Ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης εμβαθύνει ακόμα περισσότερο στην αρχή που θέλει τα φορολογικά βάρη να πληρώνονται από τα λαϊκά στρώματα
Οι κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας, η ΝΔ μέχρι το 1993 και από τότε το ΠΑΣΟΚ, μεταξύ των άλλων θεάρεστων πραγμάτων που έκαναν στην οικονομία και στην κοινωνία, όπως είναι τα προγράμματα λιτότητας, οι ιδιωτικοποιήσεις, οι «ελαστικές» εργασιακές σχέσεις και η αύξηση της ανεργίας, στη σφαίρα της φορολογίας, με την υιοθέτηση νεοφιλελεύθερων επιλογών, κατάφεραν τα εξής αξιοθαύμαστα: α) Να μειώσουν δραστικά τη φορολογία των επιχειρήσεων, των τραπεζών κλπ. β) Να μεταφέρουν τα φορολογικά βάρη στα λαϊκά στρώματα. γ) Να αυξήσουν τη συνολική φορολογική επιβάρυνση κατά 5 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Από 21,6% του ΑΕΠ το 1992 σε 26,6% το 2000. Εχουν επέλθει τα χρόνια αυτά τέτοιες αλλαγές - φιλικές προς τους επιχειρηματίες και εχθρικές προς τα λαϊκά στρώματα - στη φορολογία, ώστε μπορούμε πλέον να μιλάμε για ένα εξάμβλωμα. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε:
Σε ολόκληρη τη σελίδα 29 του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2002, όπου αναλύονται τα έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού, από τις 41 στήλες, στις οποίες καταγράφονται οι άμεσοι και οι έμμεσοι φόροι, μόνο 2 αφορούν στις επιχειρήσεις! Η φορολογία Νομικών Προσώπων και η φορολογία Μεταβίβασης Κεφαλαίου, στην οποία υπάγεται η φορολογία των χρηματιστηριακών πράξεων. Βέβαια, στη φορολογία αυτή υπάγονται και οι αγοραπωλησίες ακινήτων. Αλλες δύο στήλες που αφορούν στα έσοδα από ελέγχους προηγούμενων οικονομικών ετών σε άμεση και έμμεση φορολογία έχουν να κάνουν πρωτίστως με επιχειρήσεις αλλά και φυσικά πρόσωπα. Από εκεί και πέρα οι λοιπές φορολογίες αφορούν σχεδόν αποκλειστικά στα λαϊκά στρώματα. Τέτοιοι φόροι είναι αυτοί των Φυσικών Προσώπων, οι Φόροι στην Περιουσία (κληρονομιές, δωρεές, γονικές παροχές), οι Φόροι Συναλλαγών με το ΦΠΑ να κυριαρχεί, όπως και οι Φόροι Κατανάλωσης, σε πετρελαιοειδή, οινοπνευματώδη, καπνό.
Μέχρι σήμερα πάγιο αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν η αλλαγή της σχέσης άμεσων προς έμμεσους φόρους, υπέρ των πρώτων. Το αίτημα αυτό είχε τη λογική εξήγηση, επειδή η έμμεση φορολογία είναι αντίστροφα προοδευτική, δηλαδή επιβάλλει τον ίδιο φόρο σε άνισα μεταξύ τους εισοδήματα. Τον ίδιο, π.χ., ΦΠΑ πληρώνει ο κάτοικος της Εκάλης και στο Καστρί, με τον κάτοικο του Περάματος και της Δραπετσώνας. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τις τελευταίες φορολογικές αλλαγές, έκανε το θαύμα της. Η νέα φορολογική κλίμακα κινείται στη φιλοσοφία των έμμεσων φόρων. Για να είμαστε δίκαιοι, την υιοθέτησε η ΝΔ το 1992 και σήμερα την ενισχύει ακόμα περισσότερο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Περιορίζεται στο αφορολόγητο και σε τρεις φορολογικούς συντελεστές, 15%, 30% και 40%, για εισοδήματα άνω των 8 εκατ. δραχμών. Εχουμε δηλαδή μια φορολογική κλίμακα η οποία υπερφορολογεί εισοδήματα μεταξύ 3-8 εκατ. δραχμών, που αποτελούν και τη συντριπτική πλειοψηφία του δηλωθέντος εισοδήματος, με πολύ μεγάλους συντελεστές και απαλλάσσει τα μεγάλα και πολύ μεγάλα εισοδήματα, που θα έπρεπε να φορολογούνται με συντελεστές 50-60-70%.
Τα τελευταία, ευνοϊκά για τους επιχειρηματίες, φορολογικά μέτρα - τα οφέλη για τους εργαζόμενους είναι κυριολεκτικά ψιχία - είναι ο κρίκος μιας αλυσίδας που απλώνεται σ' ολόκληρη τη δεκαετία του '90. Αρχικά και υπό την πίεση των δημοσιονομικών στόχων της Συνθήκης του Μαάστριχτ επιβάλλονται νέες φορολογίες σε εργαζόμενους, που παίρνουν τη μορφή του «παγώματος» των φορολογικών κλιμακίων, της αύξησης των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ, Ειδικοί Φόροι) και της επιβολής των «αντικειμενικών» κριτηρίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Παράλληλα, μειώνουν τη φορολογία των επιχειρήσεων (φορολογικές αλλαγές ΝΔ το 1992). Σήμερα, με σημαντικά υψηλά τα φορολογικά επίπεδα, αναδιανέμουν το εισόδημα υπέρ των επιχειρηματιών. Εφαρμόζεται ήδη η πρώτη δέσμη μέτρων με μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και των τραπεζών στο 35% από 40% και των υψηλών εισοδημάτων από 45% στο 40%. Με το νομοσχέδιο «Για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας» μειώνεται για τις συγχωνευόμενες επιχειρήσεις τον πρώτο χρόνο της συγχώνευσης η φορολογία κατά 10 μονάδες και 5 μονάδες τον δεύτερο χρόνο. Τις προηγούμενες μέρες ο Ν. Χριστοδουλάκης ανακοίνωσε και νέα μείωση του συντελεστή φορολογίας κερδών μέχρι 2,5 μονάδες για τις επιχειρήσεις που θα προσλάβουν προσωπικό. Ετσι θα υπάρξουν επιχειρήσεις που για το 2002 θα φορολογηθούν με 22,5%, ενώ το 2000 φορολογούνταν με 40%. Εξάλλου νέα μεγάλα και προκλητικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις αναμένεται να ανακοινωθούν την άνοιξη του 2002 με την παρουσίαση της μελέτης της ομάδας που επεξεργάζεται την αναθεώρηση του φορολογικού συστήματος.
Την επόμενη χρονιά συνολικά προβλέπεται να εισπραχθούν 12,02 τρισ. δραχμές φόροι, έναντι 11,33 τρισ. δρχ. το 2001. Θα είναι δηλαδή αυξημένα κατά 6,1%, όταν ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ προβλέπεται να είναι 6,9%. Οι Αμεσοι Φόροι προβλέπεται να αυξηθούν 7,2% και να ανέλθουν στα 4,98 τρισ. δραχμές. Οι Εμμεσοι Φόροι προβλέπεται να αυξηθούν κατά 5,3% και να ανέλθουν στα 7,04 τρισ. δραχμές.
Τα χαρακτηριστικά του προϋπολογισμού φόρων είναι τα ακόλουθα: