Παρουσιάστηκαν σαν προγράμματα αντιμετώπισης της ανεργίας, αλλά δεν είναι τίποτα άλλο από μια αισχρή χρήση και της Αυτοδιοίκησης, για να τσακιστούν εργατικές κατακτήσεις δεκαετιών
Πρακτικά τα ΤΣΑ εμφανίζονται σαν συνεργασία εταιρικού χαρακτήρα, στην οποία μετέχουν και φορείς της Αυτοδιοίκησης (δημοτικές επιχειρήσεις ή εταιρίες που έχουν συστήσει), ιδιώτες και τοπικοί παραγωγικοί φορείς. Η ύπαρξη δημοτικής επιχείρησης είναι αναγκαία για τη συμμετοχή ενός δήμου στα ΤΣΑ. Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που προωθούνται από τα ΤΣΑ επιδοτούνται από πόρους του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Ταμείου για ορισμένα χρόνια και ακολούθως οι φορείς της Αυτοδιοίκησης αναλαμβάνουν, με ίδιους πόρους, εφόσον θέλουν, να συνεχίσουν τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Τα ΤΣΑ εφαρμόστηκαν σε εφτά δήμους της Δυτικής Αθήνας (Αγ. Βαρβάρα, Αγ. Ανάργυροι, Αιγάλεω, Ιλιο, Καματερό, Περιστέρι και Χαϊδάρι) και σε περιοχές των νομών Κοζάνης - Φλώρινας, Αχαΐας, Μαγνησίας, Δράμας, Ημαθίας και Βοιωτίας. Πρόκειται δηλαδή για περιοχές, απ' όπου πέρασε ο ...οδοστρωτήρας των ιδιωτικοποιήσεων, έκλεισαν εργοστάσια και παραγωγικές μονάδες. Περιοχές με υψηλά ποσοστά ανεργίας και εξαθλίωσης, στις οποίες οι κυβερνώντες υπολόγισαν ότι οι αντιδράσεις των εργαζομένων θα είναι αντικειμενικά πιο αδύναμες.
Στον προγραμματισμό της κυβέρνησης για το 2000 έως 2006, οπότε και λήγει η χρηματοδότηση από το Γ' κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (ΚΠΣ), προβλέπεται η επέκταση ουσιαστικά των ΤΣΑ σε όλες σχεδόν τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων και άλλες που αφορούν το περιβάλλον και τις νέες τεχνολογίες. Με όχημα τους φιλοκυβερνητικούς δήμους που εκτέλεσαν την άνωθεν εντολή εφαρμογής τέτοιων μορφών απασχόλησης (επικαλούμενοι την αδυναμία να προσλάβουν μόνιμο προσωπικό), τα ΤΣΑ επεκτάθηκαν με τη μορφή των Τοπικών Σχεδίων Δράσης για την Απασχόληση (ΤΣΔΑ). Οι δήμοι μετατρέπονται σε δεκανίκι της εφαρμοζόμενης πολιτικής αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, καθώς μετά το πέρας της χρηματοδότησής τους από κοινοτικούς πόρους, υποχρεώνονται να τα συνεχίσουν και με ίδιους πόρους για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Από τον ίδιο το νόμο θεσμοθέτησης και εφαρμογής των ΤΣΑ γίνεται καθαρό ότι καταργούνται τα ελάχιστα όρια αμοιβών και οι ρυθμίσεις των εργασιακών σχέσεων που καθιερώθηκαν με τις κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές, καθώς και τις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Χαρακτηριστικά αναφέρεται στο νόμο 2639/98: «Επιτρέπεται να καθορίζονται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με ατομικές συμβάσεις εργασίας ως προς τους προσλαμβανόμενους είτε για πρώτη φορά είτε μετά από 12 και πλέον μήνες από την τελευταία τους εργασία, επίπεδα αμοιβών εργασίας τουλάχιστον ίσα με εκείνα που προβλέπει η εκάστοτε ισχύουσα Εθνική Συλλογική Σύμβαση για το χρονικό διάστημα ενός έτους κατά ανώτατο όριο». Ποιος εργοδότης θα δώσει μεροκάματο μεγαλύτερο από αυτό του ανειδίκευτου εργάτη όταν μπορεί να έχει όσους ειδικευμένους θέλει με το κατώτερο μεροκάματο, αρκεί να τους έχει προσλάβει μέσα από το ΤΣΑ;
Αν και η εφαρμογή των ΤΣΑ αποφασίστηκε το 1997 εντούτοις στην πράξη ξεκίνησαν λίγο πριν το 2000 και με αργά βήματα. Σήμερα, όμως, βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και στις εφτά περιοχές της Ελλάδας, όπου είχε οριστεί η εφαρμογή τους. Ενα πρώτο συμπέρασμα από την εφαρμογή τους είναι ότι το μεγάλο βάρος το σήκωσαν οι φιλοκυβερνητικοί δήμαρχοι με τις δημοτικές επιχειρήσεις. Ετσι, χιλιάδες είναι οι άνεργοι με χρόνια προϋπηρεσίας και με συγκεκριμένη ειδικότητα, που έχουν αναγκαστεί να δουλεύουν με το μεροκάματο του ανειδίκευτου εργάτη, χωρίς άλλα δικαιώματα, με 8μηνες, 12μηνες και 24μηνες συμβάσεις. Ομηροι των εργοδοτών και των δημάρχων για το αν θα συνεχίσουν να εργάζονται ή θα βρεθούν και πάλι στην ανεργία.
«Αξιοι» αποδείχτηκαν οι δήμαρχοι της Δυτικής Αθήνας (με φωτεινή εξαίρεση το Δήμο Πετρούπολης που αρνήθηκε και κατήγγειλε τα ΤΣΑ), οι οποίοι πρωτοστάτησαν στην εφαρμογή των ΤΣΑ και ίδρυσαν εταιρία «μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα» μαζί με τη νομαρχία Αθήνας, το Εργατικό Κέντρο Αθήνας και το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο. Χαρακτηριστικό ανταπόκρισης που βρήκε αυτό το σύγχρονο δουλεμπόριο προσφοράς φτηνών εργατών είναι το γεγονός ότι αν και η αρχική πρόβλεψη που υπήρχε ήταν για κάλυψη 500 θέσεων εργασίας μέσα από το ΤΣΑ τα προηγούμενα δύο χρόνια διακινήθηκαν 5.000 άνθρωποι, στοιχείο που δεν είναι άσχετο με την ανεργία, που στην περιοχή συνεχίζει να καλπάζει (υπολογίζονται σε περίπου 50.000 οι άνεργοι). Από τους 5.000 άνεργους που διακινήθηκαν μέσα από το ΤΣΑ οι μισοί μπήκαν στο πρόγραμμα αυτοαπασχόλησης. Περίπου 1.200 προσλήφθηκαν από τις δημοτικές επιχειρήσεις και οι υπόλοιποι από τον ιδιωτικό τομέα. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή τη στιγμή οι δήμοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες με εργαζόμενους που έχουν προσλάβει μέσω ΤΣΑ. Αποτέλεσμα, να εμφανίζονται σε υπηρεσίες εργαζόμενοι που κάνουν την ίδια δουλιά (π.χ. οδοκαθαριστές) όπου ο ένας πληρώνεται με την κλαδική σύμβαση και όλες τις σχετικές κατακτήσεις και ο άλλος με την κατώτατη της ΕΓΣΣΕ.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την περίπτωση των εργαζομένων μέσω ΤΣΑ στο Περιστέρι, που εφαρμόζονται σε διάφορες υπηρεσίες του δήμου. Οπως έχει καταγγείλει και η Επιτροπή Εργαζομένων στις δημοτικές επιχειρήσεις του δήμου σε ανακοίνωσή της, το συγκεκριμένο εργασιακό μοντέλο αποτελεί «στρατηγική υποβάθμισης, με εργαζόμενους εφήμερους, προσωρινούς, με χαμηλά ημερομίσθια. Εργασία με δόσεις όμως είναι ζωή με δόσεις και τέτοια ζωή κανείς εργαζόμενος δεν μπορεί να την αποδεχτεί». Αίτημα της Επιτροπής Εργαζομένων του Περιστερίου και όχι μόνο είναι οι δημοτικές αρχές που απασχολούν εργαζόμενους μέσω των ΤΣΑ να μην προχωρούν σε νέες προσλήψεις, αλλά να μετατάσσουν τους ίδιους σε υπηρεσίες του δήμου όπου ήδη εργάζονται.
Είναι ακόμα ενδεικτικό, ότι σε καμία ιδιωτική επιχείρηση δεν υπάρχει έλεγχος για την κατάσταση που επικρατεί. Δε γνωρίζουν δηλαδή ούτε αν δίνουν έστω και το κατώτερο της ΕΓΣΣΕ, ούτε αν παρέχουν ασφαλιστική κάλυψη. Μόλις τώρα όμως αποφάσισαν οι υπεύθυνοι των ΤΣΑ της Δυτικής Αθήνας να ξεκινήσουν ελέγχους μαζί με το υπουργείο Εργασίας και κυρίως στις δημοτικές επιχειρήσεις και άγνωστο αν θα συνεχίσουν μετά στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Για να αντιληφθούμε την έκταση που έχουν προσλάβει τα ΤΣΑ πατώντας στην ανάγκη των ανέργων για εργασία παραθέτουμε ενδεικτικά τις προσλήψεις που έγιναν στους δήμους της Δυτικής Αθήνας το 1999 και το 2000: Το 1999 προσλήφθηκαν 1.460 άτομα και το 2000 4.557. Την πρωτοκαθεδρία διατηρεί το Περιστέρι, στο οποίο σε διάστημα δύο ετών έχουν προσληφθεί 1.719 εργαζόμενους. Να αναφέρουμε επίσης το 2000 από τους 4.557 που συμμετείχαν στα ΤΣΑ οι 2.375 μπήκαν σε προγράμματα αυτοαπασχόλησης και 1.104 προσλήφθηκαν σε δημοτικές επιχειρήσεις και στον ιδιωτικό τομέα. Ολοι αυτοί βέβαια ανά πάσα στιγμή μπορούν να βρεθούν στο δρόμο αν και κάνουν την ίδια δουλιά με μόνιμους εργαζόμενους.
Η ίδια κατάσταση ισχύει σχεδόν και στις υπόλοιπες περιοχές με εξαίρεση τους δήμους του Δυτικού Πειραιά όπου εκεί τα ΤΣΑ έχουν προχωρήσει μόνο κατά 10%. Σε κάποιες περιοχές μάλιστα η συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων προσλαμβάνονται από τις δημοτικές επιχειρήσεις και κυρίως στη Μαγνησία, όπου εκεί ο νομάρχης πρωτοστάτησε για την εφαρμογή τους και συνεχίζει.
Στην Πάτρα των χιλιάδων ανέργων τα ΤΣΑ έδωσαν, επίσης, τη λύση που ζητούσε το κεφάλαιο και η κυβέρνηση. Χιλιάδες απασχολήσιμων πέρασαν από το σχετικό πρόγραμμα, μπήκαν στην παραγωγή σαν ειδικευμένοι εργάτες, αλλά πληρώθηκαν με το μεροκάματο του ανειδίκευτου εργάτη και ανοιχτά προς τα πάνω ωράρια εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 55% του εργατικού δυναμικού είναι με μερική απασχόληση. Ενώ σαν παράδειγμα προς αποφυγή μνημονεύεται η περίπτωση του εργοστασίου της «Αλτζιντα», όπου 29 εργαζόμενοι απολύθηκαν μετά το τέλος του ΤΣΑ. Η κατάσταση έχει επηρεάσει ακόμα κι αυτόν τον κλάδο της οικοδομής. Οπου, ενώ είναι κατακτημένο το 35ωρο, μέσα από τα ΤΣΑ δουλεύουν οικοδόμοι με 40ωρα και βάλε.
Και εκεί που λες «πάει, τέλειωσε κι αυτή η άσχημη παρένθεση», να πάλι ο αγώνας. Ο αγώνας να σταθεί το φάντασμα στα ποδάρια του. Του διοργανώνουν γιορτές, του στήνουν συνεντεύξεις, το βάζουνε να μιλάει σε ακροατήρια, το βραβεύουν. Το φάντασμα, όμως έχει - πλέον - διαλυθεί οριστικά, τίποτα δεν το συνεφέρει. Με κόπο κρατάει τα παντελόνια να μην πέσουν και φανεί το τρύπιο βρακί του.
Και εκείνο, σαν τον τρελό του χωριού, να μιλάει για την «απομόνωσή» του στην Κριμαία, για την αδελφική σχέση του με τον Κολ, με τον Γκένσερ και τον Κίσινγκερ. Να μιλάει για τη Ραΐσα, που μαζί της δραματοποίησε στα ρώσικα τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα. Και να παριστάνει τον αθώο, ενώ ακόμα και οι πέτρες ξέρουν πως ήταν το πρώτο βιολί στην κακοστημένη παγίδα.
Ποιος σοβαρός άνθρωπος, ποιος εργαζόμενος σοβαρός άνθρωπος παίρνει πια στα σοβαρά αυτόν τον περιφερόμενο τσαρλατάνο; Αυτόν τον μοντέλο που διαφημίζει ανθυγιεινά προϊόντα; Ποιος σοβαρός και τίμιος άνθρωπος δέχεται να του σφίξει το χέρι; Στο εξής, ο Γκόρμπι θα πεθαίνει μέσα στις ιδρωμένες μασχάλες της αστικής τάξης. Θα σέρνεται μπροστά σε όλες τις κατουρημένες ποδιές που μείνανε αφίλητες. Θα κάνει αστεϊσμούς για να γελάνε οι φαφούτηδες. Θα γίνει χειρότερος από το χειρότερο.