ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 31 Μάη 2017
Σελ. /24
ΔΙΕΘΝΗ
Χοντραίνει η κόντρα Γερμανίας - ΗΠΑ

Οι δηλώσεις της καγκελαρίου και ο διεθνής τους απόηχος αποτυπώνουν τους οξυμένους ανταγωνισμούς

Από την πρόσφατη συνάντηση του G7 στην Ιταλία, με τη συμμετοχή των Τραμπ και Μέρκελ

Copyright 2017 The Associated

Από την πρόσφατη συνάντηση του G7 στην Ιταλία, με τη συμμετοχή των Τραμπ και Μέρκελ
«Η διατλαντική σχέση είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Αυτό που απλώς έκανα είναι να πω ότι δεδομένης της σημερινής κατάστασης, υπάρχουν επιπλέον λόγοι για τους οποίους στην Ευρώπη οφείλουμε να πάρουμε την τύχη μας στα χέρια μας». «Η Ευρώπη πρέπει να είναι ένας παράγοντας της διεθνούς σκηνής, αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό». «Είναι αναγκαίο για τους Ευρωπαίους να έχουν μία κοινή εξωτερική πολιτική για να προωθήσουν, για παράδειγμα, την επίλυση της λιβυκής σύρραξης». Τα παραπάνω δήλωσε χτες η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, μετά τη συνάντησή της με τον πρωθυπουργό της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, με τον οποίο σύναψαν συμφωνίες συνεργασίας.

Λίγο αργότερα, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επανέλαβε στο «Twitter» το θέμα διαπάλης με τη Γερμανία: «Εχουμε ένα ΟΓΚΩΔΕΣ εμπορικό έλλειμμα με τη Γερμανία κι επιπλέον πληρώνουν ΠΟΛΥ ΛΙΓΟΤΕΡΑ για το ΝΑΤΟ και τις Ενοπλες Δυνάμεις απ' ό,τι θα έπρεπε. Αυτό θα αλλάξει».

Θυμίζουμε ότι πριν από λίγες μέρες, με το βλέμμα στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, η Μέρκελ είχε πει: «Οι καιροί όπου μπορούσαμε να βασιζόμαστε πλήρως στους άλλους έχει τελειώσει σε κάποιο βαθμό (...) Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει πραγματικά να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας». Ο λόγος της άφησε τα ίχνη του και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως, από τη σκοπιά των κάθε φορά διαφορετικών και αντικρουόμενων συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων και της κάθε ιμπεριαλιστικής δύναμης. Χτες, ο Ιταλός πρωθυπουργός, Πάολο Τζεντιλόνι, είπε μετά τη συνάντησή του με τον Καναδό πρωθυπουργό, Τζάστιν Τριντό, ότι η Ιταλία συμφωνεί με την άποψη της Γερμανίδας καγκελαρίου πως η ΕΕ «πρέπει να πάρει το μέλλον της στα δικά της χέρια».

Στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο

Στις ΗΠΑ οι πολιτικοί αντίπαλοι του Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, εμφανίζονται να αποδοκιμάζουν την τακτική του και «θρηνούν» για το «χαμό ενός από τους πιο σημαντικούς εταίρους των ΗΠΑ».

«Αν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ μιλά για επιτυχία, δεν θα ήθελα να δω την αποτυχία», σχολίασε ο Ανταμ Σιφ, Δημοκρατικός νομοθέτης και υψηλόβαθμο μέλος του συντονιστικού μυστικών υπηρεσιών (House Intelligence Commitee). Ο σύμβουλος για τις Εξωτερικές Σχέσεις του Προέδρου και βετεράνος διπλωμάτης, Ρίτσαρντ Χάας, σχολίασε: «Είναι αυτό που θα έπρεπε να αποφύγουν οι ΗΠΑ από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο».

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η υπονόμευση από πλευράς Τραμπ των ιστορικών σχέσεων Βερολίνου - Ουάσιγκτον εξυπηρετεί τα συμφέροντα άλλων «παικτών» και συγκεκριμένα των Ρώσων, σύμφωνα με τον αρχισυντάκτη του αμερικανικού περιοδικού «Ατλαντικός» («The Atlantic»), Ντέιβιντ Φραμ: «Από το 1945 στρατηγικός στόχος της ΕΣΣΔ και έπειτα της Ρωσίας για την Ευρώπη, ήταν η διακοπή της γερμανο-αμερικανικής συμμαχίας».

Ο Ιαν Μπρέμερ, ιδρυτής και διευθυντής της Ομάδας «Ευρασία» (σ.σ. παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών), συμφωνεί με το σχολιασμό του Φραμ και τονίζει: «Η πιο σημαντική μεταπολεμική σχέση», η υπερατλαντική συμμαχία, «τώρα ξετυλίγεται». «Δεν έχει ξαναϋπάρξει τέτοια δήλωση από τη Γερμανία εδώ και γενιές», είπε.

Από την άλλη, οι υποστηρικτές του Τραμπ θεωρούν τα σχόλια της Μέρκελ σημάδι επιτυχίας του Αμερικανού Προέδρου.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο υπουργός Εσωτερικών, Αμπερ Ραντ, είπε στο ραδιόφωνο του BBC: «Καθώς ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις για να φύγουμε από την ΕΕ, διαβεβαιώνουμε τη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ότι θα είμαστε ένας ισχυρός τους εταίρος, στην άμυνα, στην ασφάλεια και ελπίζουμε στο εμπόριο».

Τι γράφουν ο διεθνής και ο γερμανικός Τύπος

Ο Τύπος βλέπει «ευκαιρίες» και «κινδύνους». «Η Μέρκελ δεν θεωρεί πια αξιόπιστες τις ΗΠΑ», σημειώνει η «Sueddeutsche Zeitung», ενώ σύμφωνα με τη «Welt», «η Αγκελα Μέρκελ βρίσκεται επιτέλους εκεί που πάντα ήθελε», δηλαδή «ηγέτιδα του ελεύθερου κόσμου».

Οι «New York Times» κάνουν λόγο για «τεκτονική μετατόπιση» στις ευρωατλαντικές σχέσεις.

Η ιταλική «Corriere della Sera» σημειώνει: «Η Μέρκελ αποφάσισε μια στροφή, επειδή μετά την εκλογή του Μακρόν στη Γαλλία είναι πεπεισμένη ότι η Ευρώπη έχει τη δύναμη να αντιταχτεί κάπως στον Τραμπ και να φέρει στο προσκήνιο το Brexit».

Η βρετανική «The Times» χαρακτηρίζει την Μέρκελ αναίσθητη σχετικά με τη «διαρκή δέσμευση των ΗΠΑ για την άμυνα της Ευρώπης» και με τη «βοήθεια των ΗΠΑ στην ανασυγκρότηση της Γερμανίας από τα ερείπια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου». Επίσης, τονίζει ότι τα λόγια της Μέρκελ προκαλούν ρωγμές στο ΝΑΤΟ - ακόμη και αν δεν το σκοπεύει. «Ο μόνος πολιτικός που θα χαρεί γι' αυτό είναι ο Βλ. Πούτιν».

Ο λόγος της Μέρκελ «είναι μια σοβαρή προειδοποίηση για τις ρωγμές στις διατλαντικές σχέσεις, που αποτέλεσαν τη βάση της προόδου και της ασφάλειας στην Ευρώπη από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (...) Είναι απαραίτητο να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα. Η Ευρώπη είναι πολύ λιγότερο σημαντική απ' ό,τι ακόμη και πριν 5 μήνες», σχολιάζει η ισπανική «El Pais».

ΗΠΑ
Ο αντιστράτηγος Στιούαρτ βλέπει «ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος»

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.--

Τις επικείμενες ευρύτερες γεωπολιτικές, ακόμη και συνοριακές ανακατατάξεις στον ευρύτερο χάρτη της Μέσης Ανατολής, με φόντο τον έντονο ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό που φαίνεται και στους πολέμους σε Συρία και Ιράκ, επανέφερε στο προσκήνιο ο Αμερικανός αντιστράτηγος Βίνσεντ Στιούαρτ. Καταθέτοντας προ ημερών στην Επιτροπή Ενόπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας με την ιδιότητα του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών του αμερικανικού στρατού (DIA), ο αντιστράτηγος Στιούαρτ εκτίμησε ότι είναι πλέον θέμα χρόνου η δημιουργία ανεξάρτητου Κουρδικού κράτους στο βόρειο Ιράκ, με ό,τι βεβαίως αυτό συνεπάγεται για το ευρύτερο κουρδικό ζήτημα και τις «ανακατατάξεις» σε σύνορα γειτονικών χωρών όπως η Τουρκία, η Συρία, το Ιράν κ.ά.

Η τοποθέτηση του Αμερικανού αντιστράτηγου, αν μη τι άλλο, συνδυάζεται με τις πρόσφατες αποφάσεις της κυβέρνησης Τραμπ να εξοπλίσει με βαρύ εξοπλισμό τους Κούρδους μαχητές των δυνάμεων YPG της Συρίας με πρόσχημα τους τζιχαντιστές του «Ισλαμικού Κράτους» και να τους αναθέσει την «πρωτοκαθεδρία» στις επιχειρήσεις για την πλήρη ανακατάληψη της βόρειας συριακής πόλης Ράκα, που θεωρείται «πρωτεύουσα» του «χαλιφάτου» των τζιχαντιστών, παρά τις εντονότατες αντιρρήσεις του Τούρκου ηγέτη Ρ. Τ. Ερντογάν και τις πιέσεις του για το ρόλο του τουρκικού στρατού στη συγκεκριμένη επιχείρηση.

Σε κάθε περίπτωση, ο επικεφαλής της DIA ξεκαθάρισε, μιλώντας στη γερουσία, ότι «δεν είναι ζήτημα εάν αλλά πότε» θα πιέσει για την ανεξαρτησία του το ιρακινό Κουρδιστάν από την κεντρική ιρακινή κυβέρνηση. Ο ίδιος θύμισε πως τον περασμένο Απρίλη τα μεγαλύτερα αστικά κόμματα του αυτόνομου Κουρδιστάν στο βόρειο Ιράκ γνωστοποίησαν το σχέδιό τους να πραγματοποιήσουν δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία, τον ερχόμενο Οκτώβρη. Τόνισε ότι η ικανότητα των Κούρδων του βόρειου Ιράκ να επιτύχουν «συναινετικό» διαζύγιο από τη σιιτική κεντρική ιρακινή κυβέρνηση, «θα είναι απαραίτητη για την αποτροπή ανάφλεξης της ένοπλης σύγκρουσης στην περιοχή».

Σύμφωνα με το πρακτορείο «Ρόιτερς», ο αντιστράτηγος Στιούαρτ τόνισε ότι μόλις ηττηθεί το «Ισλαμικό Κράτος» από τη Μοσούλη, «η μεγαλύτερη πρόκληση για την ιρακινή κυβέρνηση θα είναι η συμφιλίωση των διαφορών μεταξύ των Σιιτών που κυριαρχούν στην κυβέρνηση, των Σουνιτών που επικρατούν στα δυτικά και των Κούρδων στο βορρά». Και επισήμανε: Η επίλυση των ζητημάτων που αφορούν τα πετρέλαια και τα πετρελαϊκά έσοδα στο Κιρκούκ καθώς και η επίλυση του διοικητικού καθεστώτος της πόλης «θα είναι σημαντικές πολιτικές προκλήσεις για την ιρακινή κυβέρνηση». Προειδοποίησε ακόμη για τις «τρομερές συνέπειες» που θα μπορούσε να προκαλέσει τυχόν ανικανότητα ή απροθυμία της Βαγδάτης να φτάσει σε κάποιου είδους συνεννόηση με τους Κούρδους ή τους Σουνίτες, τονίζοντας: «Τυχόν αποτυχία αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων με επίτευξη πολιτικής λύσης θα οδηγήσει τελικά σε σύγκρουση όλων των πλευρών και σε πιθανό εμφύλιο πόλεμο στο Ιράκ».

ΚΙΝΑ - ΙΑΠΩΝΙΑ
Διμερείς επαφές υψηλού επιπέδου

ΤΟΚΙΟ.--

Ο Γιανγκ Ζιετσί, μέλος του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας, και ο Σοτάρο Γιάτσι, Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας της Ιαπωνίας, προήδρευσαν από κοινού στον 4ο γύρο του πολιτικού διαλόγου υψηλού επιπέδου μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας, που έγινε προχτές στο Τόκιο.

Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων «Σινχουά», ο Γιανγκ είπε ότι οι δεσμοί των δύο χωρών βρίσκονται σε ένα «σημαντικό σταυροδρόμι» με «νέες ευκαιρίες» αλλά και «εξαιρετικές προκλήσεις». Υποστήριξε ότι το Πεκίνο αποδίδει μεγάλη σημασία στην ανάπτυξη των σχέσεών του με το Τόκιο και κάλεσε την Ιαπωνία να δει ως «ευκαιρία» την ανάπτυξη της Κίνας, κάνοντας ειδική αναφορά στα πεδία συνεργασίας που ανοίγει η πρωτοβουλία «Μία Ζώνη - Ενας Δρόμος» (OBOR). Την ίδια στιγμή, θίγοντας πεδία στα οποία οι δυο πλευρές έχουν σοβαρές αντιθέσεις, κάλεσε σε κοινές προσπάθειες για τη διατήρηση της ειρήνης και σταθερότητας στην Ανατολική Κινεζική Θάλασσα, ζητώντας ακόμα από το Τόκιο να μιλά και να δρα προσεκτικά για την κατάσταση και στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, διαδραματίζοντας έναν «εποικοδομητικό ρόλο».

Από τη μεριά του ο Γιατσί - σύμφωνα με το «Σινχουά» - χαρακτήρισε τη συνεργασία των δύο χωρών «ζωτική» για την περιοχή, τονίζοντας ότι πρέπει να συμφωνήσουν πως καθεμιά αποτελεί συνέταιρος και όχι απειλή για την άλλη. Υποστήριξε ακόμα ότι η χώρα του επιδιώκει την κατάλληλη αντιμετώπιση των διμερών διαφορών.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ