Από το 2005 μέχρι σήμερα, αναπτύχθηκε μεσοσταθμικά κατά μόλις 0,8% τις δύο από τις τρεις πενταετίες
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη για την 5ετία 2016 - 2020 θα κλείσει σε αρνητικά επίπεδα έναντι αναιμικής ενίσχυσης στο 0,8% την προηγούμενη 5ετία, 2011 - 2015, όπως επίσης με οριακή ενίσχυση 0,8% κατά μέσο όρο την 5ετία 2006 - 2010 και βέβαια με εξαιρετικά αβέβαιες τις προοπτικές για τα επόμενα χρόνια.
Η παράθεση αυτών των στοιχείων φανερώνει την αδυναμία της ευρωπαϊκής οικονομίας να περάσει σε ορμητική ανάπτυξη, έχοντας καταγράψει μεσοσταθμικά τα τελευταία 15 χρόνια ανάπτυξη κάτω από 1%, ή και αρνητικούς ρυθμούς για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε ό,τι αφορά την ελληνική οικονομία, σε μέσους όρους 5ετίας, καταγράφει ανάπτυξη μόνο την περίοδο 2001 - 2005, με μέση αύξηση 3,9%. Στη συνέχεια εμφανίζονται ρυθμοί υποχώρησης και συγκεκριμένα: 2006 - 2010 με -0,3% και 2011 - 2015 με -4% κατά μέσο όρο ή με κατρακύλα 20% στην 5ετία! Το 2020 αναμένεται να κλείσει με πτώση πάνω από 10%, ενώ μετά τα όποια σκαμπανεβάσματα του ΑΕΠ στα αμέσως προηγούμενα χρόνια, η 5ετία 2016 - 2020 που ολοκληρώνεται φέτος, επίσης θα κλείσει με αρνητικό πρόσημο.
Σχετικά με τις αναμενόμενες εξελίξεις, η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις του 2020 διαπιστώνει μεταξύ άλλων πως «η παραγωγή τόσο στη ζώνη του ευρώ όσο και στην ΕΕ δεν αναμένεται να ανακτήσει τα προ της πανδημίας επίπεδα εντός του 2022», καθώς η βύθιση που καταγράφεται φέτος δεν πρόκειται να αναπληρωθεί από τους ισχνούς ρυθμούς ανάκαμψης που αναμένονται για την επόμενη διετία 2021 - 2022.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι νέοι μηχανισμοί στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων που συμφωνήθηκαν στη διάρκεια του 2020 αφορούν:
Πλάι σε αυτούς τους μηχανισμούς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε φέτος σε διαδοχικά πακέτα διόγκωσης του προγράμματος έκτακτης χρηματοδότησης φτάνοντας το Δεκέμβρη στα 1,85 τρισ. ευρώ (από 1,35 τρισ. προηγουμένως και 750 δισ. όταν ξεκίνησε η εφαρμογή του συγκεκριμένου προγράμματος, τον Απρίλη του 2020). Σε αυτό υπάγονται και οι ελληνικές τράπεζες, που με τη σειρά τους διοχετεύουν τα φτηνά κεφάλαια που αντλούν από την ΕΚΤ σε εγχώριους ομίλους και ισχυρές επιχειρήσεις.
Ολα τα παραπάνω συνθέτουν ένα πολυπλόκαμο δίκτυο στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων για την ανάκαμψή τους από την κρίση, ο λογαριασμός της οποίας θα φορτωθεί στο λαό, με αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα που βαθαίνουν την εκμετάλλευση και βέβαια με νέο γύρο φοροληστείας στο διηνεκές.
Γι' αυτό προϊδεάζει άλλωστε σε «επόμενο τόνο» και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επισημαίνοντας ότι «όταν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέψουν θα πρέπει να εφαρμοστούν δημοσιονομικές πολιτικές οι οποίες θα επιτρέψουν να επιτευχθούν συνετές μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές θέσεις»...