Αύριο Παρασκευή αρχίζει στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας - σε συνδιοργάνωση με το Βρετανικό Ινστιτούτο - τριήμερο αφιέρωμα στον Βρετανό δημιουργό Christopher Petit, με την προβολή τεσσάρων ταινιών του, από το 1979 ως το 2010. Ο Petit που γεννήθηκε το 1949 στο Λονδίνο ξεκίνησε την καριέρα του σαν κριτικός κινηματογράφου, συγγραφέας και δημοσιογράφος. Η πρώτη ταινία του το 1979 με τίτλο «Radio On» - που φέρει σαφείς επιρροές από τον Γκοντάρ και δύσκολα εντάσσεται σε συγκεκριμένη κατηγορία - σηματοδοτεί το πέρασμα του Petit από την θεωρία στην πράξη. Οι ταινίες που έκανε την δεκαετία του '80 έρχονται σαν επιβεβαίωση της αμήχανης σχέσης του με τον κρατούντα κινηματογράφο, καθώς στα φιλμ του έθετε υπαρξιακούς και φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Από τις αρχές του '90 ο Petit ασχολείται με τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ και γοητεύεται από τις δυνατότητες που προσφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες τόσο στο στάδιο του γυρίσματος όσο και του μοντάζ. Η τελευταία του ταινία «Content» του 2010 συνδυάζει την πρόσφατη ψηφιακή τεχνολογία με το roadmovie, είδος με το οποίο ξεκίνησε πριν τριάντα χρόνια. Το αναλυτικό πρόγραμμα προβολών του αφιερώματος έχει ως εξής: Στις 04/02, ώρα 20.00 «Radio On» (1979), 102΄ και 22.00 «Πτήση για Βερολίνο» (1983), 90΄. Στις 05/02, ώρα 20.00 «Content» (2010), 76΄και 22.00 «Ακατάλληλη Δουλειά για Γυναίκα» (1981), 94΄. Στις 06/02, ώρα 20.00 «Ακατάλληλη Δουλειά για Γυναίκα» (1981), 94΄και 22.00 «Radio On» (1979), 102΄.
Αναμφισβήτητα όμως, το κλου της βδομάδας συνίσταται στην μία και μοναδική προβολή του αριστουργήματος του Αντρέι Ταρκόφσκι «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» (φωτ.) του 1962. Μια ταινία ύψιστης τέχνης που πρέπει να δουν και να ξαναδούν μικροί και μεγάλοι για το ορφανεμένο από τον πόλεμο, ευτυχισμένο πριν την ναζιστική βαρβαρότητα, αγόρι που η συνείδησή του δεν του επιτρέπει να συνεχίσει να ζει, καταπίνοντας την φρίκη με αντίτιμο την εξασφάλιση της ατομικής του ησυχίας. Κατατάσσεται εθελοντής στον Κόκκινο Στρατό και από την πρώτη γραμμή προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στην σοσιαλιστική πατρίδα που ο ίδιος γνώρισε και με τα ιδανικά της γαλουχήθηκε. Δεν διστάζει να επιλέξει να θυσιάσει ό,τι πολυτιμότερο, την ζωή του, στον μεγάλο πατριωτικό αντιφασιστικό πόλεμο. Το αντιπολεμικό αυτό αριστούργημα προβάλλεται στον κινηματογράφο «ΦΙΛΙΠ», μόνο την Κυριακή 06/02 και μόνο στις 16.00 το απόγευμα με εισιτήριο, μόνο, 2.50 ευρώ! Πηγαίνετε με τα παιδιά σας. Mην τη χάσετε!
Πιο γραμμική και λιγότερο ίσως σύνθετη από άλλα φιλμ του Φρίαρς, το «Cheri» βρίθει από ίχνη βιωμένης ικανοποίησης, από συνεχή αναζήτηση μορφών ευχαρίστησης, ακόμη και από το είδος της χαμένης ευχαρίστησης που οδηγεί στη μέθη του σινεμά του Οφίλς, για παράδειγμα όταν οι δύο εραστές χωρίζουν συνεχίζουν να επικοινωνούν μεταξύ τους, όχι με επιστολές αλλά με σκέψεις και επιθυμίες που διασταυρώνονται ... Ο έρωτας στις «Επικίνδυνες Σχέσεις» ήταν εργαλείο ηδονής και βεντέτας. Εδώ εμφανίζεται ιδιότροπος και παντοδύναμος με καταστροφικές συνέπειες, μοιάζει να σχολιάζει από απόσταση η voiceoff που ακούγεται και που είναι η φωνή του ίδιου του Φρίαρς. ..
Παίζουν: Μισέλ Φάιφερ, Ρούπερτ Φρεντ, Κάθυ Μπέιτς, Ιμπεν Γιέιλε, Φελίσιτι Τζόουνς, Ανίτα Πέλενμπεργκ, κ.ά.
Παραγωγή: Βρετανία, Γαλλία (2009).
Με προσέγγιση βίντεο κλιπ στην οπτική, το καδράρισμα, το ρυθμό - ακόμη κι εκεί που με δυσκολία «σηκώνει» ρυθμική κάλυψη, με επιταχύνσεις, flash back και split screen, με τη χρήση όλων αυτών των στοιχείων μαζί με ονειρικά οράματα, παραισθήσεις, αλλά και συνεχή τεκμηρίωση της κατάστασής του με τη φωτογραφική καταγραφή των γεγονότων και του σχολιασμού τους, αποδεικνύει τεχνική, κατά βάση, ικανότητα που εκπλήσσει. Ακόμη κι όταν η κάμερα υποχρεούται να κινείται σε περίμετρο λίγων εκατοστών δε μένει στατική αλλά αναπτύσσει ένα δυναμισμό στα όρια της απελπισίας. Αυτό κάνουν οι «127 Ωρες». Οπτικοποιούν - μέσα από σουσπάνς θρίλερ - το κλειστοφοβικό δράμα της περιπέτειας της επιβίωσης ενός ατόμου σε ένα περιβάλλον αδιανόητα εχθρικό. Ο Αρον αποφάσισε μια Παρασκευή βράδυ να φύγει την επομένη, για ένα σαββατοκύριακο μοναχικής αναρρίχησης στους λείους και γλιστερούς βράχους της άγριας φύσης του εθνικού πάρκου Canyonlands. Ούτε που φανταζόταν ότι μπορούσε να του συμβεί αυτό που του συνέβη. Με απειροελάχιστη τροφή και νερό, χωρίς καν στοιχειώδη εργαλεία αποτολμά να απελευθερωθεί με διάφορους τρόπους από το βράχο, αλλά μάταια. Μετά το πρώτο διήμερο που διατηρεί σχεδόν ακέραιες τις δυνάμεις του και μάλιστα έχει ακόμη κουράγιο να αστειεύεται και να καταγράφει με τη φωτογραφική του μηχανή λεπτό προς λεπτό το δράμα που ζει, θα φθάσει την πέμπτη μέρα στο αποκορύφωμα της αργόσυρτης και βασανιστικά επιθανάτιας σχεδόν αγωνίας, να κόψει το δεξί του χέρι με έναν κοπτήρα, ώστε να μπορέσει να απεγκλωβιστεί και ίσως σώσει τη ζωή του. Ο Αρον επιλέγει την πιο δραστική λύση, τον γόρδιο δεσμό που ίσως του εξασφάλιζε τη ζωή. Οι 127 ώρες αλλάζουν άρδην τη ζωή του Αρον, ο θάνατος που πλησιάζει τον αναγκάζει να σκάψει πολύ βαθιά μέσα του και να αναθεωρήσει στάσεις κι αποφάσεις του. Αυτός που πίστευε ότι με τον τρόπο και τις επιλογές που επέλεξε είχε κατακτήσει την απόλυτη αυτάρκεια και δεν είχε ανάγκη κανέναν, κατανοεί τώρα πόσο είναι απαραίτητο να μοιράζεσαι πράγματα με τους άλλους, αρχίζοντας από το πόσο τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά εάν απλά είχε πει στην οικογένειά του και σε φίλους πού σκόπευε να πάει. Κι όσο σφίγγει η κατάσταση τόσο και αναπτύσσεται μία και μοναδική διάσταση, η προσωπική, η ατομική.
Η προσωπική γλώσσα του Μπόιλ καταφέρνει να κρατά άσβεστο το ενδιαφέρον σε όλη τη διάρκεια του φιλμ, χωρίς όμως η συγκίνηση να καταφέρνει να φθάσει ως το μεδούλι. Ούτε η υπερβολική τεχνικότητα, ούτε η εμμονή στη λεπτομέρεια κατορθώνουν να εμβαθύνουν στα σπλάχνα του παρελθόντος μιας ιστορίας που η μεγαλύτερη αξία της βρίσκεται στο υπαρξιακό της νόημα.
Παίζουν: Τζέιμς Φράνκο, Κέιτ Μάρα, Λίζι Κάπλαν, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία (2010).