Αν και δεν έχει βρεθεί κάποια ένδειξη ζωής στην επιφάνεια του Αρη, οι επιστήμονες θεωρούν ότι ακόμη και στα βάθη που βρίσκεται το υγρό νερό, θα μπορούσε να περιέχει κάποιες μορφές ζωής, όπως συμβαίνει και στα βάθη των ωκεανών στη Γη. Πολλά στοιχεία δείχνουν πως στο μακρινό παρελθόν ο κόκκινος πλανήτης διέθετε πολύ επιφανειακό νερό σε υγρή μορφή. Ωστόσο πριν από 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια μια απότομη αλλαγή στο κλίμα οδήγησε στην αποξήρανση της επιφάνειας. Η μεταβολή αυτή ίσως προήλθε εξαιτίας της απώλειας του μαγνητικού πεδίου του πλανήτη, μιας πρόσκρουσης μεγάλου αστεροειδούς, ή ακόμα και της ίδιας της εμφάνισης ζωής, που ίσως οδήγησε σε απότομη κλιματική μεταβολή.
Μια άλλη ευχάριστη έκπληξη στη διαδικασία εξερεύνησης του Αρη για εντοπισμό ενδείξεων ζωής στο παρελθόν του ήταν ο εντοπισμός από το ρόβερ «Perseverance» («Επιμονή») της NASA, μιας πέτρας με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, μέσα στον κρατήρα Τζέζερο. Η πέτρα, που θεωρείται το σημαντικότερο εύρημα έως τώρα, ονομάστηκε Cheyava Falls, από το όνομα μιας τοποθεσίας στο φαράγγι Γκραντ Κάνιον στις ΗΠΑ, έχει μέγεθος όσο η επιφάνεια ενός τραπεζιού του καφέ, σχήμα βέλους και προεξέχει μέσα από το χώμα. Ομως τα πιο αξιόλογα οπτικά χαρακτηριστικά της είναι οι κοκκινωπές και ανοιχτόχρωμες λωρίδες, με τις πρώτες να είναι διάστικτες με ανοιχτόχρωμες κηλίδες. Το κόκκινο χρώμα πιθανότατα οφείλεται στον αιματίτη, ένα οξείδιο του σιδήρου, ενώ οι ανοιχτόχρωμες λωρίδες μοιάζουν με αποθέσεις θειικού ασβεστίου, που προήλθαν από υγρό περιβάλλον. Τα σκούρα περιγράμματα των κηλίδων περιέχουν φωσφορικό σίδηρο, που θα μπορούσε να αποτελεί τροφή για πεινασμένα μικρόβια του υπεδάφους.
Συνολικά, τα δεδομένα από το «Perseverance» δείχνουν όχι μόνο ότι πριν πολύ καιρό ποσότητα νερού καταστάλαζε στον βράχο Cheyava Falls, αλλά και ότι η πέτρα διέθετε χαρακτηριστικά, που συνήθως σχετίζονται με μικροβιακή ζωή. Σε ιζηματογενή πετρώματα με λωρίδες αιματίτη στη Γη, οι χημικές αντιδράσεις μπορούν να δημιουργήσουν παρόμοιες ανοιχτόχρωμες κηλίδες με σκούρο περίγραμμα, απελευθερώνοντας Ενέργεια ικανή να συντηρήσει μονοκύτταρους οργανισμούς μέσα στο πέτρωμα.
Το ρόβερ χρησιμοποίησε το τρυπάνι του για να βγάλει ένα δείγμα από το Cheyava Falls, το οποίο τοποθέτησε σε δοχείο. Αυτό, μαζί με άλλα από προηγούμενες διατρήσεις, θα πρέπει να ανακτηθεί και να μεταφερθεί στη Γη για ανάλυση από τη μελλοντική ρομποτική αποστολή MRS, που προγραμματίζουν από κοινού NASA και ESA (Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος). Η αποστολή αυτή δεν προβλέπεται να πραγματοποιηθεί πριν το 2040.
Οπως είχε σχεδιαστεί, το σκάφος ανέβηκε σε ύψος 1.400 χιλιομέτρων πάνω από τη Γη, με την «Polaris Dawn» να είναι η επανδρωμένη αποστολή που αν εξαιρεθούν οι αποστολές «Απόλλων» της NASA στο φεγγάρι, πήγε πιο μακριά από κάθε προηγούμενη. Μετά από 6 περιφορές γύρω από τη Γη, το Dragon κατέβηκε σε ύψος 265 χλμ., οπότε πραγματοποιήθηκαν οι έξοδοι στο διαστημικό κενό, του Αϊζακμαν, διοικητή της αποστολής και της Σάρα Γκίλις, με τις νέες πιο ευέλικτες στολές που έχει σχεδιάσει η «SpaceX». Πριν από το άνοιγμα της μπουκαπόρτας στη μύτη του διαστημοπλοίου ακολουθήθηκε διαδικασία σταδιακής μείωσης της πίεσης μέσα στο σκάφος και αλλαγής της σύνθεσης του αέρα μέχρι να περιέχει καθαρό οξυγόνο, ώστε να αφαιρεθεί το άζωτο από το σώμα των μελών του πληρώματος, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να πάθουν την ασθένεια των δυτών (εμφάνιση φυσαλίδων αζώτου στο αίμα).
Το πλήρωμα της «Polaris Dawn», που έχει εκπαιδευτεί με τα πρότυπα του αστροναυτικού σώματος της NASA, χωρίς όμως να αποτελούν μέλη του σώματος αυτού, συνεχίζει τα επιστημονικά πειράματα που πρόβλεπε το πρόγραμμα της αποστολής και αναμένεται μέσα στο Σαββατοκύριακο να επιστρέψει στη Γη, κάνοντας προσθαλάσσωση στα ανοιχτά της Φλόριντας.
Μετά από αυτήν την απόφαση της NASA, η «Boeing» προχώρησε σε αυτόματη μη επανδρωμένη επάνοδο του Starliner, που έγινε επιτυχώς σύμφωνα με ανακοίνωσή της. Η εταιρεία έκανε γνωστό ότι θα μελετήσει λεπτομερώς το σκάφος για να εντοπίσει τις αιτίες των προβλημάτων που διαπιστώθηκαν λίγο πριν από την εκτόξευση και κατά την πτήση του Starliner προς τον ΔΔΣ, παρότι το τμήμα υποστήριξης στο οποίο εντοπίστηκαν τα περισσότερα προβλήματα κάηκε όπως προβλεπόταν κατά την επανείσοδο στην ατμόσφαιρα. Από τη μεριά της, η NASA έκανε γνωστό ότι δεν θα αλλάξει κάτι ως προς την υποστήριξή της, ώστε το Starliner να αποτελέσει ασφαλή εναλλακτική επανδρωμένης πρόσβασης για τις ΗΠΑ στο Διάστημα, απέναντι σε τυχόν προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν τα σκάφη και οι πύραυλοι της «SpaceX».