Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε στο Ευρωκοινοβούλιο, πως οι ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας- που στηρίζει η ΕΕ- είναι επικίνδυνη όχι μόνο για τους εργαζόμενους, αλλά και για την ασφάλεια και ανεξαρτησία των λαών της
«Επειδή ο περιορισμένος χρόνος δε μου επιτρέπει να αναφέρω όσα ήθελα, θα περιοριστώ σε μερικά σημεία, ξεκινώντας από το ερώτημα, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας από ποιον και για ποιον. Σε αυτό το ερώτημα, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την ανακοίνωσή της, όσο και η έκθεση με τις τροπολογίες του ΕΚ απαντούν ξεκάθαρα: υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στα πλαίσια της ελεγχόμενης οικονομίας της ελεύθερης αγοράς στα χέρια των κερδοσκόπων ιδιωτών επιχειρηματιών που θα εμπορεύονται τα κοινωνικά αγαθά με κριτήριο το επιχειρηματικό κέρδος; Λυπάμαι που και οι τοποθετήσεις των συναδέλφων είναι προσανατολισμένες σε αυτή την κατεύθυνση.
Η δικαιολογία για αυτές τις αντιλαϊκές επιλογές είναι η "αναγκαιότητα" της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και στο όνομα αυτής της περιβόητης ανταγωνιστικότητας οι δημόσιες επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας παραχωρούνται στο ιδιωτικό κεφάλαιο, για να κερδοσκοπήσει και να γίνει πιο ανταγωνιστικό σε σχέση με το αμερικανικό και το ιαπωνικό.
Θα πρέπει να θυμίσω στην Επιτροπή μας ότι οι επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας είναι εκείνες που διαχειρίζονται και παρέχουν πάσης φύσεως κοινωνικά αγαθά, επικοινωνίες νερό ενέργεια ενημέρωση - πληροφόρηση, Πολιτισμό, Υγεία, Παιδεί, Πρόνοια, Κοινωνική Ασφάλιση. Κατά τη γνώμη μας, όλα αυτά αποτελούν δικαιώματα της εργατικής τάξης, όλων των εργαζομένων, διότι η εργατική τάξη με τη συλλογική διαχρονική εργασία της δημιούργησε και δημιουργεί την τεχνολογική υποδομή για βελτίωση και παροχή αυτών των αγαθών, αλλά και διότι η εργατική τάξη σαν η μόνη δημιουργική τάξη χρειάζεται όλα αυτά τα αγαθά, για να συνεχίσει απερίσπαστα και με γρηγορότερους ρυθμούς το δημιουργικό εξελικτικό ρόλο της στην κοινωνία. Οι επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας, θα πρέπει να είναι δημόσιες - κρατικές και να παρέχουν σε όλους αυτά τα κοινωνικά αγαθά στην όσο γίνεται καλύτερη ποιότητα και σε τιμές ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα του καθενός.
Εξάλλου, τα αποτελέσματα από τις μέχρι τώρα ιδιωτικοποιήσεις τουλάχιστον στην Ελλάδα είναι αρνητικά. Από την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ και της κινητής τηλεφωνίας προέκυψε ο υπερδεκαπλασιασμός των τιμών των αστικών και υπεραστικών μονάδων και εκατονταπλασιασμός των κερδών των ιδιωτών επιχειρηματιών. Από την ιδιωτικοποίηση της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, αντί για πολιτιστική ανάταση που αναμενόταν προέκυψαν φορείς υποκουλτούρας, διαστρέβλωσης, αποπροσανατολισμού και χειραγώγησης.
Η επικείμενη ιδιωτικοποίηση του εθνικού αερομεταφορέα θα στερήσει από τις ακριτικές νησιωτικές και άγονες περιοχές το δικαίωμα τακτικής συγκοινωνίας, ενώ θα εκτιναχτούν στα ύψη τα τιμολόγια των άλλων υπηρεσιών που απελευθερώνονται, όπως ηλεκτρικής ενέργειας, ταχυδρομικών υπηρεσιών, οδικών και θαλάσσιων μεταφορών. Οι επιπτώσεις στους εργαζόμενους θα είναι δυσμενείς, γιατί θα προκύψουν χιλιάδες απολύσεις, και αντικατάσταση του εργασιακού καθεστώτος, με το καθεστώς των ευέλικτων αντιργατικών εργασιακών σχέσεων.
Υπάρχει και άλλη μια διάσταση ευρύτερης σημασίας που σχετίζεται με το στρατηγικό ρόλο που παίζουν αυτές οι επιχειρήσεις για την οικονομία, ασφάλεια και ανεξαρτησία της κάθε χώρας. Η απελευθέρωση στρατηγικών τομέων εγκυμονεί ευρύτερους κινδύνους για τους λαούς, αφού σε περιόδους κρίσης οι ιδιώτες - ιδιοκτήτες αυτών των επιχειρήσεων θα ανεβάσουν τις τιμές των υπηρεσιών στα ύψη, αλλά το χειρότερο είναι ότι θα πωλούν, κρίσιμες για την ασφάλεια της χώρας, υπηρεσίες στον αντίπαλο όταν πληρώσει περισσότερα. Το παράδειγμα αυτό δεν είναι θεωρητικό ιδιαίτερα σήμερα που οι ΗΠΑ, με αφορμή το πρόσφατο πλήγμα που δέχτηκαν, έχουν ξεκινήσει έναν ανθρωποκτόνο πόλεμο για τα πολιτικοοικονομικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντά τους.
Γι' αυτούς τους λόγους είμαστε αντίθετοι με κάθε ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και υποστηρίζουμε ότι πρέπει και οι μέχρι σήμερα ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις να επανέλθουν στο δημόσιο με την προοπτική να υπαχθούν στην υπηρεσία της εργατικής τάξης και να γίνουν μοχλός μιας λαϊκής οικονομίας, να αναβαθμιστούν, να εκσυγχρονιστούν και να έχουν φθηνές και καλής ποιότητας υπηρεσίες στα λαϊκά στρώματα.
Με την ψήφιση απόφασης που ιεραρχεί τους στόχους πάλης ολοκληρώθηκαν την Κυριακή οι εργασίες της Ε` Παναθηναϊκής Συνδιάσκεψης της ΔΗΚΕΒΕ
Το αγωνιστικό ριζοσπαστικό ρεύμα δυναμώνει όσο η Δημοκρατική Κίνηση Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων (ΔΗΚΕΒΕ) αναπτύσσεται και συζητά με όλο και περισσότερους ΕΒΕ, απλώνεται σε νέους χώρους και κλάδους, δυναμώνει τις θέσεις της εκεί όπου έχει δυνάμεις, τεκμηριώνει και επεξεργάζεται όλο και καλύτερα τις θέσεις της. Σ' αυτό, όπως και σε μια σειρά άλλα συμπεράσματα, κατέληξε η πέμπτη Παναθηναϊκή Συνδιάσκεψη της ΔΗΚΕΒΕ, που πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη Κυριακή, την οποία απασχόλησαν μια σειρά προβλήματα των μικρών ΕΒΕ και των αυτοαπασχολούμενων της Αθήνας. Παράλληλα, τέθηκαν και οι στόχοι για τη δράση της ΔΗΚΕΒΕ Αθήνας για το επόμενο διάστημα.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην απόφαση της συνδιάσκεψης, ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε επικεντρώθηκε στα εξής ζητήματα:
Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση η Παναθηναϊκή Συνδιάσκεψη της ΔΗΚΕΒΕ έθεσε τους παρακάτω τρεις στόχους στη δράση της το επόμενο διάστημα:
1. Ανάπτυξη των πρωτοβουλιών για αγώνες και διεκδικήσεις, με κύρια αιχμή την ανατροπή της συμμετοχής της χώρας μας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, την ανατροπή της αντιασφαλιστικής επίθεσης της κυβέρνησης, την αποτροπή των χειρότερων φορολογικών μέτρων που έρχονται.
2. Ενταση της δουλιάς μας για τις εκλογές στα επιμελητήρια, με στόχο την αλλαγή των συσχετισμών για να μετατραπούν από ιμάντας μεταφοράς της κυβερνητικής πολιτικής σε στήριγμα των αγώνων και των συμφερόντων των μικρών ΕΒΕ και των αυτοαπασχολούμενων.
3. Προετοιμασία της παράταξης για τις εκλογές στα πρωτοβάθμια όργανα που αρχίζουν από τις αρχές του 2002 και πρέπει να αποτελέσουν το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη της συνδικαλιστικής δραστηριότητας των κυττάρων του συνδικαλιστικού κινήματος προς όφελος των αγώνων σε αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Το σημαντικότερο βήμα για την αλλαγή των συσχετισμών σε βάρος των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών και σε όφελος του αγωνιστικού ριζοσπαστικού ρεύματος.
Η Συνδιάσκεψη κατέληξε στα παρακάτω συμπεράσματα: