Κατάθεση στεφάνων στο Σύνταγμα από την ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ
12 Οκτώβρη 1944: H γερμανική σημαία κατεβαίνει από την Ακρόπολη και το νέο διαδίδεται αμέσως. Ο λαός της πρωτεύουσας, από τις συνοικίες, τα εργοστάσια, τα σχολεία, τα υπουργεία, τα καταστήματα ξεχύνεται στους αθηναϊκούς δρόμους, ζητωκραυγάζοντας για την απελευθέρωσή του.
Ολο το κέντρο γεμίζει από κόσμο, η λαοθάλασσα πλημμυρίζει την πλατεία Συντάγματος, τις οδούς Πανεπιστημίου, Σταδίου, Ακαδημίας, το Ζάππειο, την πλατεία Ομονοίας.
«ΛΕΥΤΕΡΙΑ! ΛΕΥΤΕΡΙΑ! Η ΑΘΗΝΑ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ», γράφει ο «Ριζοσπάστης» την επόμενη μέρα. Στο ρεπορτάζ της εφημερίδας αναφέρεται: «Χάθηκε το βρωμερό κουρέλι του Φασισμού απ' την Ακρόπολη (...). Η μπαρουτοκαπνισμένη Αθήνα, που γνώρισε την πείνα και το βόλι του κατακτητή, το στιλέτο του προδότη (...) ξεχύθηκε ζωντανή ανθρωποθάλασσα να διαλαλήσει τη Νίκη της (...). Διαδηλώσεις που πρώτη φορά βλέπει η Αθήνα ξεχύνονται από παντού. Απ' το Σύνταγμα ως την Ομόνοια (...). Και πάνω απ' όλα μια φωνή που αγκαλιάζει όλη την Αθήνα (...): Ε-Α-Μ! Ε-Α-Μ!».
Τιμώντας τη μεγάλη επέτειο, η Πανελλήνια Ενωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας διοργάνωσε εκδήλωση το πρωί του Σαββάτου στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, παρουσία πολλών αντιστασιακών.
Στην εκδήλωση μίλησε ο Γρηγόρης Τουγλίδης, αντιπρόεδρος της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ, ο οποίος αναφέρθηκε στη δράση του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ την περίοδο της Κατοχής. Παράλληλα, κατήγγειλε το αντικομμουνιστικό κοινό ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου και τη Συμφωνία με τις ΗΠΑ για τις στρατιωτικές βάσεις. Επίσης, η ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ εξέδωσε ψήφισμα ενάντια στην τουρκική εισβολή στη Συρία.
Μετά την ομιλία, κατέθεσαν στεφάνια εκπρόσωποι της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ, της Πανελλήνιας Ενωσης Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (ΠΕΚΑΜ), του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967 - 1974 (ΣΦΕΑ) και της Πανελλήνιας Ενωσης Αγωνιστών και Φίλων της ΕΠΟΝ (ΠΕΑΦΕ).
Ιστορικός περίπατος με αφορμή την επέτειο της Απελευθέρωσης
Την ξενάγηση έκανε η Νατάσα Αβραμίδου, φιλόλογος, η οποία ανέδειξε το τεράστιο κατόρθωμα της ασίγαστης πάλης με όλες τις μορφές, και βασικά την ένοπλη, κατά της ναζιστικής κατοχής από τους Γερμανούς ιμπεριαλιστές και τους συμμάχους τους, Ιταλούς και Βούλγαρους, που ήταν έργο των λαϊκών δυνάμεων, με επικεφαλής το ΚΚΕ.
Η εκκίνηση έγινε από την οδό Μέρλιν 6, όπου βρισκόταν το κολαστήριο της Γκεστάπο από το 1941 μέχρι το 1944, και τελευταίος σταθμός ήταν στην οδό Κοραή 4, όπου βρίσκονταν επίσης κρατητήρια της Γκεστάπο, ενώ μετά την Απελευθέρωση μέχρι τον Δεκέμβρη του '44 στεγάζονταν τα γραφεία του ΕΑΜ. Στο ενδιάμεσο οι συμμετέχοντες πέρασαν από πολλά σημεία του κέντρου της Αθήνας, κάνοντας αναφορές και μαθαίνοντας πλευρές της Ιστορίας της περιόδου. Μίλησαν για τη δράση των κατακτητών και των ντόπιων συνεργατών τους, όπως το πογκρόμ των ταγματασφαλιτών ενάντια στους 15.000 ανάπηρους του ελληνοϊταλικού πολέμου, τα καζίνο και τα καμπαρέ που λειτουργούσαν με άδεια της Γκεστάπο και αποτελούσαν σφηκοφωλιά των συνεργατών των ναζί. Μίλησαν ακόμα για τον λιμό του χειμώνα 1941-1942, την πρώτη απεργία στην Κατοχή τον Απρίλη του 1942 από τους υπαλλήλους της Τηλεφωνικής Εταιρείας, των τηλεγραφείων και των ταχυδρομείων, τις μεγάλες διαδηλώσεις ενάντια στην επέκταση της βουλγαρικής κατοχής, όπου έπεσαν νεκρές οι Παναγιώτα Σταθοπούλου, Κούλα Λίλη και Ολγα Μπακόλα, αλλά και τη μάχη του Δεκέμβρη του 1944 από τον ΕΛΑΣ της Αθήνας ενάντια στους Αγγλους κατακτητές.
Στο πλαίσιο του περιπάτου, έγινε κάλεσμα στους εκπαιδευτικούς να συνεχίσουν αυτήν τη συζήτηση μέσα στα σχολεία και με αφορμή τις ιστορικές επετείους του επόμενου διαστήματος, να απαντήσουν στη διαστρέβλωση και αναθεώρηση της ιστορικής αλήθειας, να οδηγήσουν τους μαθητές να γνωρίσουν την αλήθεια.
Την κεντρική ομιλία στη συγκέντρωση έκανε ο Κυριάκος Ιωαννίδης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο πρόεδρος του Παραρτήματος της ΠΕΑΕΑ - ΔΣΕ, Λευτέρης Καλογιαννίδης.
Το «παρών» έδωσαν ο Βαγγέλης Μαρούπας, μέλος της ΚΕ και Γραμματέας της ΤΕ Πειραιά του ΚΚΕ, και η Διαμάντω Μανωλάκου, μέλος της ΚΕ και βουλευτής του Κόμματος. Επίσης ο δήμαρχος Κερατσινίου - Δραπετσώνας Χρήστος Βρεττάκος.
Στεφάνια στο μνημείο κατέθεσαν εκ μέρους του ΚΚΕ ο Β. Μαρούπας και εκ μέρους της ΚΝΕ ο Γιώργος Τσουγκεράκης, στέλεχος της Οργάνωσης. Επίσης, στεφάνια κατέθεσαν Παραρτήματα της ΠΕΑΕΑ του Πειραιά, ο δήμαρχος, καθώς και σύλλογοι και φορείς της περιοχής. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με το συγκλονιστικό προσκλητήριο νεκρών, στον τόπο της θυσίας των ηρώων μαχητών του ΕΛΑΣ.
Τα ξημερώματα της 13ης Οκτώβρη, και ενώ στο κέντρο της Αθήνας ο λαός γιορτάζει την απελευθέρωσή του, οι Γερμανοί ανατινάζουν τα καζάνια της ΣΕΛ και κατευθύνονται προς την Ηλεκτρική και τους Μύλους Αγ. Γεωργίου, με σκοπό την ανατίναξή τους. Οταν είναι σε μικρή απόσταση, αναλαμβάνουν ρόλο οι μαχητές του ΕΛΑΣ, που με τα πυρά τους τους καθηλώνουν. Μετά από τρίωρη μάχη, ο ΕΛΑΣ επικρατεί, αποτρέποντας τον κίνδυνο να βυθιστεί στο σκοτάδι ολόκληρη η Αττική. Πρόκειται για μια νίκη που έσωσε όχι μόνο το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανικής ζώνης, που αφορούσε όλη την πρωτεύουσα.
Στην ομιλία του, ο Κυριάκος Ιωαννίδης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, μεταξύ άλλων επισήμανε: «Η καλύτερη τιμή στην Ιστορία μας είναι να ανταποκριθούμε, να κατοχυρώσουμε τους υψηλούς στόχους που θέτουμε για να δυναμώσουν το ΚΚΕ και η ΚΝΕ παντού.
Οι μπαρουτοκαπνισμένες γενιές του ΚΚΕ μάς έχουν παραδώσει μεγάλη αρετή και παρακαταθήκη.
Είναι όλοι αυτοί οι τίμιοι αγωνιστές της μάχης της Ηλεκτρικής, της καθημερινής πάλης για τα λαϊκά προβλήματα, που ξέρανε τις αγωνίες και τα άγχη κάθε σπιτιού σε κάθε γειτονιά. Ηταν στην πράξη λαϊκοί ηγέτες. Και κάθε πέτρα και αν σήκωνες, θα έβρισκες έναν κομμουνιστή. Ισως, λιγότερο μορφωμένο από σήμερα, αλλά ατσαλωμένο από την κορυφή ως τα νύχια. Ποτισμένο με το μικρόβιο της γνώσης και της πάλης για τα βάσανα του λαού μας.
Σε αυτόν τον δρόμο συνεχίζουμε.
Συνεχίζουμε πάντα κάτω από την ίδια σημαία, με την ίδια πάντα θέληση και αισιοδοξία.
Καμιά δύναμη δεν μπορεί και δεν θα μπορέσει να ανακόψει αυτήν τη μεγαλειώδη πορεία.
Κόντρα σε ανέμους και θύελλες, θα φτάσουμε στο τέρμα».
Ανάμεσα στο κοινό, όμως, ξεχώρισαν Ελληνες μετανάστες, που το Ντοκιμαντέρ τούς ξύπνησε αναμνήσεις και με βουρκωμένα μάτια μίλησαν για τις δικές τους ιστορίες, τους αγώνες που είχαν πάρει μέρος, άλλους συντρόφους τους, αλλά και το πώς βρέθηκαν στην Αυστραλία κυνηγημένοι από τις κατοχικές δυνάμεις και τους ντόπιους συνεργάτες τους.