ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Αυγούστου 2001
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Στη Θεσσαλονίκη, έναν αιώνα πριν

Φωτογραφία του Στ. Πασέ (Μουσείο Αλμπέρτ Καν)
Φωτογραφία του Στ. Πασέ (Μουσείο Αλμπέρτ Καν)
Την ενδιαφέρουσα έκθεση «Θεσσαλονίκη 1913 και 1918. Οι τύχες των Βαλκανίων» φιλοξενεί το φετινό καλοκαίρι το Μουσείο Μπενάκη. Εως τις 2 του Σεπτέμβρη, εντυπωσιακές αυτοχρωμικές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης, των ετών 1913 και 1918, θα έχει την ευκαιρία να γνωρίσει το φιλότεχνο κοινό στη μεγάλη αυτή εικαστική παρουσίαση, που διοργανώνει το Μουσείο Μπενάκη και το Μουσείο Αλμπέρ Καν (στο οποίο ανήκει αυτό το σπάνιο φωτογραφικό υλικό), με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών.

Οι μεγάλων διαστάσεων αυτοχρωμίες της έκθεσης δίνουν στο κοινό τη δυνατότητα να δει τις πρώτες έγχρωμες φωτογραφικές λήψεις της Θεσσαλονίκης - νευραλγικού κόμβου των Βαλκανίων - παρουσιάζοντας σκηνές της καθημερινής ζωής, βυζαντινά μνημεία, το λιμάνι, συνοικίες της πόλης αλλά και ταλαιπωρημένους πρόσφυγες από τη μακεδονική ενδοχώρα.

Η έκθεση παρουσιάζει τμήμα των έγχρωμων φωτογραφιών που τράβηξαν στη Θεσσαλονίκη, τον Απρίλη του 1913 ο Αυγ. Λεόν, το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς ο Στ. Πασέ και το 1918 ο Λ. Μπισί, για λογαριασμό του Αλμπέρ Καν και των «Αρχείων του Πλανήτη». Ο Αλ. Καν, τραπεζίτης και ανθρωπιστής, διέθετε έναν εξαίρετο κύκλο από συμβούλους και ένα διεθνές δίκτυο πληροφόρησης για την κατάσταση του κόσμου. Από τους πιο ένθερμους θαυμαστές και γνώστες της μελέτης, που απαιτεί η εξανθρωπισμένη επιφάνεια του πλανήτη, θεωρεί ότι το να τη μελετά «είναι ένα από τα μεγαλύτερα μέσα, που όχι μόνο συμβάλλει στην επιστήμη, αλλά και υπηρετεί το αίτημα της ειρήνης των λαών».

«Οψη της πόλης από τη θάλασσα». Φωτό του Αυγ. Λεόν (Μουσείο Αλμπέρτ Καν)
«Οψη της πόλης από τη θάλασσα». Φωτό του Αυγ. Λεόν (Μουσείο Αλμπέρτ Καν)
Κατά το 1913 και το 1918, ανάμεσα σε άλλες περιοχές, ενδιαφέρεται για τα Βαλκάνια. Ανήσυχος για τους λαούς που υποφέρουν, ανυπόμονος στο να συλλέξει στοιχεία από πολιτισμούς που επρόκειτο να εξαφανιστούν, πεπεισμένος ότι η ειρήνη είναι δυνατή μόνο μέσα από τη γνώση του άλλου, δηλαδή μέσα από το σεβασμό της διαφορετικότητάς του, έδωσε μεγάλη προσοχή στη νέα τεχνολογία της εποχής, όπως ο πρωτοεμφανιζόμενος κινηματογράφος και η αυτοχρωμία, χάρη στην οποία μπορούμε να έχουμε σήμερα την έγχρωμη εικόνα ενός εξαφανισμένου κόσμου. Το υλικό αυτό βρίσκεται στο Μουσείο Αλμπέρ Καν στη Βουλώνη (Γαλλία) και αποτελεί το πιο παλιό έγχρωμο φωτογραφικό αρχείο με θέμα την Ελλάδα.

Το σύνολο των αυτοχρωμικών αυτών εικόνων διασώζει την πολυπρισματική μορφή της Θεσσαλονίκης, σε μια ιστορική στιγμή, κρίσιμη και για τον ευρύτερο βαλκανικό χώρο αλλά και για την ίδια την πόλη. Το 1913, η Θεσσαλονίκη μόλις έχει ενσωματωθεί στην Ελλάδα μετά από πέντε αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας κι έναν βαλκανικό πόλεμο. Το 1918, το γενικότερο ιστορικό πλαίσιο σηματοδοτείται από το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου, αλλά η ιστορία της Θεσσαλονίκης μόλις έχει σημαδευτεί από μια ακόμη μεγάλη πυρκαγιά, που αυτή τη φορά κατέστρεψε το ιστορικό της κέντρο. Παρά ταύτα, οι Μπισί και Πασέ δεν απαθανατίζουν τις συνέπειες της πυρκαγιάς του 1917. Εχουν οδηγίες «να μην απαθανατίζουν κάτι το εξαιρετικό, κάτι που συμβαίνει μία φορά, αλλά το τρέχον, το καθημερινό, τον άνθρωπο στο πλαίσιο της ζωής του, στις αγροτικές και αστικές δραστηριότητές του, μέσα ή έξω από το σπίτι του, με τα εργαλεία του επαγγέλματός του, με τα ρούχα της δουλιάς του ή τα γιορτινά του...».

Ο Αυγ. Λεόν φωτογραφίζει τοπία της πόλης (στο κέντρο, σε γειτονιές και περίχωρα, με ιδιαίτερη προσοχή σε περιοχές που διατηρούν στοιχεία της παράδοσης), μνημεία (κυρίως λατρευτικά κτίρια), ανθρώπινους τύπους, παραδοσιακά επαγγέλματα και μορφές κοινωνικής ζωής, καθώς και πρόσφυγες από το Μελένικο που καταφεύγουν στο Σιδηρόκαστρο. Λίγους μήνες αργότερα ο Στ. Πασέ, καθ' οδόν προς το Αγιον Ορος, φωτογραφίζει τους μουσουλμάνους πρόσφυγες της Στρώμνιτσας που περνούν από τη Θεσσαλονίκη, με τελικό προορισμό την Τουρκία. Τράβηξε 37 κλισέ, κλισέ προκλητικής ομορφιάς, με υπέροχα χρώματα. Τέλος, το 1918 ο Λ. Μπισί φωτογραφίζει κυρίως περιοχές έξω από τα τείχη, όπου εγκαθίστανται αυθαίρετα - και ίσως προσωρινά - άνθρωποι από τα πιο φτωχά στρώματα. Στέκεται επίσης στα μνημεία που έχει ήδη φωτογραφίσει ο Αυγ. Λεόν και απαθανατίζει ακόμη ανθρώπινες μορφές, κοινωνικές δραστηριότητες και διαφορετικές ενδυμασίες.


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ


2520!

«

Οι περισσότεροι είχαν να πλυθούν και ν' αλλάξουν έναν ολόκληρο μήνα, ίσως και περισσότερο, και οι μορφές τους, μαύρες και ισχνές, από τις κακουχίες και την απλυσιά, ελάχιστα πλέον θύμιζαν τα παλιά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους»!

Με τον τρόπο αυτόν ένας αντάρτης του ΔΣΕ περιγράφει την κατάσταση των ανταρτών μετά τον ελιγμό που πραγματοποίησε ο ΔΣΕ από τον Γράμμο στο Βίτσι. Ενας ελιγμός, μια στρατιωτική κίνηση, δηλαδή, που χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς ως τακτική κίνηση πρωτοφανούς στρατηγικού σχεδιασμού και απροσδόκητης πραγματοποίησης, που όπως έχει γραφτεί από πολλούς για πολλά χρόνια διδασκόταν ως μοντέλο στρατηγικής τακτικής στις στρατιωτικές ακαδημίες της Ευρώπης. Και ιδιαίτερα, μάλιστα, γιατί πραγματοποιήθηκε από μαχητές που στους ώμους τους βάρυνε μια «ήττα», η ήττα του Γράμμου.

Κι αυτές ήτανε οι δυο βασανιστικές σκέψεις που αλώνιζαν μέσα στο μυαλό μου όσο ανεβαίναμε όλο το συνεργείο της ανασκαφής του Δισπηλιού, 29 άτομα, δηλαδή, φοιτητές και αρχαιολόγοι, για τους Χιονάδες. Για το χωριό που είναι κρεμασμένο πάνω από την κοιλάδα του Γοργοπόταμου, και υποταγμένο κάτω από τον κύριο όγκο του Γράμμου, την πιο ψηλή του κορυφή, με ύψος 2520, και τον αυχένα της Μπάτρας. Αυτό το χωριό που το έκανε γνωστό ο Κίτσος Μακρής με το βιβλίο του «Χιοναδίτες Ζωγράφοι». Το χωριό που μαζί με το Επταχώρι, τη Βούρμπιανη και την Πυρσόγιαννη, το Ασημοχώρι και την Αετομηλίτσα πριν από 53 χρόνια, πριν από μια ολόκληρη ζωή, δηλαδή. Πριν από μια ζωή που μετράει μέσα της πολλές λύπες και πολλές πληγές, πολλή πίκρα και πολλή περιπέτεια, γέμισαν με τις μεταλλικές φοβέρες των πολυβόλων και των όπλων, των ντουφεκιών και του πυροβολικού. Γέμισαν ακόμα με αίμα, με ιαχές και αλαλαγμούς θριάμβων και θανάτων. Τα χωριά όπου τα παράθυρα των πέτρινων σπιτιών τους γέμισαν εικόνες αιμάτων, αβυσσαλέων πληγών και απέραντου μίσους. Κι όμως ποιο από τα νέα παιδιά που τη «βρίσκουν» γενικώς, έχουν ακούσει για τα χωριά αυτά; Και ποιος δάσκαλος μίλησε στα παιδιά αυτά για τη Βούρμπιανη, την Πυρσόγιαννη, τους Χιονάδες, την Μπάτρα και το 2520;

Το σκεφτόμουνα κι αυτό, όσο ανεβαίναμε. Σκεφτόμουνα όμως πιο πολύ αν οι μαχητές που έφευγαν από το Γράμμο στις 28 Αυγούστου του 1948 για να πάνε στο Βίτσι και να πολεμήσουν εκεί άλλον ένα χρόνο ήτανε «ηττημένοι» και τι νόημα είχε εκείνο το κουράγιο που τους οδήγησε να πάνε μέχρι την άκρη της ζωής τους και να κάνουν ιστορική πράξη το δραματικό και έξω από κάθε λογική προσδοκία ηρωικό «άλμα», που ως τακτικός στρατηγικός ελιγμός, Γράμμος Βίτσι, διδάχτηκε ως μάθημα για τις στρατιωτικές ακαδημίες της Ευρώπης.

Ναι, αυτό γυρνούσε μέσα στο μυαλό μου καθώς πλησιάζαμε στους Χιονάδες και είχαμε δεξιά μας τον Γοργοπόταμο και αριστερά μας το «Στενό» στις 5 Αυγούστου του 2001, τη μέρα εκείνη, δηλαδή, που πριν από 53 χρόνια, σύμφωνα με τις ιστορικές μαρτυρίες: «η κατάληψη από την ΙΧ μεραρχία του κυβερνητικού στρατού της οχυρής θέσης "Στενό" πραγματοποιήθηκε στις 5 Αυγούστου και ο δρόμος για προώθηση προς το Σταυρό και την Κιάφα ήταν πλέον ανοιχτός. Το τελευταίο αυτό ύψωμα, η Κιάφα, θα ήταν και το σημείο συνάντησης των δυνάμεων» του κυβερνητικού στρατού που δρούσε εκείνη την εποχή κάτω από τις διαταγές του Αμερικανού στρατηγού Βαν Φλιτ και που σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο «Κορωνίς» έπρεπε σε εκείνο ακριβώς το σημείο του απέραντου Γράμμου να περικυκλώσει τις δυνάμεις του ΔΣΕ, για να καταρρεύσει έτσι το μέτωπο της αντίστασης. Μια κατάρρευση, και σ' αυτό το σημείο έφτανε η σκέψη μου, που με καμιά ανάλυση δε φαινότανε σαν Ηττα. Μια «κατάρρευση» που μπορεί να χαρακτηριζόταν από το «τέλος» των σωμάτων, δε σήμαινε όμως, με κανέναν τρόπο και το «τέλος» των ψυχών και της ατέλειωτης αντίστασης. Μια κατάρρευση που δεν μπορεί κανείς, όσο απαισιόδοξα και αν σκέφτεται, να την εντοπίσει μέσα στις σημερινές αποφάσεις του λαϊκού κινήματος, που είναι έτοιμο για τον αποφασιστικό «ελιγμό» προς το «Βίτσι» ενός άλλου αγώνα, πιο σκληρού πιο αποφασιστικού! Θα σταματήσω όμως εδώ, γιατί θέλω να ξαναφέρω στο μυαλό μου την εικόνα του 2520, όπου δε γράφτηκε η λέξη «ήττα», αλλά η λέξη «Αρχή».


Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ