ταχεία οικονομική ανάπτυξη, θα συγκλίνει με τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, θα αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της ανεργίας και βιοτικού επιπέδου του λαού» επισημαίνει η συντονιστική.

Σύμφωνα με τη συντονιστική, μια πολιτική αύξησης της απασχόλησης προϋποθέτει:

Την ορθολογική αξιοποίηση των παραγωγικών πηγών της περιοχής και του ανθρώπινου δυναμικού με αναθέρμανση των επενδύσεων στους βασικούς κλάδους και δραστηριότητες και με κυρίαρχο ρόλο του δημόσιου τομέα.

Την αποφασιστική ενίσχυση της αγροτικής παραγωγής, του μικρού και μεσαίου νοικοκυριού που σήμερα απειλείται με καταστροφή.

Μέτρα για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας και τη στήριξη του εισοδήματος των κτηνοτρόφων.

Η «Δωδώνη» να αναπτυχθεί, να επεκταθεί και να καθετοποιηθεί η δραστηριότητά της ώστε πιο αποτελεσματικά να συμβάλλει στη στήριξη των κτηνοτρόφων. Να περάσει ολοκληρωτικά στα χέρια των Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών.

Να στηριχτούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, να παρθούν μέτρα για την ανάπτυξη του τουρισμού στην περιοχή.

Αξιοποίηση του δασικού πλούτου.

Ο πιστωτικός τομέας να λειτουργήσει στην κατεύθυνση στήριξης της μικρής επιχείρησης.

Οι μικρομεσαίοι

«Στις 1.500 εμπορικές επιχειρήσεις του νομού, το 94% είναι μικρές αποτελούμενες από αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες», μας λέει ο Αλέκος Σπύρου, μέλος της διοίκησης του Εμπορικού Συλλόγου Ιωαννίνων. «Δηλαδή είναι μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Μέχρι πριν λίγα χρόνια υπερείχαν τα ανοίγματα από τα κλεισίματα σε ποσοστό 20%. Επίσης ο τζίρος, σε σχέση με πέρσι, έχει πτώση της τάξης του 20%».

«Βασικές αιτίες της πτώσης του τζίρου είναι η δραστηριότητα των μεγάλων πολυκαταστημάτων τα οποία με τη μέθοδο των μεγάλων και πολλών δόσεων "τραβούν" το χρήμα από την αγορά, η εισοδηματική πολιτική που μειώνει την αγοραστική δύναμη του καταναλωτικού κοινού που είναι κυρίως μισθοσυντήρητοι και συνταξιούχοι, αλλά και το Χρηματιστήριο όπου εκεί μεταφέρθηκαν πολλές αποταμιεύσεις», τονίζει ο Α. Σπύρου.

Η ανακατανομή στην αγορά της περιοχής γίνεται προς όφελος των πολυκαταστημάτων και των πολυεθνικών. Η απελευθέρωση του ωραρίου δημιουργεί συνθήκες άνισου ανταγωνισμού. Ακόμα και οι εκπτώσεις εντάσσονται στη λογική της πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς. Η νέα φορολόγηση με την αντικειμενικοποίηση του ΦΠΑ και η αύξηση των λειτουργικών δαπανών των μικρών καταστημάτων χειροτερεύουν την κατάσταση. Ακόμα και η συνεταιριστική τράπεζα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το τραπεζικό σύστημα αφού φορολογείται κατά 40%. Η κλιμακωτή αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και η επερχόμενη διάλυση του δημόσιου χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης, αφού η κυβέρνηση επιδιώκει να σταματήσει την κρατική συμμετοχή στα ταμεία ΤΕΒΕ, ΤΑΕ και ΤΣΑ, συμπληρώνουν τη ζοφερή εικόνα.

«Η πολιτική της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης πλήττει και τις μικρές επιχειρήσεις», υπογραμμίζει ο Α. Σπύρου που υπογραμμίζει: «Θα χρειαστούν επίμονοι αγώνες για την ανατροπή αυτής της πολιτικής. Για να επιβιώσουν οι μικρές επιχειρήσεις χρειάζεται η μαζική συνεταιριστικοποίησή τους και η ενίσχυση του δημόσιου τομέα».


ΔΗΜΟΣ ΖΙΤΣΑΣ
«Πνιγμένοι» στα προβλήματα οι αγρότες

Ο Δήμος Ζίτσας με πληθυσμό 1.922 κατοίκους προήλθε από τη συνένωση πέντε κοινοτήτων. «Συνενωθήκαμε υποχρεωτικά με τον "Καποδίστρια" χωρίς να δημιουργηθούν οι αντίστοιχες υποδομές», μας λέει ο δήμαρχος Νίκος Σιαπατόρης. «Ας πάρουμε το οδικό δίκτυο του δήμου μας. Είναι σε άθλια κατάσταση. Η συγκοινωνία ανάμεσα σε πολλά δημοτικά διαμερίσματα γίνεται με χωματόδρομους. Οι υπάρχοντες δρόμοι είναι στενοί. Οι πιστώσεις από το Ειδικό Πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκσης δίνονται με το σταγονόμετρο. Το κράτος δεν έχει δείξει κανένα ενδιαφέρον στη συντήρηση και διάνοιξη αγροτικών δρόμων, τη στιγμή που ο δήμος μας είναι κυρίως γεωργοκτηνοτροφικός».

Ο Δήμος Ζίτσας αντιμετωπίζει, όπως και ο Δήμος Πασσαρώνας, το ίδιο πρόβλημα της ρύπανσης των υπόγειων νερών. Αυτό φαίνεται στην Κοινότητα Πρωτόπαππα. Επίσης το δίκτυο αποχέτευσης είναι ανύπαρκτο.

Ο πληθυσμός της περιοχής μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Και πώς να μη συμβαίνει αυτό όταν η ανεργία στην περιοχή δεν επιτρέπει στους κατοίκους να μείνουν και να προκόψουν στον τόπο τους; «Στα πλαίσια της πολιτικής της ΕΕ η αγροτική παραγωγή έχει αρχίσει να μειώνεται και πολλοί στρέφονται σε άλλες μορφές εργασίας», τονίζει ο Ν. Σιαπατόρης. «Σε μια αγροτοκτηνοτροφική περιοχή, όπως είναι η δική μας, δε βλέπουμε νέους αγρότες ώστε να συγκρατηθεί ο πληθυσμός και να αναπτυχθεί ο τόπος. Φθίνουν τα αγροτικά νοικοκυριά. Τελικά θα μείνουν κάποια μεγάλα παραδοσιακά τσιφλίκια μεγαλοκτηνοτρόφων, που θα καρπώνονται τον πλούτο της περιοχής».

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Νομό Ιωαννίνων την πενταετία 1995-1999, σε σχέση με την προηγούμενη, μειώθηκε ο αριθμός των προβάτων κατά 1,2% και των αιγών κατά 8,86%. Ομως ο αριθμός των κτηνοτρόφων ελαττώθηκε κατά 13,63%. Η αναλογία είναι δυσανάλογη, δείγμα ότι μειώνεται ο αριθμός των μικρών κτηνοτρόφων και συγκεντρώνεται μεγαλύτερος αριθμός ζώων σε λιγότερους ιδιοκτήτες.

«Ενα άλλο σοβαρό πρόβλημα είναι αυτό της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης», προσθέτει ο δήμαρχος Ζίτσας. «Παρόλο που στο δήμο κατοικούν πολλοί συνταξιούχοι του ΟΓΑ, δυο φορές τη βδομάδα ένας αγροτικός γιατρός επισκέπτεται τα δημοτικά διαμερίσματα».

Το ζήτημα της ασφάλισης των αγροτών είναι έντονο και στη Ζίτσα και στην Πασσαρώνα. Αφότου ο ΟΓΑ έγινε φορέας κύριας ασφάλισης των αγροτών, για να μπορεί ένας αγρότης να ασφαλιστεί σε αυτόν, πρέπει να ασκεί κατά κύριο λόγο αγροτικό επάγγελμα. Θα πρέπει να το αποδείχνει με τη φορολογική του δήλωση, αλλά και με νόμιμα έντυπα, όπως είναι τα τιμολόγια πώλησης των προϊόντων. Ομως τα πιο πολλά προϊόντα που παράγουν οι αγρότες είναι, κατά κύριο λόγο, για ίδια κατανάλωση. Ετσι δεν μπορούν να έχουν αποδεικτικά ότι ασκούν κατά κύριο λόγο το αγροτικό επάγγελμα.

Επίσης, το εισόδημα αρκετών είναι τόσο μικρό, που οι περισσότεροι δεν υποβάλλουν φορολογική δήλωση, με αποτέλεσμα να υπάρχει το φαινόμενο οι ανταποκριτές του ΟΓΑ να είναι υποχρεωμένοι από το νόμο να μην τους ασφαλίζουν. Ετσι ασφαλίζονται κυρίως οι αρχηγοί των αγροτικών οικογενειών. Οι γυναίκες μένουν ανασφάλιστες σε ποσοστό 50%-60%. Αν ένα ζευγάρι αγροτών θέλει να ασφαλιστεί θα χρειαστεί 500 χιλιάδες. Το κόστος είναι απαγορευτικό για τους μικρούς αγρότες. Αλλωστε, ο μέσος γεωργικός κλήρος στην περιοχή είναι 7-10 στρέμματα. Πολλοί νέοι αγρότες μένουν, με αυτόν τον τρόπο, ανασφάλιστοι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ