ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 7 Μάρτη 2001
Σελ. /40
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΓΙΑΝΝΕΝΑ
Ημερίδα για την κτηνοτροφία

Πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της ΝΕ Ιωαννίνων του ΚΚΕ. Αγωνιστικό κάλεσμα προς τους αγρότες - κτηνοτρόφους να πάρουν την τύχη στα δικά τους χέρια, να δυναμώσουν τον αγώνα τους

Η σημερινή δεινή οικονομική κατάσταση των κατοίκων της Ηπείρου μόνον τυχαία δεν είναι: Οφείλεται στις διάφορες κυβερνήσεις, που επί σειρά ετών εφάρμοσαν πιστά τις κατευθύνσεις της ΕΕ και «κατάφεραν» να μειώσουν το εισόδημα των κατοίκων της περιοχής και να το φτάσουν στην τελευταία θέση ανάμεσα στις περιφέρειες της ΕΕ.

Σε αυτήν ακριβώς την πολιτική, στα στοιχεία που την απαρτίζουν και στις επιπτώσεις τους στην κτηνοτροφία του Ηπείρου ήταν αφιερωμένη η ημερίδα της ΝΕ Ιωαννίνων του ΚΚΕ που έγινε την περασμένη Κυριακή, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Γιάννενα, στην Ελεούσα του δήμου Πασσαρώνας. Στην ημερήσια διάταξη δεν ήταν μόνον οι διαπιστώσεις για τη συγκεκριμένη κατάσταση και τα αίτιά της. Η προοπτική και η έξοδος από τη σημερινή κατάσταση είναι το κύριο ζήτημα, τόσο για τους εισηγητές όσο και για τους δεκάδες αγροτοκτηνοτρόφους που συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα του πολιτιστικού συλλόγου. Προοπτική που βρίσκεται μόνο στον αγώνα που θα αλλάξει το γενικότερο συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων. Αλλωστε αποτέλεσμα αυτού του αρνητικού συσχετισμού, ιδιαίτερα στα τελευταία χρόνια, είναι το ξεκλήρισμα, η γήρανση του πληθυσμού, το μαράζωμα. Η πρόταση του ΚΚΕ δίνει τις λύσεις για δυο λόγους: Γιατί βασίζεται σε συγκεκριμένη ανάλυση και γιατί καλεί τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, αγρότες, εργάτες και εργαζόμενους, να πάρουν την τύχη στα δικά τους χέρια, να δυναμώσουν τον αγώνα τους για τη λαϊκή οικονομία για την εξυπηρέτηση των δικών τους αναγκών και προτεραιοτήτων. Και οι προτεραιότητες αυτές έρχονται σε άμεση σύγκρουση με τις επιταγές της ΕΕ και των διαφόρων κυβερνήσεων που τις διεκπεραιώνουν.

Παρών στην ημερίδα και ο εκπρόσωπος του ΔΗΚΚΙ, Β. Καρακλιάς, ο οποίος στην παρέμβασή του είπε χαρακτηριστικά ότι «δεν ανταποκριθήκαμε μόνο για ένα χαιρετισμό. Θέλουμε να ακούσουμε τα θέματα και τις προτάσεις. Γιατί η αγωνία του κόσμου έχει μεγάλο αντικατοπτρισμό στις δικές μας τις αγωνίες». Παρόντες και εκπρόσωποι δήμων της περιοχής (Πασσαρώνα, Εκάλης, Περάματος και του δήμου Ιωαννιτών), καθώς και ο αντιπρόεδρος της Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών. Παρεμβάσεις στην ημερίδα έγιναν από εκπροσώπους φορέων και από γεωργοκτηνοτρόφους άλλοτε με διευκρινιστικές ερωτήσεις και άλλοτε με τοποθετήσεις.

Στην εισήγησή του ο υπεύθυνος του αγροτικού τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ, Γ. Σφυρής, αναφέρθηκε στα στοιχεία που διαρθρώνουν τη σημερινή αντιαγροτική πολιτική και στάθηκε αναλυτικά στις προτάσεις που διατυπώνει το Κόμμα για την αγροτική οικονομία.

Στην εισήγησή του το μέλος της επιτροπής περιοχής και του Αγροτικού Τμήματος της ΝΕ Ιωαννίνων του ΚΚΕ, Θ. Ράτσικας, έκανε ειδική αναφορά στη συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία «Δωδώνη» και στηλίτευσε την προσπάθεια της ΑΤΕ να πωλήσει την επιχείρηση μέσω του Χρηματιστηρίου ή απευθείας σε ιδιώτες. Οι κυβερνητικές μεθοδεύσεις βρίσκουν αντιμέτωπους τους αγρότες της περιοχής, που απαιτούν τη μεταβίβαση των μετοχών της Δωδώνης που έχει στην κατοχή της η ΑΤΕ στις συνεταιριστικές οργανώσεις της περιοχής και στην ονομαστική τους τιμή.

Αναλυτικά στοιχεία για την κτηνοτροφία της Ηπείρου παρέθεσε ο γεωπόνος Ι. Μουρεχίνης. Σε ό,τι αφορά τη βοοτροφία η χώρα μας είναι ελλειμματική στο κρέας κατά 70% και στο αγελαδινό γάλα κατά 50%, σε αντίθεση με την ΕΕ που είναι πλεονασματική. Οι χώρες από τις οποίες εισάγουμε κρέας είναι κυρίως η Ολλανδία και η Γερμανία με το έντονο πρόβλημα στις διοξίνες και τις άλλες μολύνσεις. Την ίδια ώρα η ΕΕ επιβάλει ποσοστώσεις. Ιδια περίπου είναι και η κατάσταση που επικρατεί στη χοιροτροφία, όπου το έλλειμμα στην παραγωγή κρέατος φτάνει στο 40% σε αντίθεση με άλλα κράτη της ΕΕ.


ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΦΥΡΗΣ
Οι προτάσεις των κομμουνιστών για την αγροτική οικονομία
  • Η παρέμβαση του Γιάννη Σφυρή, υπεύθυνου του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του Κόμματος
  • Η πρόταση του ΚΚΕ είναι ρεαλιστική επειδή δίνει λύσεις στην αγροτική οικονομία της χώρας και στους μικρομεσαίους αγρότες

Η απόγνωση από την εφαρμοζόμενη πολιτική τούς αναγκάζει να χύνουν το γάλα στο δρόμο
Η απόγνωση από την εφαρμοζόμενη πολιτική τούς αναγκάζει να χύνουν το γάλα στο δρόμο
Είναι πια γενικά αποδεκτό ότι μετά την ένταξή μας στην ΕΟΚ και ειδικά στη δεκαετία του1990, η αγροτική οικονομία της χώρας μας παρουσιάζει μια αρνητική πορεία που εκφράζεται με πολλούς δείκτες και επηρεάζει άμεσα το εισόδημα των αγροτών και τη γενικότερη οικονομίας της υπαίθρου.

Τα τεράστια ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο που αυξάνουν χρόνο με το χρόνο και έχουν ξεπεράσει τα 900 εκατ. ΕΥΡΩ. Η κατακόρυφη πτώση των γεωργικών επενδύσεων που σχετίζονται άμεσα με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της γεωργίας. Η στασιμότητα της αγροτικής παραγωγής και η συρρίκνωση σημαντικών κλάδων, όπως της κτηνοτροφίας. Η δραστική μείωση της αγροτικής απασχόλησης και των αγροτικών νοικοκυριών και η γήρανση του αγροτικού πληθυσμού είναι ορισμένοι από τους βασικότερους δείκτες που επιβεβαιώνουν την αρνητική πορεία της αγροτικής οικονομίας της χώρας μας.

Το Κόμμα μας είχε προειδοποιήσει και μάλιστα έγκαιρα για την κατάσταση αυτή.

Αντιαγροτικοί στόχοι

Σήμερα εκτιμούμε ότι θα συνεχιστεί και θα επιταχυνθεί η αρνητική πορεία της αγροτικής οικονομίας, στα πλαίσια της «αντζέντας 2000» και του ΠΟΕ και αυτό, γιατί οι διακηρυγμένοι στόχοι της «αντζέντας 2000» και της αναμενόμενης συμφωνίας του ΠΟΕ είναι βασικά τέσσερις:


Ο πρώτος αφορά στην προσαρμογή της κοινοτικής γεωργίας στους όρους της λεγόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς, δηλαδή λέει να μειωθούν οι ρυθμοί αύξησης της αγροτικής παραγωγής.

Ο δεύτερος στόχος αφορά στην αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, που εμπορεύονται και μεταποιούν αγροτικά προϊόντα. Γι' αυτό καταργούνται οι τιμές παρέμβασης και οι ελάχιστες τιμές σε βασικά αγροτικά προϊόντα, για να «αλωνίζουν» οι εμποροβιομήχανοι και να αγοράζουν «κοψοχρονιάς» την αγροτική παραγωγή.

Ο τρίτος στόχος αφορά στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της κοινοτικής γεωργίας, που θα γίνει με τη συγκέντρωση της γης και της αγροτικής παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες και το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών, αλλά και με τη μείωση του κόστους παραγωγής.

Ο τέταρτος στόχος αφορά στη δραστική μείωση των κονδυλίων του κοινοτικού προϋπολογισμού για τη γεωργία, για να διατεθούν αυτά τα κονδύλια στις άλλες κοινές κοινοτικές πολιτικές, που αποφασίστηκαν στο Μάαστριχτ το 1992 και μπήκαν πρόσφατα σε εφαρμογή, όπως η ΟΝΕ, η ΚΕΠΠΑ, αλλά και η διεύρυνση της ΕΕ.

Για το ΚΚΕ η «αντζέντα 2000» και η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση, δηλαδή ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός, δεν μπορούν να αποτελούν μονόδρομο για τους μικρομεσαίους αγρότες και τα λαϊκά στρώματα.

Οι στόχοι και τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών όχι μόνο δεν ταυτίζονται, αλλά είναι αντίθετα με τους στόχους και τα συμφέροντα των μικρομεσαίων αγροτών και των λαϊκών στρωμάτων. Γι' αυτό όσοι μιλούν για μονόδρομους, θέλουν να συγκαλύψουν την πολιτική τους, να σπείρουν την απογοήτευση και τον αποπροσανατολισμό στα λαϊκά στρώματα, για να διαιωνίσουν την υποταγή τους στα συμφέροντα των πολυεθνικών.

Η άποψη του ΚΚΕ

Το ΚΚΕ σε αντίθεση με την ΕΕ, τις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και όσες πολιτικές δυνάμεις θεωρούν θετικούς τους στόχους της ΚΑΠ για τη γεωργία της χώρας μας και τους μικρομεσαίους αγρότες, πιστεύει στην ολόπλευρη ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας και όχι στη συρρίκνωση και στην προσαρμογή της στις απαιτήσεις του Διευθυντηρίου και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης.

Βασικά κριτήρια ανάπτυξης της γεωργίας που προτείνει το ΚΚΕ, είναι:

  • Η αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας.
  • Η κάλυψη των σύγχρονων διατροφικών αναγκών του λαού μας και η μείωση της εξάρτησης της χώρας μας σε βασικά διατροφικά προϊόντα.
  • Η εξασφάλιση πρώτης ύλης στη συνεταιριστικοποιημένη μεταποιητική βιομηχανία.
  • Η συμβολή της ελληνικής γεωργίας στο μέτρο των δυνάμεών της, στην επίλυση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος, με εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και ισότιμες εμπορικές σχέσεις, με όλες τις χώρες του κόσμου.
  • Η διασφάλιση του αγροτικού εισοδήματος και της αγροτικής απασχόλησης.
  • Η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.

Μια τέτοια ανάπτυξη δε συμβιβάζεται με τις ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, που αν τηρηθούν απαρέγκλιτα θα πρέπει το 15% των γεωργικών εκτάσεων να μείνουν ακαλλιέργητες και να συρρικνωθεί ακόμα πιο πολύ η κτηνοτροφία. Δε συμβιβάζεται με τη λογική των ελλειμμάτων του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου και την εξάρτηση της χώρας μας σε διατροφικά προϊόντα. Δε συμβιβάζεται με τη χρησιμοποίηση κρεαταλεύρων, ορμονών, ορυκτελαίων και ΓΤΟ, που προκαλούν ανεπανόρθωτες καταστροφές στο περιβάλλον και στη δημόσια υγεία.

Αμεσες προτεραιότητες αυτής της ανάπτυξης αποτελεί η αύξηση της ζωικής παραγωγής, αλλά και της φυτικής παραγωγής που στηρίζει τη ζωική παραγωγή.

Η ανάπτυξη της θαλάσσιας αλιείας και η περιβαλλοντική χωροθέτηση των υδατοκαλλιεργειών.

Η προστασία και η ορθολογική αξιοποίηση του δασικού πλούτου.

Η αξιοποίηση των εδαφοκλιματολογικών συνθηκών της χώρας μας για την παραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού και ανάπτυξη καλλιεργειών και δραστηριοτήτων, στις οποίες υπάρχει συγκριτικό πλεονέκτημα.

Δυνάμεις στήριξης

Η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, που προτείνει το ΚΚΕ, δεν μπορεί να στηριχτεί στις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, στις Ομάδες Παραγωγών και στους συνεταιρισμούς - ανώνυμες εταιρίες των μεγαλοαγροτών και των εμποροβιομηχάνων. Δεν μπορεί να στηριχτεί στους εμποροβιομηχάνους και στις πολυεθνικές που προωθούν η ΕΕ και η κυβέρνηση.

Θα στηριχτεί στους παραγωγικούς συνεταιρισμούς, στους οποίους θα συνεταιριστούν τα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά και η συνεταιριστικοποίηση θα αφορά όλες τις φάσεις της αγροτικής οικονομίας. Από τη συλλογική παραγωγή των γεωργικών και ζωοκομικών προϊόντων, τη διαλογή και μεταποίηση μέχρι την εμπορία και τη διάθεσή τους στους καταναλωτές.

  • Η συνεταιριστικοποίηση, που προτείνει το ΚΚΕ, αντιμετωπίζει με τον καλύτερο τρόπο τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας, που είναι ο μικρός και πολυτεμαχισμένος κλήρος.
  • Μειώνει το κόστος παραγωγής και βελτιώνει την παραγωγικότητά της.
  • Αξιοποιεί τις νέες τεχνικές και τεχνολογίες και προστατεύει το περιβάλλον και την υγεία των καταναλωτών.
  • Μεγιστοποιεί γενικότερα την ύπαιθρο, επειδή οι συνεταιρισμοί θα αποτελούν βασικά κύτταρα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης της υπαίθρου.

Οι συνεταιρισμοί, που προτείνει το ΚΚΕ, δεν έχουν καμιά σχέση με το υδροκέφαλο γραφειοκρατικό και χρεοκοπημένο συνεταιριστικό κίνημα που υπάρχει στη χώρα μας και λειτουργεί σαν μοχλός υλοποίησης των αντιαγροτικών πολιτικών της ΕΕ και της κυβέρνησης. Το παραγωγικό συνεταιριστικό κίνημα θα λειτουργεί με διαφάνεια και δημοκρατία, θα κατοχυρώνει την ισοτιμία των μελών του στη διοίκηση και λειτουργία του, θα αυτοελέγχεται και θα έχει αυτοτέλεια απέναντι στο κράτος και τους μηχανισμούς του, θα συγκρούεται με τους εμποροβιομήχάνους και τις πολυεθνικές και θα διεκδικεί προνομιακό θεσμικό καθεστώς από το κράτος.

Καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της λαϊκής αγροτικής οικονομίας πρέπει να παίζει ο δημόσιος αγροτικός τομέας, με τις Κεντρικές και Περιφερειακές του υπηρεσίες, με τους αγροτικούς οργανισμούς και τα ιδρύματα έρευνας. Για να παίξει αυτό το ρόλο ο δημόσιος αγροτικός τομέας, θα πρέπει να έχει παραγωγικό και αναπτυξιακό προσανατολισμό.

  • Να βάζει συγκεκριμένους αναπτυξιακούς στόχους και να επιστρατεύει ανθρώπινο και επιστημονικό δυναμικό, παραγωγικά μέσα, μηχανισμούς και κονδύλια για την υλοποίησή τους.
  • Να πραγματοποιεί μεγάλα και μικρά αγροτικά έργα υποδομής, που μειώνουν το κόστος παραγωγής και τη σπατάλη φυσικών πόρων, όπως αρδευτικά, αντιπλημμυρικά κ.ά.
  • Να παράγει βασικά αγροτικά εφόδια και μηχανήματα και να ασκεί αντιμονοπωλιακό έλεγχο στις τιμές των γεωργικών εφοδίων και μηχανημάτων.
  • Να διαμορφώνει ολοκληρωμένες κλαδικές και περιφερειακές πολιτικές στην εφαρμογή των οποίων καθοριστικό ρόλο θα παίζουν οι δημόσιοι αγροτικοί οργανισμοί.
  • Να προωθεί την εγχώρια έρευνα και τεχνολογία και να εκπαιδεύει τους αγρότες στη σωστή χρήση τους, για να προστατεύεται το περιβάλλον και η υγεία των καταναλωτών και να αποφεύγονται σπατάλες γεωργικών εφοδίων.
  • Να συμβάλλει στην προώθηση των γεωργικών εξαγωγών, με τη δημιουργία εξαγωγικών οργανισμών, τη στήριξη των συνεταιριστικών οργανώσεων, την προβολή στο εξωτερικό των αγροτικών προϊόντων, τις εξαγωγικές επιδοτήσεις και τη σύναψη ισότιμων διακρατικών εμπορικών συμφωνιών.

Το ΚΚΕ πιστεύει ότι οποιοδήποτε αναπτυξιακό πρόγραμμα της γεωργίας είναι καταδικασμένο σε αποτυχία αν δε συνοδεύεται με πρόγραμμα επίλυσης των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών του αγρότη και της αγρότισσας, που αποτελούν το βασικό παράγοντα ανάπτυξης της γεωργίας και κτηνοτροφίας. Δεν αρκεί ένα ελάχιστο αγροτικό εισόδημα για να παραμείνει σήμερα ο νέος άνθρωπος στην ύπαιθρο. Χρειάζεται αναβάθμιση και αποκέντρωση του συστήματος υγείας. Ασφαλιστικό σύστημα που θα στηρίζεται στη διμερή χρηματοδότηση και θα εξασφαλίζει ανθρώπινες συντάξεις και για τους αγρότες. Αναβάθμιση της Παιδείας κλπ.

Ρεαλιστική πρόταση

Η πρόταση του ΚΚΕ είναι ρεαλιστική, επειδή δίνει λύσεις στην αγροτική οικονομία της χώρας και στους μικρομεσαίους αγρότες, επειδή αναζωογονεί οικονομικά και κοινωνικά την ύπαιθρο. Είναι όμως δύσκολη στην εφαρμογή της, επειδή συγκρούεται με την ΕΕ, τους εμποροβιομήχανους και τις πολυεθνικές, αλλά και με τις πολιτικές δυνάμεις εκείνες που με τον ένα ή άλλο τρόπο εκφράζουν τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων, των τραπεζιτών και των πολυεθνικών. Γι' αυτό η εφαρμογή της πρότασης του ΚΚΕ απαιτεί μια λαϊκή εξουσία που θα αναδειχτεί και θα στηριχτεί από ένα δημοκρατικό αντιμονοπωλιακό αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, στο οποίο θα συσπειρώνονται και θα εκφράζονται όλα τα λαϊκά στρώματα.

Το μέτωπο αυτό, το οποίο αποτελείται από επιμέρους συσπειρώσεις αποτελεί την κεντρική πολιτική πρόταση του 16ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, επειδή, χωρίς τη συσπείρωση και τον ταξικό προσανατολισμό των λαϊκών στρωμάτων δεν πρόκειται να γίνει καμιά προοδευτική κοινωνική αλλαγή που έχει ανάγκη ο τόπος, η αγροτιά, οι εργάτες, οι μικρομεσαίοι επαγγελματοβιοτέχνες και συνολικότερα ο λαός μας.


ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Ελλειμματική θέλει η ΕΕ την εγχώρια παραγωγή

Οι παρεμβάσεις του Θ. Ράτσικα και του γεωπόνου Ι. Μουρεχίνη

Στην εισήγησή του για την αιγοπροβατοτροφία ο Θ. Ράτσικας αναφέρθηκε στη μείωση των ρυθμών παραγωγής. Η δυσμενής για τη χώρα μας εξέλιξη είναι αποτέλεσμα της αύξησης των ποσοστώσεων και της κατάργησης της παρέμβασης, της αύξησης των προστίμων συνυπευθυνότητας και της μείωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Η προβαλλόμενη λύση των πόρων του Γ΄ ΚΠΣ δε δίνει κάποια διέξοδο καθώς από το σύνολο των κονδυλίων θα διατεθούν για τη γεωργία μόνο το 11% από 18% στο Α΄ και 13% στο Β΄ ΚΠΣ.

Ταυτόχρονα το μεγαλύτερο μέρος των πόρων που θα διατεθεί στα επόμενα χρόνια δεν προορίζεται για αναπτυξιακά έργα. Το 45% θα κατευθυνθεί σε πρόωρες συντάξεις και εξισωτικές αποζημιώσεις. Το ποσό που απομένει καρπώνονται οι επιτήδειοι εμποροβιομήχανοι και όχι οι Συνεταιριστικές Οργανώσεις και οι αγρότες.

Η Ηπειρος και ειδικά ο Νομός Ιωαννίνων έχουν πολλές δυνατότητες της παραγωγής αγροτοκτηνοτροφικών προϊόντων και κτηνοτροφικών φυτών. Ομως η αξιοποίηση των βοσκοτόπων είναι ανεπαρκής και τα έργα υποδομής - σπορά κτηνοτροφικών φυτών, εκχερσώσεις, λιπάνσεις κλπ. - δε χρηματοδοτούνται από την ΕΕ. Παρ' όλα αυτά υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης που θα διαμορφωθούν με κατάλληλα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης και με τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης ανθρώπων και ζώων στους βοσκότοπους. Πρέπει ταυτόχρονα να καταργηθούν οι ποσοστώσεις και τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας στην κτηνοτροφία γιατί αν επεκταθεί η καλλιέργεια των κτηνοτροφικών φυτών χωρίς να υπάρξει ανάλογη ζήτηση, τότε η προσπάθεια θα αποτύχει. Οι αλλαγές αυτές δεν μπορούν να γίνουν στο πλαίσιο της ΕΕ και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Η ΕΕ θέλει την Ελλάδα αγορά των δικών της αποθεμάτων, που τις περισσότερες φορές είναι και επικίνδυνα για τη Δημόσια Υγεία.

Παρ' ότι η ΕΕ είναι ελλειμματική σε αιγοπρόβειο κρέας, φρόντισε να καλύψει τα ελλείμματά της από τρίτες χώρες στο πλαίσιο της GATT και των συμφωνιών σύνδεσης με τις χώρες της Αν. Ευρώπης. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η αυτάρκεια της χώρας μας έπεσε από το 92% το 1980 σε 80% το 1998, με τάση για περαιτέρω μείωση.

Από το 1981 με την είσοδο της χώρας στην ΕΕ σημειώνεται δραστική ανακοπή στην αύξηση της παραγωγής, τόσο για αιγοπρόβειο κρέας όσο και για το γάλα. Αρνητικό ρόλο για την αιγοπροβατοτροφία έχει και η κατάργηση των εθνικών επιδοτήσεων στις ζωοτροφές με το κλείσιμο της ΚΥΔΕΠ και άλλων συνεταιριστικών οργανώσεων. Ταυτόχρονα το αγροτικό ισοζύγιο της χώρας παρουσιάζει ραγδαία επιδείνωση: Το 1981 ήταν θετικό (3,2 δισ. δρχ.) για να γίνει αρνητικό μετά την ένταξη στην ΕΟΚ και να φθάσει σε 114 δισ. δρχ., στην εξαετία 1986-1992.

Ο γεωπόνος Ι. Μουρεχίνης παρέθεσε τα στοιχεία, που αφορούν την ελλειμματικότητα της εγχώριας παραγωγής που για το βόειο κρέας φθάνει σε 70%. Η παραγωγή γάλακτος είναι 750 χιλιάδες τόνοι το χρόνο και οι ανάγκες της χώρας υπολογίζονται σε 1,1 εκατ. τόνους. Την ίδια ώρα η ΕΕ επιβάλλει ποσόστωση 675.000 τόνων με αποτέλεσμα να επιβάλλονται βαριά πρόστιμα συνυπευθυνότητας στη διάρκεια της τελευταίας εξαετίας. Οχι μόνο δε μας επιτρέπεται να παράγουμε για την κάλυψη των αναγκών μας, αλλά πληρώνουμε και πρόστιμα, γεγονός που απαγορεύει οποιαδήποτε ανάπτυξη. Τα μικρά νοικοκυριά εξαφανίζονται, το κόστος παραγωγής είναι μεγάλο και οι τιμές του γάλακτος πεσμένες.

Σε ό,τι αφορά τις ζωοτροφές, με τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια στις αγελάδες, τις διοξίνες, τις ορμόνες κλπ. αποδείχτηκε ότι βασικό κριτήριο παραγωγής είναι το κέρδος. Η χρησιμοποίηση ζωικών υποπροϊόντων που προκάλεσαν τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια έγινε προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να αυξηθούν τα κέρδη των μεγάλων κτηνοτροφικών επιχειρήσεων. Η αντικατάσταση των κρεατάλευρων με προϊόντα μεταλλαγμένης σόγιας εγκυμονεί πολλούς κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών και ταυτόχρονα θα διαιωνίσει την εξάρτηση της κτηνοτροφίας μας από τις ξένες πολυεθνικές.

Στη χοιροτροφία το έλλειμμα της χώρας φτάνει το 40% με αποτέλεσμα οι ανάγκες της να καλύπτονται με εισαγωγές, από χώρες με έντονο πρόβλημα μόλυνσης και άλλων παθήσεων. Οι χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις του Ν. Ιωαννίνων μειώθηκαν κατά 17,7%, όπως και τα μικρά νοικοκυριά. Οι λόγοι είναι το υψηλό κόστος στις ζωοτροφές, οι χαμηλές τιμές παραγωγού, τα πανωτόκια που επιβάλλει η ΑΤΕ καθώς και η έλλειψη κρατικής βοήθειας και επιστημονικού προσωπικού.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ