ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 17 Ιούλη 2014
Σελ. /24
Φαντασία αλά Γκεντιγκιάν

Εβδομάδα που μάλλον θα επισκιάσει το αμερικανικό μπλοκμπάστερ «Ο Πλανήτης των πιθήκων: Η αυγή», αν και «Ο μίτος της Αριάδνης» του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν συνιστά τη δική μας προτίμηση... Τέσσερις οι υπόλοιπες πρεμιέρες, μία εκ των οποίων, την αισθηματική «Κι όμως... γίνεται» (2014) του Ρομπ Ράινερ, δεν την είδαμε γιατί δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή... Κατά τ' άλλα το θρίλερ δράσης «Rage» (2014) του Πάκο Καμπέθας, με τον Νίκολας Κέιτζ στο ρόλο σεβαστού επιχειρηματία και οικογενειάρχη, που ζει μια ήσυχη ζωή μέχρι την ώρα που το βίαιο παρελθόν του θα του χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας, η ρώσικη μαφία θα του απαγάγει την κόρη κι εκείνος θα μαζέψει όλους τους φίλους - Ιρλανδούς εγκληματίες - για να πάρει την κόρη του πίσω και να εκδικηθεί, σε μια ταινία όπου όλες οι μέθοδοι βίας είναι επιτρεπτές ... ε, εντάξει, όλα αυτά τα πρόλαβε το «Taken». Πάντως, στον θερινό «Ζέφυρο» συνεχίζεται η προβολή των ταινιών «Η Σκύλλα» (1931) του Ζαν Ρενουάρ στις 21.00 και το «Θεώρημα» (1968) του Πιερ - Πάολο Παζολίνι στις 23.00.

ΡΟΜΠΕΡ ΓΚΕΝΤΙΓΚΙΑΝ
Ο Μίτος της Αριάδνης

Το σινεμά του συμπαθέστατου δημιουργού (auteur) Ρομπέρ Γκεντιγκιάν από τη Μασσαλία, αντιστέκεται 34 ολόκληρα χρόνια στην αδιέξοδη αστική ομφαλοσκόπηση. Ο Γκεντιγκιάν είναι δημιουργός «μικρών» έργων. Ενας από τους άξιους «μικρούς» που προλειαίνουν το έδαφος για την εμφάνιση μελλοντικών «ιδιοφυιών». Η τελευταία του «φαντασία» (έτσι χαρακτηρίζει ο ίδιος την ταινία του) συνιστά άσκηση έξω από νόρμες. Ο σκηνοθέτης, με τη συμβολή της Αριάν Ασκαρίντ - μούσα, ακρογωνιαίο λίθο των ταινιών του και σύζυγό του για πάνω από 34 χρόνια - και μιας παρέας πιστών συνεργατών του, υπογράφει την πιο ταλαντευόμενη, αλλά και πιο ποιητική του ταινία. Κωμωδία ελαφριά, σεμνή, «ήσσονος» σημασίας - η ταινία το γνωρίζει και πλασάρεται ως τέτοια - ώριμο τέκνο, όχι της ανάγκης, αλλά της επιθυμίας του δημιουργού να αποτίσει φόρο τιμής σε όλους εκείνους που τον «σημάδεψαν», τον γοήτευσαν και τον κατέκτησαν, που τον συνόδευσαν στη συγκροτημένη και ολοκληρωμένη μακρά καλλιτεχνική του πορεία. Ονειροπόληση με μάτια ανοιχτά αυτή η «φαντασία», ξανοίγεται στα βαθιά σαν βάρκα μικρή που ταλαντεύεται χωρίς μπούσουλα και που κάποιες φορές «απογειώνεται» με χάρη και ξαναπέφτει και ρισκάρει να εκτεθεί στον κίνδυνο του γκροτέσκου... αλλά βγαίνει πάντα νικήτρια από τα κύματα!

Πρόκειται για την ιστορία της Αριάν (... Ασκαρίντ - η 18η ταινία που κάνει με τον Γκεντιγκιάν). Ανήμερα που κλείνει τα 50, «βλέπει» τους αγαπημένους της καλεσμένους, ο ένας μετά τον άλλο, να δικαιολογούνται που δεν θα μπορέσουν να παραστούν στο πάρτι που εκείνη ετοιμάζει. Απογοητευμένη στο έπακρο, μπαίνει στο αυτοκίνητό της και χωρίς σκοπό αρχίζει να περιπλανιέται στις γειτονιές της Μασσαλίας, ανοιχτή σε όποια τυχαία συνάντηση. Η γκαλερί των ρεαλιστικών και ανθρώπινων εκκεντρικών πορτρέτων και οι εκπλήξεις που γεννιούνται απ' αυτές τις συναντήσεις, συνθέτουν τον καμβά του φαντασιακού κόσμου του Γκεντιγκιάν σε μια ταινία που διατηρεί εμφανή ομφάλιο λώρο με το γαλλικό ποιητικό ρεαλισμό και ιδιαίτερα εκλεκτικές συγγένειες με στοιχεία, ατμόσφαιρα και κλίμα από το «Λιμάνι των Απόκληρων» (Le quai des brumes) (1938), του Μαρσέλ Καρνέ. Από τη λαϊκότητα του μελοποιημένου και τραγουδισμένου από τον Ζαν Φερά Αραγκόν που νανουρίζει λυρικά την ταινία, πάμε στις νότες του Κουρτ Βάιλ και τους στίχους του Μπρεχτ, που σπρώχνουν να χωθούν στην ηχητική μπάντα της ταινίας, αλλά βρίσκουν το χώρο τους μόνο πάνω στη σκηνή του ανοιχτού θεάτρου. Η ταινία, άνιση και χύμα σε σημεία και σπαρμένη αναφορές, κλείνει πονηρά το μάτι στον Φελίνι, στη Φοντάνα ντι Τρέβι της «Ντόλτσε Βίτα» και στον Μπουνιουέλ, μέσα από το οδοιπορικό των προσκυνητών στο «Γαλαξία». Μόνο που εδώ οι πιστοί πορεύονται προς το ιερό της τέχνης - το θέατρο. Ο Γκεντιγκιάν έχει αγγίξει θέματα και θέματα: Το παραμύθι, την τραγωδία, την πολιτική, την ιστορία, την κοινωνία - θυμάστε το τελευταίο του «Tα χιόνια του Κιλιμάντζαρο» (2011), κι όσο και αν τον καταδίωξε η αστική νοοτροπία και αξίες, εκείνος δεν ενέδωσε, δεν κατάληξε γέρος με μυαλό κουρκούτι. Αυτή η α-τυπική «φαντασία» του Γκεντιγκιάν λειτουργεί σαν βάλσαμο, κύρια για τους μυημένους στο κομμάτι αυτό του γαλλικού πολιτισμού... Βεβαίως, υπάρχουν και πολλοί αλλεργικοί σε αυτό το είδος φιλμικών κειμένων... Συγκινεί, πάντως, η φρεσκάδα της νοσταλγίας και η απόλαυση εκείνης της ξεχασμένης γεύσης, που ξαναγυρίζει και πλημμυρίζει όλες τις αισθήσεις και σε αναγκάζει, γι' ακόμα μια φορά, να ξανακάνεις τους λογαριασμούς με τον εαυτό σου... Εγώ πάντως τη ζήλεψα αυτήν την παρέα...

Με τους: Αριάν Ασκαρίντ, Ζεράρ Μεϊλάν, Ζαν - Πιέρ Νταρουσέν, Ζακ Μπουντέ κ. ά.

Παραγωγή: ΓΑΛΛΙΑ (2014).

ΜΑΤ ΡΙΒΣ
Ο Πλανήτης των Πιθήκων: Η Αυγή

Θεαματικό το sequel της επιτυχίας του 2011 «Ο Πλανήτης των Πιθήκων: Η εξέγερση». Δεν πρόκειται απλά για ένα καλό φιλμ του είδους, αλλά για μια φιλόδοξη ταινία δυστοπικής επιστημονικής φαντασίας που μιλάει για την εποχή μας με εξυπνάδα. Αυτή η δουλειά εξαφανίζει κυριολεκτικά τα κινηματογραφικά όρια ανάμεσα στο «δυνατό» και το «αδύνατο», χάρη στα τρισδιάστατα ειδικά εφέ που είναι πραγματοποιημένα σε «motion capture» τεχνική. Αποδεικνύεται επίσης ότι ο σκηνοθέτης Ματ Ριβς μάλλον κατέχει καλά τη δουλειά, όπως οι παλιοί καλοί μάστορες. Η ιστορία, με ώριμο θέμα επιστημονικής φαντασίας, λαμβάνει χώρα σε μελλοντικό «μετα-αποκαλυπτικό» χρόνο, όπου, όσα ανθρώπινα όντα επιβίωσαν από έναν αφανιστικό ιό, κατέληξαν να ζουν ως μέλη μιας κουρελιασμένης μειοψηφίας σε αποσύνθεση, ταμπουρωμένοι σε ερείπια κάπου έξω από το Σαν Φρανσίσκο και να φθάσουν στο χείλος μιας πολεμικής αναμέτρησης με τους νοητικά εξελιγμένους πιθήκους, την οποία δεν θα είχαν καμία πιθανότητα να κερδίσουν...

Ο σκηνοθέτης επιλέγει να ανοίξει την ταινία του με μια μακρά και βουβή σεκάνς στη σκοτεινή, εντυπωσιακή κοινότητα των πιθήκων, όπου ο αρχηγός τους ο Σίζαρ έχει κατορθώσει να ζουν εν ειρήνη. Οι πίθηκοι επικοινωνούν μεταξύ τους σε ένα είδος «νοηματικής» γλώσσας, η οποία αντανακλά στην καινούργια τους ζωή, ενώ θεωρούν ότι οι άνθρωποι που για πολλούς χειμώνες δεν έκαναν την εμφάνισή τους, είναι νεκροί. Η γεμάτη ιδέες ταινία, με την εξαιρετική ατμόσφαιρα, την εκπληκτική αίσθηση για τους χαρακτήρες, τις καθηλωτικές μάχες συνόλων και τις σύνθετες συναισθηματικές ερμηνείες τόσο από τα ανθρώπινα όσο και τα ψηφιακά όντα, προσπαθεί τουλάχιστον να σκάψει σε βάθος όσο μπορεί και συνιστά πρόκληση στο πώς θα έπρεπε να είναι μια τέτοιου είδους υπερπαραγωγή. Η «Αυγή» συνιστά ένα κεφάλαιο στη μακρά ιστορία των Πιθήκων. Η «Επανάσταση των Πιθήκων» (1968) του Πιέρ Μπουλ είναι ένα ολόκληρο βιβλίο, με μηνύματα και μαθήματα για τη συνύπαρξη των πολιτισμών, τον έλεγχο του φόβου σε επισφαλείς καταστάσεις και συγκινητικές σκηνές δράσης που διευρύνουν το θέμα...

Με τους: Αντι Σέρκις, Κέρι Ράσελ, Γκάρι Ολντμαν κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2014).

ΤΖΕΪΜΣ ΓΚΡΕΪ
Κάποτε στη Νέα Υόρκη

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της πέμπτης κατά σειρά, μελαγχολικής ταινίας του ταλαντούχου σκηνοθέτη Τζέιμς Γκρέι δεν είναι τόσο η χλιαρή ρομαντική ιστορία με τα έντονα στοιχεία μελοδράματος που αυτή αφηγείται, αλλά η ακριβής και κυνική εικόνα με την οποία περιγράφει την εποχή και το περιβάλλον στο οποίο εκτυλίσσεται. Επίσης, η ταινία παρέχει σημαντικές πληροφορίες για το κέντρο υποδοχής του Ellis Island, απ' όπου πέρασε το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης στη σύγχρονη ιστορία, πόρτα εισόδου, τρομερά επιλεκτική για τις δυο αδελφές από τη Σιλεσία, την Εύα και τη Μάγδα, πρώτο σκαλί για την είσοδο στο πολυπόθητο αμερικανικό όνειρο. Η σκηνοθεσία της πρώτης ταινίας εποχής του Γκρέι δεν έχει τίποτα για να καταπλήξει, παρότι συγκεντρώνει όλες τις παραμέτρους για να είναι κλασική, κομψή, πυκνή και διακριτική, αλλά και απόμακρη και παγερά ψυχρή. Η Αμερική, ο νεοϋορκέζικος κοσμοπολιτισμός, το αμερικανικό όνειρο, που γι' αυτό μπορούσε κανείς να θυσιάσει τον εαυτό του και τους άλλους, όλα βρίσκονται εκεί κι όμως ο σκηνοθέτης δεν αγγίζει αυτά που ο ίδιος προτάσσει σαν ουσιώδη. Ο Τζέιμς Γκρέι αποτίει φόρο τιμής στον Τσάρλι Τσάπλιν και την ταινία του «Ο Μετανάστης» (1917) με την οποία ο μεγάλος κωμικός καυτηριάζει τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν στο κέντρο υποδοχής...

Η ταινία, το βάρος της οποίας επωμίζεται η Μαρί Κοτιγιάρ (Εύα) σε ρόλο ηρωίδας τραγωδίας, αφηγείται το όραμα για ανεξαρτησία, το πείσμα και τη θέληση της Πολωνής που έφθασε στην Αμερική το 1920 μετά την καταστροφή που έφερε ο Μεγάλος Πόλεμος 1914-18, με την αδελφή της Μάγδα που, άρρωστη από φυματίωση, παραμένει σε καραντίνα στο κέντρο υποδοχής και το κόστος για να βγει από κει είναι υπέρογκο. Απέναντι στην Εύα, σαν ένα είδος ζώντος θεού, ο τσαρλατάνος Μπρούνο Βάις, ένας χαρακτήρας αμφίσημος που ο Τζόακιν Φένιξ ερμηνεύει με διακριτικότητα. Το χρώμα της ώχρας κυριαρχεί στην εικόνα του δράματος που ξετυλίγεται στα καλούπια ενός στενού σεναρίου, με τη βάση του να μη μετακινείται από το ενδιαφέρον για τη θυσία της Εύας. Η Εύα και ο Βάις, χαρακτηριστικές μορφές, που προσπαθούν να επιβιώσουν στην καπιταλιστική ζούγκλα της Αμερικής του 1920, όπου το μόνο που μετρά είναι το χρήμα, βασιζόμενοι στα ένστικτά τους.

Με τους: Μαριόν Κοτιγιάρ, Χόακιν Φένιξ, Τζέρεμι Ρένερ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, ΓΑΛΛΙΑ (2013).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ