Νέα επεισόδια συνεχίζουν να καταγράφονται στις ενδοαστικές αντιθέσεις και την πολιτική αστάθεια στη Νότια Κορέα, καθώς την Παρασκευή ανέλαβε χρέη υπηρεσιακού Προέδρου της χώρας ο μέχρι πρότινος υπουργός Οικονομικών, Τσόι Σανγκ-μοκ, ύστερα από νέα πρόταση μομφής που υπερψήφισε το κοινοβούλιο, σε βάρος του Χαν Ντουκ-σου, ο οποίος είχε οριστεί στην ίδια θέση μόλις πριν 10 μέρες.
Υπενθυμίζεται ότι ο Χαν Ντουκ-σου, που ήταν πρωθυπουργός της χώρας, είχε αναλάβει υπηρεσιακός Πρόεδρος μετά την πρόταση μομφής που υπερψήφισε η Βουλή κατά του τότε Προέδρου της χώρας, Γιουν Σοκ-γελ, έπειτα από την απόπειρά του να επιβάλει στρατιωτικό νόμο στη χώρα επικαλούμενος «κινδύνους για την εθνική ασφάλεια».
Πλειοψηφία στο κοινοβούλιο έχει το αντιπολιτευόμενο Δημοκρατικό Κόμμα (DP), ωστόσο την πρόταση μομφής κατά του Γιουν Σοκ-γελ είχαν υπερψηφίσει και βουλευτές του κυβερνώντος Κόμματος Εξουσίας του Λαού (ΡΡΡ), από τις τάξεις του οποίου προέρχεται και ο ίδιος.
Αυτήν τη φορά, ωστόσο, την πρόταση μομφής κατά του Χαν Ντουκ-σου υπερψήφισαν μόνο βουλευτές της αντιπολίτευσης, κατηγορώντας τον ότι εμποδίζει την άμεση συμπλήρωση των 3 κενών εδρών στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο πρέπει να εγκρίνει την καθαίρεση του Προέδρου Γιουν, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για νέες εκλογές.
Η αντιπολίτευση προσάπτει στον Χαν και «ενεργό συμμετοχή στην ανταρσία», μετά την απόπειρα επιβολής στρατιωτικού νόμου, ενώ ο νέος υπηρεσιακός Πρόεδρος Τσόι Σανγκ - μοκ (φερόμενος ως «ανεξάρτητο» στέλεχος του οικονομικού επιτελείου της χώρας) εμφανιζόταν να έχει διαφωνήσει με τον Γιουν στους χειρισμούς του.
Αν και ο Τσόι επέκρινε την κατάθεση νέας πρότασης μομφής σε βάρος του Χαν, ανέλαβε καθήκοντα, δηλώνοντας ότι «η ελαχιστοποίηση των κυβερνητικών αναταράξεων είναι υψίστης σημασίας αυτήν την ώρα» και ότι «η κυβέρνηση θα αφιερώσει όλες της τις προσπάθειες στο να ξεπεραστεί αυτή η περίοδος κρίσης».
Εδωσε μάλιστα εντολή να ενισχυθεί η επαγρύπνηση των Ενόπλων Δυνάμεων, επικαλούμενος ανησυχία για εκμετάλλευση της πολιτικής κατάστασης από δυνάμεις που επιδιώκουν «προκλητικές ενέργειες» όπως η Βόρεια Κορέα.
Ο Τσόι φερόταν ήδη να ηγείται συντονισμού για «να κατευνάσει τους φόβους μεταξύ των διεθνών επενδυτών και των συμμάχων για την πολιτική αναταραχή», ενώ δεσμευόταν για «απεριόριστη ρευστότητα» προκειμένου να εκτονώσει την ανησυχία των αγορών.
Σε επικοινωνία με την Αμερικανίδα υπουργό Οικονομικών Τζ. Γέλεν, την διαβεβαίωσε για τους ισχυρούς δεσμούς της Σεούλ με την Ουάσιγκτον, ενώ έστειλε αντίστοιχες επιστολές στους επικεφαλής των οικονομικών επιτελείων ισχυρών χωρών.
Πάντως, ενδεικτικό της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης είναι ότι το ΡΡΡ αμφισβήτησε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας για την πρόταση μομφής κατά του Χαν, υποστηρίζοντας ότι απαιτούνταν αυξημένη πλειοψηφία, και δήλωσε έτοιμο να προσφύγει εναντίον της.
Δύο μέρες μετά το πολύνεκρο δυστύχημα παρέμεναν τα ερωτήματα σχετικά με τις αιτίες της συντριβής αεροσκάφους της «Azerbaizan Airlines» (AZAL) στο Καζακστάν ανήμερα τα Χριστούγεννα, από την οποία σκοτώθηκαν 38 άνθρωποι από τους συνολικά 67 επιβαίνοντες στο αεροπλάνο.
Το αεροσκάφος εκτελούσε πτήση από την αζέρικη πρωτεύουσα Μπακού προς την πρωτεύουσα της ρωσικής Τσετσενίας, Γκρόζνι, ωστόσο δεν μπόρεσε να προσγειωθεί στον προορισμό του και συνετρίβη στο δυτικό Καζακστάν.
Τα προκαταρκτικά πορίσματα της έρευνας «υποδεικνύουν φυσικές και τεχνικές εξωτερικές παρεμβολές», ανακοίνωσε την Παρασκευή η ιδιοκτήτρια εταιρεία, προσθέτοντας ότι «υπό το φως πιθανών κινδύνων για την ασφάλεια των πτήσεων» αναστέλλει τις πτήσεις της προς 6 ρωσικά αεροδρόμια.
Ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Αερομεταφορών της Ρωσίας, Ντμ. Γιαντρόφ, δήλωσε ότι ενώ το αεροσκάφος τύπου «Embraer 190» προσπαθούσε να προσγειωθεί στην Τσετσενία «ουκρανικά μαχητικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη πραγματοποιούσαν τρομοκρατικές επιθέσεις σε αστικές υποδομές στις πόλεις Γκρόζνι και Βλαδικαβκάζ» και, ως αποτέλεσμα, οι εναέριοι χώροι στην περιοχή ήταν κλειστοί και η πτήση εξετράπη. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι ο κυβερνήτης του αεροπλάνου επιχείρησε να προσγειωθεί στο Γκρόζνι δύο φορές αλλά δεν τα κατάφερε, όπως και ότι του προσφέρθηκαν ως επιλογές άλλα αεροδρόμια για να προσγειωθεί, αλλά εκείνος «αποφάσισε να προχωρήσει στο αεροδρόμιο του Ακτάου», που βρίσκεται στην απέναντι πλευρά της Κασπίας, στο Καζακστάν. Ανέφερε δε ότι στην περιοχή του αεροδρομίου του Γκρόζνι υπήρχε πυκνή ομίχλη.
«Δυτικά» ΜΜΕ, όπως το πρακτορείο «Reuters», επικαλούμενα ανώνυμες πηγές από αζέρικες υπηρεσίες ανέφεραν ότι το αεροσκάφος χτυπήθηκε από ρωσικό σύστημα αεράμυνας Pantsir-S καθώς πλησίαζε στο Γκρόζνι (απευθείας ή από θραύσματα), ενώ βίντεο από τον τόπο της συντριβής εμφάνιζαν ζημιές σε τμήματα του αεροπλάνου οι οποίες μοιάζουν να έχουν προκληθεί από θραύσματα.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, την ίδια ώρα βρισκόταν σε εξέλιξη ουκρανική επίθεση στην περιοχή με drones - κάτι που επιβεβαιώνει και η Μόσχα - την οποία αντιμετώπιζε η ρωσική αεράμυνα, εκτοξεύοντας πυραύλους και προχωρώντας σε ηλεκτρονικές παρεμβολές που επηρέασαν τα συστήματα του αεροσκάφους.
Στο μεταξύ, με φόντο τις παραπάνω εξελίξεις μια σειρά αεροπορικές εταιρείες, όπως η «Qazaq Air», η ισραηλινή «El Al» κ.ά., αποφάσισαν να αναστείλουν πτήσεις τους προς ορισμένα ρωσικά αεροδρόμια.
Με αφορμή τις ζημιές σε υποθαλάσσια καλώδια
«Το ΝΑΤΟ θα ενισχύσει τη στρατιωτική του παρουσία στη Βαλτική», δήλωσε την Παρασκευή ο γγ του ιμπεριαλιστικού οργανισμού, Μ. Ρούτε, με αφορμή τις ζημιές που καταγράφηκαν τις τελευταίες μέρες σε υποθαλάσσια καλώδια Ενέργειας και Τηλεπικοινωνιών που συνδέουν τη Φινλανδία και την Εσθονία μέσω του Φινλανδικού Κόλπου.
ΝΑΤΟ και ΕΕ, σαν έτοιμοι από καιρό, έσπευσαν άμεσα να «δείξουν» ως υπεύθυνη τη Ρωσία και να την απειλήσουν με νέες κυρώσεις.
Η σημαντικότερη βλάβη καταγράφηκε τα Χριστούγεννα στην υποθαλάσσια γραμμή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας «Estlink 2», με τη φινλανδική εταιρεία διαχείρισης του δικτύου, «Fingrid», να αναφέρει ότι για την αποκατάσταση της ζημιάς θα χρειαστούν πολλοί μήνες. Ζημιές καταγράφηκαν επίσης σε 3 καλώδια τηλεπικοινωνιών.
Ως ύποπτο για την πρόκληση της βλάβης θεωρείται το δεξαμενόπλοιο «Eagle S», σημαίας Νήσων Κουκ, το οποίο κρατείται από τις φινλανδικές αρχές και κατηγορείται ότι αποτελεί μέρος του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» με τον οποίο η Ρωσία παρακάμπτει τις ευρωατλαντικές κυρώσεις και το πλαφόν στους ρωσικούς υδρογονάνθρακες.
Ο γενικός διευθυντής των τελωνείων της Φινλανδίας, Σ. Ράκσιτ, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου δήλωσε ότι το «Eagle S» μετέφερε αμόλυβδη βενζίνη, την οποία είχε φορτώσει από κάποιο ρωσικό λιμάνι.
Ο Ρούτε, μετά από συνομιλία με τον Φινλανδό Πρόεδρο Αλ. Στουμπ για «το πιθανό σαμποτάζ υποθαλάσσιων καλωδίων», ανέφερε ότι «εξέφρασα την πλήρη αλληλεγγύη και την υποστήριξή μου. Το ΝΑΤΟ θα ενισχύσει τη στρατιωτική του παρουσία στη Βαλτική».
Ο Φινλανδός Πρόεδρος από τη μεριά του ζήτησε να «εξαλειφθούν» οι «απειλές» που θέτει ο «στόλος - φάντασμα» της Ρωσίας.
Η δε Εσθονία, που είναι κράτος - μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, έστειλε πολεμικό πλοίο στην περιοχή, για την «προστασία» του υποθαλάσσιου καλωδίου «Estlink 1», που τη συνδέει επίσης με τη Φινλανδία.
Ενώ ο επικεφαλής της εσθονικής εταιρείας Ενέργειας «Elering» διαβεβαίωσε ότι η ζημιά στα υποθαλάσσια καλώδια δεν θα εμποδίσει την αποσύνδεση της Εσθονίας από το ρωσικό ηλεκτρικό δίκτυο, η οποία είναι προγραμματισμένη για τον Φλεβάρη του 2025.
Σε κοινή δήλωσή τους η Κομισιόν και η ύπατη εκπρόσωπος της ΕΕ, Κάγια Κάλας, ανέφεραν ότι το περιστατικό με τα υποθαλάσσια καλώδιο «είναι το τελευταίο από μια σειρά ύποπτων επιθέσεων σε υποδομές ζωτικής σημασίας». Υποστήριξαν ότι το «ύποπτο σκάφος» για το σαμποτάζ «αποτελεί μέρος του σκιώδους στόλου της Ρωσίας» και πρόσθεσαν ότι «θα προτείνουμε περαιτέρω μέτρα, μεταξύ τους και κυρώσεις, για να στοχεύσουμε αυτόν τον στόλο».
«Εχουμε στενό συντονισμό με τους συμμάχους μας και είμαστε έτοιμοι να υποστηρίξουμε τις έρευνές τους», δήλωσε εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, προσθέτοντας ότι το περιστατικό υπογραμμίζει την ανάγκη «στενότερης διεθνούς συνεργασία για τη διαφύλαξη ζωτικής σημασίας υποθαλάσσιων υποδομών».