ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 9 Φλεβάρη 2022
Σελ. /24
H ιλαροτραγωδία της διαρκούς εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

Η περιπέτεια ενός πανεπιστημιακού τμήματος

Θα αρχίσουμε με μια συνοπτική και χρήσιμη ιστορική αναδρομή για το Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Πατρών, ενδεικτική για τις παρεμβάσεις στον χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης τα τελευταία χρόνια, αλλά και για το πώς αντιμετωπίζονται οι σπουδές περιβάλλοντος σήμερα στη χώρα μας.

1998, κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ: Ιδρύεται το Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος (ΤΜΠ) του Πανεπιστημίου Πατρών (ΠΠ) με την ονομασία Τμήμα Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων (ΔΠΦΠ), με έδρα το Αγρίνιο, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα. Ανήκει στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (ΠΙ) και μαζί με το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων & Τροφίμων αποτελούν τη Σχολή Διαχείρισης Φυσικών Πόρων και Επιχειρήσεων. Οι απόφοιτοι τoυ Τμήματος ΔΠΦΠ αποκτούν την ειδικότητα του «διαχειριστή περιβάλλοντος», η οποία δεν συνοδεύεται από επαγγελματικά δικαιώματα.

2009, κυβέρνηση ΝΔ: Λίγο πριν τις εκλογές ιδρύεται το Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας (ΠΔΕ) με έδρα το Αγρίνιο, στο οποίο εντάσσεται και το τμήμα ΔΠΦΠ καταργώντας όμως τη σχετική σχολή.

2009-2011, κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ: Με δεδομένο το ότι ως νέο ίδρυμα είχε διορισμένη διοίκηση, αρχικώς το ΠΔΕ ήταν ένα καλό πεδίο εφαρμογής της πολιτικής τότε ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας (Διαμαντοπούλου - Πανάρετος) για τη διοίκηση των ΑΕΙ: Συμβούλιο εξωπανεπιστημιακών «προσωπικοτήτων», επιχειρηματικότητα, σύνδεση με τις τοπικές αρχές στο όνομα της εξωστρέφειας, δηλαδή της εμπορευματοποίησης κ.λπ. Το μοντέλο διοίκησης αυτό αποκρυσταλλώθηκε στη συνέχεια στα Συμβούλια Ιδρύματος που θεσμοθέτησε ο Ν.4009/2011, γνωστός ως νόμος Διαμαντοπούλου, ο οποίος άλλαζε ριζικά τη μέχρι τότε φυσιογνωμία του δημόσιου Πανεπιστημίου, επιταχύνοντας την πορεία σύγκλισης με την Μπολόνια.

2013, κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ: Το ΠΔΕ καταργείται, μιας και ήδη είχαν εγκαταλειφθεί τα σχέδια της κυβέρνησης, κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης. Το νέο Πανεπιστήμιο εκφυλίστηκε σε ένα πεδίο μετατάξεων ημετέρων διοικητικών υπαλλήλων, μέχρι που εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. Είχε ωστόσο προλάβει να έχει μια γενιά αποφοίτων, στα πτυχία των οποίων αναγράφονται δυο ιδρύματα: ΠΙ και ΠΔΕ, μιας και είχαν εισαχθεί στο ένα, αλλά πήραν πτυχίο από το άλλο! Μετά την κατάργηση του ΠΔΕ, το Τμήμα ΔΠΦΠ περιήλθε στο ΠΠ και εντάχθηκε στην Πολυτεχνική Σχολή, χωρίς όμως να μετονομαστεί σε Τμήμα Μηχανικών. Ηδη από το 2008, το Τμήμα ΔΠΦΠ είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια για τη μετατροπή του σε Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και ταυτόχρονη μεταφορά της έδρας του στην Πάτρα, η οποία προσπάθεια συνοδεύτηκε από αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών, προσθήκη μηχανικών στο προσωπικό κ.λπ. Η ένταξη του τμήματος στην Πολυτεχνική Σχολή χαιρετίστηκε τότε ως πρώτο βήμα προς τη μετατροπή του σε Τμήμα Μηχανικών, αλλά δεν συνοδεύτηκε από αλλαγή ειδικότητας των αποφοίτων, οι οποίοι παρέμεναν «διαχειριστές περιβάλλοντος» χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα. Ταυτοχρόνως, η έδρα του Τμήματος παρέμενε στο Αγρίνιο.

2019, κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ: Με τον νόμο Γαβρόγλου, το Τμήμα ΔΠΦΠ μετονομάζεται σε Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος, χωρίς όμως να μεταφερθεί στην Πάτρα. Αρχίζει τότε ένας αγώνας για αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων από το ΤΕΕ, για επικαιροποίηση του προγράμματος σπουδών, για διαχείριση των αποφοίτων των παλαιότερων ετών που αιτήθηκαν ισοτιμίας πτυχίων/διπλωμάτων και πολλά άλλα.

2021, κυβέρνηση ΝΔ: Το ΠΠ εκπονεί Στρατηγικό Σχεδιασμό για την Ακαδημαϊκή και Ερευνητική Ανάπτυξή του, σύμφωνα με τον οποίον θα καταργηθεί το ΤΜΠ και στη θέση του θα δημιουργηθεί ένα τμήμα Αειφορικής Γεωργίας, που θα ανήκει στη Γεωπονική Σχολή του ΠΠ και θα εδρεύει και πάλι στο Αγρίνιο. Το Σχέδιο διαπνέεται από το πνεύμα των συγχωνεύσεων - καταργήσεων τμημάτων, που είναι διακηρυγμένος στόχος του υπουργείου Παιδείας και τιτλοφορείται «ανασυγκρότηση του χάρτη της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης». Ο σχεδιασμός αυτός εγκρίνεται κατά πλειοψηφία από τη Σύγκλητο και αποστέλλεται στο ΥΠΑΙΘ, το οποίο τον προωθεί στην ΕΘΑΑΕ. Η τελευταία τον ενέκρινε κι έκτοτε αναμένεται η έκδοση του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος.

Συνοπτικά, έχουμε ένα Τμήμα που στα 23 χρόνια της ύπαρξής του ανήκε σε δυο διαφορετικές σχολές και τρία διαφορετικά ιδρύματα, που έχει αλλάξει ονομασία δυο φορές ήδη και που κάποιοι από τους αποφοίτους του απέκτησαν επαγγελματικά δικαιώματα 22 χρόνια μετά την ίδρυσή του. Και το οποίο πρόκειται να καταργηθεί άμεσα! Το τμήμα αυτό έχει ταλαιπωρηθεί όλα τα χρόνια που υπάρχει, χωρίς να αποκτήσει ποτέ το δικαίωμα να ζήσει σε συνθήκες ακαδημαϊκής κανονικότητας, ώστε να δείξει τις εκπαιδευτικές και ερευνητικές του δυνατότητες. Απομονωμένο εκτός πανεπιστημιουπόλεων πάντοτε, χωρίς επιστημονικές και εκπαιδευτικές συνέργειες με άλλα ομοειδή ή έστω συναφή τμήματα, χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα μέχρι πέρσι, πώς αλήθεια να αναπτυχθεί;

Ας δούμε τώρα τη μεγάλη εικόνα

Στον καπιταλισμό το περιβάλλον αντιμετωπίζεται ως ένα πεδίο εκμετάλλευσης φυσικών και ανθρώπινων πόρων, αλλά και ως μια επιπλέον κερδοφόρα διέξοδος στα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια. Με δεδομένο όμως ότι οι διαθέσιμοι πόροι αυτοί δεν είναι ανεξάντλητοι, η καπιταλιστική οικονομία «αναγκάστηκε» να προωθήσει τη μελέτη και διαχείρισή τους, ούτως ώστε να διασφαλίζεται σε κάποιον βαθμό η συνέχειά τους. Οικονομικοί, κοινωνικοί αλλά και νομικοί λόγοι καθόρισαν την ειδικότητα του Μηχανικού Περιβάλλοντος να είναι εκείνη που μελετά την ένταξη των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στο οικοσύστημα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να ελέγξει την επιβάρυνση που αυτές προκαλούν.

Γιατί λοιπόν να καταργείται ένα τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος σε μια χώρα με ιδιαίτερα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως τα βλέπουμε κάθε καλοκαίρι με τις πυρκαγιές και κάθε χειμώνα με τις πλημμύρες; Μήπως είναι πολλά τα, δυο όλα κι όλα, τμήματα Μηχανικών Περιβάλλοντος (το υπό κατάργηση του Πανεπιστημίου Πατρών και του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου στην Ξάνθη) που διατηρεί η χώρα;

Είναι μάλλον προφανές ότι υπάρχει πολιτική απόφαση για υποβάθμιση και ουσιαστική κατάργηση των περιβαλλοντικών σπουδών. Και αυτό συμβαίνει αποκλειστικά σε προπτυχιακό επίπεδο, ενώ σε μεταπτυχιακό επίπεδο οι περιβαλλοντικές σπουδές ενισχύονται με τα λογής λογής τμηματικά, διατμητικά ή και δι-ιδρυματικά μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, συχνά με δίδακτρα. Από τη σκοπιά του ΥΠΑΙΘ, η απόφαση αυτή τεκμηριώνεται από τη «χαμηλή ζήτηση» τέτοιων ειδικοτήτων, η οποία συνεπάγεται αντίστοιχα «χαμηλή ζήτηση» των σχετικών πανεπιστημιακών τμημάτων. Πέραν του γεγονότος ότι αυτή η λογική υιοθετεί απροκάλυπτα τα κριτήρια της αγοράς στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, ποσοτικοποιώντας την Εκπαίδευση ως εμπόρευμα, είναι και δηλωτική της στάσης του ΥΠΑΙΘ και της κυβέρνησης απέναντι στην Ανώτατη Εκπαίδευση: Αντί να ενισχύσει τα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών που είναι δωρεάν, ώστε να προσφέρουν ολοκληρωμένα την απαραίτητη γνώση στα πλαίσια του βασικού τίτλου σπουδών συνδέοντάς τον με το αντίστοιχο επάγγελμα, προκρίνει την προσφορά αποσπασματικής γνώσης μέσω μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών, συνήθως με δίδακτρα.

Η παραπάνω τάση είναι διακριτή σε πάρα πολλά επιστημονικά πεδία. Ειδικώς όσον αφορά στο περιβάλλον, ένας επιπλέον λόγος για την υποβάθμιση/κατάργηση των σπουδών Περιβάλλοντος σε προπτυχιακό επίπεδο είναι ο τρόπος λειτουργίας του κεφαλαίου στην Ελλάδα του σήμερα. Είναι σαφές ότι το κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα αυτή την εποχή αντιλαμβάνεται το περιβάλλον ως περιοριστικό παράγοντα για τις επενδύσεις του και όχι ως πεδίο που θα μπορούσε το ίδιο να αποφέρει κερδοφορία. Στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης και του ευρωπαϊκού New Deal, το κεφάλαιο, έχοντας ανάγκη για επικερδείς γρήγορες μπίζνες, θέλει να «εξαφανίσει» ακόμη και τους τελευταίους περιοριστικούς για την κερδοφορία του παράγοντες, όπως είναι οι ανάγκες για σοβαρή επιστημονική υποστήριξη και προδιαγραφές, πόσο μάλλον η επιστημονικά τεκμηριωμένη αμφισβήτηση. Για παράδειγμα, το κεφάλαιο απαιτεί να γίνει το green deal στην Ενέργεια όπως υπαγορεύεται από την τρέχουσα σχέση κόστους/ωφέλειας για μέγιστη κερδοφορία, ενώ τα ΜΜΕ προπαγανδίζουν τις επενδυτικές αιχμές (ηλεκτροκίνηση οχημάτων, ΑΠΕ στους αγρούς και στις στέγες κ.λπ.), παρουσιάζοντάς τες ως ευρύτερα κοινωνικά ωφέλιμες.

Η επιστημονική ειδίκευση του Μηχανικού Περιβάλλοντος δεν μπορεί παρά να θέσει ζητήματα που μπορούν να αποβούν καθοριστικά για την πορεία των όποιων επενδύσεων, ακόμη και μέσα στο πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρηματικών ομίλων, όπως π.χ. οι επιπτώσεις της βίαιης μετατροπής των χρήσεων γης για τέτοιες επενδύσεις, η διαχείριση του κύκλου ζωής συσκευών κ.λπ. Δεδομένου ότι τέτοιες πρακτικές δεν είναι συμβατές με την ασφυκτική πίεση για γρήγορη κερδοφορία, το πλαίσιο επιχειρηματικής δραστηριότητας καθορίζεται διαχρονικά από τις κυβερνήσεις σε συνεργασία με τις ηγεσίες του ΤΕΕ προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και εις βάρος τελικά του περιβάλλοντος και των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας. Με ευθύνη όλων των κυβερνήσεων μέχρι σήμερα, διατηρούνται οι ελλείψεις, οι επικαλύψεις και οι γκρίζες ζώνες στα επαγγελματικά δικαιώματα των μηχανικών, ώστε αυτοί να διαγκωνίζονται μέσα σε ένα θολό τοπίο με συχνά δυσδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές και τεχνητά συντεχνιακά δίπολα, όπως «παλιές» και «νέες» ειδικότητες, απ' όπου τελικά κερδισμένοι βγαίνουν αυτοί που πραγματικά έχουν την πίτα και το μαχαίρι: Οι μετρημένοι στα δάκτυλα κατασκευαστικοί όμιλοι με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που τους στηρίζουν. Σε αυτό το πλαίσιο, αυξάνει η ανεργία του κλάδου και καλλιεργείται συνολικά η απαξίωση των σχετικών τμημάτων στα μάτια των μαθητών/υποψηφίων που είναι άλλωστε ένας από τους λόγους της χαμηλής δημοφιλίας στην Ελλάδα των τμημάτων που σχετίζονται με το περιβάλλον.

Η θέση μας είναι ότι οι σπουδές του Μηχανικού Περιβάλλοντος πρέπει να υπάρξουν και να ενταθούν στο μέλλον, επειδή πρέπει να μελετήσουμε επιστημονικά τη σχέση του ανθρώπου με το εκάστοτε οικοσύστημα στο οποίο ανήκει ή/και παρεμβαίνει, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να ανακαλύψουμε τρόπους και μεθόδους αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζημιάς που έχει προκληθεί έως σήμερα, αλλά και μηχανισμούς πρόληψής της στο μέλλον. Προφανώς, αυτή η οπτική δεν μπορεί να υλοποιηθεί στο πλαίσιο μιας καπιταλιστικής οικονομίας, επειδή δεν αντιλαμβάνεται το περιβάλλον ως ένα σύμπαν που υπερβαίνει ποσοτικά, ποιοτικά αλλά και χρονικά τις ανθρώπινες δραστηριότητες.

Συμπερασματικά

Είναι προφανές ότι οι σπουδές Μηχανικού Περιβάλλοντος είναι απαραίτητες για να συμβάλουν στη μελέτη, στην πρόβλεψη και τον σχεδιασμό διεργασιών διαχείρισης του περιβάλλοντος από τη σκοπιά των λαϊκών απαιτήσεων και αναγκών της εποχής μας. Και είναι βαθιά αντίφαση της ελληνικής πραγματικότητας όχι μόνο να μην υποστηρίζει αυτού του είδους τις σπουδές, αλλά να τις υποβαθμίζει και να τις καταργεί, ευνοώντας έτσι τις τρέχουσες επιλογές του κεφαλαίου. Εμείς επιδιώκουμε και διεκδικούμε σύγχρονη επιστημονική αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών ζητημάτων με στόχο μια καλύτερη ζωή για όλους μας, απαλλαγμένη από τα προβλήματα και τις παγίδες που βάζει η μεγιστοποίηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου που επενδύεται στη χώρα. Αυτή η αντιμετώπιση περνάει μόνο μέσα από σοβαρές περιβαλλοντικές σπουδές που θα αντανακλούν τις τρέχουσες εξελίξεις στο ιδιαίτερα ευαίσθητο αυτό πεδίο, οι οποίες θα πρέπει να εξασφαλίζουν την πρόσβαση στο επάγγελμα με μοναδική προϋπόθεση το δίπλωμα, χωρίς επιπλέον κύκλους σπουδών, πιστοποιητικά και καταρτίσεις.


Φραγκίσκος ΚΟΥΤΕΛΙΕΡΗΣ
Καθηγητής, πρόεδρος του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Πατρών



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ