Η νέα κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ αναλαμβάνει, μετά την ορκωμοσία της, τη Δευτέρα 20 Γενάρη, την προάσπιση των συμφερόντων της αστικής τάξης και ισχυρών αμερικανικών μονοπωλίων σε περίοδο μεγάλης όξυνσης του ανταγωνισμού σε πολλά πεδία και με το βλέμμα στραμμένο στον κύριο ανταγωνιστή που αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, την Κίνα.
Η κυβέρνηση Τραμπ, όπως όλα δείχνουν, θα επιχειρήσει ένα μεγάλο ανακάτεμα της «τράπουλας» σε όλα τα μέτωπα. Χαρακτηριστικές είναι οι ακροάσεις των προταθέντων υπουργών αυτές τις μέρες στις αρμόδιες επιτροπές της Γερουσίας.
Ο 53χρονος γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο, που αναλαμβάνει το υπουργείο Εξωτερικών, υποσχέθηκε να εφαρμόσει πολιτική με επίκεντρο τα αμερικανικά συμφέροντα. Ως εξέχον μέλος της αντικουβανικής μαφίας, πέρα από τις πάγιες θέσεις του ενάντια στην Κουβανική Επανάσταση, καταθέτοντας σε αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας ξεκαθάρισε ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να αποφύγουν την εξάρτηση από την Κίνα και να κάνουν περισσότερα για να την αποθαρρύνουν από το να εισβάλει στην Ταϊβάν.
Ο 62χρονος υποψήφιος υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ τάσσεται «100%» υπέρ της επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων στη Ρωσία, εφόσον πάρει σχετική εντολή από τον Τραμπ. Υποστήριξε ότι «η τραγωδία που εκτυλίσσεται στην Ουκρανία» είναι μια από τις μεγαλύτερες και διαβεβαίωσε πως θα ήθελε να κάνει ό,τι μπορεί ώστε να συμβάλει στον τερματισμό του πολέμου «το συντομότερο». Στο φόντο της ακρόασης του Μπέσεντ, το αμερικανικό δίκτυο «Bloomberg» προβλέπει ότι το επιτελείο Τραμπ σχεδιάζει ευρεία στρατηγική κυρώσεων για να διευκολύνει μια διπλωματική συμφωνία Ρωσίας - Ουκρανίας τους επόμενους μήνες, ενώ ταυτόχρονα θα πιέζει σκληρά το Ιράν και τη Βενεζουέλα.
Ο 44χρονος υποψήφιος υπουργός Αμυνας, πρώην ταγματάρχης και πρώην παρουσιαστής στο κανάλι «Fox News», Πιτ Χέγσεθ, στην ακρόασή του στη Γερουσία έδειξε έτοιμος να προωθήσει επιθετική πολιτική απέναντι σε βασικούς ανταγωνιστές των ΗΠΑ, επιδιώκοντας παράλληλα την «αναδιοργάνωση» του Πενταγώνου.
Ο 60χρονος υποψήφιος υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ, που είναι διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Ενέργειας «Liberty Energy», θεωρεί ότι τα ορυκτά καύσιμα είναι το «κλειδί» για να μπει τέλος στην παγκόσμια φτώχεια, που τη θεωρεί «μεγαλύτερο πρόβλημα σε σύγκριση με τη μακρινή απειλή της κλιματικής αλλαγής». Υποστηρίζει ορισμένες εναλλακτικές στα ορυκτά καύσιμα, όπως τους μικρούς αντιδραστήρες πυρηνικής ενέργειας (μολονότι δεν είναι διαθέσιμοι εμπορικά) και τη γεωθερμική ενέργεια.
Επίσης, η νέα κυβέρνηση έχει προειδοποιήσει για απελάσεις 11.000.000 μεταναστών και το «κλείσιμο» των συνόρων, σημαντικούς δασμούς σε εισαγόμενα αγαθά, όχι μόνο από ανταγωνιστικές χώρες όπως η Κίνα αλλά και από στενούς συμμάχους, όπως οι χώρες της ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς και το Μεξικό.
Σχεδιάζονται παράλληλα μεγάλες φοροαπαλλαγές στο μεγάλο (ντόπιο και ξένο) κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στις ΗΠΑ αλλά και μείωση των κρατικών δαπανών και «συμμάζεμα» του λεγόμενου «βαθέος κράτους» στο πλαίσιο ευρύτερης αναδιάρθρωσης και μείωσης πλειάδας κρατικών και δημόσιων υπηρεσιών ή και του στρατού, με εξαίρεση τον τομέα των πολεμικών βιομηχανιών που παραμένει μόνιμα ωφελημένος.
Στα σχέδια της νέας κυβέρνησης συμπεριλαμβάνονται επίσης μεταρρυθμίσεις στους τομείς των υπηρεσιών Υγείας και μεταποίησης τροφίμων (στο φόντο υπουργοποίησης του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι) αλλά και πριμοδότηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου σε βάρος των λεγόμενων «πράσινων» μονοπωλίων που ευνοήθηκαν από την κυβέρνηση Μπάιντεν.
Ενδεικτική του μεγάλου παζαριού που θα γίνει πάντως είναι η τηλεφωνική επικοινωνία που είχε την Παρασκευή ο Τραμπ με τον Κινέζο Πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ, δηλώνοντας ότι συζήτησε μαζί του για το εμπόριο, με αναφορά και στην υπόθεση με το μέσο κοινωνικής δικτύωσης TikTok. Οπως αναφέρθηκε, το τηλεφώνημά τους «ήταν πολύ καλό τόσο για την Κίνα όσο και για τις ΗΠΑ» και διαβεβαίωσε πως... «οι δυο τους θα επιλύσουν πολλά προβλήματα μαζί».
Ενώ μεγαλώνει η ανησυχία από τις τοξικές ουσίες που απελευθέρωσε η πολυήμερη φωτιά στα κεντρικά της Πολιτείας
Η φωτιά ξέσπασε από το μεσημέρι της Πέμπτης στη μονάδα Moss Landing Power Plant, εργοστάσιο αποθήκευσης εκατομμυρίων μπαταριών λιθίου, με τις αρχές να εκδίδουν εντολές για περιορισμό των κατοίκων στα σπίτια τους, τα σχολεία να μένουν κλειστά την Παρασκευή κ.λπ.
Το «Reuters» μετέδωσε το μεσημέρι της Παρασκευής (τοπική ώρα) ότι τουλάχιστον το 40% του κτιρίου είχε παραδοθεί στις φλόγες.
Το Moss Landing Power Plant βρίσκεται περίπου 124 χιλιόμετρα νότια του Σαν Φρανσίσκο και ανήκει στον ενεργειακό κολοσσό «Vistra Energy», με έδρα το Τέξας. Θυμίζουμε ότι η κατάσβεση μιας φωτιάς όπου καίγονται και μπαταρίες λιθίου - που χρησιμοποιούνται ευρέως τα τελευταία χρόνια για την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές, όπως η ηλιακή ενέργεια - είναι ιδιαίτερα περίπλοκη υπόθεση και δύσκολη.
Από τη μεριά του ο όμιλος «Vistra» υποστήριξε σε ανακοίνωσή του ότι όλο το προσωπικό απομακρύνθηκε με ασφάλεια και ότι «η αιτία της πυρκαγιάς δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα, αλλά η έρευνα θα ξεκινήσει μόλις σβήσει η φωτιά».
Στο μεταξύ, στα κεντρικά της Πολιτείας της Καλιφόρνια - όπου εκδηλώθηκαν οι καταστροφικές φωτιές στα περίχωρα του Λος Αντζελες - μεγάλωναν οι φόβοι για κατολισθήσεις και τις συνέπειες από την έκθεση σε τοξικές ουσίες. Ομάδες της ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος (EPA) άρχισαν επιθεωρήσεις και συγκέντρωση εντομοκτόνων, καυσίμων, μπαταριών λιθίου και άλλων επικίνδυνων ουσιών από τα βουνά συντριμμιών, υλικών που όσο προχωρά η αποσύνθεσή τους απελευθερώνουν ουσίες ιδιαίτερα επικίνδυνες για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Οι αρχές συνιστούσαν ...υπομονή «για τουλάχιστον μία βδομάδα ακόμα» σε κατοίκους που περίμεναν να γυρίσουν στις εστίες τους, εκφράζοντας φόβους για κατολισθήσεις και έκθεση σε τοξικά απορρίμματα και σημειώνοντας ότι «μπορεί να έχουμε κι άλλα θύματα», γι' αυτό και διατηρούνται οι συστάσεις αυτές στους εκτοπισμένους.
Αυτό που «λάμπει» βέβαια είναι η απουσία ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την προστασία και του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης ζωής σε περίπτωση «μεγάλων φυσικών καταστροφών» που, αν και τα αστικά επιτελεία κλίνουν σε όλες τις πτώσεις, δεν εξηγούν γιατί δεν αξιοποιείται για την αντιμετώπισή τους η άφθονη και σύγχρονη επιστημονική γνώση και πρόοδος...
Μετά την ορκωμοσία του σοσιαλδημοκράτη Προέδρου Νικολάς Μαδούρο για τρίτη φορά - μετά την αμφιλεγόμενη εκλογή του στις 28/7/2024, αφού δεν δόθηκαν τα τελικά αποτελέσματα - και τις εκκλήσεις της φιλοαμερικανικής αντιπολίτευσης για ξένη στρατιωτική επέμβαση στη Βενεζουέλα, κάτι που πρότεινε και ο πρώην Πρόεδρος της Κολομβίας Αλβαρο Ουρίμπε, το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚ Βενεζουέλας απέρριψε κατηγορηματικά αυτές τις θέσεις.
Σε σχετική συνέντευξη η Νεϊρλέι Αντράντε, μέλος του ΠΓ, σημείωσε:
«Το ΚΚ Βενεζουέλας σε όλη του την Ιστορία αντιστάθηκε στην επίθεση του ιμπεριαλισμού κατά της χώρας μας και αυτό δεν θα αλλάξει: Εμείς οι κομμουνιστές της Βενεζουέλας είμαστε υπέρ της υπεράσπισης της κυριαρχίας της χώρας μας».
Προειδοποίησε ότι οι εκκλήσεις του πρώην Προέδρου της Κολομβίας δείχνουν «την επανάληψη ενός σχεδίου των πιο αντιδραστικών τομέων της εθνικής και διεθνούς πολιτικής, που στοιχηματίζουν σε βίαιες λύσεις ώστε να ανοίξουν τον δρόμο για τα συμφέροντά τους, που αναμφισβήτητα είναι αντίθετα προς εκείνα του λαού της Βενεζουέλας και της εργατικής τάξης».
Επίσης το ΚΚ Βενεζουέλας απέρριψε τον νέο γύρο κυρώσεων κατά κυβερνητικών αξιωματούχων, τονίζοντας ότι «αξιοποιούνται από τη διεφθαρμένη ελίτ υπό τον Μαδούρο για να εφαρμόζει νεοφιλελεύθερα μέτρα, μέτρα καταστολής και να ξεπουλά τον δημόσιο πλούτο στον πρώτο πλειοδότη και να δικαιολογείται μια επίθεση εναντίον γνήσιων δημοκρατικών, επαναστατικών, αριστερών πολιτικών οργανώσεων, γενικά εναντίον όλων εκείνων που αντιτίθενται στην αντεργατική - αντιλαϊκή πολιτική του».
Επεσήμανε δε ότι «τα μονομερή καταναγκαστικά μέτρα έχουν επίσης χρησιμεύσει για να τροφοδοτήσουν τη ρητορική του PSUV να δημιουργήσει μια εικόνα μιας υποτιθέμενης αντιιμπεριαλιστικής οργάνωσης» και πρόσθεσε: «Ολοι γνωρίζουμε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν είναι παρά κενά λόγια από μια διεφθαρμένη ελίτ, που εκμεταλλεύεται τις κυρώσεις για να πλουτίσει, ενώ ο λαός της Βενεζουέλας γίνεται φτωχότερος κάθε μέρα».
Με τη στήριξη του κεντροδεξιού - φιλοευρωπαϊκού κόμματος «Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της Βουλγαρίας» (GERB), του κεντροαριστερού - φιλορωσικού (όπως θεωρείται από διάφορους) Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (BSP) και του μεταρρυθμιστικού «Υπάρχει ένας Λαός» (ITN), ορκίστηκε την Πέμπτη το νέο κυβερνητικό σχήμα στη Βουλγαρία, με επικεφαλής τον νομικό Ρόσεν Ζελιάσκοφ, προερχόμενο από το GERB.
Θυμίζουμε ότι την τελευταία τετραετία, με φόντο την όξυνση των διαφωνιών για τους όρους συστράτευσης με τον ευρωατλαντικό σχεδιασμό και αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, η Βουλγαρία βαδίζει από τη μία εκλογική αναμέτρηση στην άλλη, ενώ απανωτές κυβερνήσεις καταρρέουν και νέες απόπειρες για συγκρότηση σταθερού σχήματος αποτυγχάνουν.
Τη νέα κυβέρνηση υπερψήφισαν 125 από τους 240 βουλευτές (239 ήταν παρόντες), ενώ 114 καταψήφισαν.
Εκτός από τα παραπάνω κόμματα το νέο σχήμα στηρίχθηκε και από το κόμμα «Δημοκρατία, Δικαιώματα και Ελευθερίες», το οποίο όμως δεν πρότεινε υποψηφίους για υπουργικές θέσεις.
Σε δηλώσεις του ο Ζελιάζκοφ είπε ότι το κόμμα του έκανε «τους απαραίτητους συμβιβασμούς», ξεκαθαρίζοντας ότι προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης είναι η ένταξη στην Ευρωζώνη - άρα η επιτάχυνση μεταρρυθμίσεων που θα προσαρμόσουν τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική στις ανάγκες της ευρωενωσιακής καπιταλιστικής αγοράς.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος της χώρας, Ρούμεν Ράντεφ (ο οποίος, θυμίζουμε, κατά καιρούς έχει εκφράσει επιφυλάξεις για τα οφέλη που αποκομίζει η ντόπια αστική τάξη με πλήρη διάρρηξη των σχέσεων με τη Μόσχα), είπε ότι «πρόκειται για μια πολύ διαφορετική και πολύπλοκη κυβέρνηση της χώρας και ο ορίζοντάς της εξαρτάται από τη συνείδηση όλων σε αυτήν ότι πρέπει να εργαστούν, πάνω απ' όλα, για το εθνικό συμφέρον».