Copyright 2021 The Associated |
Οι σφοδρές ενδοαστικές αντιθέσεις συνεχίζονται στον απόηχο των επεισοδίων της εισβολής οπαδών του Τραμπ στο κτίριο της αμερικανικής Βουλής (Καπιτώλιο) στις 6 Γενάρη, που βεβαίως έχουν βαθύτερες αιτίες. Αυτές εδράζονται στην ανησυχία τμημάτων του αμερικανικού κεφαλαίου για την καπιταλιστική κρίση που εξελίσσεται με καταλύτη την πανδημία, καθώς και τον σφοδρό ανταγωνισμό με άλλες ισχυρές καπιταλιστικές δυνάμεις (κυρίως την Κίνα, που απειλεί πλέον την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ), όπως και τη διαπάλη για το «καταλληλότερο μείγμα οικονομικής πολιτικής» που θα αξιοποιηθεί, ώστε να αντιμετωπιστεί αυτή η σοβαρή κατάσταση.
Το επόμενο επεισόδιο στην αντιπαράθεση αφορά στις προσπάθειες των Δημοκρατικών (και ορισμένων Ρεπουμπλικάνων) για καθαίρεση του απερχόμενου Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, με βάση την 25η Τροπολογία του Συντάγματος που πρέπει να ενεργοποιήσει ο νυν αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, πράγμα όχι πολύ πιθανό.
Ο πρόεδρος της αρμόδιας Επιτροπής Κανονισμών του Κογκρέσου, Τζιμ Μακγκόβερν, ανακοίνωσε ότι η πρόταση για καθαίρεση του Τραμπ θα φτάσει στην Ολομέλεια του σώματος αύριο Τετάρτη. Εξέφρασε δε την πεποίθηση πως μπορεί να ψηφιστεί παρά τις αντιδράσεις κάποιων Ρεπουμπλικανών, επειδή «αυτό που έκανε αυτός ο Πρόεδρος είναι ασυγχώρητο και πρέπει να λογοδοτήσει». Ταυτόχρονα, οι Δημοκρατικοί ενεργοποιούν και τη διαδικασία αποπομπής και παραπομπής σε δίκη του Τραμπ με την κατηγορία της «υποκίνησης ανταρσίας».
Χτες το απόγευμα, οι Δημοκρατικοί κατέθεσαν άρθρο για την καθαίρεση του Τραμπ, αλλά το μπλόκαραν στη συνέχεια ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές που κατηγόρησαν την πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι γιατί δεν ακολούθησε τη διαδικασία ακροάσεων, συζήτησης και ψηφοφορίας κατά όνομα.
Ενδεικτική του μεγέθους των αντιθέσεων ανάμεσα σε τμήματα του κεφαλαίου είναι ότι η Πελόζι έφτασε στο σημείο προ ημερών να επικαλεστεί τον κίνδυνο από τη δυνατότητα χρήσης πυρηνικών όπλων που έχει ο Ντόναλντ Τραμπ, ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, τον οποίο χαρακτήρισε «ασταθή» και «ανισόρροπο».
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση δείχνει σημάδια επικίνδυνης όξυνσης. Η βρετανική «Γκάρντιαν» ανέφερε χτες το απόγευμα, επικαλούμενη πηγές στο FBI, πως οι αμερικανικές διωκτικές αρχές έχουν σημάνει συναγερμό μετά από πληροφορίες για ομάδα ενόπλων που σκοπεύει να φτάσει στην Ουάσιγκτον στις 16 Γενάρη, με στόχο να προκαλέσει αιματοχυσία στη διάρκεια τελετής ορκωμοσίας του Προέδρου Μπάιντεν!
Στο μεταξύ, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ άσκησε δίωξη στον αντιπρόσωπο του νομοθετικού σώματος της Δυτικής Βιρτζίνια, Ντέρεκ Εβανς, για το ρόλο που διαδραμάτισε στην εισβολή στο Καπιτώλιο, την Τετάρτη, ο οποίος κατηγορείται για παράνομη είσοδο σε απαγορευμένη περιοχή. Μάλιστα, φέρεται ότι βιντεοσκοπούσε τον εαυτό του κατά την εισβολή.
Δίωξη έχει ασκηθεί επίσης στον Ρίτσαρντ Μπάρνετ, τον άνδρα που φωτογραφήθηκε μέσα στο γραφείο της προέδρου της Βουλής Νάνσι Πελόζι, ο οποίος συνελήφθη χτες το πρωί. Ο Μπάρνετ, ο οποίος μπήκε στο γραφείο της Πελόζι, πόζαρε για τη φωτογραφία, άφησε ένα σημείωμα και αφαίρεσε μέρος της αλληλογραφίας της προέδρου, συνελήφθη στο Λιτλ Ροκ του Αρκανσο και κατηγορείται για «βίαιη εισβολή» στο χώρο του Κογκρέσου.
Συνολικά, έως τώρα διώκονται από την ομοσπονδιακή Δικαιοσύνη 15 πρόσωπα. Μεταξύ αυτών είναι ένας άνδρας από την Αλαμπάμα, ο οποίος είχε έντεκα βόμβες μολότοφ και πυροβόλα όπλα σε ένα φορτηγάκι, σταθμευμένο κοντά στο Καπιτώλιο, ένας άλλος που φέρεται ότι γρονθοκόπησε έναν αστυνομικό για να μπει στο κτίριο και ένας τρίτος που εισέβαλε έχοντας πάνω του ένα γεμάτο όπλο.
Ο ασκών χρέη υπουργού Δικαιοσύνης Τζέφρι Ρόζεν ανακοίνωσε επίσης ότι το FBI θα συνεργαστεί με την αστυνομία της Ουάσιγκτον στην έρευνα για το θάνατο του αστυνομικού Μπράιαν Σίκνικ, που σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ χτυπήθηκε στο κεφάλι με έναν πυροσβεστήρα.
Το ίδιο διάστημα, η δήμαρχος της Ουάσιγκτον Μιούριελ Μπάουζερ ανησυχεί για το ενδεχόμενο νέου γύρου επεισοδίων στην πόλη κατά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν, που έχει προγραμματιστεί για την επόμενη βδομάδα, 20 Γενάρη, και στην οποία δεν θα παραστεί ο απερχόμενος Πρόεδρος Τραμπ, αλλά ο απερχόμενος αντιπρόεδρος Μάικ Πενς.
Η Μιούριελ ζήτησε ενισχύσεις της αστυνομίας, χαρακτηρίζοντας τα έκτροπα της 6ης Γενάρη στο Καπιτώλιο «μια άνευ προηγουμένου τρομοκρατική επίθεση». Πρότεινε, ως εκ τούτου, η ορκωμοσία του Μπάιντεν να οργανωθεί με μια «διαφορετική προσέγγιση» από ό,τι παλιότερα με πρόσθετα μέτρα ασφαλείας. Αργότερα ανακοινώθηκε ότι η Εθνοφρουρά έχει εξουσιοδοτηθεί να αναπτύξει έως και 15.000 στρατιώτες στην Ουάσιγκτον τη μέρα της ορκωμοσίας, ενώ ο επικεφαλής της, στρατηγός Ντάνιελ Χάκανσον, είπε ότι έως το Σάββατο «δέκα χιλιάδες στρατιώτες θα επικεντρωθούν στην υποστήριξη της ασφάλειας, της υλικοτεχνικής υποδομής και των τηλεπικοινωνιών».
Στο μεταξύ, κυβερνητικοί αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον αποκάλυψαν χτες μιλώντας σε δημοσιογράφους πως εξετάζουν «τουλάχιστον 25 υποθέσεις εσωτερικής τρομοκρατίας» μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο. Μάλιστα, ο Δημοκρατικός βουλευτής Τζέισον Κρόου, πρώην καταδρομέας των Στρατού των ΗΠΑ και μέλος της Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων, δήλωσε πως ο υπουργός, αρμόδιος για το Στρατό των ΗΠΑ, Ράιαν ΜακΚάρθι, του είπε ότι το Πεντάγωνο είναι ενημερωμένο «για περισσότερες πιθανές απειλές από εν δυνάμει τρομοκράτες» για τις μέρες κατά τη διάρκεια ορκωμοσίας του Μπάιντεν στις 20 Γενάρη, «αλλά και μετά».
Παράλληλα, η νέα κυβέρνηση συνεχίζει τις ανακοινώσεις για τους διορισμούς ανώτερων αξιωματούχων, με κορυφαία τη χτεσινή απόφαση του Τζο Μπάιντεν να διορίσει στη θέση του νέου επικεφαλής της CIA τον πρώην υφυπουργό Εξωτερικών (2011-14) και πρέσβη των ΗΠΑ στη Ρωσία, Γουίλιαμ Μπερνς. Ο Μπερνς έχει διπλωματική καριέρα 33 ετών και σήμερα είναι πρόεδρος του Carnegie Endowment for International Peace.
KAΪΡΟ - ΤΕΛ ΑΒΙΒ.--
«Ξαναζεσταίνεται» μετά από χρόνια η διπλωματική κινητικότητα με στόχο την επανέναρξη του ισραηλινο-παλαιστινιακού διαλόγου.
Η κινητικότητα έχει ξεκινήσει εδώ και μέρες σε διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και το Κάιρο, ενόψει και της νέας κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ. Ωστόσο τα δεδομένα δείχνουν ότι οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση του παζαριού δεν πρέπει να αναμένεται παρά μετά τις πρόωρες εκλογές στο Ισραήλ στις 23 Μάρτη και τις επακόλουθες μετεκλογικές ζυμώσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης.
Στο Κάιρο χτες πραγματοποιήθηκε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Αιγύπτου, Ιορδανίας, Γαλλίας και Γερμανίας με στόχο την αναβίωση της διπλωματικής διαπραγμάτευσης για το Παλαιστινιακό. Σε κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν οι υπουργοί μετά το πέρας της πολύωρης συνάντησης απηύθυναν έκκληση στην ηγεσία Ισραηλινών και Παλαιστινίων με στόχο την έναρξη «πρακτικών βημάτων» για «αξιόπιστες διαπραγματεύσεις» ώστε να βρεθεί «βιώσιμη πολιτική λύση». Ακολούθως οι τέσσερις υπουργοί συνάντησαν τον Αιγύπτιο Πρόεδρο, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ο οποίος ομοίως αναφέρθηκε στον στόχο για επανέναρξη των ειρηνευτικών διαβουλεύσεων.
Οι συνομιλίες στο Κάιρο ακολουθούν εκείνες που είχε την περασμένη Πέμπτη στη Στοκχόλμη ο Ιορδανός υπουργός Εξωτερικών, Αϊμάν Σαφάντι, με τους ομολόγους του από Σουηδία, Γερμανία και Γαλλία. Εκεί συζήτησαν εκτενώς το Παλαιστινιακό, στο φόντο και των λεγόμενων «συμφωνιών του Αβραάμ» για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ αραβικών χωρών του Κόλπου και του Ισραήλ με τη στήριξη των ΗΠΑ. Ο Σαφάντι μετέβη την Κυριακή στην Αίγυπτο, όπου είχε συνομιλίες με τον ομόλογό του Σαχέμ Σούκρι. Σε ανακοίνωση του αιγυπτιακού υπουργείου Εξωτερικών επισημαίνεται πως οι υπουργοί συζήτησαν το Παλαιστινιακό καθώς και όλες τις τελευταίες περιφερειακές και διεθνείς εξελίξεις. Επικέντρωσαν δε και στο αποτέλεσμα των επαφών που είχαν προ ημερών Αιγύπτιοι διπλωμάτες με «όλες τις πλευρές που ενδιαφέρονται» για το Παλαιστινιακό.
Την Κυριακή ο Ιορδανός πρωθυπουργός, Μπισρ Χασαουάνεχ, συζήτησε στο Αμμάν με τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών Λουίτζι Ντι Μάγιο, παρουσία και του ομολόγου του, Αϊμάν Σαφάντι, τις διμερείς σχέσεις και τις περιφερειακές εξελίξεις. Σημαντικό μέρος της συνάντησης αναλώθηκε στο Παλαιστινιακό. Ο Ιορδανός πρωθυπουργός στάθηκε ιδιαίτερα στον κίνδυνο να αποτύχουν νέες προσπάθειες με στόχο μια ανεξάρτητη Παλαιστίνη «με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ ώστε να ενισχυθούν η ασφάλεια και η σταθερότητα στην περιοχή». Εξήρε το ρόλο της Ρώμης «στις προσπάθειες για εξεύρεση λύσης στην αραβο-ιραηλινή σύγκρουση». Βεβαίως, ο δίκαιος αγώνας του Παλαιστινιακού λαού δεν μπορεί να δικαιωθεί με τα παζάρια που κάνουν διάφορες αστικές κυβερνήσεις, αλλά απαιτούνται ρήξη με τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ΗΠΑ και ΕΕ, τερματισμός της ισραηλινής κατοχής στα Παλαιστινιακά εδάφη και γκρέμισμα του τείχους, επιστροφή εδαφών, σύνορα στα όρια που ήταν το 1967, με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ, και επιστροφή των εκατομμυρίων προσφύγων.
Πάντως, το Ισραήλ συνεχίζει τις προκλήσεις. Χτες, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, ανακοίνωσε την ανέγερση 800 κατοικιών Εβραίων εποίκων στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη.
Παράλληλα, χτες το πρωί, κοντά στο χωριό Φαράν της Βόρειας Δυτικής Οχθης, οι ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις πυροβόλησαν και τραυμάτισαν έξι νεαρούς Παλαιστίνιους εργάτες κοντά σε φυλάκιο ενώ περίμεναν να περάσουν σε κατεχόμενες περιοχές για να δουλέψουν.
Σε αυτό το σκηνικό, η τελευταία δημοσκόπηση του ισραηλινού τηλεοπτικού δικτύου «Channel 13» έφερνε πρώτο σε δημοτικότητα το Λικούντ του πρωθυπουργού Νετανιάχου, εκτιμώντας ότι αν γίνονταν προχτές εκλογές θα έβγαζε 31 (από 36) βουλευτές. Δεύτερη δύναμη θα αναδεικνυόταν η «Νέα Ελπίδα» του Γκιντόν Σάαρ (πρώην στελέχους του Λικούντ) και του κόμματος «Γες Ατίντ» του Γιαΐρ Λαπίντ που θα έβγαζε 16 βουλευτές και τρίτο το κόμμα «Δεξιά» του πρώην υπουργού Ναφτάλι Μπένετ με 13 έδρες. Το νέο κόμμα «Ισραηλινοί» του δημάρχου του Τελ Αβίβ Ρον Χουντάι δείχνει να ξεφουσκώνει και να βγάζει το πολύ 5ε βουλευτές...