ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Απρίλη 2001
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Οι βασικοί σταθμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης

«ΟΝΕ μονόδρομος των πολυεθνικών, ΜΕΤΩΠΟ μονόδρομος των εργαζομένων»
«ΟΝΕ μονόδρομος των πολυεθνικών, ΜΕΤΩΠΟ μονόδρομος των εργαζομένων»
Αν χρειαζόταν να προσδιορίσουμε τα σημεία - σταθμούς στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ειδικότερα μετά την ένταξη της Ελλάδας, θα στεκόμασταν ασφαλώς στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1986), στη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1991) και τη Συνθήκη του Αμστερνταμ (1996), η οποία συμπληρώθηκε με τις αποφάσεις της Συνόδου της Νίκαιας (Δεκέμβρης 2000). Σημαντικό επίσης στοιχείο που αφορά στο χαρακτήρα και την εξέλιξη της ΕΕ μπορεί να θεωρηθεί και η «Ατζέντα 2000» (Μάρτης 1999).

Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη

«Τέσσερις ελευθερίες» αποτελούν τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ελευθερία της κίνησης των κεφαλαίων, η ελευθερία κίνησης των εμπορευμάτων, η ελευθερία κίνησης εμπορευμάτων και υπηρεσιών και η ελευθερία κίνησης του εργατικού δυναμικού. Αυτές οι «ελευθερίες» διατυπώθηκαν στην «Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη» το 1986, και από τότε αποτελούν το μόνιμο μπούσουλα για τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Οι «τέσσερις ελευθερίες»

Η κάθε μια από τις «τέσσερις ελευθερίες» είχε σαν αντίκρισμα νέα δεσμά για τους εργαζόμενους.

  • Η ελευθερία κίνησης των κεφαλαίων, ένα από τα επιτακτικά αιτήματα των μονοπωλίων, είχε σαν προαπαιτούμενο την κατάργηση όλων των σχετικών φραγμών και των ελέγχων από τις κυβερνήσεις των εθνών - κρατών. Ετσι δημιουργήθηκε και το υπόβαθρο για τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση της οικονομίας που δίνει τη δυνατότητα στις πολυεθνικές επιχειρήσεις και στις μεγάλες τράπεζες να διακινούν κεφάλαια απίστευτου ύψους από το ένα σημείο του πλανήτη στο άλλο, κερδοσκοπώντας, έστω κι αν αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ολόκληρες περιοχές και χώρες να πέφτουν στην κρίση και στην εξαθλίωση.
  • Η ελευθερία κίνησης εμπορευμάτων και υπηρεσιών αποστέρησε από τα κράτη ένα σημαντικό έσοδο από την είσπραξη των δασμών, προσθέτοντας νέα κέρδη για τα μονοπώλια. Ταυτόχρονα, αφόπλισε τα κράτη από το δικαίωμα υπεράσπισης της εγχώριας παραγωγής. Για την Ελλάδα, αυτό αποτυπώνεται στο εμπορικό ισοζύγιο που δείχνει τις εισαγωγές και τις εξαγωγές. Ετσι, στη δεκαετία 1987 - 1997, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση αυξήθηκε κατά 158%!
  • Τέλος, η ελευθερία κίνησης του εργατικού δυναμικού αποτελεί τη βάση για τις ρυθμίσεις της «Λευκής Βίβλου», που μετατρέπουν τον εργαζόμενο σε «απασχολήσιμο», υποχρεωμένο να παρέχει την εργασία του, όπου, όπως και όταν του το ζητήσει ο εργοδότης του.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ

Οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ ήταν παρόντες και στη Νίκαια της Γαλλίας
Οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ ήταν παρόντες και στη Νίκαια της Γαλλίας
Το περιεχόμενο και ο χαρακτήρας της Συνθήκης του Μάαστριχτ, αλλά και η πολιτική που ακολούθησε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Ευρωπαϊκή Ενωση από την 1η Νοέμβρη 1993) στο διάστημα που μεσολάβησε, με κορυφαίο δείγμα τη «Λευκή Βίβλο», «φωτογραφίζουν» τις δυνάμεις εκείνες που πρωταγωνίστησαν και πρωταγωνιστούν στην πορεία της λεγόμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης με τα γνωστά χαρακτηριστικά. Το παρουσιαζόμενο ως όραμα της «Ενωμένης Ευρώπης», με μια ενιαία οικονομική και νομισματική πολιτική, με κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, είναι το όραμα που ανταποκρίνεται στην ανάγκη των ευρωπαϊκών μονοπωλιακών κύκλων να επιβληθούν ως ένας ισχυρός πόλος στις παγκόσμιες οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, ικανό να ανταγωνιστεί το αμερικανικό και ιαπωνικό κεφάλαιο και έχοντας ιδιαίτερη επιδίωξη την κατάκτηση και εκμετάλλευση των «νέων» αγορών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και όχι μόνο.

Η πορεία προς την ΟΝΕ

Το ουσιαστικά καινούριο που φέρνει η Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), ως πυρήνας της Συνθήκης του Μάαστριχτ και στα πλαίσια της οικοδόμησης της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι η ενίσχυση της παρέμβασης των διακρατικών ρυθμίσεων στις οικονομίες των κρατών μελών της ΕΕ στα πλαίσια του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Η ΟΝΕ δεν είναι ένωση σε ισότιμη βάση συνεργασίας και σχέσεων, άλλωστε αυτό στην εποχή του ιμπεριαλισμού καθορίζεται από το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης, αλλά μια συμφωνία εξυπηρέτησης του χρηματιστικού κεφαλαίου, των αναγκών και των σχεδιασμών του για πολύ μεγαλύτερη συσσώρευση πλούτου και δύναμης. Αντικειμενικά, αυτή η διαδικασία ωφελεί το μεγάλο κεφάλαιο, και τα κράτη που ηγούνται της ενοποίησης, εντείνοντας ακόμη περισσότερο την ανισομετρία και τις ταξικές αντιθέσεις.

Τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης υποχρεώνονται να διαμορφώνουν την οικονομική και τη γενικότερη πολιτική τους, στα πλαίσια της υλοποίησης των στόχων της Ενωσης. Η πολιτική αυτή θα κινείται σύμφωνα με τους όρους της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής, που θα διαμορφώνεται και θα ασκείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και τ' άλλα θεσμικά όργανα της Κοινότητας. Ο έλεγχος της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών - μελών θα συνεπάγεται κυρώσεις, όπως τη διακοπή των πληρωμών από τον κοινοτικό προϋπολογισμό κ.ά. Ολ' αυτά βεβαίως μεγαλώνουν τις κοινωνικές ανισότητες σε κάθε κράτος - μέλος και με μεγαλύτερη ένταση στα υποδεέστερα οικονομικά κράτη.

Το κύριο περιεχόμενο της ΕΕ, όπως υπάρχει στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, που είναι η ηγεμονία των μονοπωλίων των ισχυρών κρατών,στο όνομα της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας έναντι των οικονομιών της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ.

Η Συνθήκη του Αμστερνταμ

Πληθωρισμός προσδοκιών δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της Διακυβερνητικής, η οποία ολοκληρώθηκε με τη Σύνοδο Κορυφής του Αμστερνταμ και την έγκριση της ομώνυμης Συνθήκης. Οι ηγεμονεύουσες δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κυρίως η Γερμανία υπολόγιζαν ότι με αυτή τη Συνθήκη θα έλυναν το «Γόρδιο Δεσμό» της «θεσμικής μεταρρύθμισης», με τη δημιουργία του πολιτικού «Διευθυντηρίου» της ΕΕ. Ομως, οι έντονες αντιθέσεις που εμφανίστηκαν κατά τη διάρκεια της Διακυβερνητικής υποχρέωσαν τους ιθύνοντες να μην προχωρήσουν τότε ολοκληρωμένα στη «θεσμική μεταρρύθμιση». Ετσι στη Συνθήκη του Αμστερνταμ κυριάρχησε το «Σύμφωνο σταθερότητας της οικονομίας», με το οποίο καθορίζονται οι υποχρεώσεις των κρατών - μελών εντός της «Ζώνης ευρώ». Αν μέχρι τότε, το «Πρόγραμμα Σύγκλισης» ήταν το τίμημα που έπρεπε να πληρώσουν οι εργαζόμενοι για την ένταξη στη «Ζώνη ευρώ», το τίμημα που θα πληρώνουν για την παραμονή της χώρας τους στη «Ζώνη» θα είναι το «Σύμφωνο σταθερότητας». Το δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει τη Συνθήκη του Αμστερνταμ είναι η απόφαση για τη «διευρυμένη συνεργασία», με την οποία δίνεται η δυνατότητα σε μια ομάδα κρατών «που μπορούν και επιθυμούν» να προχωρούν στη χάραξη και την υλοποίηση μιας πολιτικής ερήμην των υπολοίπων. Με τη «διευρυμένη συνεργασία» δίνεται, ουσιαστικά, το «πράσινο φως» για τη δημιουργία του «σκληρού πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στον οποίο θα μετέχουν τα μεγαλύτερα κράτη - μέλη.

Στην ίδια Σύνοδο αποφασίστηκε η «Συνθήκη Σένγκεν», να αποτελεί οργανικό τμήμα της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Με τη Συνθήκη Σένγκεν δημιουργείται ένας εφιαλτικός μηχανισμός, ο οποίος θα συγκεντρώνει και θα καταχωρίζει πληροφορίες για τα πάντα που αφορούν τη ζωή και τη δράση των εργαζομένων όλων των κρατών - μελών της ΕΕ. Το βασικό χαρακτηριστικό της είναι η ανατροπή ενός θεμελιακού αξιώματος, του τεκμηρίου της αθωότητας αφού, όλοι οι πολίτες θεωρούνται εν δυνάμει ένοχοι και εναπόκειται στους ίδιους να αποδείξουν την αθωότητά τους.

Οι προτάσεις που δε συζητήθηκαν στο Αμστερνταμ, συζητήθηκαν στη Σύνοδο της Νίκαιας, το Δεκέμβρη του 2000.

Η Σύνοδος αυτή αποκάλυψε πολλές και μεγάλες αντιθέσεις, ανταγωνισμούς και συγκρούσεις. Πολλές από αυτές ήταν γνωστές και από το παρελθόν, όμως η έντασή τους στη Νίκαια ήταν πρωτόγνωρη. Αντιθέσεις μεταξύ «μεγάλων» και «μικρών», αντιθέσεις μεταξύ των «μεγάλων», αντιθέσεις ακόμη και μεταξύ των «μικρών». Τα άθλια παζάρια για το μοίρασμα των ψήφων και των μεριδίων της εξουσίας, οι συναλλαγές στο προσκήνιο και το παρασκήνιο μπορεί να έφεραν ένα αποτέλεσμα, για το οποίο όμως κανείς από τους «δεκαπέντε» δεν είναι ευχαριστημένος. Οσον αφορά στους παράγοντες που πίεσαν για έναν τέτοιο συμβιβασμό, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο σημαντικότερος δεν ήταν τόσο το «κοινό συμφέρον», όσο ο «κοινός εχθρός», οι εργαζόμενοι και τα πλατύτερα λαϊκά στρώματα στα κράτη - μέλη, αλλά και στις υποψήφιες χώρες.

Ετσι η αντίθεση, που κυριαρχεί, καθορίζει και επικαθορίζεται από τις εξελίξεις και τις επιμέρους αντιθέσεις, είναι η ταξική αντίθεση. Οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου, η κινητήρια δύναμη της πορείας της ευρωπαϊκής οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, αντιλαμβάνονται ότι η προώθηση των συμφερόντων τους και των στρατηγικών τους επιδιώξεων περνά μέσα από αυτήν την αντιπαράθεση.

Ατζέντα 2000

Η «Ατζέντα 2000» είναι η απόφαση των δεκαπέντε ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το Μάρτη του 1999 στο Βερολίνο, που αφορά στη διεύρυνση με άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κυρίως απο τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, και στη χρηματοδότηση του Κοινοτικού Προϋπολογισμού από τα κράτη - μέλη, λόγω διεύρυνσης. Το ευρωπαϊκό μονοπωλιακό κεφάλαιο, προσδοκά μεγάλα οφέλη απ'αυτές τις χώρες, αφού υπάρχει σ'αυτές βιομηχανική υποδομή, φτηνό ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, ενώ ήδη έχουν γίνει επενδύσεις κυρίως απο τη Γερμανία. Στην Ατζέντα περιλαμβάνονται και τα μέτρα για την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής. Οσον αφορά στον προϋπολογισμό της ΕΕ, οι «δεκαπέντε» υπό την πίεση κυρίως της Γερμανίας αποφάσισαν την ανακατανομή των ποσοστών συμμετοχής των κρατών - μελών. Ετσι στο πλαίσιο αυτής της ανακατανομής θα περιοριστεί η συμμετοχή της Γερμανίας, η οποία είναι και ο βασικός «αιμοδότης» του προϋπολογισμού. Ταυτόχρονα μέσα στα επόμενα χρόνια θα περιορίζονται σταδιακά μέχρι να καταργηθούν τα κονδύλια προς τις ασθενέστερες χώρες - μέλη. Ετσι αποφασίστηκε η κατάργηση του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης, αφού το τελευταίο θα είναι το τρέχον «πακέτο Πρόντι». Τέλος όσον αφορά στην Κοινή Αγροτική Πολιτική, αποφασίστηκε η μεγάλη μείωση των διαθέσιμων κονδυλίων, ώστε μέσα σε έξι χρόνια, να έχει ουσιαστικά καταργηθεί. Με την «Ατζέντα 2000» η Ελλάδα, όπως και οι άλλες μικρότερες χώρες της ΕΕ, υφίσταται πλήγμα, ενώ όσον αφορά την Αγροτική Πολιτική θα είναι η χαριστική βολή για την ελληνική παραγωγή.


«Λευκή Βίβλος»: Το αντεργατικό «λεπίδι» του ευρωπαϊκού κεφαλαίου

Οι «μηχανές» του κεφαλαίου, για την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, είχαν μπει μπροστά. Η «Λευκή Βίβλος» αποτέλεσε ένα βασικό εργαλείο για την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και σημαδεύει τις πολιτικές που εφαρμόζονται.

Οι τρεις «μαγικές» λέξεις αυτής της αντεργατικής «Βίβλου» είναι το τρίπτυχο «Ανταγωνιστικότητα - Ανάπτυξη - Απασχόληση». Για τους αφελείς, το σχήμα λειτουργεί ως εξής: Η ανταγωνιστικότητα βελτιώνει τη λειτουργία των επιχειρήσεων, βελτιώνει τις αγορές και τα οικονομικά δεδομένα. Οδηγεί με τη σειρά της στην ανάπτυξη η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση της απασχόλησης και σε μείωση της ανεργίας.

Η «ανταγωνιστικότητα» όμως έγινε μαστίγιο και καρότο για τον περιορισμό των εργατικών δικαιωμάτων. Η «ανάπτυξη» τίναξε στα ύψη τους δείκτες κερδών. Η «απασχόληση» δεν περιόρισε την ανεργία όπου και όταν επιτεύχθηκε, αφού η μερική απασχόληση και η υποαπασχόληση ήρθαν να αντικαταστήσουν την έννοια της σταθερής απασχόλησης με πλήρη δικαιώματα και σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο. Η ανεργία αυξάνεται και η «απασχολησιμότητα», η «ευελιξία», η «ελαστικότητα», υπονομεύουν την έννοια της εργασίας, οδήγησαν στην αναπροσαρμογή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και συνακόλουθα στην αναπροσαρμογή των σχέσεων της μισθωτής εργασίας.

Ανατροπή της πλήρους και σταθερής απασχόλησης

Η πρώτη δεκαετία από την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ ήταν η δεκαετία των «κοινωνικοποιήσεων» από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, των «προβληματικών επιχειρήσεων», του κλεισίματος μεγάλων παραγωγικών μονάδων, κυρίως στο τέλος της, κατά τη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Οι πρώτες νομοθετικές ρυθμίσεις για το συνδικαλιστικό κίνημα, τις εργασιακές σχέσεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας δημιουργούν θετικές εντυπώσεις, που γρήγορα ανατρέπονται, μέχρι που φτάνουμε στις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, με το πάγωμα των μισθών και πολλά ακόμη. Είναι η εποχή της αύξησης του φασόν, της ανάπτυξης των συμβάσεων έργου και ορισμένου χρόνου, της επέκτασης των εργολαβιών σε όλο και πιο σημαντικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων.

Η ΕΟΚ προσπαθεί να χαράξει την πορεία της, αντιμετωπίζει ωστόσο έντονες εσωτερικές αντιθέσεις, τις οποίες και ξεπερνά τη δεκαετία του '90. Η «Λευκή Βίβλος» συντάσσεται και αρχίζει να γίνεται πράξη.

Η κυβέρνηση της ΝΔ θεσπίζει τη μερική απασχόληση. Είναι το πρώτο έμμεσο πλήγμα στο 8ωρο και γενικά στην πλήρη απασχόληση. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, απόλυτα ταυτισμένη με αυτή της ΝΔ, προχωρά σε ένα νομοθετικό έργο που ενισχύει όλο και περισσότερο την «ευελιξία», που η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα όργανά της επιθυμούν, ικανοποιώντας έτσι τις επιταγές του κεφαλαίου στις νέες συνθήκες της τελευταίας δεκαετίας του αιώνα και της χιλιετίας.

Εφαρμόζοντας αυτή την πολιτική, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι υπεύθυνη για πολλά αντεργατικά μέτρα που έχουν θεσμοθετηθεί και πολιτικές που εφαρμόζονται. Κύριοι άξονες της πολιτικής της είναι η «ευελιξία» των εργασιακών σχέσεων και ειδικότερα του ωραρίου εργασίας, η «κινητικότητα» εργαζομένων, η «απασχολησιμότητα». Τα μέτρα που παίρνει, για να εξυπηρετήσει αυτούς τους άξονες, είναι πολλά και πολλές φορές λειτουργούν συνδυαστικά: Μερική απασχόληση. «Διευθέτηση του χρόνου εργασίας». Κατάργηση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών (στα πλαίσια των Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης) ή μείωσή τους. Αύξηση της δυνατότητας απολύσεων. Συνδικαλιστικοί περιορισμοί. Εξαιρέσεις από την κυριακάτικη αργία, με όλο και πιο χαλαρούς όρους. Απελευθέρωση των ωραρίων λειτουργίας στο εμπόριο και αποδέσμευση από το ωράριο εργασίας (άρχισε με την κυβέρνηση της ΝΔ). Ανοχή - και σύντομα θεσμοθέτηση - απέναντι στην «ενοικίαση» εργαζομένων. Συρρίκνωση των κοινωνικών επιδομάτων και της επιδότησης της ανεργίας. Θέσπιση της «διά βίου μάθησης», όχι ως μέσου βελτίωσης των δεξιοτήτων ενός εργαζόμενου, αλλά ως εργαλείου καταναγκαστικής αλλαγής της επαγγελματικής του επιλογής και διατήρησης της ημιμάθειάς του. Ενίσχυση της «κοινωνικής απασχόλησης», μέσα από προγράμματα που στηρίζουν μη παραγωγικές εργασίες. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα μέτρα που έχει πάρει.

Να θυμίσουμε ότι: Πρόσφατα επέτρεψε η μερική απασχόληση να είναι και λιγότερη από τέσσερις ώρες. Τη διεύρυνε στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και αναμένεται να την κάνει πράξη και στο δημόσιο. Εφαρμόζει προγράμματα επιδότησης εργοδοτών για να προσλαμβάνουν εργαζόμενους με μερική απασχόληση.

Επίσης: Κατάργησε εμμέσως το 8ωρο, με τη δυνατότητα που δίνει για σύναψη συμφωνιών στα πλαίσια της «διευθέτησης του χρόνου εργασίας», όπου ένας εργαζόμενος μπορεί να εξαναγκαστεί να εργάζεται μέχρι και 12 ώρες κάθε μέρα, ενώ δε θα αμείβεται καθόλου υπερωριακά.

Η «χαριστική βολή» ήρθε με μια αποκάλυψη που γκρέμισε το μύθο της πλήρους απασχόλησης. Τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση διακήρυττε σε όλους τους τόνους, και ακόμη το κάνει, ότι σκοπός της είναι η πλήρης απασχόληση. Η διάσταση λόγων και έργων, όπου προωθείται κάθε τι πιο «ευέλικτο», δημιουργούσε σύγχυση. Πρόσφατα, η Κοινοτική επίτροπος Α. Διαμαντοπούλου αποκάλυψε ότι «πλήρης απασχόληση» για την Ευρωπαϊκή Ενωση δε σημαίνει 8ωρο και σταθερή εργασία - όπως όλοι γνωρίζαμε - αλλά «δουλιά για όλους», δουλιά ακόμη και μιας ώρας τη μέρα!

Βεβαίως, οι άνεργοι στους οποίους δήθεν θέλουν να εξασφαλίσουν δουλιά με τα αντεργατικά μέτρα, το 1981 στην τότε ΕΟΚ ήταν 6 εκατομμύρια, σήμερα όμως ξεπερνούν τα 20 εκατομμύρια, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό των ανέργων ήταν το 1981 2,1%, ενώ σήμερα το επίσημα καταγεγραμμένο είναι 11,7%, αλλά το πραγματικό ξεπερνά το 12,5%.

...και της κοινωνικής ασφάλισης

Ανάλογη πορεία είχε και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης κυρίως από τις αρχές της 10ετίας του '90 και μετά, στο όνομα των κινδύνων βιωσιμότητας των ταμείων. Ετσι η τότε κυβέρνηση της ΝΔ, άνοιξε το δρόμο των ανατροπών, ψηφίζοντας το νόμο 2084/92, που προβλέπει: Θεσμοθέτηση του ειδικού καθεστώτος για τους ασφαλιζόμενους απ' την 1.1.1993. Οριο ηλικίας για τους άνδρες και τις γυναίκες το 65ο έτος. Ελάχιστος χρόνος ασφάλισης 15 χρόνια. Βάση υπολογισμού της σύνταξης οι αποδοχές της τελευταίας πενταετίας, χωρίς δώρα εορτών. Σύνταξη κύρια για 35 χρόνια ασφάλισης, το 60% των συντάξιμων αποδοχών και επικουρική σύνταξη το 20%. Για να έρθει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1998 με το «μίνι ασφαλιστικό» να ξεκινήσει συγχωνεύσεις ταμείων και να αντιμετωπίσει τα χρέη απο εργοδοτικές εισφορές, (χαριστικές ρυθμίσεις αφού ουσιαστικά γίνονται άτοκα). Σήμερα προετοιμάζουν την καθιέρωση του τριφασικού συστήματος, δηλαδή μιας εθνικής σύνταξης επιδοματικού χαρακτήρα, μιας επικουρικής με ανταποδοτικό χαρακτήρα και μιας ιδιωτικής για όσους ασφαλιστούν σε ιδιωτική εταιρία. Μόνο που οι ιδιωτικές εταιρίες έχουν έτοιμα πακέτα και για τη διαχείριση των επικουρικών συντάξεων.


Καμποτάζ και ανεργία ναυτεργατών

Το ζήτημα της «απελευθέρωσης» των εσωτερικών θαλάσσιων μεταφορών μπήκε στα πλαίσια της Κοινής Ναυτιλιακής Πολιτικής, που θεμελιώθηκε το 1986. Βασικός σκοπός της η υλοποίηση των εντολών του εφοπλιστικού κεφαλαίου για την ακόμα μεγαλύτερη αύξηση των κερδών του, θυσιάζοντας κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας και το δικαίωμα εργασίας! Εκδόθηκε ο Κανονισμός 3577/92 με τον οποίο καταργείται το Καμποτάζ, το δικαίωμα δηλαδή εκμετάλλευσης των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών από πλοία ελληνικής σημαίας και ελληνικής πλοιοκτησίας, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας.

Εκατοντάδες ναυτεργάτες και επιβάτες έχουν πληρώσει με τη ζωή τους την πορεία προς την απελευθέρωση και τον «υγιή ανταγωνισμό». Χιλιάδες ναυτεργάτες πετάχτηκαν από τα καράβια για την αύξηση των κερδών του εφοπλιστικού κεφαλαίου. Η κυβέρνηση αποφάσισε την επιτάχυνση της πορείας προς την«απελευθέρωση». Ετσι, ενώ η ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού είχε καθοριστεί για τις ακτοπλοϊκές μεταφορές την 1η Γενάρη του 2004, η κυβέρνηση αποφάσισε την εφαρμογή του 3577/92 το 2002!

Ηδη, την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Χρ. Παπουτσής έδωσε στη δημοσιότητα το σχέδιο νόμου για την «ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στις θαλάσσιες ενδομεταφορές», η ψήφιση του οποίου θα επιφέρει τεράστιες συνέπειες. Θα «αλωνίζουν» πλέον στις ελληνικές θάλασσες ξένες ναυτιλιακές εταιρίες.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ