Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο μυθιστόρημα του Σέργουν Κινγκ «Αν πεθάνω πριν ξυπνήσω», το οποίο, όμως, ο Ορσον Γουέλς άλλαξε τόσο, ώστε έγινε αγνώριστο! Οι ατάκες γράφονταν σχεδόν μέρα με τη μέρα και συχνά οι ηθοποιοί τις μάθαιναν το πρωί στο πλατό, πριν αρχίσει το γύρισμα. Ο πρόεδρος της «Columbia Pictures», Χάρι Κον, δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος, ούτε με το σενάριο, που το θεωρούσε μπερδεμένο, ούτε με τον τρόπο κινηματογράφησης του Γουέλς. Υπήρχε, δε, ένα επιπλέον πρόβλημα: ο Γουέλς είχε πείσει την πρώην, πλέον, σύζυγό του, Ρίτα Χέιγουορθ, να κόψει τα περίφημα μακριά κόκκινα μαλλιά της, να γίνει ξανθιά και να υποδυθεί την ψυχρή δολοφόνο!
Οταν προβλήθηκε στην Αμερική, η ταινία θεωρήθηκε καταστροφή! Οι κριτικοί μπερδεύτηκαν από το κάπως χαοτικό ύφος του Γουέλς, που φαινόταν να μην μπορεί να πάρει το όλο εγχείρημα στα σοβαρά και θεώρησαν ότι η αφήγησή του αποσπούσε τους θεατές από την κεντρική ιδέα του σεναρίου, που ήταν ο φόνος. Αντίθετα, στην Ευρώπη, η ταινία έγινε αμέσως δεκτή με ενθουσιασμό και με το πέρασμα του χρόνου ακολούθησαν και οι ΗΠΑ. Σήμερα, οι σημαντικότεροι κριτικοί θεωρούν την ταινία ως ένα από τα αριστουργήματα του φιλμ νουάρ. Το 2012, σε μια ψηφοφορία του Βρετανικού Ινστιτούτου Ταινιών, έξι κριτικοί την κατέταξαν ανάμεσα στις δέκα σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών.
Σε μια απόκρημνη και βραχώδη ακτή της Κορνουάλης, γύρω στα 1800, μια συμμορία κακοποιών ληστεύει πλοία που ναυαγούν και δολοφονεί όσους ναυαγούς επιβιώνουν, ώστε να μην μπορούν να τους καταδώσουν. Μόνο που τα ναυάγια είναι προσχεδιασμένα από το μυστηριώδη αρχηγό της σπείρας. Ενας μυστικός αστυνομικός που αναλαμβάνει να τον ανακαλύψει, συλλαμβάνεται από τους κακοποιούς και διασώζεται χάρη στη συμπόνια μιας όμορφης κοπέλας, η οποία τον ερωτεύεται... Η συνέχεια είναι όμως χιτσκοκική και το τέλος του έργου διορθώνει τις αδικίες και προσφέρει το πολυπόθητο happy end! Νυκτερινές λήψεις, αγγλική εξοχή με ανεμοδαρμένες ακτές και άγρια τοπία, πανδοχεία στη μέση του τίποτα, εγκληματικά στοιχεία, καθώς και αριστοκράτες με χαρακτηριστική βρετανική προφορά, συνθέτουν την όμορφη ατμόσφαιρα του έργου της αρχής του 19ου αιώνα.
Τα εκθέματα θα είναι αντίγραφα, καθώς το Μουσείο του Λούβρου αρνείται να επιστρέψουν τα πρωτότυπα αγάλματα. Σύμφωνα με πληροφορίες, το κόστος κατασκευής των εκμαγείων κυμαίνεται στα 150.000 ευρώ, ενώ τα αγάλματα θα μπορούν να εκτεθούν και σε εξωτερικό χώρο.
Οι «Μαγεμένες» κοσμούσαν την αγορά της πόλης από το 2ο-3ο μ.Χ. Πρόκειται για τέσσερις πεσσούς, στις δύο όψεις των οποίων υπάρχουν ανάγλυφες μυθολογικές μορφές. Εκλάπησαν το 1864 από το Γάλλο Εμμανουέλ Μιλέ.
Η επιχείρηση της επιστροφής τους άρχισε αρκετά χρόνια πριν, από την περίοδο προετοιμασίας της πόλης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης το 1997, επανήλθε με αφορμή την ανάπλαση της Αρχαίας Αγοράς και επέστρεψε προ τριετίας, με αφορμή την προετοιμασία της πόλης για τον εορτασμό των 100 χρόνων από την απελευθέρωσή της.
Στη θεατρική μεταφορά του έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η Νοσταλγός» η μνήμη ξυπνά και ζητά λύτρωση στο παρόν. Η Λιαλιώ ταξιδεύει και πάλι πέρα... Τότε, που ήταν νέα, παντρεμένη με συνομήλικο του πατέρα της. Τότε, που φλεγόταν από τη νοσταλγία για το πατρικό της σπίτι. Μια φεγγαρόλουστη νύχτα έκλεψε μια βάρκα μαζί με τον νεαρό ερωτευμένο Μαθιό. Η αθώα βαρκάδα εξελίχθηκε σε αγωνιώδες ταξίδι φυγής, καθώς ο σύζυγος τούς καταδίωξε. Η νοσταλγός ήταν αποφασισμένη να φτάσει πάση θυσία στην απέναντι όχθη και να επιστρέψει στην πατρίδα...
Η Λιαλιώ συμβολίζει κάθε ψυχή που ασφυκτιά μέσα στην αδιέξοδη πραγματικότητα και αναζητά την επιστροφή στην αθωότητα και την ακεραιότητα. Είναι η ψυχή που έχει τόση θέρμη και αφοσίωση στην αλήθειά της ώστε να μεταμορφώνεται η ίδια σε βάρκα και πανί και σε άνεμο ευνοϊκό που την οδηγεί πίσω στη δική της «Ιθάκη»... Ο Παπαδιαμάντης μιλά για ένα ταξίδι που θα επαναλαμβάνεται όσο ο άνθρωπος παραμένει μακριά από την πατρίδα. Ποια να είναι άραγε αυτή η πατρίδα για τον καθένα;
Σκηνικά: Λένα Λέκκου. Κοστούμια: Ιωάννα Τιμοθεάδου. Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ. Μουσική σύνθεση: Δημήτρης Λαμπριανός. Κίνηση: Εριφύλη Στεφανίδου. Video: Δημήτρης Γκότσης.
Σε ανακοίνωσή του, αναφέρει τα εξής: «Στην Αθήνα, το Εθνικό Θέατρο, εδώ και κάμποσο καιρό, λειτουργεί χωρίς Συλλογική Σύμβαση μεταξύ Θεάτρου και ηθοποιών, πράγμα ανεπίτρεπτο για ένα μεγάλο, επιχορηγούμενο από το Δημόσιο, οργανισμό. Και ενώ έχουν αρθεί όλα τα νομικά κωλύματα και έχουν γίνει δεκτές οι συμφωνίες μεταξύ των δύο μερών, η υπογραφή της Συλλογικής Σύμβασης (που ουσιαστικά αποτυπώνει και κατοχυρώνει την ήδη λειτουργούσα κατάσταση) καθυστερεί ανεξήγητα».
«Από την άλλη, στη Θεσσαλονίκη, είναι γνωστό το οικονομικό αδιέξοδο που αντιμετωπίζει το ΚΘΒΕ: έχει κληρονομήσει ένα δυσβάσταχτο έλλειμμα και έχει επιπλέον φορτωθεί τα χρέη της Οπερας Θεσσαλονίκης. Το αποτέλεσμα: οι εργαζόμενοι παραμένουν για μήνες απλήρωτοι και αρκετοί απ' αυτούς έχουν ξεπεράσει το όριο της ανέχειας. Και ενώ έχουν κάθε δικαίωμα να απαιτήσουν δραστικά τα δεδουλευμένα, συνεχίζουν ωστόσο να εργάζονται με προσωπικές θυσίες για να μη δώσουν το μοιραίο πλήγμα στο Θέατρο. Ομως, το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτηρίζει τις νόμιμες διεκδικήσεις τους "εκβιασμούς" και συνεχίζει να αδρανεί ως προς την εξεύρεση των αναγκαίων ρυθμίσεων που θα δώσουν μια ελπίδα σ' αυτό το αδιέξοδο».
«Το ΣΕΗ συμπαραστέκεται στις δίκαιες προσπάθειες των εργαζομένων να απαιτήσουν τα αυτονόητα και καλεί την Πολιτεία να αντιμετωπίσει με περισσότερη θέρμη τα προβλήματα».