Σύμφωνα με δημοσίευμα στην ιστοσελίδα της «Deutsche Welle», το οποίο επικαλείται στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η γερμανική κυβέρνηση, «ο αριθμός των 65χρονων που εργάζονται στη Γερμανία αυξήθηκε από τους 417.000 το 2000 σε σχεδόν 661.000 το 2010. Ετσι, το ποσοστό των εργαζόμενων συνταξιούχων αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία από το 3% στο 3,9%».
Το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι συνταξιούχοι άνω των 65 ετών αναγκάζονται να εργαστούν καταδεικνύει την ένταση της αντιλαϊκής επίθεσης σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο και αποτελεί μια επιπλέον ένδειξη για το πού οδηγούν τα βάρβαρα μέτρα που παίρνουν οι κυβερνήσεις της πλουτοκρατίας για την καταστροφή εργατικής δύναμης, στην προσπάθειά τους να ξεπεράσουν την καπιταλιστική κρίση υπέρ των μονοπωλίων.
Ωστόσο, ακόμα και αυτό το στοιχείο αξιοποιείται από τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία, αναποδογυρίζοντας την πραγματικότητα, το «κόβει και το ράβει» στα μέτρα της: Αναφερόμενη σε αυτά τα στοιχεία, εκπρόσωπος του υπουργείου Εργασίας της Γερμανίας, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, υποστηρίζει ότι οι εργαζόμενοι συνταξιούχοι αυξάνονται όχι επειδή οι αποδοχές τους είναι μικρές, αλλά επειδή στα 65 αισθάνονται ότι μπορούν να συνεχίσουν την εργασία και την προσφορά τους στην κοινωνία. Και, ως εκ τούτου, γιατί να μην αυξηθεί το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 ή και παραπάνω;
Καθημερινά γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι αν οι λαοί δεν οργανώσουν την πάλη τους και δεν αντεπιτεθούν, διεκδικώντας τη δική τους, λαϊκή εξουσία και οικονομία, η πλουτοκρατία και οι κυβερνήσεις της θα κλιμακώνουν την αντιλαϊκή πολιτική, θερίζοντας όσα δικαιώματα και κατακτήσεις έχουν απομείνει.
«Πολιτικά έχει τεράστια σημασία αν ο Καντάφι θα έχει το θάρρος να πεθάνει πολεμώντας ή να αυτοκτονήσει. Σε μια τέτοια περίπτωση, το όνομά του θα ταυτιστεί με τις πρώτες ριζοσπαστικές δεκαετίες της εξουσίας του και έτσι θα αφήσει μια ιστορική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές των Λίβυων. Αντιθέτως, αν προτιμήσει να παραδοθεί ή να την "κοπανήσει" στο εξωτερικό εξευτελιζόμενος ή διασυρόμενος από τους νικητές επιδρομείς, θα ταυτιστεί με την ύστερη φάση εκφυλισμού και διαφθοράς του καθεστώτος του. Θα περάσει έτσι στη συνομοταξία πλήρως απαξιωμένων ηγετών τύπου Χόνεκερ, Ζίβκοφ ή Σαντάμ Χουσεΐν, που έχουν ήδη λησμονηθεί». Αυτά γράφει στο χτεσινό «Εθνος» ο Γ. Δελαστίκ, διευθυντής του ΠΡΙΝ, της εφημερίδας των ΑΝΤΑΡΣΥΑ/ΝΑΡ. Η επιλογή του Δελαστίκ να βάλει στο ίδιο καλάθι τα ανδρείκελα του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού, όπως ο Καντάφι και ο Χουσεΐν, με τους ηγέτες σοσιαλιστικών κρατών, όπως ο Χόνεκερ και ο Ζίβκοφ, δεν είναι τυχαία. Αντανακλά την αντίληψη που έχει ο χώρος των οπορτουνιστών για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και ταυτόχρονα αποτελεί συμβολή στην προσπάθεια των αστών να συκοφαντήσουν την πρώτη απόπειρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ανεξάρτητα από λάθη, παραλείψεις και στρεβλώσεις. Στοιχίζοντας κομμουνιστές ηγέτες με αρχηγούς καπιταλιστικών κρατών, που συνεργάστηκαν με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, μέχρι που τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους ήρθαν σε σύγκρουση, ο Δελαστίκ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να συντάσσεται με τους αστούς σε τέτοιες εκτιμήσεις. Αυτός ήταν διαχρονικά ο ρόλος των οπορτουνιστών: Να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους καπιταλιστές, επιτιθέμενοι με κάθε τρόπο και συκοφαντώντας το κομμουνιστικό κίνημα.
Οι κυβερνώντες επιχειρούν να επιβάλουν με κάθε μέσο τα σκληρά μέτρα του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και επιδιώκουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα συνολικότερα να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα τη σκληρή λιτότητα, την υπερφορολόγηση και την κατακρεούργηση των δικαιωμάτων τους. Να μην τους περάσει. Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας που οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα θα νιώσουν την καταιγίδα των νέων μέτρων. Ο Σεπτέμβρης πρέπει να γίνει ο μήνας του σύσσωμου αγώνα του λαού για την παρεμπόδιση αυτών των μέτρων. Με κοινή δράση και αγώνα σε κάθε τόπο δουλειάς, σε κάθε κλάδο, στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στη γειτονιά, παντού. Αυτός ο αγώνας θα έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στο βαθμό που θα επιτευχθεί η ενότητα δράσης και η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης και του χωριού, με τους φτωχομεσαίους αγρότες, τους νέους τους συνταξιούχους. Αυτός ο αγώνας θα έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα αν γίνει ακόμα πιο πλατιά και στέρεα η συμπόρευση με το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ είναι η μοναδική πολιτική δύναμη που έχει δηλώσει ανοιχτά ότι δε μετέχει στην αστική διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης. Πρωτοστατεί στη συγκρότηση του Μετώπου που παλεύει ενάντια στην εξουσία των μονοπωλίων και της πλουτοκρατίας ως την ανατροπή της. Παλεύει να έχει αποτελέσματα στην καθημερινότητα, να παρεμποδιστούν και να μην περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα, να δημιουργηθούν ρήγματα στο αστικό πολιτικό σύστημα και να ανοίξει ο δρόμος για τη λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία.