ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Απρίλη 2018
Σελ. /24
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
«Αλλαγή της εργασίας» με περισσότερη ευελιξία

Οι εργασιακές σχέσεις και η εξωτερική πολιτική βρέθηκαν στο επίκεντρο του υπουργικού συμβουλίου

Η Αγκ. Μέρκελ με τον γγ του ΝΑΤΟ και την υπουργό Αμυνας, στο παλάτι Μέζεμπεργκ όπου συνεδρίασε η κυβέρνηση

The Associated Press

Η Αγκ. Μέρκελ με τον γγ του ΝΑΤΟ και την υπουργό Αμυνας, στο παλάτι Μέζεμπεργκ όπου συνεδρίασε η κυβέρνηση
ΒΕΡΟΛΙΝΟ.--

Με επίκεντρο τη μεγαλύτερη ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις και θέματα εξωτερικής πολιτικής διεξήχθησαν χτες και προχτές οι διαβουλεύσεις της νεοσυσταθείσας γερμανικής κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Τη συμβολή τους στις νέες αντιλαϊκές μεθοδεύσεις και τη μεγαλύτερη εμπλοκή της Γερμανίας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς είχαν ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εργοδοτών (BDA), Ινγκο Κράμερ, ο πρόεδρος της Γερμανικής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων, Ράινερ Χόφμαν, ο γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, που συμμετείχαν στο υπουργικό συμβούλιο ως προσκεκλημένοι.

Χαρακτηριστικά, η γερμανική κυβέρνηση κάνει λόγο για «αλλαγή της εργασίας». «Ολοι γνωρίζουμε ότι τα επόμενα χρόνια η ψηφιοποίηση φέρνει νέες εργασιακές σχέσεις», είπε ο υπουργός Εργασίας, Χούμπερτους Χάιλ (SPD). Πρόκειται για αλλαγές όπως η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου με κατάργηση του 8ωρου, διατήρηση του 48ωρου σε εβδομαδιαία βάση και μείωση των ωρών ανάπαυσης μεταξύ δυο βαρδιών από 11 σε 9 ώρες, που ζητούν επίμονα οι επιχειρηματίες και μεγαλοεργοδότες.

«Απαιτούμε εμφατικά μια θεμελιώδη επικαιροποίηση του νόμου για τις ώρες εργασίας», δήλωσε λίγες μέρες πριν από το υπουργικό συμβούλιο ο Ινγκο Κράμερ, προσθέτοντας: «Οι αυστηροί κανονισμοί του νόμου περί ωρών εργασίας σχετικά με τις μέγιστες ημερήσιες ώρες εργασίας και τις περιόδους ανάπαυσης δεν ανταποκρίνονται πλέον στην επιχειρηματική πραγματικότητα και στον διεθνή ανταγωνισμό που οδηγείται από την παγκοσμιοποίηση και την ψηφιοποίηση».

Ο επικεφαλής του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, Ρ. Χόφμαν, κάλεσε την κυβέρνηση να νομοθετήσει άμεσα το «δικαίωμα επιστροφής από μερική απασχόληση σε πλήρη» από τη σκοπιά της πλήρους προσαρμογής της εργασίας στις ανάγκες των επιχειρήσεων: «Για τις επιχειρήσεις που διαμαρτύρονται για την έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων (σ.σ. οι κενές θέσεις υπολογίζονται σε 1,2 εκατ.), αυτό το δικαίωμα είναι ένας τρόπος να καταπολεμηθούν αυτά τα κενά: Περίπου 1,1 εκατ. γυναίκες και 420.000 άνδρες εργάζονται με μερική απασχόληση και επιθυμούν να εργάζονται με πλήρη», δήλωσε. Παράλληλα, τα γερμανικά συνδικάτα υποστηρίζουν και προωθούν τη μεγαλύτερη ευελιξία του χρόνου εργασίας, με πρόσφατο παράδειγμα τη ΣΣΕ που υπέγραψε το συνδικάτο Μετάλλου IG Metall, για «εθελοντική» ημιαπασχόληση 28 ωρών τη βδομάδα έως και δυο χρόνια, για εργαζόμενους που έχουν να φροντίζουν μικρά παιδιά, ηλικιωμένους ή ασθενείς, υπό το βάρος της έλλειψης επαρκών και δωρεάν δομών και υπηρεσιών Πρόνοιας και Υγείας.

Επίσης, συζητήθηκαν ζητήματα ευρωπαϊκής πολιτικής και η διεθνής κατάσταση, με τον γγ του ΝΑΤΟ να δίνει διάλεξη για το μέλλον του ΝΑΤΟ, ενώ ο πρόεδρος της Κομισιόν μίλησε για το «ρόλο της ΕΕ στον κόσμο».

Τέλος, αποφασίστηκε η συνέχιση των γερμανικών αποστολών στο Μάλι και στις ακτές της Σομαλίας.

ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Δεδομένη η μισθολογική ανισότητα σε βάρος των γυναικών

ΛΟΝΔΙΝΟ.--

Σημαντικές μισθολογικές ανισότητες σε βάρος των εργαζόμενων γυναικών εφαρμόζουν 9 στα 10 βρετανικά και ξένα μονοπώλια στο Ηνωμένο Βασίλειο, με την ανοχή κυβερνήσεων και με την ενθάρρυνση της αστικής τάξης σε βάθος δεκαετιών.

Τα στοιχεία αποκαλύφθηκαν πρόσφατα από το βρετανικό υπουργείο Εσωτερικών, που ζήτησε από τις επιχειρήσεις κάθε τομέα δραστηριότητας με προσωπικό άνω των 250 ατόμων να δημοσιοποιήσουν τις διαφορές στους μισθούς μεταξύ ανδρών και γυναικών που απασχολούν. Το 92% περίπου 10.000 επιχειρήσεων παραδέχεται την ύπαρξη μισθολογικών διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών, όπου το 78% των διαφορών είναι υπέρ των ανδρών και το 14% υπέρ των γυναικών. Το ρεκόρ στις άνισες αμοιβές φαίνεται πως διατηρεί η ιρλανδική αεροπορική εταιρεία «Ryanair», καθώς αποκαλύφθηκε ότι οι γυναίκες υπάλληλοι πληρώνονται κατά μέσο όρο 71,8% λιγότερο από τους άνδρες εργαζόμενους. Ο τραπεζικός τομέας παρουσιάζει και αυτός ανισότητα στους μισθούς ανδρών και γυναικών, με τις μεγαλύτερες ανισότητες να καταγράφονται στα χρηματοπιστωτικά μονοπώλια RBS, «Lloyds», «Barclays» και HSBC.

Ορισμένες μεγάλες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στο χώρο της εστίασης δηλώνουν «απόλυτη ισότητα» στους μισθούς μεταξύ των δύο φύλων. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν χρήζουν μεγαλύτερης ανάλυσης, καθώς δεν δείχνουν με την πρώτη ματιά μία ακριβή εικόνα για τις μισθολογικές ανισότητες ανδρών και γυναικών, αφού η διαφορά στους μισθούς μετράται υπολογίζοντας το μέσο όρο των ωριαίων αποδοχών των υπαλλήλων κάθε φύλου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το είδος της θέσης που κατέχει ο κάθε εργαζόμενος ή η αρχαιότητά του. Η βρετανική κυβέρνηση δεν ζήτησε τη δημοσιοποίηση των μισθολογικών διαφορών στις ίδιες θέσεις.

Ερευνα για το «γερμανικό θαύμα» με ξεκάθαρες σκοπιμότητες

Ερευνα της λεγομένης ομάδας «Ερευνώντας την Ευρώπη» (Investigate Europe), που δημοσίευσαν χτες η «Εφημερίδα των Συντακτών» και άλλες ευρωπαϊκές εφημερίδες, σχετικά «με τον μύθο του γερμανικού θαύματος», είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αποπροσανατολισμού των εργαζομένων, με αξιοποίηση και υπαρκτών στοιχείων. Οι ερευνητές και άλλοι τεχνοκράτες (οικονομολόγοι κ.λπ.) εξάγουν ως βασικό συμπέρασμα ότι η λεγόμενη «Ατζέντα 2010» που εφάρμοσε το 2003 ο σοσιαλδημοκράτης πρώην καγκελάριος Γκ. Σρέντερ και ειδικά η «μεταρρύθμιση» των εργασιακών σχέσεων, με τη θεσμοθέτηση της ελαστικής και επισφαλούς απασχόλησης του νόμου «Xάρτς 4» - όπως έγινε γνωστός - με τα mini-jobs, είναι λάθος να θεωρείται η αιτία της επιτυχίας της γερμανικής ανάκαμψης. Ετσι, λένε ότι πιο αποτελεσματικά λειτούργησε όχι η «εξωτερική ευελιξία» αλλά η «εσωτερική», δηλαδή η συνεννόηση εργοδοσίας και συνδικάτων εργαζομένων που «περιόρισε την απώλεια θέσεων εργασίας» και σε συνδυασμό με τον «εξαγωγικό χαρακτήρα της γερμανικής οικονομίας έφερε αποτελέσματα».

Οι ερευνητές και τεχνοκράτες επικρίνουν το μοντέλο της «ευελιξίας» που υιοθέτησαν οι νεοφιλελεύθεροι και έγινε μοντέλο για την ΕΕ (ξεκίνησε, λένε, από τον σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ και προχώρησε από τους νεοφιλελεύθερους Μέρκελ και Σόιμπλε), ενώ προτείνουν να δοθεί βάρος στην «κοινωνική συνεννόηση», δηλαδή στην ταξική συνεργασία. Κατά τ' άλλα μιλάνε για την αύξηση της φτώχειας, με υπαρκτά στοιχεία που δεν αφορούν μόνο τους επισφαλείς υποαπασχολούμενους εργαζόμενους αλλά και τους πολλούς χαμηλόμισθους ή αυτούς που δουλεύουν σε πολλές κακοπληρωμένες δουλειές για να επιβιώσουν. Δηλαδή, αναφέρεται ότι «το 2016, 4,8 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία ζούσαν αποκλειστικά από τα mini-jobs. Αλλο ένα 1,5 εκατομμύριο εργάζονται παρά τη θέλησή τους παρτ τάιμ. 1 εκατομμύριο συμβασιούχοι και περισσότεροι από 2 εκατομμύρια αυτοαπασχολούμενοι δουλεύουν λιγότερο απ' όσο θα ήθελαν», ενώ η περιθωριοποίηση αφορά και σημαντικό μέρος όσων εργάζονται με πλήρες ωράριο, που έχουν μικρότερες αποδοχές από ό,τι στους αντίστοιχους κλάδους πριν από 20 χρόνια.

Επί της ουσίας, αυτό που συνέβη στη Γερμανία και στην ΕΕ - και κρύβουν συνειδητά οι ερευνητές και η εφημερίδα - είναι ότι εφαρμόστηκαν μέτρα για την κερδοφορία του κεφαλαίου με αύξηση της βαθμού εκμετάλλευσης. Την κερδοφορία αυτή εξυπηρέτησαν και το τσάκισμα των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων, και το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας σε δύο ή και περισσότερους υποαπασχολούμενους, και ο εργοδοτικός κυβερνητικός συνδικαλισμός που προωθεί την ταξική συνεργασία και συναίνεση. Ολα αυτά δεν μπορεί να τα βλέπουμε αποσπασματικά, γιατί αποτελούν ενιαίο πακέτο και εντάσσονται στην ίδια ταξική στρατηγική υπέρ του κεφαλαίου. Οποιος τα εμφανίζει αποκομμένα - όπως κάνει η έρευνα - έχει άλλες σκοπιμότητες. Οπως το να αποδίδει την κρίση του καπιταλιστικού συστήματος στην «κακή διαχείριση» ή στην επιλογή του «μείγματος», στα χρηματιστήρια, στις «φούσκες» κ.α. Για να κρυφτεί το κύριο, ότι είναι περιοδική κρίση, υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και παραγωγής, απότοκο της άναρχης καπιταλιστικής ανάπτυξης, την οποία πάντα πληρώνουν οι εργαζόμενοι και πάντα η όποια επανάκαμψη των κεφαλαιοκρατών βρίσκει τους εργάτες με κουτσουρεμένα δικαιώματα, βήματα πίσω από προηγούμενες κατακτήσεις, πολύ μακριά από τις ανάγκες τους και τις τεράστιες δυνατότητες της εποχής. Από εκεί προκύπτει και η ανάγκη η εργατική τάξη συνολικά, με δυνάμωμα της ταξικής πάλης, να διεκδικήσει όλο τον πλούτο που αυτή παράγει και να ανατρέψει την εξουσία των αστών, που της τον στερεί. Με την οικοδόμηση της δικής της εξουσίας, που θα θέτει την οικονομία και την παραγωγή στην υπηρεσία των σύγχρονων και διευρυμένων λαϊκών αναγκών.


Δ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ