ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 2 Μάη 2020 - Κυριακή 3 Μάη 2020
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Οι ποιητές αγρυπνούν...

Μια μικρή αναφορά στον Ρίτσο του Μεσοπολέμου, με αφορμή τα 111 χρόνια από τη γέννησή του

Ηταν 1η Μάη του 1909, όταν γεννήθηκε στη Μονεμβασιά ο ποιητής μας Γιάννης Ρίτσος. Ο ποιητής που «από την πληγή» του κοίταξε «του κόσμου την πληγή», από τα 25 κιόλας χρόνια του έγινε μέλος του ΚΚΕ και την ιδιότητα αυτή τίμησε στο ακέραιο μέχρι το τέλος της ζωής του. Με το ποιητικό του έργο, στέκεται μπροστά σε όλες τις μεγάλες στιγμές της Ιστορίας του Κόμματος και του τόπου μας, σχεδόν όλου του 20ού αιώνα, και παίρνει τη δική του ξεχωριστή θέση στον αγώνα των εργαζομένων, για να αποτινάξουν τα δεσμά της εκμετάλλευσης. Η ποίησή του είναι ενιαία: Και όταν καταπιάνεται με επίκαιρα ζητήματα του κινήματος και όταν βαθαίνει σε εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, σε φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις. Σε τελευταία ανάλυση, η ποίησή του αναδεικνύει την πάλη του παλιού με το νέο, τη διαλεκτική κίνηση της κοινωνίας προς τα εμπρός...

Τιμώντας τα «γενέθλια» του ποιητή, ο «Ριζοσπάστης» στέκεται στον Ρίτσο του Μεσοπολέμου, αναδεικνύοντας πλευρές γύρω από το προπολεμικό έργο του.

«Τρακτέρ» και «Πυραμίδες» οι πρώτες ποιητικές συλλογές

Οι δύο πρώτες του συλλογές, «Τρακτέρ» (1934) και «Πυραμίδες» (1935), φέρνουν τον νεαρό ποιητή στο προσκήνιο. Φαίνεται να εμφανίζεται ο πρώτος σημαντικός στρατευμένος ποιητής της δεκαετίας του '30. Ο Γ. Ρίτσος είχε γνωρίσει τις ιδέες του μαρξισμού στο τέλος της δεκαετίας του '20 στο σανατόριο της «Σωτηρίας». Τη συλλογή «Τρακτέρ» την εκδίδει το 1934, χρονιά που γίνεται και μέλος του ΚΚΕ.


Μια κοινωνία που σάπισε στον ξεπεσμό

και που βρωμάει το λεπρό της κορμί σαν ψοφίμι

θα με ιδεί εχθρό...

Στη συλλογή «Πυραμίδες» περιέχονται ποιήματά του που είχαν δημοσιευτεί πρότερα στον «Ριζοσπάστη», τα «Γράμματα απ' το μέτωπο» και «Γράμματα για το μέτωπο», σε μορφή γράμματος από τον γιο που είναι φαντάρος προς την μητέρα του ή από την μητέρα προς τον γιο.

...Δεν ξέρω, κάτι μέσα μου κυλά

σα χείμαρρος και τη γροθιά μου σφίγγει.

Μας ρίχνουν στη φωτιά κ' υπολογίζουν

παράσημα τη ζωή μας και γιομίζουν

με το αίμα την κοιλιά τους τη χοντρή·

και σκέφτουμαι - πώς να στο πω, μητέρα; -

μην είναι τούτοι, αλήθεια, οι μόνοι οχτροί

κ' η σκέψη αυτή με τρώει νύχτα - μέρα...

Το ποιητικό σύμβολο της Πρωτομαγιάς

Ο «Επιτάφιος» (1936) είναι το τελευταίο ομοιοκατάληκτο ποίημα του Ρίτσου. Ο ποιητής, συγκλονισμένος από την εικόνα της μάνας που θρηνεί τον νεκρό απεργό γιο της, σε τρία μερόνυχτα γράφει τη σύνθεση με το αίμα του. Στο τέλος, αποκαμωμένος κάνει αιμόπτυση... Η σύνθεση αυτή «πατά» πάνω στην προηγούμενη δουλειά του, «Γράμματα για το μέτωπο». Το έργο αποτυπώνει την ακατανίκητη δύναμη της εργατικής τάξης όταν συνειδητοποιεί τη δύναμη και την κοινωνική αποστολή της.

Κι αντίς τ' άφταιγα στήθεια μου να γδέρνω, δες, βαδίζω

και πίσω από τα δάκρυά μου τον ήλιο αντικρύζω.

Γιε μου στ' αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,

σου πήρα το ντουφέκι σου· κοιμήσου, εσύ, πουλί μου.

Ο «Ριζοσπάστης» εξέδωσε τη συλλογή σε 10.000 αντίτυπα, που πωλήθηκαν σε ελάχιστο διάστημα. Η ελληνική ποίηση φεύγει από τους κλειστούς κύκλους των λογοτεχνικών σαλονιών και φτάνει σε πλατύτερες μάζες - οι υπόλοιπες ποιητικές συλλογές της περιόδου κυκλοφορούσαν σε κάποιες δεκάδες αντίτυπα. Τα τελευταία 250 αντίτυπα κατάσχονται μετά τη μεταξική δικτατορία και καίγονται μπροστά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.

Οι τελευταίες συλλογές της περιόδου

Στις τρεις επόμενες συνθέσεις ο Ρίτσος υιοθέτησε τη μοντερνιστική γραφή, που πλευρές της ανιχνεύονται και σε προηγούμενα έργα του. Ο Ρίτσος, όπως και άλλοι κομμουνιστές δημιουργοί, εφάρμοσε στο έργο του μια από τις βασικές αξιώσεις του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, πως ο δημιουργός μπορεί να εκμεταλλευτεί οποιοδήποτε ύφος και στιλ υπηρετεί καλύτερα το περιεχόμενο.

Δε βλέπεις;

Καθώς απομακρύνεται η άνοιξη

πίσω της έρχεται η νέα μας άνοιξη.

Νά τος ο ήλιος

πάνω απ' τις μπρούντζινες πολιτείες

πάνω απ' τους πράσινους αγρούς

μες στην καρδιά μας.

Νιώθω στους ώμους

το βαθύ μυρμήγκιασμα

καθώς φυτρώνουν

όλο πιο νέα και πιο μεγάλα

τα φτερά μας.

Γράφει στην «Εαρινή Συμφωνία» το 1938.

Οι συνθέσεις αυτές γραμμένες την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, σε καθεστώς διώξεων και σκληρής λογοκρισίας, αν και στρέφονται στον εσωτερικό κόσμο του ποιητή, περιέχουν σαφείς νύξεις ενάντια στον επερχόμενο Β' Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο και τον φασισμό. Επομένως, οποιοσδήποτε καλοπροαίρετος αναγνώστης της ποίησης του Ρίτσου θα διαφωνήσει με την άστοχη άποψη που διατυπώνει ο Βίττι, ότι ο Ρίτσος απεκδύθηκε το κοινωνικό περιεχόμενο της ποίησής του υμνώντας αποκλειστικά τη χαρά της ζωής, αφήνοντας ουσιαστικά να εννοηθεί ότι υπηρέτησε τα μεταξικά «ιδεώδη».

... Πόρτες χάσκουν την νύχτα.

Ξίφη αστράφτουν.

Ενα φεγγάρι αποκεφαλισμένο.

Οι άνθρωποι ετοιμάζουν σκάλες

με ανθρώπινα κόκκαλα

για ν' ανέβουν.

Κύριε, Κύριε

κι εμείς εδώ

στη μέση των μεγάλων δρόμων

λυπημένοι κι αδέξιοι

με το άδειο δισάκι στα χέρια

μ' ένα κλουβί αηδονιών στη ράχη

με την πλατιά μνήμη της θάλασσας στο μέτωπο

με χέρια αθώα που δεν επαιτούν...

Γράφει στο «Εμβατήριο του Ωκεανού» το 1940.

Το 1937 ο Ρίτσος γράφει το «Τραγούδι της Αδελφής μου», για το οποίο ο Κωστής Παλαμάς γράφει, «παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις».

Το ξέρω,

οι ποιητές

δε ρυπαίνουν με δάκρυα

τις κρυστάλλινες πολιτείες.

Αγρυπνούν

με το βλέμμα τους ίσο κι αθόλωτο

για να μετρούν

τις φρικιάσεις του φωτός

και τους παλμούς του σύμπαντος...


Η αιώνια λιακάδα του Ρίτσου

«Είδηση δεν είναι όταν ένας ποιητής γίνεται 80 ετών. Είδηση είναι, όταν ένας ποιητής 80 ετών παραμένει αισιόδοξος». Ετσι ξεκινούσε η συνέντευξη που είχα πάρει, Πρωτομαγιά του 1989, από τον Γιάννη Ρίτσο. Είχαν περάσει 12 χρόνια από τις 2 του Μάη, που είχε τιμηθεί στη Μόσχα με το Διεθνές Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη. Τον σκέφτομαι σήμερα, 2 του Μάη πάλι, γιατί σ' αυτούς τους κακοφορμισμένους καιρούς, ο Ρίτσος είναι αναλγητικός και θεραπευτικός. Τον θυμάμαι, στο σαλόνι του, κάτω από το βλέμμα της Τζοκόντα, στον πίνακα του Γκαρούδη, να μου λέει: «Δεν έγινα ποτέ υποχείριο της δυστυχίας» κι ύστερα: «Να μην υποτάσσεσαι στην απελπισία. Η κατάχρηση εξουσίας και η διαφθορά γύρω μας μπορεί να μας εξοργίζει και να μας απογοητεύει, αλλά η ιστορία διδάσκει πως αυτό ενώνει σε κοινούς στόχους. Η απαισιοδοξία είναι μορφή δειλίας και παραίτησης. Είναι σαν να παραδέχεσαι πως όλα είναι μάταια».

Ο Ρίτσος, χωρίς να το ξέρει, με πήρε από το χέρι στα 13 μου και μ' έμαθε να αγαπώ την ποίηση. Αυτήν που «γυμνή, σεμνή κι αγέρωχη, δεν είναι παρά η εξαίσια πράξη του ανεξήγητου». Διαβάζοντας τα γραφτά του, νιώθοντας πως «...και οι λέξεις φλέβες είναι. Μέσα τους αίμα κυλάει», αναζήτησα αυτόν που τις έγραφε. Ετσι διάβασα την ιστορία του. Αυτός μ' έμαθε να συλλαβίζω - εκεί μέσα στην καρδιά της χούντας - το όνειρο ενός άλλου κόσμου. Πόσο μεγάλη εντύπωση μου είχε κάνει τότε, εκείνη η κουβέντα του: «Πιστεύω πως η πρώτη δικαιοσύνη είναι η σωστή διανομή τού ψωμιού...». Ο ποιητής που γεννήθηκε στη Μονεμβασιά, Πρωτομαγιά του 1909, χωρίς να το ξέρει, μου σύστησε ένα άλλο σύμπαν, γεμάτο γενναίους ανθρώπους, που πάλευαν για το δίκιο και τους θαύμασα κι αυτούς. Συμπτωματικά, όλοι τους βρίσκονταν μέσα σε κάτι που λεγόταν ΚΚΕ. Εψαξα και γι' αυτό. Προσπάθησα να καταλάβω, όσα μπορούσε να χωρέσει το μυαλό ενός δεκατριάχρονου. Σκεφτόμουν πόσο δύσκολο θα πρέπει να είναι να γίνει κάποιος σαν κι αυτούς, που δε φοβούνται τίποτε. Διάβαζα για άγρια βασανιστήρια, εφιαλτικά ξερονήσια, φυλακές, δολοφονίες, αλλά εγώ έβλεπα παντού τα γελαστά τους πρόσωπα! Μα τι παράξενος κόσμος ήταν αυτός ο κόσμος του ΚΚΕ, που μου σύστησε ο Ρίτσος...

Υστερα, ήρθαν τα τραγούδια. Πάλι κάποιον Μάη, εκείνον του '36, ο Ρίτσος διαβάζει στον «Ριζοσπάστη» για τις αιματηρές ταραχές στη Θεσσαλονίκη, στη μεγάλη καπνεργατική απεργία. Βλέπει τη φωτογραφία μιας μάνας να θρηνεί το νεκρό παιδί της και γράφει τον «Επιτάφιο». Το 1960 ο Μίκης Θεοδωράκης τον μελοποιεί και ο Ρίτσος τού λέει ότι «βρέθηκε ο δρόμος για να πλησιάσει η ποίηση μέσω της μουσικής, όσους δεν θα πλησίαζε ίσως ποτέ...».

Στο τέλος εκείνης της συνέντευξής μας (από επαγγελματική διαστροφή, αποβλέποντας σ' έναν ελκυστικό τίτλο), τον ρώτησα με αναίδεια: «Κάποιοι υποστηρίζουν ότι διακεκριμένο ποιητή σάς έκαναν οι συγκυρίες, τα γεγονότα, οι σύντροφοί σας και όχι το ταλέντο και η τέχνη σας...».

Και η απάντησή του, που θα με έκανε να ντρέπομαι για το υπόλοιπο της ζωής μου: «Πολλές φορές συμβαίνει αυτό, ίσως έχουν δίκιο. Ο χρόνος θ' αποφανθεί. Η Κάλλας, όταν την έβριζαν, έλεγε "αυτό μ' ενθουσιάζει, σημαίνει ότι διατηρώ τη φωνή μου!"».

Λένε πως όταν διάβασε ο Λουί Αραγκόν τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος», αποφάνθηκε πως ο δημιουργός του είναι «ο μεγαλύτερος εν ζωή ποιητής του καιρού μας». Ο Ρίτσος έλεγε: «Δεν είναι τίποτα να λείπεις. Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει, θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλα εκείνα που γι' αυτά έχεις λείψει, θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλο τον κόσμο».

Για εμάς, ήταν αυτός που κάποτε στη Μακρόνησο, στη Λήμνο και τον Αη Στράτη, έγραφε πως «εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του ανθρώπου».

2/5/2020


Σεμίνα ΔΙΓΕΝΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ