Το Λιβάδι διατηρεί τη γραφικότητά του και τις παραδόσεις του, που τις έλκει από τη βλάχικη καταγωγή των κατοίκων του. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία, κτηνοτροφία, επαγγελματικές - βιοτεχνικές, δασικές, οικοδομικές και τυροκομικές εργασίες.
Το Λιβάδι, έχει μόνιμο πληθυσμό περί τους 2.700 κατοίκους το χειμώνα, που αγγίζουν τους 4.000 το καλοκαίρι. Οι Λιβαδιώτες, φημίζονται για τη μεγάλη παραγωγή σε κρέας και τυροκομικά, καθώς και για τα περίφημα «σκουτιά», τα ρούχα από μαλλί των ζώων. Τροφοδότησαν τις εμποροβιοτεχνικές τάξεις της Ελασσόνας και της Μακεδονίας γενικότερα. Υπήρξαν περίφημοι έμποροι - έστελναν σκουτιά μέχρι την Τεργέστη - αλλά και καλοί ποιμένες. Υπήρξαν όμως και επαναστάτες, όπως οι φοβεροί κλεφταρματωλοί Λαζέοι ή όπως ο γνωστός επαναστάτης φιλικός Γιωργάκης Ολύμπιος. Τα χρόνια της δουλείας, κατέφυγαν στο Λιβάδι Ελληνες από τις περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, με αποτέλεσμα να γίνει λίκνο ελεύθερων ανθρώπων. Από τότε αρχίζει και η φωτεινή πορεία των κλεφτών και αμαρτωλών.
Σπουδαίοι δάσκαλοι του Γένους πέρασαν από το σχολείο των «Κοινών Γραμμάτων» του Λιβαδίου, ενώ στα μέσα του 19ου αι. λειτούργησε και το παρθεναγωγείο.
Το Λιβάδι δοκιμάστηκε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της γερμανοϊταλικής κατοχής (1941-1944). Το χωριό δέχτηκε το τελειωτικό χτύπημα από τις πυρκαγιές των Γερμανών, που διέκοψαν τη μέχρι τότε εξέλιξη του τόπου.
Η κορυφή Σάπκα (1.700 μ.) η ψηλότερη του Τίταρου και με 10.000 στρέμματα έκταση περιτριγυρισμένη από άγριο παρθένο δάσος οξιάς και η κορυφή του Προφήτη Ηλία 1.370 μ., όπου είναι χτισμένο και το ομώνυμο ξωκλήσι, με μοναδική και πανοραμική θέα του χωριού, χαρίζουν άπλετη θέα στον Ολυμπο και τον Περραιβικό κάμπο.
Λίγο πιο πέρα βρίσκονται οι Μπιστιριές (1.400 μ.) βράχοι μεγάλοι κι απότομοι, ένα «μπαλκόνι» μοναδικό της φύσης απ' όπου η θέα είναι μοναδική. Ολα τα βουνά, βόρεια της κωμόπολης είναι κατάφυτα με πυκνές συστάδες οξιάς και μερικώς από έλατα και πεύκα. Η πλούσια πανίδα τους περιλαμβάνει λύκους, αλεπούδες, αγριογούρουνα, ζαρκάδια και άλλα. Από το χωριό διέρχεται το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4. Ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει το όμορφο φυσικό περιβάλλον με ποδήλατο βουνού και με άλογα.
Την αυθεντική, ανεπιτήδευτη ομορφιά του Λιβαδίου θα ανακαλύψει ο επισκέπτης και όταν περιδιαβεί τα λιθόστρωτα καλντερίμια του. Πέτρινα διώροφα σπίτια κτισμένα το ένα κοντά στο άλλο, με τα καυσόξυλα στοιβαγμένα στις αυλές ή στα σοκάκια. Μικρές πλατείες με πλατάνια, παλιά αρχοντικά, που μαζί με τα υπόλοιπα παλιά οικοδομήματα συνθέτουν την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του τόπου. Παλαιότερα στο Λιβάδι υπήρχαν πολλά αρχοντόσπιτα, αλλά σήμερα σώζεται μόνο του Ταζέ, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο.
Δίπλα στην εκκλησία της Παναγίας είναι κτισμένο το Βυζαντινό Μουσείο.Το Λαογραφικό Μουσείο κουβαλάει ένα κομμάτι της ένδοξης ιστορίας και της παράδοσης του τόπου, είναι η διώροφη κατοικία, στην κεντρική πλατεία, όπου γεννήθηκε ο Γ. Ολύμπιος.
Αναμνήσεις παλαιότερων εποχών ξυπνάνε οι 20 νερόμυλοι, το μονότοξο πέτρινο γεφύρι του 17ου αι. και οι βρύσες του 17ου αι. που υπάρχουν στην πλατεία της κωμόπολης, στο Χοροστάσι και στην εκκλησία της Αγ. Τριάδας.
Το Λιβάδι σφύζει από ζωή. Στην πλακόστρωτη πλατεία με τον υπεραιωνόβιο πλάτανο, φυτεύτηκε το 1788, ακόμη και σήμερα, μετά από περίπου δυόμισι ολόκληρους αιώνες, συνεχίζει να χαρίζει απλόχερα τη σκιερή δροσιά του, συγκεντρώνονται τα μαγαζάκια, τα παραδοσιακά καφενεία και οι ταβέρνες, αλλά και οι Λιβαδιώτες για τα ψώνια της ημέρας. Οι επισκέπτες μπορούν να προμηθευτούν ένα πλήθος τοπικών προϊόντων εξαιρετικής ποιότητας. Κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα, γλυκά του κουταλιού, την ξακουστή πουτίγκα Λιβαδίου, υφαντά, καθώς επίσης το λιβαδιώτικο τσίπουρο, που χαριτολογώντας οι κάτοικοι το ονομάζουν «το ιαματικό τσίπουρο Λιβαδίου».
Το Λιβάδι Ολύμπου είναι μαγευτικό κάθε εποχή. Εκείνο που δεν αφήνει ασυγκίνητο κανέναν, είναι η απερίγραπτη εικόνα του Ολύμπου με τις συννεφοσκέπαστες βουνοκορφές του να ορθώνονται, λες και προσπαθούν να προστατέψουν, από το πέρασμα του χρόνου, αυτή την αυθεντική γωνιά του Νομού Λάρισας.
Η λιβαδιώτικη αρχιτεκτονική και ειδικότερα το λιβαδιώτικο σπίτι ως χώρος και λειτουργία «γεννήθηκε» μέσα από τον ίδιο τον τόπο και τις ανάγκες του. Η ιδιαιτερότητά της οφείλεται τόσο στους παραδοσιακούς χαρακτήρες της δομής και κατασκευής των σπιτιών του όσο και στον ανθρωποκεντρικό πολεοδομικό του χαρακτήρα, που λειτουργεί καταλυτικά έτσι ώστε ο κάτοικος να αισθάνεται ασφαλής και άρρηκτο μέλος της κοινωνίας και του φυσικού κόσμου. Οσον αφορά τον πολεοδομικό χαρακτήρα του Λιβαδίου, το χωριό είναι ένας πυκνοδομημένος και, λόγω των περιορισμένων προσπελάσεων, κλειστός οικισμός. Τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά αφορούν καθαρά τα κύρια υλικά δόμησης, που είναι τα φυσικά υλικά της περιοχής: η πέτρα, το ξύλο, το αργιλικό χώμα. Η διάρθρωση του σπιτιού αναφέρεται στη μορφοποίηση και λειτουργία του λιβαδιώτικου σπιτιού, που εκφράζεται ως τύπος διώροφου σπιτιού με χώρους διαμονής στον όροφο και βοηθητικούς στο υπόγειο, χώρους που στη διαμόρφωσή τους κυριαρχεί το βλάχικο, λιβαδιώτικο, σκληραγωγημένο στοιχείο. Το ξηρό κλίμα και ο δυνατός άνεμος έχουν δυνατά τα σημάδια τους στη λαϊκή αρχιτεκτονική του Λιβαδίου. Τα σπίτια σκεπάζονται με σχιστόπλακες για προστασία από το δυνατό άνεμο αλλά και γιατί ενώ αυτές αφθονούν στη γύρω περιοχή τα κεραμίδια ήταν για τον τόπο ήταν είδος πολυτελείας. Τα ζευκτά είναι απλά και τα ξύλα τους ακατέργαστα συνήθως από οξιά. Η πέτρα, το ξύλο, το αργιλικό χώμα και η σχιστόπλακα -άφθονα και εγχώριας παραγωγής υλικά δομής- συνθέτουν το τοπικό χρώμα το τόσο χαρακτηριστικό στην αρχιτεκτονική του χωριού. Το σίδερο χρησιμοποιείται ελάχιστα, ενώ ο ασβέστης είναι σπάνιος, γιατί είναι σπάνια και τα ασβεστολιθικά πετρώματα στην περιοχή, έτσι η ξερολιθιά δεσπόζει στην τοιχοποιία του χωριού.
Με έκπληξη και περιέργεια παρακολουθούμε τους αρχαίους Αιγύπτιους, οι οποίοι ήδη από το 13ο αιώνα π.Χ. αναφέρουν σε διάφορα κείμενά τους την ονομασία «Λαοί της Θάλασσας»! Πηγή των γνώσεών μας είναι τα αιγυπτιακά μνημεία, οι επιγραφές και διάφορες έγγλυφες παραστάσεις στο Καρνάκ και το Λούξορ. Ο Αιγύπτιος γραφέας μάς πληροφορεί: «Ολες οι χώρες κλονίστηκαν αμέσως, συντρίφτηκαν στον πόλεμο. Καμιά χώρα δεν μπορούσε να αντισταθεί στα όπλα τους...». Ακολουθούν πρωτάκουστα ονόματα λαών, οι επιδρομές των οποίων οδήγησαν τις δυνάμεις εκείνου του καιρού σε αιώνες οπισθοδρόμησης, τους Σκοτεινούς Χρόνους του Αιγαίου και της Ανατολίας! Ποιοι ήταν αυτοί οι λαοί, από πού ήρθαν, πού πήγαν, τι επιζητούσαν; Σύντομα μαθαίνουμε ότι αυτοί οι άγνωστοι δεν ήταν ένας λαός και μόνο σε περιορισμένο βαθμό ήταν «της θάλασσας»!
Η συγγραφέας μάς επιτρέπει να παρακολουθήσουμε τον επιστημονικό αγώνα της, την αγωνία για την ποιότητα και την αξιοπιστία των πηγών, μέχρι που να σχηματιστεί μπροστά στα μάτια της ψυχής μας το αχνό περίγραμμα μιας ιστορίας με αλληλουχία! Στην Ελλάδα η οικονομική δυσπραγία προκάλεσε εσωτερικές πιέσεις και εχθρική δράση συνοριακών φυλών, διήρκεσε αρκετές γενιές και επέφερε εμφανή ερήμωση παλιών κέντρων, π.χ. στην Αργολίδα και στη Μεσσηνία. Στην Ανατολία πολλές περιοχές εξεγέρθηκαν, στην Αίγυπτο η κατάρρευση ήταν πολιτική και οικονομική! Στις χώρες της Μέσης Ανατολής η αποδυνάμωση της εξουσίας και η απώλεια της ισορροπίας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων έκαναν την κατάσταση εκρηκτική! Καταστροφές στις Μυκήνες, στην Κω και στη Μίλητο, γεγονότα - αρνητικά και θετικά - στο Κίτιο. Ομως, παρά τις αναστατώσεις και τις καταστροφές, ο απλός άνθρωπος συνέχισε το μόχθο του και τη ζωή του «χωρίς να πολυνοιάζεται για το τι βρισκόταν πίσω από τα βουνά, εκτός από τον φόβο για πειρατές και ληστές, πιθανόν απογόνους των αφεντικών του πριν από λίγες γενιές, που μπορούσαν ακόμη να εισβάλουν στη ζωή του, ανατρέποντας τον παλιό ρυθμό της και αφήνοντάς τον ενδεή στα ερείπια του σπιτιού του». Η συγγραφέας, κλείνοντας το έργο της, μας υπενθυμίζει ότι η ίδια διαδικασία συνεχίζεται και σήμερα, και προσθέτει: «Οι αφέντες έρχονται και φεύγουν, οι υπόλοιποι παραμένουν»! Σοφόν το σαφές, θα έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι, δε νομίζετε;
Πρόκειται για ένα πληθωρικό έργο που αφηγείται με συναρπαστικό τρόπο τις επιθυμίες και τις αμφιταλαντεύσεις ανθρώπων που έχουν στρατευτεί σ' έναν αγώνα μέχρι θανάτου.
Οι ιστορίες δυο γυναικών εξελίσσονται παράλληλα σ' ένα μαγικό παιχνίδι ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Μαζί με το κύριο θέμα συνυπάρχουν ο αγώνας για τη γυναικεία χειραφέτηση και η λαχτάρα των ανθρώπων που μάχονται μέσα σε αντίξοες συνθήκες, βιώνοντας την πληρότητα στον έρωτα. Κυκλοφορεί από τη «Σύγχρονη Εποχή».