ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 25 Νοέμβρη 2001
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο κύριος Μάλλιος

Στο Δημοτικό σχολειό είχαμε ένα δάσκαλο, τον κύριο Μάλλιο. Ητανε ψηλός, με γκρίζα μαλλιά κομμένα κοντά. Φορούσε πάντοτε ένα μαύρο μακρύ παλτό με μπόλικη πιτυρίδα στους ώμους, και τ' αυτιά του ήτανε γεμάτα με άσπρο βαμβάκι. Ενα σβησμένο τσιγάρο κρεμότανε συνέχεια στη γωνία των χειλιών του. Φυσικά εδώ και πολλά χρόνια έχει πεθάνει. Τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο έξω από την Αγία Βαρβάρα, ένα απόγεμα Κυριακής που έφευγε από το γήπεδο. Φανατικός ΠΑΟΚτζής, ο κύριος Μάλλιος. Το σημερινό μου σημείωμα το αφιερώνω στη μνήμη του. Πού ξέρεις, μπορεί να το νιώσει!

Αυτός, λοιπόν, ο μαυροντυμένος μας δάσκαλος μάς έκανε το μάθημα της «Πατριδογνωσίας». Ποτέ όμως την εξέταση και την παράδοση, όπως λέγαμε τότε, δεν την έκανε μέσα στην αίθουσα. Μας έπαιρνε όλους μαζί, καμιά τριανταριά, αν θυμάμαι καλά, και πηγαίναμε στο μεγάλο δρόμο που και σήμερα ακόμα κόβει την Ανω Τούμπα στη μέση. Τότε το όνομα του δρόμου ήτανε «Οδός Νοσοκομείων», τώρα «Γρηγορίου Λαμπράκη». Εβαζε τη Χρυσαυγή να μας προσέχει, μάς μοίραζε κι από ένα λευκό χαρτί και μας έλεγε να γράψουμε ό,τι σημαντικό βλέπαμε γύρω μας. Αυτοκίνητα, μανάβηδες με τα γαϊδουράκια τους, μικροπωλητές με το «μαλλί της γριάς», φαντάρους με τα μεγάλα τους δίκοχα, νοσοκόμες με τις μπλε κάπες τους και άλλα τέτοια. Υστερα πηγαίναμε στο σχολείο και κάτω από μια μεγάλη βερικοκιά συζητούσαμε. Συζητούσαμε για όσα είχαμε γράψει στο μικρό μας λευκό χαρτί και προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε αυτά τα γραψίματα. Και όταν δεν τα καταφέρναμε, και συνήθως δεν τα καταφέρναμε, ο κύριος Μάλλιος θύμωνε. Συννέφιαζε το πρόσωπό του και έμπηγε τις φωνές.

- Βρε σεις, έλεγε με τη βραχνή του φωνή, αυτά που γράψατε είναι η πατρίδα σας. Τα αυτοκίνητα που πηγαινοέρχονται, τα μαναβάκια, οι γυφτοπούλες που γυρνάνε στις γειτονιές για να μας πούνε την τύχη, τα παιδιά που παίζουνε με τα πάνινα τόπια τους και η κυρία Σμαραγδή που σβήνει σιγά σιγά μέσα στο φτωχό της περίπτερο, είναι η πατρίδα σας!

Εμείς τον κοιτάζαμε μέσα στα μάτια και προσπαθούσαμε, με το μικρό μας μυαλό, να μετατρέψουμε όλα αυτά σε εικόνα, σε χρώματα και σε ήχους. Προσπαθούσαμε να βγάλουμε από μέσα μας όλη εκείνη την περίεργη "ιερότητα", τα αίματα και τους νεκρούς για τα οποία μάς μιλούσανε οι άλλοι και να βάλουμε στη θέση της την "Πατρίδα" της ζωής, του καθημερινού δρόμου και της φτώχειας. Την πατρίδα του κύριου Μάλλιου. Να ξεπεράσουμε τον πολεμικό ήχο των εμβατηρίων και τις ψεύτικες ζητωκραυγές και να στήσουμε το αυτί μας προσεκτικά για ν' ακούσουμε τα πονεμένα στιχάκια του Σοφοκλή του Λυγεράκη που πηγαινοερχότανε στα ξερονήσια μια ζωή, γιατί ήτανε "ανυπάκουος", όπως μας εξηγούσε η μάνα μας, και δεν άκουγε τους χωροφύλακες. Ν' αφουγκραστούμε και τα ψιλοτράγουδα της Παναγιώτας που κάθε πρωί, όσο πότιζε τις κόκκινες τριανταφυλλιές της και άφηνε τις λευκές της σάρκες να λάμπουν κάτω από το μπαλωμένο μαύρο κομπινεζόν της, τα μουρμούριζε με τη μελένια φωνή της.

Και ξαφνικά ύστερα από «χιλιάδες» χρόνια. Τώρα που έφυγε ο κύριος Μάλλιος, και το περίπτερο της κυρίας Σμαραγδής έγινε πολυκατοικία, χάθηκε και η Παναγιώτα και ο Σοφοκλής ο Λυγεράκης αναπαύτηκε στη Μακρόνησο, κρατώντας βαθιά στην τσέπη του, για να μην τον πάρουνε μυρωδιά οι χωροφύλακες, ένα κόκκινο σφυροδρέπανο, είδα μια μέρα στην τηλεόραση ένα «σποτ» που έλεγε «Ευρωγνωσία». Δηλαδή, αλλάξαμε πατρίδα και δεν το καταλάβαμε; Αντε τώρα να ξεχάσεις την παλιά και να μάθεις την καινούρια. Και να σκεφτείς ότι μας έφυγε και ο κύριος Μάλλιος!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Η διαφορετικότητα σε καθεστώς ασφυξίας

Σφίγγει συνεχώς τη νομική «μέγκενη» γύρω από το «λαιμό» του ευρωπαϊκού κινηματογράφου η Ευρωπαϊκή Ενωση

Παπαγεωργίου Βασίλης

«Τα έργα αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο για την καλή λειτουργία των δημοκρατιών μας, λόγω της μεγάλης επιρροής τους στην κοινωνία».

Η παραπάνω πρόταση προέρχεται από την εισαγωγή της ανακοίνωσης της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Σχετικά με ορισμένες νομικές πτυχές, που αφορούν τα κινηματογραφικά και τα άλλα οπτικοακουστικά έργα», η οποία κοινοποιήθηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη συνεδρίασή τους, στα τέλη Οκτωβρίου. Αποτελεί δε μία από τις πιο αποκαλυπτικές, επίσημες, δηλώσεις για το ρόλο που επιφυλάσσει η Ευρωπαϊκή Ενωση στην πολιτιστική δημιουργία σε όλες τις εκφάνσεις της και, στην προκειμένη περίπτωση, στον κινηματογράφο. Ετσι, ο κινηματογράφος για την ΕΕ, λόγω της φύσης του ως μαζικού μέσου, δεν είναι παρά το καταλληλότερο εργαλείο για τη χειραγώγηση των λαών της, με στόχο την «καλή λειτουργία» της, δηλαδή την απρόσκοπτη συνέχιση και εντατικοποίηση της εκμετάλλευσής τους, εκ μέρους των «ενωσιακών» μονοπωλίων και στο βωμό των υπερκερδών τους. Αυτή η δεύτερη, οικονομική διάσταση του θέματος, μετά την ιδεολογική, συμπληρώνει το πραγματικά εφιαλτικό τοπίο, που δημιουργεί για την πνευματική παραγωγή η ΕΕ, η οποία, μέσω της προαναφερθείσας συνεδρίασης των υπουργών Πολιτισμού, ξεκαθάρισε και συγκεκριμενοποίησε ακόμη περισσότερο τις γενικές κατευθύνσεις της για τον πολιτισμό, έτσι όπως αυτές τέθηκαν στη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

Θυμίζουμε πως σ' αυτή τη συνθήκη, ενώ δηλώνεται ο «σεβασμός» στην «εθνική και περιφερειακή πολυμορφία των πολιτισμών των κρατών - μελών» και η ταυτόχρονη προβολή της «κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς», δηλώνεται επίσης και ότι οι ενισχύσεις για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς στηρίζονται από την ΕΕ, «εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους συναλλαγών και ανταγωνισμού στην Κοινότητα».

Ασφυκτικές δομές

Η ανακοίνωση της επιτροπής που φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα, καθώς και το ψήφισμα του Συμβουλίου των Υπουργών Πολιτισμού, στην πρόσφατη συνεδρίασή τους, όχι μόνο δεν «αλλοιώνουν» τη «φύση» της μετατροπής του πολιτισμού σε εμπορεύσιμο αγαθό, στο πλαίσιο της αγοράς και του «ελεύθερου» ανταγωνισμού, αλλά τον εντάσσουν σε ακόμη πιο ασφυκτικές δομές του κεφαλαίου. Ως προς αυτήν τη διαπίστωση, είναι χαρακτηριστική η παράγραφος του ψηφίσματος, με την οποία, το συμβούλιο καλεί την επιτροπή και τα κράτη - μέλη «να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη τραπεζικών και χρηματοοικονομικών μέσων και την αυξημένη χρήση τους, τη βελτίωση της αμοιβαίας γνώσης και της εμπειρογνωμοσύνης του οπτικοακουστικού και του τραπεζικού τομέα, τον οπτικοακουστικό τομέα να συνεχίσει την προώθησή του στον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα» κ.ά.

Στο όνομα των τριών ελευθεριών της ΕΕ, δηλαδή της ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων, εμπορευμάτων και κεφαλαίων, που αποτελούν «μίνιμουμ» προϋπόθεση υπερκερδών για τα μονοπώλια, στο ψήφισμα εκτιμάται ότι η ΕΕ θα πρέπει να «ενθαρρύνει» τη «δημιουργία ενός ανταγωνιστικού οπτικοακουστικού τομέα, μεταξύ άλλων, με την καλύτερη κυκλοφορία των ευρωπαϊκών έργων» και ότι «απαιτείται να αναπτυχθούν, τόσο σε εθνικό, όσο και σε κοινοτικό επίπεδο, επενδύσεις στον τομέα της κινηματογραφικής και οπτικοακουστικής παραγωγής».

Στην εισαγωγή της ανακοίνωσης της επιτροπής, αυτό το σημείο περιγράφεται ακόμη πιο ανάγλυφα: «Τα κυριότερα ευρωπαϊκά όργανα που έχουν αναπτυχθεί ειδικά για τον τομέα αυτό, η οδηγία για την τηλεόραση χωρίς σύνορα που αφορά ρυθμιστικές πτυχές και το πρόγραμμα για μηχανισμούς στήριξης, έχουν ως κύριο στόχο τους να επιτρέψουν στις ευρωπαϊκές εταιρίες στον τομέα αυτό να επωφεληθούν πλήρως από την ευρωπαϊκή κοινή αγορά». Αμέσως μετά, αναφέρονται και συγκεκριμένα στοιχεία για την οικονομική δυναμική των οπτικοακουστικών μέσων, «τα οποία προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες για τη δημιουργία ευμάρειας και απασχόλησης»: Η ευρωπαϊκή αγορά των οπτικοακουστικών μέσων υπολογιζόταν το 1999 σε 58,3 εκατομμύρια ευρώ. Η διαπίστωση ότι αυτό το ποσό ήταν πεσμένο κατά 8,7% σε σχέση με το 1998, αποτελεί μάλλον μια έμμεση «πρόσκληση» στο κεφάλαιο του χώρου για να «δραστηριοποιηθεί». Βέβαια, το κεφάλαιο δεν περίμενε την πρόσκληση των Βρυξελλών για να δραστηριοποιηθεί: Τα συγκροτήματα κινηματογράφων πολλαπλών αιθουσών (γνωστά και ως multiplexes) στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 22% από το 1995 έως το 1999, απολαμβάνοντας και τη «μερίδα του λέοντος» στην αύξηση (και λόγω της ύπαρξής τους) των εισιτηρίων στους ευρωπαϊκούς κινηματογράφους, από 662 εκατομμύρια το 1995, σε 844 εκατομμύρια το 2000 (+27%). Εδώ να θυμίσουμε και την ομολογία του υπουργού Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλου, ότι η μερίδα του λέοντος του 1,2 δισ. δρχ., από επιστροφή φόρων στους κινηματογράφους στην Ελλάδα, αποδόθηκε στα μεγάλα συγκροτήματα αιθουσών. Να σημειωθεί, επίσης, ότι οι μεγάλες πολυεθνικές του χώρου έχουν ήδη οριζοντιοποιήσει τη δράση τους στην παραγωγή, διανομή και προβολή των ταινιών, με ό,τι αυτό σημαίνει για την ποιότητα των έργων, την καλλιτεχνική ελευθερία και την ποιότητα της ψυχαγωγίας. Παράλληλα, αυξήθηκε και η τηλεθέαση στα περισσότερα κράτη - μέλη το τελευταίο έτος.

Ο «θρήνος» της ΕΕ

Εκεί που φαίνεται να «σέρνεται» το πράγμα, είναι στο μεγάλο θέμα της διανομής. Η επιτροπή, αλλά και η πρόσφατη διεθνής συνάντηση για το ίδιο θέμα που οργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καταλήγουν, από διαφορετικούς δρόμους, στην ίδια διαπίστωση: Την κυριαρχία, στην ευρωπαϊκή διανομή, του κινηματογράφου των ΗΠΑ και την ακόλουθη, οικτρή θέση του ευρωπαϊκού. Πιο συγκεκριμένα, το ποσοστό της αγοράς των αμερικανικών ταινιών στην Ευρώπη το 2000 ήταν μεγαλύτερο από 73%.

Φυσικά, η επιτροπή δε θρηνεί για λογαριασμό του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, αλλά του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στο χώρο. Το μέρος αυτό είναι και το πιο «ζουμερό» της ανακοίνωσης, αφού καθορίζονται μέτρα ενίσχυσης της ευρωπαϊκής κινηματογραφίας και ιδιαίτερα εκ μέρους του κράτους. Το ζήτημα της κρατικής ενίσχυσης του κινηματογράφου δε διευθετείται από την επιτροπή στο δηλωμένο μεν, αλλά διάτρητο πλαίσιο της «ανάδειξης της πολιτιστικής ποικιλομορφίας», αλλά στο πλαίσιο της ακύρωσης και ανατροπής του, όπως γίνεται για πρώτη φορά στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Στόχος της ΕΕ είναι η «συμβατότητα», δηλαδή η πλήρης υπαγωγή των επιμέρους κριτηρίων ενίσχυσης του κινηματογράφου των κρατών - μελών, στις απαιτήσεις των πολυεθνικών της Ενωσης. Ο κατασταλτικός - αστυνομικός χαρακτήρας της ανακοίνωσης είναι εμφανής σε κάθε πρότασή της. Λόγω της έκτασης του κειμένου, θα αναφερθούμε σε μερικά, ενδεικτικά σημεία του.

Κατ' αρχήν, η επιτροπή «υπενθυμίζει» ότι, με βάση τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, «τα κράτη - μέλη υποχρεούνται να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα σχέδια για τη χορήγηση ή την τροποποίηση ενισχύσεων πριν από τη χορήγησή τους». Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικές κινηματογραφίες υποχρεούνται να λογοδοτούν για την πολιτική, το ύψος και τη διανομή των κρατικών ενισχύσεων στην ΕΕ. Μάλιστα, η επιτροπή εκφράζει εμμέσως και τη δυσαρέσκειά της, αφού μετά από έρευνα διαπίστωσε ότι η πλειοψηφία των κρατών -μελών δεν της ζήτησε την έγκριση των ενισχύσεών τους! Παρακάτω, αναλύεται περισσότερο, τι εννοεί με την «ενίσχυση» της ευρωπαϊκής κινηματογραφίας: «...τα καθεστώτα ενίσχυσης δεν πρέπει, π.χ., να χορηγούν την ενίσχυση αποκλειστικά σε υπηκόους του εν λόγω κράτους - μέλους. Επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί σε ένα κράτος - μέλος και λειτουργούν σε άλλο, μέσω μόνιμου υποκαταστήματος ή γραφείου, είναι επιλέξιμες για ενίσχυση. Επιπλέον, η απαίτηση για την ύπαρξη επί τόπου γραφείου πρέπει να επιβάλλεται μόνον ύστερα από την πληρωμή της ενίσχυσης» και, τέλος, για τις ενισχύσεις δεν πρέπει να απαιτείται «από εργαζομένους αλλοδαπών εταιριών που προσφέρουν υπηρεσίες στον τομέα του κινηματογράφου να πληρούν εθνικές προδιαγραφές εργασίας»! Δηλαδή, δεν πρέπει να είναι κριτήριο ενίσχυσης από το κράτος, το ότι θα καταπατούνται οι εργασιακές σχέσεις σε μια εταιρία παραγωγής, π.χ., αν αυτή είναι ξένη! Ισως κάποιος να σκεφτεί ότι όντως αυτό δεν μπορεί να είναι κριτήριο ενίσχυσης του κινηματογράφου. Το ότι, όμως, το θεωρεί ως πιθανότητα η επιτροπή, αποδεικνύει την αγωνία της ΕΕ να περάσει όλο το φάσμα των «αναδιαρθρώσεων» και στους πιο «απίθανους» τομείς της πολιτιστικής παραγωγής. Από αυτήν την άποψη, τέτοιου είδους «παρενθέσεις» δεν πρέπει να υποτιμούνται από τους κινηματογραφιστές.

Νομική καταστολή

Η επιτροπή προβλέπει κατασταλτικά μέτρα ακόμη και στα συστήματα χρηματοδότησης κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών από φόρους υπέρ τρίτων. Αν η επιτροπή «εξακριβώσει» ότι, μέσω αυτού του συστήματος, κάποιο κράτος - μέλος «τόλμησε» να χρηματοδοτήσει αποκλειστικά εθνικούς παραγωγούς «ή σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι ανταγωνιστές τους σε άλλα κράτη - μέλη», τότε τα εισαγόμενα προϊόντα δε θα φορολογούνται, ενώ η εθνική παραγωγή που εξάγεται, δε θα ευνοείται με χαμηλότερη φορολόγηση! Πιο απλά, αν διαπιστωθεί ότι το ελληνικό κράτος μέσω των αρμόδιων φορέων του ενισχύει οικονομικά μόνον Ελληνες παραγωγούς και όχι και υποκαταστήματα ξένων παραγωγών στην Ελλάδα, ή ότι η ενίσχυση αυτή είναι μεγαλύτερη από άλλα κράτη - μέλη, τότε η ποινή θα είναι να μη φορολογεί το ελληνικό δημόσιο μια εισαγόμενη παραγωγή, ούτε, αντίστοιχα, να ελαφρύνει το φορολογικό βάρος σε δικό μας έργο που θα βγει εντός συνόρων. Αυτό, κατά τ' άλλα, ονομάζεται «συμβολή στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών - μελών» (Συνθήκη του Μάαστριχτ).

Σε κάθε περίπτωση, το μέγεθος της ενίσχυσης δεν πρέπει να ξεπερνά το 50% του συνολικού προϋπολογισμού μιας ταινίας, με εξαίρεση τις δύσκολες στην πραγματοποίησή τους και χαμηλού προϋπολογισμού ταινίες. Τα σχετικά κριτήρια αφήνονται στην ευχέρεια του κράτους. Τα δε κονδύλια που προέρχονται από κοινοτικά προγράμματα (όπως το MEDIA Plus) δε θεωρούνται κρατική ενίσχυση, άρα δε συνυπολογίζονται στο 50%. Εκεί, όμως, που θριαμβεύουν πραγματικά οι τρεις ελευθερίες του κεφαλαίου, είναι στο κριτήριο της επιτροπής για την «εδαφικότητα» της παραγωγής. Δηλαδή, για το αν και σε ποιο ποσοστό θα γυριστεί η ταινία εντός των ορίων του κράτους που την ενισχύει. Σύμφωνα με την επιτροπή, «ο παραγωγός πρέπει να είναι ελεύθερος να δαπανήσει τουλάχιστον το 20% του προϋπολογισμού της ταινίας σε άλλα κράτη - μέλη, δίχως να υποστεί μείωση στη χορηγούμενη, βάσει του σχεδίου, ενίσχυση». Πιο απλά, ένας ξένος παραγωγός που δικαιούται ενίσχυσης από το ελληνικό κράτος, αν έχει υποκατάστημα στην Ελλάδα, μπορεί να γυρίσει όλη την ταινία (αυτό σημαίνει το «τουλάχιστον») σε άλλο κράτος - μέλος... ακόμη και στη χώρα προέλευσής του. Είναι φανερό πως εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με καμία «καλλιτεχνική ελευθερία», αλλά με τη γνωστή «ελευθερία» του μεγαλύτερου κέρδους με το μικρότερο δυνατό κόστος. Μάλιστα, αυτό το κριτήριο θα έχει επίπτωση και στην καλλιτεχνική διάσταση του έργου, αφού ο παραγωγός θα έχει ακόμη περισσότερο τον πρώτο και τελευταίο λόγο για το πού, ακόμη και το πώς, θα γυριστεί η ταινία.

Η ανακοίνωση της επιτροπής ασχολείται και με το μείζον ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων, το οποίο από μόνο του αποτελεί ξεχωριστό θέμα. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρηθεί ότι η επιτροπή είναι πολύ «ευαίσθητη» στις απαιτήσεις των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών.

Πάντως, αυτό που προκύπτει και από το συγκεκριμένο κείμενο, είναι η πρόθεση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων να έχουν πλήρη έλεγχο στην παραγωγή, διανομή, προβολή, ακόμη και, όσο κι αν αυτό τρομάζει, στο περιεχόμενο του πνευματικού δημιουργήματος. Η απάντηση σ' αυτήν την προοπτική, θα πρέπει να δοθεί κατ' αρχήν από τους ίδιους τους κινηματογραφικούς δημιουργούς.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ