ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 23 Νοέμβρη 2019 - Κυριακή 24 Νοέμβρη 2019
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
4ο «THESSALONIKI SUMMIT»
Επενδυτικά σχέδια και ανταγωνισμοί, με «προγεφύρωμα» τη Β. Ελλάδα

Οι φιλοδοξίες της αστικής τάξης και οι προϋποθέσεις για την κατοχύρωση «ηγετικού» ρόλου στην περιοχή απασχόλησαν τη φετινή σύνοδο

Οι πρωθυπουργοί Ελλάδας, Β. Μακεδονίας και ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας ήταν μεταξύ των παρευρισκομένων στη φετινή σύνοδο
Οι πρωθυπουργοί Ελλάδας, Β. Μακεδονίας και ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας ήταν μεταξύ των παρευρισκομένων στη φετινή σύνοδο
Τον κομβικό ρόλο που παίζει η Βόρεια Ελλάδα και ειδικά η Θεσσαλονίκη ως «προγεφύρωμα» επενδυτικών και στρατιωτικών σχεδίων στη Βαλκανική, στην προσπάθεια της ελληνικής αστικής τάξης, εν μέσω σκληρών ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, να επιβεβαιώσει τον «ηγετικό» της ρόλο στην περιοχή και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος από τα χρόνια της κρίσης, ανέδειξε το 4ο «Thesssaloniki Summit», που έγινε στις 14 - 15 Νοέμβρη στη Θεσσαλονίκη, υπό την αιγίδα του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ).

Σ' αυτήν τη «συνάντηση της Πολιτικής με την Οικονομία», όπως τη χαρακτήρισαν οι διοργανωτές, συμμετείχαν ο Κυρ. Μητσοτάκης μαζί με τους ομολόγους του από τη Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία, πλήθος υπουργών και κυβερνητικών στελεχών, καθηγητές πανεπιστημίων, οι πρέσβεις των ΗΠΑ, της Κίνας και της Γερμανίας, εκπρόσωποι επιχειρήσεων, τραπεζών και διαφόρων επιτελείων του κεφαλαίου από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Καθώς, λοιπόν, όπως ανέφερε στη σύνοδο ο Γ. Χατζηνικολάου, πρόεδρος του ΔΣ της Τράπεζας Πειραιώς και της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, τα «αστέρια της ελληνικής οικονομίας έχουν ευθυγραμμιστεί», ο ΣΒΕ (μέχρι πρότινος Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδας), που τα μέλη του διατηρούν κυρίως εξαγωγική δραστηριότητα, έθεσε μέσα από αυτήν τη διοργάνωση τις προϋποθέσεις για ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας στα Βαλκάνια, μετά το πλήγμα που δέχτηκε τα προηγούμενα χρόνια.

Δίνοντας το στίγμα των φιλοδοξιών κυβέρνησης - κεφαλαίου, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στ. Πέτσας, υπενθύμισε ότι η οικονομική διείσδυση της περιόδου 1999 - 2003 στη Βαλκανική κορυφώθηκε με πάνω από 17 δισ. ευρώ άμεσες ελληνικές επενδύσεις και με τις τράπεζες να καταλαμβάνουν δεσπόζουσα θέση. Υπό την πίεση της κρίσης, όμως, υπήρξε μεγάλη αναδίπλωση, με κλείσιμο καταστημάτων και πώληση των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών, εξέλιξη που συνέβαλε σημαντικά στο να βάλουν «φρένο» οι ελληνικές επιχειρήσεις στα σχέδια παραπέρα επέκτασης στην περιοχή.

Εφαλτήριο η Βόρεια Ελλάδα

Κεντρικό ρόλο στην υλοποίηση αυτών των σχεδιασμών παίζει η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Ελλάδας, εξαιτίας της πλεονεκτικής γεωγραφικής θέσης και των σημαντικών υποδομών, όπως τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και της Αλεξανδρούπολης και οι οδικοί και σιδηροδρομικοί διασυνδετήριοι άξονες, που συνιστούν «πύλη εισόδου» προς μια ραγδαία αναπτυσσόμενη αγορά, με συνολικό πληθυσμό 80 εκατομμυρίων, όπως ειπώθηκε.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, και με δεδομένο το ενδιαφέρον πολυεθνικών ομίλων είτε να εκκινήσουν, είτε να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους στην περιοχή, με το βλέμμα στραμμένο στα Βαλκάνια, στην Κεντρική και ΝΑ Ευρώπη, το ζήτημα της κρατικής στήριξης και χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων για την αναβάθμιση της παρουσίας και του ρόλου τους σ' αυτόν τον σχεδιασμό απασχόλησε μεγάλο μέρος των συζητήσεων.

Από το βήμα της συνόδου, ο υφυπουργός Μακεδονίας - Θράκης, Θ. Καράογλου, δήλωσε πως «η Μακεδονία και η Θράκη είμαστε η "πύλη" στη βαλκανική ενδοχώρα και τη ΝΑ Ευρώπη. Μπροστά μας ανοίγεται μια τεράστια αγορά, η οποία μπορεί και πρέπει να εξελιχθεί σε δυναμικό "πελάτη"». Στο ίδιο πνεύμα, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Μ. Βαρβιτσιώτης, πρόσθεσε πως η κυβερνητική πολιτική θέτει τις βάσεις για την ανάκαμψη της χώρας ως βασικού πολιτικού εταίρου και επενδυτή των κρατών της Χερσονήσου.

Στο ζήτημα αναφέρθηκε και ο Κυρ. Μητσοτάκης, λέγοντας μεταξύ άλλων πως «η Ελλάδα είναι σήμερα μεταξύ των πρώτων εμπορικών εταίρων και επενδυτών σε Αλβανία, Ρουμανία, Σερβία, Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία. Είναι εύλογο συνεπώς να υποστηρίζουμε την οικονομική συνεργασία και την ανάπτυξη, που διευκολύνεται με την αξιοποίηση των λιμένων του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης, της Ηγουμενίτσας, της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης».

Αναζητώντας το χρήμα

Προϋπόθεση, για τη στήριξη αυτών των σχεδιασμών της αστικής τάξης, αποτελεί η εξασφάλιση πηγών χρηματοδότησης, που παραμένει ζητούμενο για την κυβέρνηση και τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Σ' αυτήν την κατεύθυνση, απασχόλησε ο ρόλος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, με τον Γκ. Χαρδούβελη, υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά, να σημειώνει ότι η απόσυρση των τραπεζών από τα Βαλκάνια ήταν η «μεγαλύτερη εθνική ήττα» και τον Β. Αποστολόπουλο, πρόεδρο της Ελληνικής Ενωσης Επιχειρηματιών να προσθέτει ότι η «εμμονή στην πώληση των θυγατρικών» υπήρξε καταστροφική για την ελληνική επιχειρηματικότητα.

Ακόμα κι έτσι, με δεδομένη δηλαδή τη δυσκολία πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό, ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γ. Τσακίρης, ανέφερε στην ομιλία του πως η κυβέρνηση εξετάζει νέα, εναλλακτικά και «έξυπνα» χρηματοδοτικά εργαλεία για τη στήριξη συνολικά της επιχειρηματικότητας, όπως εγγυοδοτικά σχήματα για επιχειρηματικά δάνεια, κεφάλαια για «business angels» και νεοφυείς επιχειρήσεις, αλλά και την αξιοποίηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας.

Θυσίες σε κρίση και ανάπτυξη

Σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε κι αν είναι το κυβερνητικό σχέδιο στήριξης της επιχειρηματικότητας, το «μάρμαρο» θα το πληρώσει άμεσα ή έμμεσα ο λαός, όπως έγινε και την περίοδο της κρίσης. Αυτό επιβεβαίωσε, για παράδειγμα, η παρέμβαση του οικονομολόγου Π. Τσακλόγλου, ο οποίος είπε πως η στήριξη των επενδύσεων στα Βαλκάνια «σημαίνει κόστος για τον Ελληνα φορολογούμενο» και γι' αυτό θα πρέπει να βασιστεί σε μια ανάλυση κόστους - οφέλους, η οποία θα πείθει για τα οφέλη της χρηματοδότησης των επιχειρηματικών πλάνων από τους κρατικούς πόρους.

Αυτό επιβεβαίωσε όμως και η πρόταση του Β. Λαζαράκου, προέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, να αξιοποιηθούν ως «μοχλός εναλλακτικής χρηματοδότησης» οι αποταμιεύσεις των ασφαλιστικών ταμείων. Η πρόταση αυτή αποκτά ξεχωριστή σημασία και σημαίνει καμπανάκι κινδύνου για εργαζόμενους και συνταξιούχους, μπροστά στη νέα αντιλαϊκή μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, που στον πυρήνα της έχει την παραπέρα ιδιωτικοποίηση του συστήματος, τη ρίψη των εισφορών των ασφαλισμένων και της περιουσίας των Ταμείων στην πυρά του επενδυτικού τζόγου, που καθιστά αβέβαιη τη σύνταξη.

Ετσι, ο Β. Λαζαράκος υποστήριξε πως στα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων εντοπίζεται η «πρώτη ύλη της κεφαλαιαγοράς», ενώ υπέρ της αρπαγής των αποθεματικών, με «όχημα» και την πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ, εκφράστηκε ο γενικός διευθυντής του, Ν. Βέττας, τονίζοντας πως είναι αναγκαία μια «στροφή της δομής και της φιλοσοφίας του ασφαλιστικού συστήματος», προς την κεφαλαιοποίηση των εισφορών ώστε αυτές να κατευθύνονται σε «ενεργές επενδύσεις».

Στο επίκεντρο συγκρούσεων και κινδύνων

Ο «πανταχού παρών» Πάιατ μιλάει στη σύνοδο
Ο «πανταχού παρών» Πάιατ μιλάει στη σύνοδο
Η γεωστρατηγική σημασία της περιοχής και οι «ευκαιρίες» που ανοίγονται για το κεφάλαιο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, σε συνδυασμό με το «εύφορο έδαφος» που διαμορφώνει η κυβέρνηση για τους επιχειρηματικούς ομίλους, προσελκύουν το ενδιαφέρον ανταγωνιστικών ιμπεριαλιστικών κέντρων για τη Βόρεια Ελλάδα και διαμορφώνουν προϋποθέσεις για παραπέρα όξυνση των αντιθέσεων, άρα και των κινδύνων για το λαό.

Κεντρικό ρόλο στα σχέδια και τους ανταγωνισμούς έχει η Ενέργεια και συγκεκριμένα η προώθηση της ενεργειακής ατζέντας των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, με καθοριστική συμβολή της Ελλάδας, για «ενεργειακή απεξάρτηση» της ΕΕ από το ρωσικό αέριο. Κεντρική στόχευση είναι η διαφοροποίηση των πηγών και των οδών μεταφοράς Ενέργειας, όπως και η ενοποίηση της αγοράς με την επέκταση, αλλά και την ανάπτυξη νέων δικτύων.

Σε αυτό το έδαφος, μιλώντας στο συνέδριο ο Αμερικανός πρέσβης, Τζ. Πάιατ, επικρότησε το γεγονός πως η Ελλάδα προωθεί αποφασιστικά την ενεργειακή ατζέντα των ΗΠΑ και της ΕΕ, με πολύ σημαντικά έργα, όπως ο αγωγός IGB και ο πλωτός σταθμός αποθήκευσης LNG στην Αλεξανδρούπολη. «Ειδικής σημασίας» χαρακτήρισε τον TAP, καθώς είναι ο μοναδικός που θα μεταφέρει σύντομα μη ρωσικό αέριο στην Ευρώπη. Επίσης, δήλωσε ικανοποιημένος για το ότι η βουλγαρική κυβέρνηση εξετάζει την «απελευθέρωσή» της από τη ρωσική «Gazprom».

Στο ζήτημα της «κυριαρχίας» του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού στάθηκε στην ομιλία της και η Τεοντόρα Γκεοργκίεβα, ηγετικό στέλεχος της εταιρείας διαχείρισης του αγωγού φυσικού αερίου Ελλάδας - Βουλγαρίας (IGB), λέγοντας πως αν και ο IGB «αλλάζει το παιχνίδι για όλη την περιοχή», στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την Ενέργεια, η «ενεργειακή ολοκλήρωση» αργεί ακόμα.

Υπό το πρίσμα όλων αυτών των σχεδιασμών, που βρίσκουν την αφετηρία τους στη Βόρεια Ελλάδα, αποκαλύπτεται και η σημασία που έχει για το κεφάλαιο η «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» των Δυτικών Βαλκανίων, δηλαδή η ένταξη των χωρών της περιοχής σε ΕΕ και ΝΑΤΟ. Ουσιαστικά θέτοντας τα παραπάνω ως όρο, ο Ν. Μπακατσέλος, πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, είπε χαρακτηριστικά πως «το μέλλον της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας περνάει μέσα από τη δυναμική της διαβαλκανικής συνεργασίας».

Με το ίδιο σκεπτικό, ο Αμερικανός πρέσβης χαρακτήρισε «ιστορικό λάθος» της ΕΕ να μη δώσει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων σε Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, και υπογράμμισε πως σε ό,τι αφορά την «ευρωατλαντική προοπτική» των χωρών της περιοχής «υπάρχει μεγάλος βαθμός σύγκλισης» μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ. Συμπλήρωσε με νόημα ότι «είναι πολύ σημαντικό» να επανεκκινήσει η διαδικασία ένταξης αυτών των χωρών στην ΕΕ και ότι «θα συνεργαστούμε στενά με την ελληνική κυβέρνηση γι' αυτό».

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του επανέλαβε το ενδιαφέρον των αμερικανικών μονοπωλίων για τη Βόρεια Ελλάδα και ξεχώρισε το «στρατηγικό βάρος» που κατέχει για τις Ενοπλες Δυνάμεις και τους επιχειρηματικούς ομίλους των ΗΠΑ το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, για το οποίο ανέφερε πως ενδιαφέρεται τουλάχιστον ένας αμερικανικός όμιλος. Για τη σημασία του λιμανιού στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια τόνισε πως η αξιοποίησή του μπορεί να συμβάλει τόσο στον έλεγχο των Στενών του Βοσπόρου και της Μαύρης Θάλασσας, όσο και στα γενικότερα σχέδια συγκέντρωσης και αναδιάρθρωσης δυνάμεων στα ευρωπαϊκά σύνορα με τη Ρωσία.

«Η Θεσσαλονίκη κατέχει μεγάλα γεωγραφικά πλεονεκτήματα και αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τις εμπορικές σχέσεις της Κίνας με τα Βαλκάνια», ανέφερε στην ομιλία της η πρέσβειρα της Κίνας, Ζανγκ Κιγιούε, σημειώνοντας το κινεζικό ενδιαφέρον για επενδύσεις στους τομείς της γεωργίας, των υποδομών διασύνδεσης, των ΑΠΕ, των τηλεπικοινωνιών, της έρευνας και του Τουρισμού.

Αναγνωρίζοντας τους κινδύνους από τα ανταγωνιστικά σχέδια που εξελίσσονται στην περιοχή και ευρύτερα, ο καθηγητής Λουκάς Τσούκαλης, πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), μίλησε για τη διαδικασία μετακίνησης «των γεωπολιτικών πλακών προς την Ασία» και την αλλαγή των παγκόσμιων ισορροπιών που προκαλεί η ισχυροποίηση της Κίνας, σημειώνοντας ότι «υπάρχει κίνδυνος να συνθλιβούμε ανάμεσα στους ανταγωνισμούς».

Στο ίδιο πνεύμα, ο Μπέντζαμιν Χαντάντ, διευθυντής της «δεξαμενής σκέψης» «Atlantic Council», οργανισμού με σκοπό την «προώθηση της αμερικανικής ηγεσίας και εμπλοκής στον κόσμο», σημείωσε κυνικά ότι «βρισκόμαστε σε μία εποχή μεγάλου ανταγωνισμού των ΗΠΑ και της Ευρώπης με την Κίνα και τη Ρωσία» και έθεσε ως «στρατηγικό στοίχημα» την προώθηση «της κοινής ενεργειακής πολιτικής και της άμυνας της Ευρώπης». Κομμάτι του «στοιχήματος» αυτού, είπε, αποτελεί η συνολική ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων σε ΝΑΤΟ και ΕΕ.

Με «διαβατήριο» την προσήλωση στον «ευρωατλαντικό» σχεδιασμό

Διεκδικώντας την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή, η ελληνική αστική τάξη παίζει το χαρτί του αρχαιότερου κράτους - μέλους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στη Βαλκανική, του αταλάντευτου «μεντεσέ» στα ευρωατλαντικά σχέδια, ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1990, με κορύφωση τη συμβολή της στην επιχείρηση διαμελισμού της Γιουγκοσλαβίας και αλλαγής συνόρων, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Το διά πυρός και σιδήρου «άνοιγμα» της αγοράς των Βαλκανίων και η «ανασυγκρότηση» της περιοχής αποδείχτηκαν «χρυσωρυχείο» για το ελληνικό κεφάλαιο. Η διαδικασία αυτή χρηματοδοτήθηκε αδρά με κρατικά κονδύλια και ευρωπαϊκούς πόρους. Ενα μεγάλο μέρος των επιχειρηματιών μετέφερε την παραγωγική δραστηριότητά του στις χώρες αυτές, εκμεταλλευόμενο τη χαμηλή τιμή της εργατικής δύναμης και την ευνοϊκότερη φορολογία, παίρνοντας «ανάσες» στον ανταγωνισμό και αποσπώντας τεράστια κέρδη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Ελληνικό Σχέδιο για την Οικονομική Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων (ΕΣΟΑΒ), που «έτρεξε» από το 2002 μέχρι το 2011, με συνολικό προϋπολογισμό 750 εκατ. ευρώ, που «μεταγγίστηκαν» σε βιομηχάνους και εξαγωγείς, για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε Σερβία, Μαυροβούνιο, Κόσοβο, Βοσνία - Ερζεγοβίνη, Βόρεια Μακεδονία, Αλβανία και Ρουμανία.

Με την παρουσίαση του Σχεδίου, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ Α. Λοβέρδος καλούσε τους επίδοξους επενδυτές να σπεύσουν στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, το οποίο δεχόταν τις αιτήσεις για τις επενδύσεις στις χώρες της Βαλκανικής, λέγοντας πως «όποια επιχείρηση στον αγροτικό τομέα και στον τομέα της μεταποίησης επιθυμεί να επενδύσει στις χώρες αυτές, ή να επεκτείνει τις υφιστάμενες επενδύσεις της, ιδρύοντας νέες παραγωγικές μονάδες, μπορεί να ζητήσει από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών να συγχρηματοδοτηθεί η επένδυσή της».

Για τον ιδιωτικό τομέα, το Σχέδιο προέβλεπε επιδοτήσεις από 800.000 έως 5 εκατ. ευρώ για τη μεταποίηση και 300.000 έως 1,5 εκατ. ευρώ για τον πρωτογενή τομέα. Μεγάλο μέρος όμως αυτού του προϋπολογισμού κατευθύνθηκε σε κρατικές επενδύσεις για έργα υποδομών και συγκοινωνιακής διασύνδεσης, που ωφέλησαν συνολικά το κεφάλαιο για τη διείσδυσή του στην περιοχή, στο πλαίσιο του ευρύτερου ευρωΝΑΤΟικού σχεδιασμού.

ΚΕΙΜΕΝΑ: Δημήτρης ΜΑΒΙΔΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ