«Ούτε μία φορά δεν κάλεσαν μαζική συγκέντρωση στο χώρο των διαπραγματεύσεων για να νιώσουν οι εργοδότες άμεσα τη διεκδικητικότητα των εργαζομένων. Ούτε μία φορά στις μεγάλες απεργίες δεν κάλεσαν για αποκλεισμό και κλείσιμο μονάδων που ανήκουν στα μέλη της διοίκησης του ΣΕΒ. Ούτε πέρασε από το μυαλό τους ότι θα μπορούσε η οργή των εργαζομένων για το μνημόνιο, να τροφοδοτήσει πραγματικό απεργιακό μπλακ άουτ, ιδίως σε κλάδους όπως οι ΔΕΚΟ, η ΔΕΗ». Αυτά σημειώνει μεταξύ άλλων σε ανακοίνωση που έβγαλε για τη νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ο «Συντονισμός πρωτοβάθμιων σωματείων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα».
Προσπαθώντας να ασκήσει κριτική στις πλειοψηφίες ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, ο «συντονισμός» εστιάζει στην έλλειψη δράσης και τις μορφές των κινητοποιήσεων. Γιατί το θέμα δεν είναι πως η ΓΣΕΕ δε ...σκέφτηκε να οργανώσει κινητοποίηση ή ότι τη χαρακτηρίζει η έλλειψη φαντασίας. Αλλά ότι οι πλειοψηφίες και σε ΓΣΕΕ και σε ΑΔΕΔΥ, συνειδητά και σχεδιασμένα, στηρίζουν ενεργά την επίθεση του κεφαλαίου. Ούτε, βέβαια, και είναι η μορφή, που από μόνη της καθορίζει την αποτελεσματικότητα και την προοπτική ενός αγώνα. Γιατί, για παράδειγμα, και τη Δευτέρα, με απόφαση της διοίκησης της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας - ΟΕΝΓΕ (σχετική πλειοψηφία έχουν οι δυνάμεις του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ) ξεκινά 5ήμερη απεργία, με συνθήματα, όπως, πχ., «προασπιζόμαστε το δημόσιο σύστημα υγείας, προασπιζόμαστε τα δημόσια αγαθά». Το θέμα είναι όμως πως, με τη στάση της τόσα χρόνια, η ΟΕΝΓΕ (στηρίζοντας τη συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα υγείας και την πολιτική που προσαρμόζει τα κρατικά νοσοκομεία στις συμπληγάδες των «αντοχών της οικονομίας»), όχι μόνο δεν έχει προετοιμάσει τους εργαζόμενους του κλάδου για να παλέψουν ενάντια στη σημερινή εκρηκτική κατάσταση, αλλά έχει συμβάλει και στην απογοήτευση των εργαζομένων του κλάδου, ενισχύοντας αυταπάτες και, ουσιαστικά, αποτρέποντας τη συμμετοχή τους στη συλλογική πάλη.
Σε όλο αυτό το διάστημα της λήψης και εφαρμογής των άγριων αντεργατικών μέτρων, η πλειοψηφία της ΟΤΟΕ τήρησε σιγήν ιχθύος, προχτές, όμως, απέκτησε ξανά φωνή με αφορμή την πρόταση της Τράπεζας Πειραιώς.
Με όσα υποστηρίζει σε ανακοίνωσή της εμφανίζει μεν μια φραστική διαφωνία ως προς την πρόταση, αλλά αυτό που κάνει στην πράξη είναι να καλλιεργεί τη ψευδαίσθηση ότι ένας πυλώνας δημόσιων τραπεζών είναι δυνατόν, μέσα στις σημερινές συνθήκες και τα δεδομένα που δημιουργεί ο καπιταλισμός, να λειτουργεί δήθεν προς όφελος των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.
Δηλαδή, τη στιγμή που κατακτήσεις δεκαετιών καταργούνται και θυσιάζονται τα πλέον στοιχειώδη δικαιώματα των εργαζομένων, προκειμένου να εξασφαλιστούν κέρδη για το κεφάλαιο, και το τραπεζικό, η πλειοψηφία της ΟΤΟΕ προσπαθεί να πείσει τους εργαζόμενους ότι οι τράπεζες θα λειτουργήσουν με κριτήρια που έρχονται σε αντίθεση με τα δικά τους κέρδη, μια και οποιαδήποτε πολιτική υπέρ του λαού είναι ταυτόχρονα πολιτική σε βάρος των μονοπωλίων.
Με αυτόν τον τρόπο, η Ομοσπονδία θολώνει το πραγματικό μέτωπο που πρέπει να έχουν οι εργαζόμενοι στην κατεύθυνση της σύγκρουσης με το σύνολο αυτής της πολιτικής και την πραγματική κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, οδηγώντας τους σε συζήτηση για ...«λύσεις», που, τάχα, μπορούν να εξανθρωπίσουν τον καπιταλισμό.