Από την πλευρά τους, οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις, διά μέσου του Εθνικού Λιβυκού Συμβουλίου, επέλεξαν την μέθοδο της έκκλησης. Διατύπωσαν αλλεπάλληλα αιτήματα για αναγνώριση «από τη διεθνή κοινότητα ως μοναδικής νόμιμης εκπροσώπησης του λιβυκού λαού», για δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, για μεγαλύτερη απομόνωση του καθεστώτος Καντάφι, για εξοπλιστική βοήθεια, για ανθρωπιστική βοήθεια. Χωρίς να διατυπώνουν άμεσα απειλές, έθεσαν επί τάπητος το «βάρος της ενοχής» μιας τεράστιας, όπως τονίστηκε, ανθρωπιστικής κρίσης και ενός αιματοκυλίσματος, σε περίπτωση «που η διεθνής κοινότητα δεν εκφράσει απτώς την υποστήριξή της».
Αναμφιβόλως, σε διπλωματικό επίπεδο, το Εθνικό Λιβυκό Συμβούλιο εμφανίστηκε να έχει περισσότερα «κέρδη» από το καθεστώς Καντάφι. Πέτυχε να αναγνωριστεί από τη Γαλλία ως «εκπρόσωπος του λιβυκού λαού» και, δύο μέρες αργότερα, το Παρίσι ανακοίνωσε ότι διακόπτει «άμεσα» διπλωματικές σχέσεις με το καθεστώς Καντάφι.
Η γαλλική κίνηση αιφνιδίασε τους πάντες και έθεσε σειρά ερωτημάτων: Το Παρίσι προχώρησε σε μια «απελπισμένη» κίνηση αποβλέποντας σε προνομιακά οφέλη στην περίπτωση επικράτησης των αντικαθεστωτικών λόγω των αλλεπάλληλων απωλειών σε ερείσματα και συμφέροντα του γαλλικού ιμπεριαλισμού στη βόρεια Αφρική, μετά τις εξελίξεις, κατά κύριο λόγο στην Τυνησία, και στη συνέχεια στην Αίγυπτο, ή «ξέρει κάτι περισσότερο» έχοντας αποκτήσει ήδη (ή διαθέτοντας από πριν με ό,τι αυτό συνεπάγεται) στενούς διαύλους επικοινωνίας με το Εθνικό Λιβυκό Συμβούλιο και θέλει να διασφαλίσει τα συμφέροντά του;
Οπως και να έχει, η γαλλική πρωτοβουλία δε βρήκε μιμητές, ούτε εντός, ούτε εκτός Ευρώπης. Οι παροτρύνσεις προς τον Καντάφι «να εγκαταλείψει την εξουσία άμεσα», οι εκτιμήσεις ότι «έχει απονομιμοποιηθεί η εξουσία του», οι χαρακτηρισμοί «νόμιμος συνομιλητής» προς το Συμβούλιο και οι διαβεβαιώσεις περί έναρξης άμεσων επαφών μαζί του αποτελούν, φυσικά, σημαντικά διπλωματικά κέρδη για τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις. Στο στρατιωτικό επίπεδο, όμως, οι μάχες είναι σκληρές και οι δυνάμεις του Καντάφι μοιάζουν να ανακτούν έδαφος.
Αν και φαίνεται ο χρόνος δυνατότητας αντίδρασης να λιγοστεύει, κάτι αντίστοιχο δε συμβαίνει με τις διαφωνίες μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Ρωσία - Κίνα εμφανίζονται πάντα πιο συγκρατημένες, αν και η πρώτη έχει καταδικάσει τις ενέργειες του Καντάφι. Εκτός, όμως, από αυτές, και όσες δυνάμεις έχουν λάβει πιο θετική στάση απέναντι στο Εθνικό Λιβυκό Συμβούλιο (π.χ., ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία) διστάζουν να προχωρήσουν σε κάτι παραπάνω από κυρώσεις, λεκτικές καταγγελίες, ανθρωπιστικές αποστολές και απειλές.
Εχουν απόλυτη συναίσθηση ότι μια στρατιωτική επέμβαση, οποιασδήποτε μορφής, ακόμη και ως επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, θα είχε σημαντικότατες, και προφανώς αρνητικότατες, συνέπειες για την εικόνα και τα συμφέροντά τους, λόγω της αγανάκτησης που θα προκαλούσε στους λαούς της ευρύτερης περιοχής, ιδιαίτερα στην παρούσα εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο με τις γνωστές εξελίξεις σε Τυνησία - Αίγυπτο (όπου παρεμπιπτόντως σπεύδουν και η Χίλαρι Κλίντον και ο Μπαν Γκι μουν). Εξ ου και προκύπτει η ασυνήθιστη, σε σύγκριση με άλλες περιόδους και περιπτώσεις (π.χ., Ιράκ ή Αφγανιστάν, ή, ακόμη, Παλαιστινιακό) «προσκόλληση» στο ρόλο του ΟΗΕ και στην αναγκαιότητα ύπαρξης σχετικής απόφασής του που θα τεθεί σε εφαρμογή, όπως και η εξίσου ασυνήθιστη μέριμνα «για κατάθεση άποψης και συμμετοχής από τις αραβικές χώρες».
Γι' αυτό και όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα προς το Κάιρο, όπου, χθες Σάββατο, επρόκειτο να συνεδριάσει ο Αραβικός Σύνδεσμος για να συζητήσει το ζήτημα της Λιβύης. Αν και ουδείς μπορούσε εκ των προτέρων να προβλέψει την κατάληξη αυτής της κρίσιμης συνεδρίασης, ορισμένες ενδείξεις ήταν σαφείς.
Το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, όπου συμμετέχουν οι Σ. Αραβία, Ομάν, Κατάρ, Κουβέιτ, ΗΑΕ, Μπαχρέιν, είχε ήδη χαρακτηρίσει «παράνομη την ηγεσία Καντάφι», κάτι που με έμμεσο τρόπο είχε γίνει και από τον απερχόμενο Πρόεδρο του Συνδέσμου Αμρ Μούσα και από τον υπουργό Εξωτερικών της Σ. Αραβίας, οι οποίοι είχαν σπεύσει να δηλώσουν ότι «αν τελικά αποφασιστεί η αναγκαιότητα κάποιου είδους στρατιωτικής δράσης, αυτό θα πρέπει να γίνει από τους Αραβες και να συμμετάσχουν σε αυτήν Αραβες». Οι δε καταδίκες για το αιματοκύλισμα του λιβυκού λαού και τα «δίκαια αιτήματά του» και την «κάκιστη ηγεσία Καντάφι που δεν ακούει τα λαϊκά αιτήματα» είναι πολυάριθμες.
Δεν πρόκειται, φυσικά, για κάποια ξαφνική κρίση «έκφρασης αραβικής υπερηφάνειας», ούτε για «έκλαμψη αναγνώρισης της αναγκαιότητας σεβασμού των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών». Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα ήταν εξαιρετικά αντιφατικό, με δεδομένο ότι οι αραβικές ηγεσίες, όπως με γλαφυρότατο και αιματηρό τρόπο έχει αναδειχθεί από τα γεγονότα σε Τυνησία και Αίγυπτο, κάθε άλλο παρά γι' αυτού του είδους τις ευαισθησίες φημίζονται.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η κάθε αραβική ηγεσία, στην παρούσα φάση, νιώθοντας πιο έντονα από ποτέ άλλοτε την πίεση της λαϊκής οργής, σπεύδει με τέτοιου είδους ανέξοδα ευχολόγια και καταγγελίες (και αν χρειαστεί και ενεργή συμμετοχή σε στρατιωτικές πρωτοβουλίες) να «εξαγοράσει» τη δική της επιβίωση στην εξουσία. Και με το κριτήριο αυτό, αναμένεται να λάβει αποφάσεις ο Αραβικός Σύνδεσμος, από τον οποίο περιμένουν ένα στίγμα και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες επίσης αίφνης ανακάλυψαν όλα τα τρωτά σημεία της ηγεσίας Καντάφι, που μέχρι σήμερα ...αγνοούσαν προφανώς, γι' αυτό και συνεργάζονταν τόσο καλά μαζί του.
Η υποκρισία όλων γίνεται ακόμη πιο φανερή, αν αναλογιστεί κανείς ότι όσο παρατείνεται το «παζάρι» για το ποιος και πώς «θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά» με τρόπο τέτοιο που να μη θιγούν ιμπεριαλιστικά και περιφερειακά συμφέροντα, εξουσίες και στάτους κβο, ο λιβυκός λαός, στο όνομα του οποίου μιλούν όλοι, αιματοκυλίζεται στην έρημο της Λιβύης από δυνάμεις που, επίσης, διατείνονται ότι τον εκπροσωπούν.