2. Σε όσους ακόμη πιστεύουν. Παρ' όλα όσα συμβαίνουν, πιστεύουν.
3. Στο γέλιο που σκεπάζει και θα σκεπάζει τους ατάλαντους, όσους με την παρουσία τους κάνουν άσχημη τη μία, αγία και μοναδική ζωή.
4. Στο δαχτυλίδι που χάρισε μια μεγάλη γυναίκα στον Μάρκελλο Δόξα στις αρχές της δεκαετίας του '60 όταν εκείνος, φτωχός, έβγαινε από τα ευαγή ιδρύματα του Κράτους του βασιλιά. Χτύπησε λοιπόν την πόρτα της και ζήτησε βοήθεια. «Δεν έχω τίποτα άλλο, γιε μου, παρά αυτό. Πούλα το και ζήσε». Προχτές κηδέψαμε τον Μάρκελλο, και την ώρα που σηκώναμε το φέρετρο με το γιο του, είδα στο αριστερό του χέρι το δαχτυλίδι!
5. Στα γεγονότα που η ζωή μας είναι γεμάτη και που ελπίζω μέχρι θείας πρόνοιας να σκορπίσει πολλά, για να μπορώ εγώ ο ιστορικά καταδικασμένος (από τη βούληση των αστών) να είμαι συνέχεια σε θέση επίθεσης. Και είναι η επίθεση η μόνη απάντηση στον ποιητή Τόμας Τσάτερτον, όταν έγραφε: «Αμέσως πήγα πίσω σε χρόνια περασμένα, / σε σάρκινη κλίνη τον ποιητή είδα φασκιωμένο / και είδα όλα όσα είχαν προηγηθεί / και φανερά της μοίρας τα γραμμένα και είδα το βρέφος σημαδεμένο από τη μοίρα / ν' απλώνει με λαχτάρα τα χέρια στην αυγή».
6. Στην επιθυμία ν' αναστήσουμε παλιές μάχες, όπως την αποτυπώνει ο Μπαλζάκ σ' ένα γράμμα του στην κυρία Χάνσκα, για την περίφημη μάχη του Εσλινγκ. Τη μάχη που άλλαξε τη φύση του πολέμου και μετά την οποία άρχισαν ν' αναπτύσσονται στην Ευρώπη εθνικιστικά κινήματα: «Η δική μου μάχη είναι το Εσλινγκ. Το Εσλινγκ με όλες του τις συνέπειες. Ενας ψυχρός άνδρας, καθισμένος στην πολυθρόνα του, πρέπει να κοιτάζει την ύπαιθρο, τις ατυχίες που συμβαίνουν στο πεδίο, το πλήθος των ανδρών, τα στρατηγικά γεγονότα, το Δούναβη, τις γέφυρες, να θαυμάζει τις λεπτομέρειες και το σύνολο αυτού του αγώνα, ν' ακούει το πυροβολικό, να ενδιαφέρεται γι' αυτές τις κινήσεις σκακιού, να τα βλέπει όλα, να τα αισθάνεται μέσα σε κάθε άρθρωση αυτού του μεγάλου κορμιού, ο Ναπολέων, που δε θα τον δείξω ή δε θα τον αφήσω να φανεί το βράδυ διασχίζοντας το Δούναβη μέσα σε μια βάρκα. Από γυναίκες, ούτε ένα κεφάλι, μόνον κανόνια, άλογα, δύο στρατοί, στολές. Στην πρώτη σελίδα το κανόνι βροντάει, στην τελευταία σιωπά. Θα διαβάσετε ανάμεσα από τον καπνό και, όταν κλείσει το βιβλίο, θα πρέπει να έχετε δει τα πάντα με το ένστικτό σας και να θυμάστε τη μάχη σαν να είχατε παρευρεθεί».
7. Στην υγρή ψυχή που αντιστέκεται στην ξηρασία των ημερών.
8. Στα μάτια σου όταν το διαβάζεις: «Ολα κρύβονται / και κάποιος πρέπει να βγάλει / το φίδι από την τρύπα / να καταργήσει με μια χειρονομία το βασίλειο / που χρόνια μέσα του γύριζα / και πέταγα τα κόκαλά μου / γιατί ήθελα ν' ακούσω μια μουσική / μα ήταν βαθιά και γύριζαν πιο άγρια / κι εγώ βλαστημώντας το γάλα / στην υγρασία της ημέρας / έκλεισα τα μάτια μου και είδα / ένα κεφάλι να πετάει σαν ρόδα / τέτοια δύση και ηρεμία / όπου αργά έρχονται τα δύσκολα και τα τριαντάφυλλα φέγγουν».
«Προσφυγικοί καημοί (1925-1927) με το φακό της Nelly's» τιτλοφορείται η έκθεση που φιλοξενείται στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (Ακαδημίας 50), με αφορμή τα ογδόντα χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η έκθεση διοργανώνεται από τον Πολιτισμικό Οργανισμό του Δήμου Αθηναίων και την Ενωση Σμυρναίων, ενώ οι φωτογραφίες προέρχονται από το Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη. Η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν ένας από τους λόγους που η Nelly άφησε τις σπουδές της στη ζωγραφική και στράφηκε στη φωτογραφία. Οι «Προσφυγικοί καημοί» είναι ουσιαστικά οι μόνες φωτογραφίες μέσα στο σύνολο του έργου της με θέμα τον ανθρώπινο πόνο.
Κατ' εξοχήν ζωγραφικές οι φωτογραφίες αυτές, ακολουθούν αναγεννησιακούς εικονογραφικούς τύπους: το θέμα στο κέντρο, τη διάταξη των μορφών σε σχήμα πυραμίδας με ελικοειδή κορύφωση του δράματος στο πρόσωπο της μάνας. Πρόκειται για φωτογραφίες, αριστοτεχνικά δομημένες, αναφορές στη ζωγραφική παιδεία της Nelly's. Τη σειρά των «Προσφυγικών καημών», η Nelly την τύπωσε με την τεχνική Μπρομόιλ. Τα περιγράμματα απαλύνθηκαν, χαλάρωσαν, το φως τύλιξε αχνά τις μορφές. Η δυστυχία διαχέεται μέσα στον πίνακα - φωτογραφία, δημιουργώντας μια υποφερτή αίσθηση του πόνου και όχι μια επιθετική μαρτυρία της ανθρώπινης κατάντιας.
Ηδη από το 1927 και μέχρι την εγκατάστασή της στην Αμερική, η Nelly, ορμώμενη από την επιθυμία της να γνωρίσει τη δεύτερη πατρίδα της, περιοδεύει στην ελληνική ύπαιθρο στοιχειοθετώντας το πανόραμα της Ελλάδας του μεσοπολέμου. Τη δεκαετία του 1930, η Nelly ήταν η επίσημη φωτογράφος του νεοσυσταθέντος Γραφείου Τύπου και Τουρισμού. Το ξέσπασμα του Β` Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει τη Nelly και το σύζυγό της Αγγελο Σεραϊδάρη στην Αμερική, όπου θα παραμείνουν για 27 ολόκληρα χρόνια.
Στην Ελλάδα ταξιδεύει σχεδόν κάθε χρόνο μέχρι τον οριστικό επαναπατρισμό της το 1966. Δεκαεννιά χρόνια μετά (1985) δωρίζει το σύνολο του φωτογραφικού της έργου στο Μουσείο Μπενάκη. Πέθανε στην Αθήνα το 1998, κληροδοτώντας στην Ελληνική Φωτογραφία ένα πολυσήμαντο έργο.