ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 28 Απρίλη 2023 - Κυριακή 30 Απρίλη 2023
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΕ - ΚΙΝΑ
Σύνθετο παζάρι με φόντο πολλαπλούς «κινδύνους» για τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων

Στο έδαφος των αντιθέσεων που οξύνει ο ανταγωνισμός ΗΠΑ - Κίνας για τη διεθνή πρωτοκαθεδρία

Ο Κινέζος Πρόεδρος με τον Γάλλο ομόλογό του κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Κίνα
Ο Κινέζος Πρόεδρος με τον Γάλλο ομόλογό του κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Κίνα
Μέσα από τα απανωτά ταξίδια Ευρωπαίων ηγετών και υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΕ το τελευταίο διάστημα στην Κίνα, τις επαφές, τις συμφωνίες και τις τοποθετήσεις τους αναφορικά με τη στάση απέναντι στο Πεκίνο, έρχονται με ιδιαίτερα χαρακτηριστικό τρόπο στην επιφάνεια οι καπιταλιστικές αντιθέσεις εντός του ευρωατλαντικού άξονα αλλά και στο εσωτερικό της ίδιας της ΕΕ, καθώς η μεγάλη όξυνση του ανταγωνισμού ΗΠΑ - Κίνας προκαλεί ισχυρές «αναταράξεις» και στις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ.

Μεταξύ άλλων, στην Κίνα βρέθηκαν μέσα στον τελευταίο μήνα οι ηγέτες Γαλλίας και Ισπανίας, η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών, η πρόεδρος της Κομισιόν κ.ά., ενώ νέες συναντήσεις προγραμματίζονται τις επόμενες βδομάδες, όπως αυτή του Γερμανού υπουργού Οικονομικών που αναμένεται να βρεθεί στο Πεκίνο στα μέσα Μάη. Το δε πρακτορείο «Bloomberg» μεταδίδει ότι ο Γερμανός καγκελάριος, Ολαφ Σολτς - που είχε επισκεφθεί το Πεκίνο τον περασμένο Νοέμβρη - έχει προσκαλέσει τον Κινέζο πρωθυπουργό, Λι Τσιανγκ, στο Βερολίνο «για συνομιλίες» μέσα στον Ιούνη.

Με αρκετές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους, κοινός παρονομαστής στις παρεμβάσεις όλων των παραπάνω είναι η επισήμανση ότι η ΕΕ δεν έχει συμφέρον να «αποσυνδεθεί» από την Κίνα (κατεύθυνση στην οποία οδηγεί η όξυνση του ανταγωνισμού ΗΠΑ - Κίνας).

Οπως δήλωσε στις 18 Απρίλη στο Ευρωκοινοβούλιο η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, «δεν πρέπει ποτέ να ξεφύγει από το οπτικό μας πεδίο το μέγεθος αυτού του μετασχηματισμού (σ.σ. της Κίνας) σε μια σύγχρονη οικονομική δύναμη, κρίσιμο παγκόσμιο παίκτη και ηγέτη (...) Αυτή η κατάσταση στα διεθνή και στην οικονομία - όπως φυσικά και τα δικά μας συμφέροντα - καθιστά όλο και πιο σημαντική για την Ευρώπη τη διαχείριση των σχέσεών της με την Κίνα».

«Η αποσύνδεση ("decoupling") προφανώς δεν είναι βιώσιμη, επιθυμητή ούτε και πρακτική για την Ευρώπη», τόνισε, «αλλά πρέπει να αφοσιωθούμε στη "μείωση του κινδύνου" από εξαρτήσεις που συνιστούν σημαντικούς κινδύνους για μας».

Τα ευρωπαϊκά μονοπώλια έχουν τεράστιες μπίζνες με το κινεζικό κεφάλαιο, από τις οποίες δεν μπορούν να «αποσυνδεθούν» χωρίς μεγάλη χασούρα, ωστόσο η όξυνση του ανταγωνισμού ΗΠΑ - Κίνας, η επιστράτευση κυρώσεων απέναντι στο Πεκίνο, στις οποίες συμμετέχει και η ΕΕ, το ενδεχόμενο γενίκευσης συγκρούσεων στις οποίες η ΕΕ θα πρέπει να πάρει θέση, αυξάνουν «κινδύνους» γι' αυτές τις μπίζνες, ιδιαίτερα σε τομείς όπου τα ευρωενωσιακά μονοπώλια «εξαρτώνται» ιδιαίτερα από την Κίνα, όπως για την εισαγωγή κρίσιμων πρώτων υλών (σπάνιες γαίες) κ.ά.

Χαρακτηριστικά ως προς τα παραπάνω ήταν και δημοσιεύματα που είχαν προηγηθεί των επισκέψεων Μακρόν και φον ντερ Λάιεν στο Πεκίνο, όπως αυτό του «Politico» στις 24/3: «"Δεν μπορούμε να χάσουμε την Κίνα", λένε οι Ευρωπαίοι ηγέτες».

Ο Ισπανός πρωθυπουργός, Π. Σάντσεθ, ένας από τους λίγους Ευρωπαίους ηγέτες που παραβρέθηκαν στο Φόρουμ του Μποάο (θεωρείται η ασιατική εκδοχή της Διάσκεψης του Μονάχου), επισήμανε ότι «οι σχέσεις ανάμεσα στην Ευρώπη και την Κίνα δεν χρειάζεται να χαρακτηρίζονται από συγκρούσεις», ζητώντας «άνοιγμα της Ανατολής έτσι ώστε η Δύση να μη χρειαστεί να κλειστεί στον εαυτό της».

Ακόμα πιο υψηλούς τόνους υιοθέτησε ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, με ευθείες αναφορές στις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ. «Το να είσαι σύμμαχος με τις ΗΠΑ δεν σημαίνει ότι πρέπει να είσαι και υποτελής», ανέφερε, «στη δεδομένη στιγμή οφείλουμε να θέσουμε στους εαυτούς μας το ερώτημα του δικού μας συμφέροντος, γνωρίζοντας ότι δεν θέλουμε να μπούμε στη λογική των μπλοκ».

Αντίστοιχα, αναφερόμενος στο «ευαίσθητο» θέμα της αντιπαράθεσης για την Ταϊβάν, είπε ότι «το χειρότερο θα ήταν εμείς οι Ευρωπαίοι (...) να προσαρμοζόμαστε στους αμερικανικούς ρυθμούς ή στην κινεζική υπεραντίδραση». Πρόσθεσε πως δεν πρέπει «να ακολουθήσουμε την αμερικανική πολιτική από κάποιο αντανακλαστικό πανικού», ενώ συνεχίζοντας μίλησε για «παγίδα για την Ευρώπη» η οποία χρειάζεται να προσέξει ώστε να μην εγκλωβιστεί σε κρίσεις «που δεν είναι δικές μας».

Σύμφωνα με τα σχετικά ρεπορτάζ των «Politico» και «Les Echos», ο Μακρόν υποστήριξε ότι η ανάγκη για τη «στρατηγική αυτονομία» της Ευρώπης πλέον είναι ευρέως αποδεκτή, ωστόσο αν οξυνθεί κι άλλο η σύγκρουση ανάμεσα στο δίπολο Αμερικανοί - Κινέζοι «δεν θα έχουμε τον χρόνο ή τα μέσα να χρηματοδοτήσουμε τη δική μας στρατηγική αυτονομία και θα καταστούμε βασάλοι (σ.σ. υποτελείς), ενώ θα μπορούσαμε να γίνουμε ο τρίτος πόλος αν είχαμε μερικά ακόμα χρόνια για να αναπτύξουμε τον στόχο μας». Τα δύο ΜΜΕ ανέφεραν στα σχετικά δημοσιεύματα ότι η γαλλική προεδρία «μπλόκαρε» τη δημοσίευση κι άλλων αποσπασμάτων της «συζήτησης», στα οποία «ο Μακρόν μίλησε με ακόμα μεγαλύτερη ειλικρίνεια»...

Διακυβεύονται μεγάλα οικονομικά συμφέροντα

Τα οικονομικά στοιχεία είναι χαρακτηριστικά για τα μεγάλα μονοπωλιακά συμφέροντα που διακυβεύονται.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2022, η Κίνα ήταν 1ος εξαγωγέας στην ΕΕ, ελέγχοντας το 20,8% των εισαγωγών της από τρίτες χώρες.

Ταυτόχρονα, η Κίνα ήταν ο 3ος προορισμός για τις εξαγωγές της ΕΕ (9% του συνόλου).

Η πρόεδρος της Κομισιόν χαρακτήρισε στο Πεκίνο την Κίνα «ζωτικό εμπορικό εταίρο» καθώς «το εμπόριό μας αντιπροσωπεύει καθημερινά 2,3 δισ. ευρώ».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεγάλη επιχειρηματική αντιπροσωπεία που συνόδευε τον Μακρόν στο Πεκίνο (όπως είχε γίνει και στην επίσημη επίσκεψη που έκανε το φθινόπωρο ο Γερμανός καγκελάριος), αλλά και οι επιχειρηματικές συμφωνίες που «έκλεισαν».

Μεταξύ άλλων, ο κολοσσός της αεροναυπηγικής «Airbus» υπέγραψε συμβόλαιο για τον διπλασιασμό της ικανότητας παραγωγής αεροσκαφών A320, με τη δημιουργία νέας γραμμής στη μονάδα που διατηρεί στην περιοχή Τιαντζίν και αναμένεται να λειτουργήσει το 2025. Η ενεργειακή εταιρεία EDF επέκτεινε τη συνεργασία της με τον κινεζικό όμιλο CGN, για την κατασκευή νέων μονάδων παραγωγής πυρηνικής ενέργειας. Ο όμιλος «Suez» «έκλεισε» συμβόλαιο για έργα αφαλάτωσης θαλασσινού νερού στην Κίνα, ο κολοσσός της «L'Oreal» «έκλεισε» επίσης μεγάλη συμφωνία με τον «γίγαντα» του ηλεκτρονικού εμπορίου «Alibaba» για «βιώσιμη κατανάλωση»...

Αλλά και για τα γερμανικά μονοπώλια οι προσδοκίες είναι αυξημένες. Για κολοσσούς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία «Volkswagen», ΜΜΕ κατέγραφαν με αφορμή τις επισκέψεις Ευρωπαίων στο Πεκίνο ότι πάνω από το 50% της κερδοφορίας της εξαρτάται από την κινεζική αγορά, σχολιάζοντας ότι καθόλου τυχαία, ένας από τους πρώτους επισκέπτες της Κίνας αφού χαλάρωσαν τα μέτρα για την πανδημία ήταν ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Oliver Blume. Τα ίδια δημοσιεύματα ανέφεραν ότι το 2022 συνεχίστηκαν οι μεγάλες επενδύσεις της Γερμανίας στην κινεζική αγορά, φτάνοντας τα 10 δισ. ευρώ. Το 2022, η ετήσια αύξηση του όγκου των αγαθών που οι δύο πλευρές εμπορεύτηκαν έφτασε το 21%.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες επιδρά και η δυσαρέσκεια που εκφράζουν μεγαλοστελέχη διαφόρων ευρωπαϊκών ομίλων για κινήσεις των ΗΠΑ που «θίγουν» και τα δικά τους επιχειρηματικά σχέδια. Πριν από λίγες μέρες, ήταν ο Γάλλος εκτελεστικός πρόεδρος της «Airbus», Γκιγόμ Φορί, που χαρακτήρισε το τεράστιο πακέτο κρατικής στήριξης των μονοπωλίων στις ΗΠΑ για τη «μετάβαση στην πράσινη Ενέργεια» «πολύ επικίνδυνο για την Ευρώπη». Ο ίδιος μάλιστα υποστήριξε ότι «η Ευρώπη δυσκολεύεται πολύ να αντιδράσει» σε τέτοιες κινήσεις των ΗΠΑ, οι οποίες - συνέχισε - «αποσταθεροποιούν το παιχνίδι».

«Αγκάθι» το αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ

Παράλληλα, κεντρικό ζήτημα στα παζάρια ΕΕ - Κίνας είναι και η προσπάθεια των Βρυξελλών να «ισορροπήσουν» τη μεγάλη ανισομετρία στο διμερές εμπόριο.

Αρθρογραφώντας για τις σχέσεις ΕΕ - Κίνας στο blog του ο επικεφαλής της ευρωενωσιακής διπλωματίας, Ζ. Μπορέλ, είπε ότι «πέρασε η εποχή της ευτυχισμένης παγκοσμιοποίησης» και ζήτησε από την Κίνα «να δείξει μεγαλύτερη ευθύνη», γκρινιάζοντας για το «εμπορικό μας έλλειμμα που υπερδιπλασιάστηκε την τελευταία διετία». Σε βάθος 10ετίας, το έλλειμμα της ΕΕ στο εμπόριο με την Κίνα τριπλασιάστηκε.

Ο ίδιος αναγνώρισε ότι «οι διμερείς μας σχέσεις χειροτέρευσαν τα τελευταία χρόνια», θυμίζοντας μεταξύ άλλων εκατέρωθεν κυρώσεις που επιβλήθηκαν με πρόσχημα τα «ανθρώπινα δικαιώματα» στην κινεζική ημιαυτόνομη επαρχία Σιντζιάνγκ. Σημειωτέον, αυτές οι κυρώσεις επέδρασαν και στο «πάγωμα» της Επενδυτικής Συμφωνίας ΕΕ - Κίνας (Comprehensive Agreement or Investment - CAI) που τον Δεκέμβρη του 2020 είχε κυρωθεί επί της αρχής.

Ο Μπορέλ είπε ότι «δεν φοβόμαστε την άνοδο της Κίνας. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι η ιστορία του κόσμου αύριο θα εξαρτηθεί και από το πώς η Κίνα θα χρησιμοποιεί τη δύναμή της», καλώντας το Πεκίνο να αξιοποιήσει την ετοιμότητα των Βρυξελλών να παζαρέψουν μαζί του, εξετάζοντας κι εκείνο τα «ανταλλάγματα» που θα προσφέρει.

«Αν οι ανισορροπίες δεν διορθωθούν, πρέπει να αντιδράσουμε», συμπλήρωσε, όπως και ότι «εμείς ξέρουμε πως τα παγκόσμια προβλήματα δεν θα λυθούν χωρίς την Κίνα. Σε αντάλλαγμα, η Ευρώπη περιμένει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ως γεωπολιτικός παράγοντας, ικανός να προστατεύσει τα συμφέροντα και τις αξίες της και αναλαμβάνοντας τις στρατηγικές της ευθύνες». Κατέληξε δε απευθυνόμενος στο Πεκίνο ότι «η πραγματική πρόκληση που έχουμε είναι πόσο καλά θα κάνουμε τις σχέσεις μας να δουλέψουν και πώς θα διαχειριστούμε τις διαφορές μας...».


«Υπονομεύεται η αμερικανική στήριξη στην Ευρώπη... »

Χαρακτηριστικές των αντιθέσεων που οξύνονται στο εσωτερικό του ευρωατλαντικού άξονα ήταν οι αντιδράσεις μιας σειράς επιτελείων στις ΗΠΑ για τις δηλώσεις Μακρόν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Κίνα.

Η εφημερίδα «Wall Street Journal» σχολίασε ότι ο Γάλλος ηγέτης «αποδυναμώνει την αποτροπή της κινεζικής επιθετικότητας και υπονομεύει τη στήριξη των ΗΠΑ για την Ευρώπη».

Οι «New York Times» έγραψαν ότι «ως προς την αντιμετώπιση της Κίνας, ΗΠΑ και Ευρώπη παίρνουν διαφορετικά μέτρα» και ότι «ορισμένοι διαμορφωτές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής αμφισβητούν ότι ευρωπαϊκά έθνη θα πρόσφεραν σημαντική στρατιωτική στήριξη στις ΗΠΑ σε μία σύγκρουση για την Ταϊβάν ή θα επιθυμούσαν να επιβάλουν αυστηρές οικονομικές κυρώσεις στην Κίνα».

Ο δε ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Μ. Ρούμπιο διατύπωσε τον «προβληματισμό» μεγάλου τμήματος του αμερικανικού κεφαλαίου, δηλώνοντας ότι αν οι δηλώσεις Μακρόν «εκφράζουν την Ευρώπη συνολικά», τότε οι ΗΠΑ πρέπει να αλλάξουν προτεραιότητες «και να σας αφήσουν παιδιά να χειριστείτε εσείς το θέμα της Ουκρανίας».

Αμερικανικά ΜΜΕ μετέδωσαν ακόμα φόβους που εξέφραζαν (ανώνυμα) αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη «διατάραξη της ενότητας στο ΝΑΤΟ αν οι χώρες αρχίσουν μονομερώς να υπονομεύουν τις προτεραιότητες η μία της άλλης...».

Την ίδια ώρα, από κινεζικής πλευράς, ο πρέσβης της χώρας στην ΕΕ, Φου Κανγκ, τη βδομάδα που πέρασε εκτίμησε ότι «η ευρωπαϊκή πλευρά δεν πρέπει να εξετάζει τις σχέσεις Κίνας - Ευρώπης υπό το πρίσμα της ουκρανικής κρίσης και να αφήσει να αναπτυχθούν οι σχέσεις με τις ΗΠΑ σε βάρος των σχέσεων Κίνας - Ευρώπης». Πρόσθεσε δε ότι «η συνεργασία της Κίνας με την ΕΕ δεν έχει «ανώτατο όριο"».

Αξιοσημείωτο φυσικά ήταν και το ενδιαφέρον με το οποίο τα κινεζικά ΜΜΕ έσπευσαν να σχολιάσουν τις δηλώσεις Μακρόν, αφού έφυγε από το Πεκίνο:

Η εφημερίδα «Γκλόμπαλ Τάιμς» ασχολούνταν με το θέμα για μέρες: Στις 10/4 σχολίασε πως «η αμηχανία των ΗΠΑ για τη δήλωση Μακρόν περί "στρατηγικής αυτονομίας" δείχνει τη μειούμενη ικανότητα της Ουάσιγκτον να διατηρήσει την ηγεμονία». Στις 11/4 έγραψε ότι «η συμπεριφορά του Μακρόν δείχνει ότι η Ευρώπη επιδιώκει την αξιοπρέπεια και το προσωπικό της συμφέρον», αναλύοντας πως «μπορούμε αποτελεσματικά να φράξουμε τον σχηματισμό ενός ενωμένου μετώπου κατά της Κίνας που θέλουν οι ΗΠΑ και να διαμορφώσουμε την ορμή να το τσακίσουμε». Στις 12/4 παρατηρούσε ότι η Ευρώπη καλείται να επιλέξει αν «θα πάρει το πεπρωμένο στα δικά της χέρια και θα προωθήσει τη συνεργασία αμοιβαίου οφέλους με όλους», υποστηρίζοντας ότι «οι λογικές φωνές στην Ευρώπη δεν μένουν πια σιωπηλές».

Φιλοξενούσε ακόμα εκτιμήσεις αναλυτών ότι «η Ευρώπη είναι πιο πρόθυμη να δεχτεί έναν κόσμο όπου η Κίνα μετατρέπεται σε περιφερειακό ηγεμόνα» και «ορισμένοι από τους ηγέτες της πιστεύουν ακόμα και ότι μια τέτοια παγκόσμια τάξη έχει περισσότερα πλεονεκτήματα για την Ευρώπη».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ