ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 26 Νοέμβρη 2016
Σελ. /24
ΗΠΑ
Σε πλήρη εξέλιξη μετεκλογική ρευστότητα και ενδοαστικές διεργασίες

Η εκλογή Τραμπ έγινε και με τον εγκλωβισμό ενός σημαντικού μέρους της εργατικής τάξης στις λογικές των καπιταλιστών για την οικονομική ανάκαμψη

Copyright 2016 The Associated

Η εκλογή Τραμπ έγινε και με τον εγκλωβισμό ενός σημαντικού μέρους της εργατικής τάξης στις λογικές των καπιταλιστών για την οικονομική ανάκαμψη
Το εκλογικό αποτέλεσμα της 8ης Νοέμβρη στις ΗΠΑ δεν κατάφερε, όπως άλλωστε αναμενόταν, να καταλαγιάσει τις μεγάλες εντάσεις, τις κόντρες και το βαθύ διχασμό που έχουν ξεσπάσει ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα της αστικής τάξης καιρό πριν στηθούν οι κάλπες, δεδομένης της αδύναμης καπιταλιστικής ανάκαμψης από το 2008... Στην πραγματικότητα, έως σήμερα, η νίκη του δισεκατομμυριούχου Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να αμφισβητείται από ένα μέρος του αστικού πολιτικού συστήματος, συγκροτημάτων του Τύπου, μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας και του εκλογικού σώματος, ιδιαίτερα στις μεγαλουπόλεις της χώρας. Ετσι, δυόμιση βδομάδες μετά τις εκλογές, τίποτε δεν φαίνεται ξεκάθαρο. Ολα παραμένουν ρευστά και κυλούν σε ένα κλίμα γενικής αβεβαιότητας, θέτοντας επί τάπητος ορισμένα κεντρικά ζητήματα, όπως:

  • Την αλλαγή του εκλογικού συστήματος στις ΗΠΑ, με την κουβέντα να εντείνεται και γύρω από την κατάργηση, όπως λένε, του θεσμού του 538μελούς λεγόμενου «Κολεγίου των Εκλεκτόρων», που χαρακτηρίζεται πλέον από ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου στις ΗΠΑ ως αναχρονιστικός θεσμός και είχε αμφισβητηθεί και από τον Ντόναλντ Τραμπ, προτού κερδίσει την πλειοψηφία των εκλεκτορικών ψήφων...
  • Την κλιμάκωση πιέσεων στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων, προκειμένου τα μέλη του, και δη οι Ρεπουμπλικάνοι, να ψηφίσουν κατά συνείδηση, ώστε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας που θα γίνει στις 19 Δεκέμβρη να αντανακλά τις διαθέσεις των λεγόμενων λαϊκών ψήφων, που ανέδειξαν πρώτη με διαφορά άνω των 2.000.000 τη Δημοκρατική υποψήφια Χίλαρι Κλίντον! Ηδη υπάρχει κίνηση έξι εκλεκτόρων, που δηλώνουν πως θα ψηφίσουν κατά συνείδηση και δεν θα υπακούσουν στο εκλογικό αποτέλεσμα της πολιτείας τους, που έδωσε με ελάχιστη διαφορά το σύνολο των εκεί εκλεκτορικών ψήφων στον Ντ. Τραμπ.
  • Την επανακαταμέτρηση των ψήφων στις τρεις κρίσιμες πολιτείες Ουισκόνσιν, Πενσιλβάνια και Μίσιγκαν (μολονότι στο τελευταίο, όπου ο Τραμπ φαίνεται να προηγείται με λίγες χιλιάδες ψήφους διαφορά, ακόμη δεν έχει τελειώσει η πρώτη καταμέτρηση ψήφων!), καθώς μία ομάδα πανεπιστημιακών καθηγητών θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο δολιοφθοράς στα ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας. Ο καθηγητής Πληροφορικής στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, Αλεξ Χάλτερμαν, για παράδειγμα, εκφράζει επιφυλάξεις για το εκλογικό αποτέλεσμα, διαπιστώνοντας, όπως λέει ο ίδιος, πως σε όσες κομητείες «κρίσιμων» πολιτειών υπήρχαν αυτοματοποιημένα ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας, ο Τραμπ επικρατούσε με ελάχιστες ψήφους διαφορά, ενώ αντίθετα όπου υπήρχε ψηφοφορία με το κλασικό χάρτινο ψηφοδέλτιο προπορευόταν η Κλίντον. Από την άλλη, 143 Αμερικανοί ακαδημαϊκοί, με επιστολή τους στο Κογκρέσο, απαίτησαν τη διενέργεια έρευνας για το ενδεχόμενο χάκερ να αλλοίωσαν το εκλογικό αποτέλεσμα της 8ης Νοέμβρη.
Η κουβέντα για το Κολέγιο των Εκλεκτόρων

Οσον αφορά το θέμα της «κατά συνείδηση» ψήφου των 538 μελών του Κολεγίου των Εκλεκτόρων, η κουβέντα που έχει ανοίξει δεν είναι απλώς υπαινικτική, αλλά αρκετά τολμηρή, ώστε να προτείνει ακόμη και ανατροπή του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών! Είναι, για παράδειγμα, χαρακτηριστικό άρθρο του αμερικανικού συντηρητικού πολιτικού περιοδικού «The Atlantic» (ιδρύθηκε το 1857!) που δημοσιεύτηκε την περασμένη Τρίτη, με τον εύγλωττο τίτλο «Το Κολέγιο των Εκλεκτόρων δημιουργήθηκε για να σταματά άνδρες όπως ο Τραμπ από το να γίνουν πρόεδροι».

Στο άρθρο αυτό, ο Αμερικανός ακαδημαϊκός Πέτερ Μπέιναρντ σημειώνει ότι «η πραγματική εκλογή Προέδρου στις ΗΠΑ θα γίνει στις 19 Δεκέμβρη, οπότε ψηφίζουν οι εκλέκτορες κάθε πολιτείας», τονίζοντας ότι αν τότε οι εκλέκτορες αποφασίσουν ότι ο Τραμπ είναι ακατάλληλος για Πρόεδρος, μπορεί να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και να αποσταθεροποιηθεί το αμερικανικό εκλογικό σύστημα «και να ξεσπάσει βία». Και ο αρθρογράφος σημειώνει: «Πρόκειται για μία τρομερή προοπτική. Ομως, η προοπτική μίας προεδρίας Τραμπ είναι επίσης τρομακτική, με πολλούς απαράμιλλους τρόπους και αυτό εξηγεί γιατί, για πρώτη φορά στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, υπάρχει εύλογα το ενδεχόμενο να πιεστούν οι εκλέκτορες να ψηφίσουν κατά συνείδηση».

Σε παρόμοιους τόνους κινήθηκε το ίδιο διάστημα και το αμερικανικό περιοδικό «Νewsweek», επισημαίνοντας την περασμένη βδομάδα: «Οι υποστηρικτές του Τραμπ ανατριχιάζουν όταν ακούν γκρίνιες για το Κολέγιο Εκλεκτόρων και πιθανώς θα έπρεπε. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι ο άνθρωπός τους νίκησε σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, αλλά πολλοί άνθρωποι τώρα αναρωτιούνται γιατί οι Αμερικανοί παίζουν ακόμη αυτό το ανόητο παιχνίδι κάθε τέσσερα χρόνια. Η "Δημοκρατική" γερουσιαστής Μπάρμπαρα Μπόξερ από την Καλιφόρνια έχει φέρει στη Γερουσία νομοσχέδιο για την κατάργηση του Κολεγίου των Εκλεκτόρων, ενώ εδώ και βδομάδες οι αρθρογράφοι αποδομούν τον συγκεκριμένο θεσμό, θέτοντας μεταξύ άλλων και ερωτήματα, όπως: Γιατί να έχουμε ένα σύστημα που εξασφαλίζει ότι οι περισσότερες πολιτείες αγνοούνται στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ενώ αντίθετα λίγες ταλαντευόμενες πολιτείες να τραβούν όλη την προσοχή των υποψηφίων; Θα έπρεπε μία μειονότητα ψηφοφόρων να αποφασίζει ποιος θα γίνει Πρόεδρος; Υπάρχει κανένας τρόπος να φτιαχτεί αυτό το σύστημα πλην της συνταγματικής τροποποίησης;».

Η εκστρατεία για την επανακαταμέτρηση ψήφων

Σε όλα αυτά μπορεί κανείς να προσθέσει και την πρωτοβουλία της αρχηγού των «Πρασίνων» Τζιλ Στάιν να μαζέψει μέσα σε ελάχιστες μέρες εκατομμύρια δολάρια από εισφορές εθελοντών (προφανώς όχι μόνο απλών ψηφοφόρων της, αλλά και πλούσιων αστών που δυσανασχετούν με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ), για να χρηματοδοτήσει την επανακαταμέτρηση ψήφων στο Ουισκόνσιν, στο Μίσιγκαν και στην Πενσιλβάνια. Το γεγονός ότι συγκεντρώθηκε ένα σημαντικό ποσό μέσα σε ελάχιστο χρόνο, αντανακλά σαφώς τον ευρύτερο προβληματισμό, ανησυχία και ρευστότητα που υπάρχει ενόψει της ανάληψης του προεδρικού αξιώματος (πλην απροόπτου) στις 20 Γενάρη, όχι μόνο από τη μεριά του εκλογικού σώματος, αλλά και από τη μεριά της αστικής τάξης και των μονοπωλίων (όπως π.χ. των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) που είχαν ποντάρει πολλά στην εκλογή της Κλίντον.

Βέβαια, στον αντίποδα τέτοιων κινήσεων υπάρχουν και αντιδράσεις «πυροσβεστικού» τύπου, όπως αυτή του 93χρονου πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος μιλώντας στο περιοδικό «The Atlantic», μετά τη συνάντησή του με τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο Ντ. Τραμπ, σημείωσε ότι «υπάρχει προφανές κενό μεταξύ της αντίληψης του κόσμου και της αντίληψης της ελίτ για τον ρόλο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ παγκοσμίως», τονίζοντας ότι ο νέος Πρόεδρος «μπορεί να συμφιλιώσει τις δύο αντιλήψεις... έχει την ευκαιρία και εναπόκειται σε αυτόν εάν θα την αξιοποιήσει». Ο Κίσινγκερ σταμάτησε αμέσως κάθε κουβέντα αμφισβήτησης του νέου Προέδρου, υπογραμμίζοντας ότι «πρέπει να σταματήσει η κουβέντα αμφισβήτησης των ικανοτήτων του Τραμπ», πως πρέπει να του δοθεί «η ευκαιρία για ανάπτυξη της φιλοσοφίας του». Οταν ρωτήθηκε ποια είναι η μεγάλη ανησυχία του για την παγκόσμια σταθερότητα σε σχέση με τις αμερικανικές εκλογές, απάντησε: «Το γεγονός ότι σοκαρίστηκαν ξένες χώρες... Αν κάποιες από τις πολιτικές του Τραμπ δεν είναι ίδιες με τις προηγούμενες, αλλά μοιράζονται βασικούς σκοπούς, τότε η συνέχεια είναι δυνατή».

Ενδιαφέρον είχε και η άποψή του για το εάν η εκλογή Τραμπ θα διευκολύνει άμεσα και την αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ ΗΠΑ - Ρωσίας. Σημείωσε πως η βελτίωση των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων δεν είναι δεδομένη και πως τα καλά λόγια που είπε προ μηνών ο Πούτιν για τον Τραμπ ήταν απλώς μία κίνηση τακτικής.


Δέσποινα ΟΡΦΑΝΑΚΗ


Διαπάλη σε φάση δυσκολιών καπιταλιστικής ανάκαμψης

Οι έντονες διεργασίες που προκαλούνται όχι μόνον σε σχέση με το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά και σε σχέση με τις ανακατατάξεις στο εσωτερικό των δύο μεγαλύτερων αστικών κομμάτων είναι σε άμεση συνάρτηση με τις εξελίξεις που παρατηρούνται στο οικονομικό επίπεδο.

Αλλωστε, η διαπάλη του Ντ. Τραμπ με την Χ. Κλίντον σε μεγάλο βαθμό αφορούσε τη μεγάλη δυσκολία ελεγχόμενης απαξίωσης του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου τόσο εντός όσο και εκτός των ΗΠΑ. Αφορά ακόμη και τη ρευστότητα που υπάρχει στο διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον με τη διαφαινόμενη αμφισβήτηση π.χ. της ηγεμονίας των ΗΠΑ στην Ασία με αντίπαλον «δέος» την Κίνα (και μακροπρόθεσμα και την Ινδία) στην Ευρώπη με σαφή την κόντρα των Αμερικανών (και ορισμένων Ευρωπαίων) με τη Ρωσία, αλλά και στη Μέση Ανατολή όπου είναι σε εξέλιξη μία παρατεταμένη ενδοϊμπεριαλιστική κόντρα ιδιαίτερα ανάμεσα στις πετρελαιομοναρχίες του Κόλπου (που λογαριάζονται έως τώρα στενοί σύμμαχοι των ΗΠΑ στην περιοχή) και το Ιράν.

Από την άλλη, την ώρα που η απερχόμενη κυβέρνηση του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα θεωρεί «επιτυχία» την ανάσχεση της καταιγίδας των εκατοντάδων χιλιάδων απολύσεων που σημειώθηκαν με την έναρξη της καπιταλιστικής κρίσης το 2008, αποσιωπά ότι η πραγματική συμβολή του είναι η τεράστια ενίσχυση του κεφαλαίου για να αναπτυχθεί η καπιταλιστική οικονομία έστω και αν αυτή η ανάπτυξη δεν έχει δυναμική. Ο Πρόεδρος Ομπάμα αποσιωπά επίσης το γεγονός ότι η πολιτική του ενίσχυσε τις ταξικές ανισότητες, μείωσε το εργατικό εισόδημα. Και ενώ καυχιέται ότι μείωσε την ανεργία, στην ουσία το σύστημα καταγραφής των ανέργων τη συγκαλύπτει. Είναι πολύ μεγαλύτερη.

Ο δισεκατομμυριούχος Τραμπ, στο μεταξύ, που αναδείχθηκε στο ύπατο αξίωμα, εγκλωβίζοντας το λαό στη «λογική» των αστών για το πώς θα πρέπει να έρθει η καπιταλιστική ανάπτυξη, βγήκε νικητής υποσχόμενος διαφορετικό μείγμα διαχείρισης. Υποσχέθηκε «ανάπτυξη» μέσω της δημιουργίας περισσότερων θέσεων εργασίας από την επαναδιαπραγμάτευση περιφερειακών και διεθνών εμπορικών συμφωνιών όπως η συμφωνία «Διειρηνική Συμφωνία Εμπορίου» (ΤΡΡ) για την οποία είπε πως έχει ως προτεραιότητα να αποσύρει τη συμμετοχή των ΗΠΑ μέσα στις πρώτες μέρες της κυβέρνησής του «για να επιστρέψουν χιλιάδες θέσεις εργασίας».

Με αυτόν τον τρόπο και δη με μία γερή τόνωση του εκσυγχρονισμού των δημοσίων υποδομών, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος εκτιμά πως θα πείσει κάποια από τα αμερικανικά μονοπώλια που διαθέτουν μυθικά αποθέματα σε μετρητά να επενδύσουν παραγωγικά. Το εάν θα τα καταφέρει είναι ζήτημα που δεν εξαρτάται μόνον από τον ίδιο. Εξαρτάται, μεταξύ άλλων, και από τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και την πορεία του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Αλλά ακόμη και αν γίνουν αυτά, και αν έρθει μεγαλύτερη ανάπτυξη, η εργατική τάξη όχι μόνο δεν θα ωφεληθεί, αλλά θα συνεχίσει να χάνει.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ