Χρυσοφόρα χρονιά αποδείχτηκε και το έτος 2000 για τις τράπεζες και άλλες μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις, που είδαν τα κέρδη τους είτε αλώβητα από τη λιτότητα είτε να διαμορφώνονται σε ακόμα πιο ψηλά επίπεδα. Αυτό προκύπτει από σειρά ανακοινώσεων των ίδιων των εταιριών που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, επιβεβαιώνοντας πως η ανάκαμψη της οικονομίας συνοδεύτηκε με ανάκαμψη κερδών για τις μεγάλες επιχειρήσεις και σύνθλιψη των λαϊκών εισοδημάτων. Σύμφωνα με τις χτεσινές ανακοινώσεις τους, 10 εταιρίες (τράπεζες, βιομηχανίες κλπ.) μάς πληροφορούν πως το 1999 μοιράστηκαν μεταξύ τους καθαρά προ φόρων κέρδη, συνολικού ύψους 365,9 δισ. δραχμών, έναντι 353 δισ. δραχμές το 1999, που σημαίνει ότι αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 3,7%.
Ετσι, την ώρα που είναι γνωστές οι ισχνές ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα - που το 2000 κινήθηκαν μεταξύ 2% και 3% - οι επιχειρήσεις, καμάρωναν και διαφήμιζαν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους, εκφράζοντας έτσι έμμεσα τις ευχαριστίες τους στην κυβέρνηση για το πλαίσιο της αντιλαϊκής οικονομικής πολιτική που εφάρμοσε και συνεχίζει να εφαρμόζει με ευλαβική συνέπεια. Και μπορεί μεν, το μέσο ποσοστό αύξησης των κερδών των 9 εταιριών, να είναι 3,7% (δηλαδή μόλις λίγο μεγαλύτερο από την ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων), όμως τα κέρδη δεν είναι καθόλου αμελητέα, αφού είναι αυξημένα κατά 13 δισ. δραχμές συγκριτικά με το 1999.
Συγκεκριμένα, από τις ανακοινώσεις των εταιριών, προκύπτει:
Κίνηση ανοιχτής στήριξης των εταιριών «αμοιβαίων κεφαλαίων» αποτελεί η κυβερνητική απόφαση να δοθεί φοροαπαλλαγή στους μεριδιούχους αμοιβαίων κεφαλαίων. Πρόκειται για μια φοροαπαλλαγή που αφορά όσους ενδιαφερόμενους κρατήσουν τους τίτλους που έχουν στην κατοχή τους επί τρία συνεχόμενα χρόνια και το σχετικό όφελος θα προκύψει στο τέλος του τρίτου χρόνου δηλαδή, το... 2004. Τα παραπάνω προκύπτουν από χτεσινή εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών και με την οποία διευκρινίζεται ότι η εφαρμογή του μέτρου ξεκινά από την 1η Γενάρη του 2001.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, το ποσό που έχει δαπανηθεί για αγορά μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα σε ποσοστό 25% και μέχρι το ποσό των 1,25 εκατομμυρίων δραχμών. Η έκπτωση 25%, που στόχο έχει να στηρίξει τις τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο, παρέχεται μία και μόνη φορά. Στην εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι οι φορολογούμενοι πρέπει να αναγράψουν στη φετινή φορολογική δήλωση το ποσόν της δαπάνης (κωδικοί 995-996 του πίνακα 11) που έχει καταβληθεί μέχρι τις 31 Δεκέμβρη του 2000 για την αγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων, εφόσον δεν έχουν ρευστοποιηθεί.
Ταυτόχρονα οι επιχειρήσεις που τζογάρισαν και έχασαν στο Χρηματιστήριο μέσα στο 2000 θα τύχουν των ευεργετικών γι' αυτές διατάξεων του Ν. 2874/2000. Ετσι όπως αναφέρεται στην ίδια εγκύκλιο η χασούρα μπορεί να επιμεριστεί στη χρήση του 2000 και των επόμενων 4 χρόνων και εκπέσει ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδά τους.
Από τις αρχές Μάρτη, αρχίζει και η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας προσωπικών εισοδημάτων, ανάλογα με την κατηγορία των φορολογουμένων. Ειδικά, με βάση το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει το υπουργείο Οικονομικών, οι ατομικές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, με βιβλία Α` ή Β` κατηγορίας ή χωρίς βιβλία, πρέπει από αύριο, 1η Μάρτη, και ανάλογα με το τελευταίο ψηφίο του ΑΦΜ, μέχρι τις 15 Μάρτη, να υποβάλουν τις φορολογικές δηλώσεις για το έτος 2001.
Σε περιπτώσεις που δηλώνονται εισοδήματα από δυο ή περισσότερες πηγές με διαφορετικές ημερομηνίες λήξης, η υποβολή της δήλωσης μπορεί να γίνει στη μεταγενέστερη ημερομηνία.