Τα αντιδραστικά νομοσχέδια των πρώτων ημερών του 2011 εγκρίνει αύριο το υπουργικό συμβούλιο
Μέσα στο Γενάρη του 2011 και στη βάση του χρονοδιαγράμματος που έχει καθορίσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός για τις επόμενες εκατό μέρες, θα ψηφιστούν νομοσχέδια και θα τεθούν σε εφαρμογή πλήθος αντιλαϊκών νόμων. Αύριο και με στόχο την επιτάχυνση των ρυθμών της αντιλαϊκής επέλασης, συνεδριάζει το υπουργικό συμβούλιο υπό τον Γ. Παπανδρέου προκειμένου να συγκεκριμενοποιήσει και να εγκρίνει:
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση προσφέρει απόλυτη στήριξη στην εργοδοσία και αξιοποιεί τις συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες, προκειμένου να προχωρήσουν άμεσα οι «ρυθμίσεις» του νομοσχεδίου που καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις στον ιδιωτικό τομέα και ανατρέπει τις εργασιακές σχέσεις.
Στο φόντο των βάρβαρων μεταρρυθμίσεων, ανακινούνται σενάρια για πρόωρη προσφυγή σε εθνικές εκλογές. Χτες, με ραδιοφωνική του συνέντευξη, ο υπουργός Υγείας Αν. Λοβέρδος απέρριψε κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, υποστηρίζοντας ότι η χώρα «δεν έχει την πολυτέλεια να παίζει με τις εκλογές». Ο ίδιος, ωστόσο, έσπευσε να σημειώσει ότι «το 2011 θα είναι πολύ πιο σκληρό από το 2010» και ότι «η φάση αυτής της κρίσης θα κρατήσει».
Από την πλευρά του, ο υπουργός Μεταφορών Υποδομών και Δικτύων Δ. Ρέππας, με συνέντευξή του στον Τύπο, αναφερόμενος στο νέο εκλογικό νόμο που η κυβέρνηση ετοιμάζει για το Μάρτη, πρότεινε «τη μείωση του αριθμού των βουλευτών στους 200».
Τα διάφορα εκλογικά σενάρια, που στόχο έχουν τον αποπροσανατολισμό του λαού, συντηρούνται και από τη στάση βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που εμφανίζονται δήθεν να διαφωνούν με μια σειρά από νομοσχέδια της κυβέρνησης, τα οποία όμως υπερψηφίζουν. Αυτό που επιδιώκουν είναι να εγκλωβίσουν τις λαϊκές αντιδράσεις και να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει «εσωκομματική αντιπολίτευση» στο ΠΑΣΟΚ.
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα της επιμήκυνσης της αποπληρωμής των δανείων των 110 δισ. ευρώ στην τρόικα, το οποίο συνδέει με την «πρόοδο» στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Προσδοκία της κυβέρνησης είναι να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι διαπραγματεύεται προς όφελος του λαού και να κρύψει ότι ετοιμάζει νέα μνημόνια διαρκείας και ακόμα πιο σκληρά μέτρα.
Νερό στο μύλο του αποπροσανατολισμού έριξε με άρθρο του στο «Βήμα» και ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, ζητώντας την περαιτέρω θωράκιση των αντιδραστικών μηχανισμών της ΕΕ. Αφού αρχικά υποστηρίζει ότι η κρίση μέσα στους κόλπους της ΕΕ δεν μπορεί «να αντιμετωπιστεί με τα υπάρχοντα θεσμικά μέσα», στη συνέχεια προτείνει «κοινή οικονομική διακυβέρνηση».
Ουσιαστικά, ο Κ. Σημίτης προσυπογράφει την ένταση των αντιλαϊκών μέτρων που συμφώνησαν στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής τα κράτη - μέλη με την επιβολή ακόμα πιο σκληρών δημοσιονομικών προγραμμάτων και την προώθηση νέων διαρθρωτικών ανατροπών, στο όνομα της ενίσχυσης της «ανταγωνιστικότητας» της ευρωπαϊκής οικονομίας, δηλαδή των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.
«Χωρίς οικονομική διακυβέρνηση, η ζώνη του ευρώ θα κλυδωνίζεται σε κάθε οικονομική αναταραχή και δεν θα μπορέσει να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ και την Κίνα στις διεθνείς αγορές. (...) Το κοινό πλαίσιο πρέπει να επαναπροσδιοριστεί», γράφει σχετικά και προτείνει την έκδοση «ευρωομολόγου» για «την πραγματοποίηση αναπτυξιακών επενδύσεων», προκειμένου να διοχετευτεί ζεστό χρήμα στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Ο Κ. Σημίτης, επίσης, αναφέρει ότι η κυβέρνηση «έχει εγκλωβιστεί στη συζήτηση περί της χρεοκοπίας και του μηχανισμού σωτηρίας, ενώ χρειάζεται να βελτιώσει την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη της στους εταίρους με άλλους τρόπους».
Καταγγέλλει το ΠΑΣΟΚ για «ερασιτεχνισμό» και «αναποτελεσματικότητα» στο ξερίζωμα των λαϊκών δικαιωμάτων
Για αποτυχημένη διαχείριση της οικονομικής κρίσης κατηγορεί την κυβέρνηση η ηγεσία της ΝΔ, προκρίνοντας στο λαό τη δική της διαχειριστική πρόταση, με στόχο να συγκαλύψει ότι με το ΠΑΣΟΚ μοιράζονται την ίδια στρατηγική υπέρ του κεφαλαίου.
Μάλιστα, η ΝΔ εντοπίζει και κλυδωνισμούς στο εσωτερικό της κυβέρνησης και στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, που τους αποδίδει στην υποτιθέμενη «αποτυχία» της να αντιμετωπίσει την κρίση, παρά κι ενάντια στην πραγματικότητα μιας κυβέρνησης αποφασισμένης ενιαία να τσακίσει κάθε δικαίωμα του λαού και μιας κοινοβουλευτικής ομάδας που στηρίζει τον πυρήνα κάθε σχετικής απόφασης.
Η ΝΔ εγκαλεί την κυβέρνηση για «τις αλλεπάλληλες επικαιροποιήσεις του Μνημονίου, που επιβάλλουν νέα επώδυνα μέτρα ώστε να καλυφθούν οι άπιαστοι στόχοι από τα προηγούμενα», για «την εμφανή έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης σε μέτρα», για «την έκρηξη της ανεργίας», όταν είναι η ίδια που προτείνει αλλεπάλληλα πακέτα φιλομονοπωλιακών μέτρων, ενισχυτικά σ' αυτά που προωθούν κυβέρνηση και τρόικα.
Στο ίδιο πνεύμα, καταλογίζει στην κυβέρνηση «εμφανή και ομολογούμενη αδυναμία των κυβερνητικών στελεχών να ανταποκριθούν στην κρισιμότητα της κατάστασης», βλέπει σαν «μοιραίο» τον υπουργό Οικονομικών και διαπιστώνει «ερασιτεχνισμό» και «αναποτελεσματικότητα» στην προώθηση της βάρβαρης πολιτικής της.
Επιχαίροντας για το γεγονός ότι η κυβέρνηση υιοθετεί πολλά από τα αντιδραστικά μέτρα που η ίδια βάζει στην ατζέντα για λογαριασμό της αστικής τάξης, η ΝΔ δηλώνει δικαιωμένη για την «υπεύθυνη κριτική της». Ταυτόχρονα, προσπαθεί να εγκλωβίσει λαϊκές συνειδήσεις στο καπιταλιστικό «μονόδρομο» που υπηρετεί μαζί με το ΠΑΣΟΚ, λέγοντας: «Ο δρόμος για την υπέρβαση της κρίσης είναι ένας: Αυτός της ανάπτυξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Κάθε καθυστέρηση, κάθε αναβολή και κάθε παρέκκλιση στοιχίζει βαριά στην οικονομία και στην κοινωνική συνοχή».
Πέρα από την έκδηλη ανησυχία της ΝΔ και της αστικής τάξης για την κλιμακούμενη δυσαρέσκεια του λαού, η ηγεσία της προσπαθεί να κοροϊδέψει τα λαϊκά στρώματα για το «άλλο μείγμα» της πολιτικής της, έχοντας η ίδια υπερψηφίσει βασικά αντεργατικά - αντιλαϊκά νομοσχέδια της κυβέρνησης.