ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 17 Αυγούστου 2010
Σελ. /24
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Περί ... ανάπτυξης

Η δημοσιοποίηση των - εν πολλοίς αναμενόμενων - στοιχείων για μείωση του ΑΕΠ κατά 3,5% έδωσε τροφή στις διάφορες γραφίδες, σε αυτούς που μέχρι χτες υπερθεμάτιζαν για την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης και πλειοδοτούσαν για την ανάγκη των μέτρων του μνημονίου, να εγείρουν θέμα οικονομικής ανάπτυξης και πώς αυτή μπορεί να εξασφαλιστεί. Ετσι, πέρα από αναξιόπιστοι, γίνονται και καταγέλαστοι, αφού τα λεγόμενά τους έρχονται ως συνέχεια της στήριξης που προσφέρουν μέχρι σήμερα για την αφαίμαξη των λαϊκών εισοδημάτων, την ακύρωση κάθε εργατικής κατάκτησης και δικαιώματος και τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου.

Ολοι αυτοί, που υποκρίνονται ότι τώρα θυμήθηκαν τα ζητήματα της ανάπτυξης, γνωρίζουν πολύ καλά ότι καπιταλισμός και εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής σημαίνει οικονομικές κρίσεις, υποβάθμιση της παραγωγικής βάσης της χώρας, συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων. Οποια μονάδα αποφέρει κέρδος στον κεφαλαιοκράτη λειτουργεί, οι άλλες κλείνουν, ακόμα και αν παράγουν είδη που είναι πρώτης ανάγκης και ευρείας κατανάλωσης. Κι, όμως, αυτοί ήταν οι χειροκροτητές της οικονομικής πολιτικής που εφάρμοζαν την τελευταία 20ετία οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Αυτοί βομβάρδιζαν τα μυαλά μας ότι οι συμφωνίες τύπου Μάαστριχτ και Λισαβόνας, η ΟΝΕ και το ευρώ, η στρατηγική της «απελευθέρωσης των αγορών» και οι «ιδιωτικοποιήσεις» είναι τα ελιξίρια για την αναπτυξιακή πορεία του τόπου και την ευημερία του λαού.

Τίποτα δεν κέρδισαν οι εργαζόμενοι από όλα αυτά. Εκείνο που κατορθώθηκε ήταν ο πλουτισμός μιας δράκας παλαιοκαπιταλιστών και άλλων τόσων νεόπλουτων που αποτέλεσαν τη βιτρίνα - κράχτη του συστήματος, σε μια περίοδο που η άρχουσα τάξη, προκειμένου να εξασφαλίσει υπερκέρδη για τους εκπροσώπους της, υποθήκευσε το μέλλον των εργαζομένων με όλους τους «εκσυγχρονιστικούς» και «νεοσυντηρητικούς» τρόπους που μπορεί να φανταστεί κανείς, ανοίγοντας παράλληλα το δρόμο για την ολοκληρωτική ανατροπή της θέσης των εργαζομένων στην κοινωνία.

Κάθε συζήτηση για την αντιμετώπιση της ύφεσης και την πολυπόθητη ανάπτυξη δεν έχει καμιά απολύτως αξία, στο βαθμό που γίνεται από τη σκοπιά των δεδομένων που διαμορφώνουν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Δηλαδή, ανάπτυξη των μονοπωλίων. Οσο η συζήτηση αφορά στην εξασφάλιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, προκειμένου οι ιδιοκτήτες των παραγωγικών μονάδων να επιτρέπουν τη λειτουργία τους, τόσο θα οξύνονται οι καπιταλιστικές αντιθέσεις και η θέση των εργαζομένων θα γίνεται δυσχερέστερη. Ο άναρχος χαρακτήρας της καπιταλιστικής παραγωγής και ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρηματικών ομίλων εμποδίζει την παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Μέσω της καταστροφής ενός μέρους τους και της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου επανέρχεται η καπιταλιστική ανάπτυξη. Αλλά το αποτέλεσμα είναι κάθε τόσο, και κυρίως μετά από κάθε οικονομική κρίση, η υπόθεση της αναζωογόνησης της παραγωγής να περιπλέκεται ακόμα περισσότερο, ενώ οι εργαζόμενοι να αντιμετωπίζουν ακόμα περισσότερα προβλήματα.

Για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, για όσους συμμετέχουν στην παραγωγή του πλούτου της κοινωνίας, η λύση βρίσκεται στην κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τα οποία θα αποτελέσουν βασικά εργαλεία της λαϊκής οικονομίας και στα πλαίσια μιας σχεδιοποιημένης ανάπτυξης θα λειτουργούν απρόσκοπτα και μακριά από οικονομικές κρίσεις, με αποκλειστικό στόχο την ικανοποίηση των συνεχώς διευρυνόμενων αναγκών του λαού. Επομένως, δεν πρέπει να αποπροσανατολιστούν από τις όποιες κορόνες περί ανάπτυξης. Να συνδέσουν τον αγώνα κατά των συνεπειών της κρίσης με την πάλη για τη δική τους εξουσία και οικονομία.

Υπηρετούν τη σαπίλα και την αντίδραση

Γρηγοριάδης Κώστας

«Το ΚΚΕ είναι από τα πιο οπισθοδρομικά κομμάτια που έχει γνωρίσει όχι η Αριστερά στην Ευρώπη, στον κόσμο θα έλεγα». Αυτά είπε χτες σε ραδιοφωνική της συνέντευξη η υφυπουργός Παιδείας, Ε. Χριστοφιλοπούλου. Βέβαια, το ποιος λέει κάτι σε βάρος του ΚΚΕ είναι κριτήριο για να ανταπαντήσει κανείς στον όποιο σχολιασμό. Με την περίπτωση της Χριστοφιλοπούλου δε θα συνέτρεχε κανένας λόγος να ασχοληθεί κανείς, αν η συγκεκριμένη δεν ήταν στέλεχος μιας κυβέρνησης και ενός υπουργείου που προωθεί στην εκπαίδευση ό,τι πιο αντιδραστικό έχουμε δει τα τελευταία πενήντα τουλάχιστον χρόνια. Για τη Χριστοφιλοπούλου και την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, «προοδευτικό» είναι να κάνουν οι μαθητές μάθημα σε τάξεις των 30, να ξεκινάει η σχολική χρονιά και τα κενά να υπολογίζονται ήδη σε χιλιάδες, οι μαθητές να διδάσκονται ό,τι πιο αντιεπιστημονικό (βλέπε θεώρηση της Ιστορίας) και με τον πλέον αντιπαιδαγωγικό τρόπο (διδασκαλία γραφής και ανάγνωσης από την προσχολική ηλικία), τα κολέγια να αλωνίζουν με τη βούλα του κράτους, η παραπαιδεία να οργιάζει, απομυζώντας το λαϊκό εισόδημα, και οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών να ελαστικοποιούνται ολοένα και περισσότερο, με αναπληρωτές και ωρομίσθιους. Αυτή την «πρόοδο» υπερασπίζεται η Χριστοφιλοπούλου. Και με τέτοια αντιλαϊκά οράματα είναι απόλυτα φυσιολογικό να της κάθεται στο λαιμό το ΚΚΕ που παλεύει με συγκεκριμένες προτάσεις και διεκδικεί μια Παιδεία στην υπηρεσία του λαού. «Οπισθοδρομικό» για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι η Παιδεία να παρέχεται μέσα από ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα, σε ένα 12χρονο υποχρεωτικό σχολειό για όλα τα παιδιά (ανεξάρτητα από το πορτοφόλι της οικογένειας), η εργασία των εκπαιδευτικών να είναι μόνιμη και πλήρης δικαιωμάτων. Εχουν το φόβο του λαού, γι' αυτό προσπαθούν να παρουσιάσουν την πραγματικότητα με το κεφάλι κάτω, να θολώσουν την προοπτική, να συκοφαντήσουν την πραγματική φιλολαϊκή διέξοδο που δείχνει το ΚΚΕ. Είναι λίγοι όμως για την αποστολή που έχουν αναλάβει και δείχνουν ακόμα μικρότεροι μπροστά στο δίκιο και τη δύναμη των εργαζομένων και του λαού, που τελικά θα καθίσουν κάθε κατεργάρη στον πάγκο του.

Ανησυχούν για τα κρατικά ταμεία ...

Την ώρα που - μέσα σε συνθήκες κρίσης - μεγαλώνουν τα προβλήματα αλλά και ο προβληματισμός των εργαζομένων για τα αίτια που τα γεννούν, σπεύδουν διάφοροι αστοί θεωρητικοί να αποδυναμώσουν τους κλυδωνισμούς του συστήματος, καλλιεργώντας την αντίληψη ότι η αντεργατική επίθεση δε συμβάλλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Αλλά, αντίθετα, δημιουργεί πρόβλημα επειδή - σύμφωνα με αυτούς - η αύξηση των ανέργων μειώνει την εισπρακτική ικανότητα των φορομπηχτικών μηχανισμών. Με απλά λόγια, λένε πως, άμα δεν έχει κάποιος δουλειά πώς θα πληρώνει τους φόρους που χρειάζεται το κράτος για να αναπτύξει την οικονομία. Δηλαδή, ενισχύουν την αντίληψη ότι οι καρποί που παράγει η κοινωνία είναι φυσικό να καταλήγουν στον κουμπαρά μιας εξουσίας, που θα τους αξιοποιεί προς όφελος της ανάπτυξης που βολεύει τα μονοπώλια. Πώς; Με επιδοτήσεις ασφαλιστικών εισφορών όπως αυτή που δόθηκε πρόσφατα στους μεγαλοξενοδόχους, για να επεκτείνουν κατά ένα μήνα την ούτως ή άλλως προσωρινή απασχόληση εργαζομένων, χωρίς οι εργοδότες να δώσουν τίποτα απ' όσα κερδίζουν για την ασφαλιστική κάλυψη των ξενοδοχοϋπαλλήλων. `Η, με πακέτα όπως αυτά που ετοιμάζεται να δώσει ο νέος αναπτυξιακός νόμος, προσφέροντας τα λεφτά των Ελλήνων εργαζομένων βορά στο βωμό των ανταγωνισμών για το μοίρασμα της πίτας της αγοράς. Για την (διευρυνόμενη) ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών (κι αυτών διευρυνόμενων) αναγκών δε λένε κουβέντα οι, κατά τα άλλα, πολέμιοι του «εργασιακού μεσαίωνα»...

... και βαφτίζουν τη «λιτότητα» «μη ρεαλιστική»

Την ίδια στιγμή, οι ίδιοι αναλυτές επιμένουν ότι η κρίση είναι «χρηματοπιστωτική» και προϊόν κακής διαχείρισης, απάτης κτλ., συγκαλύπτοντας τις αιτίες της κρίσης, που είναι η αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής, η υπερσυσσώρευση κερδών και κεφαλαίου τα οποία δεν επενδύονται γιατί δε φέρνουν νέα κέρδη, κρίση περιοδική και επαναλαμβανόμενη, που οξύνει στο έπακρο τα λαϊκά προβλήματα. Είναι σα να λένε στους εργαζόμενους ότι, π.χ., η εκτόξευση της ανεργίας στις Κατασκευές δεν έχει καμία σχέση με το ότι, ενώ υπάρχουν τεράστιες ανάγκες σε έργα όπως σχολεία, νοσοκομεία, εργατικές κατοικίες κτλ., οι οικοδόμοι δεν έχουν μεροκάματο. Προσπερνιέται έτσι - εκούσια ή ακούσια το αποτέλεσμα είναι το ίδιο - το ότι η ανάπτυξη με κίνητρο το κέρδος και όχι τις λαϊκές ανάγκες φέρνει ανεργία, φτώχεια, εξαθλίωση. Γιατί, πράγματι, με λαϊκή εξουσία και οικονομία, με κεντρικό σχεδιασμό και ανάλογη ανάπτυξη των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής του κλάδου, μπορεί και να γίνουν τα απαραίτητα για τις λαϊκές ανάγκες έργα και να αξιοποιηθεί (αλλά και παραχθεί) όλο το απαραίτητο (ποσοτικά και ποιοτικά) εργατικό δυναμικό.

Αντ' αυτού, τονίζουν ότι «η σκληρή λιτότητα» είναι «μη ρεαλιστική», ενισχύοντας έτσι τις αυταπάτες πως η ένταση της αντεργατικής επίθεσης είναι αποτέλεσμα ανεπιτυχών σχεδιασμών και όχι μία από τις στρατηγικές επιδιώξεις του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του. Στρατηγικές επιδιώξεις για την επιτυχία των οποίων, στο παρελθόν, το σύστημα περνούσε με «κοινωνικές παροχές», σήμερα περνά επιστρατεύοντας, εντείνοντας την ιδεολογικοπολιτική επίθεση: Πάντα με στόχο να πείσει ότι υπάρχει «υγιής ανταγωνιστικότητα» και αυτή είναι η ελπίδα των εργαζομένων.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ