Εδώ δεν είναι για κολύμπι, επειδή οι παραλίες είναι λιγοστές και οι ακτές πολύ απότομες, αλλά και τα νερά δεν είναι πεντακάθαρα. Εδώ είναι για να περπατήσεις στα πλακόστρωτα γραφικά σοκάκια, να πιεις καφέ ατενίζοντας τη θάλασσα, να γευτείς τη γαλήνη που προσφέρει η ωραία της ημέρας, να θυμηθείς τη μεγάλη ιστορία της και λίγο πριν πέσει το σκοτάδι να του δίνεις. Στην αρχαιότητα η Υδρα ανήκε στους κατοίκους της Ερμιόνης, που με τη σειρά τους την πούλησαν σε εξόριστους από τη Σάμο. Ο εμπορικός στόλος της άνθησε ιδιαίτερα όταν οι Υδραίοι μονοπωλούσαν την τροφοδοσία στη Μεσόγειο κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων από το 1783 έως το 1815. Στις παραμονές της Επανάστασης, η Υδρα είχε 40.000 κατοίκους και ο στόλος της αριθμούσε 150 πλοία. Διέθετε ναυτική σχολή και άλλες σχολές όπου εδίδαξαν μεγάλοι δάσκαλοι, όπως ο Νεόφυτος Βάμβας και ο Ανθιμος Γαζής. Με την έναρξη του Αγώνα οι Υδραίοι έθεσαν τα πλοία τους και τους καπεταναίους τους, όπως ο Κουντουριώτης, ο Τσαμαδός, ο Βούλγαρης, ο Τομπάζης και ο Μιαούλης στην υπηρεσία της Επανάστασης. Αν παρατηρήσει κανείς τα σπίτια που είναι σκαρφαλωμένα πάνω στους βραχώδεις λόφους θα δει την ανάμνηση του παρελθόντος που είναι διατηρητέα, όπως άλλωστε όλο το νησί. Φύγαμε. Για πού; Για...
Υλικά: Μια κούπα λάδι, δυο κιλά αρνάκι, ένα κιλό φρέσκα κρεμμυδάκια, μισό κιλό πράσινη σγουρή σαλάτα, άνηθο και μαϊντανό ψιλοκομμένο, δυο αυγά, 1/2 της κούπας χυμό λεμονιού.
Εκτέλεση: Βάζουμε το λάδι σε μεγάλη κατσαρόλα σε δυνατή φωτιά και σοτάρουμε το αρνί κομμένο σε μερίδες. Προσθέτουμε αλάτι, πιπέρι και λίγο νερό. Το σκεπάζουμε και το αφήνουμε να σιγοβράσει μέχρι να μαλακώσει το κρέας. Εχουμε καθαρίσει και πλύνει τα κρεμμυδάκια και τη σαλάτα, τα κόβουμε σε μεγάλα κομμάτια και τα ρίχνουμε μέσα στο κρέας μέχρι να βράσουν καλά. Οταν το φαγητό θα είναι έτοιμο, θα το αυγοκόψουμε. Θα το σερβίρουμε και θα το φάμε αμέσως.
Η εποχή, ο Ακουαμπόνα, οι κάτοικοι, αλλά και η ίδια η Ελβα είναι οι αληθινοί πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος του Ερνέστο Φερέρο «Ν», που τιμήθηκε με το σημαντικό ιταλικό βραβείο Στρέγκα, και κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις «Εκδόσεις Καστανιώτη», σε μετάφραση Μαρίας Κασωτάκη.
Η γοητεία του «τέρατος», οι διοικητικές ικανότητες του «σφαγέα», που από την ίδια στιγμή που πατάει το πόδι του στο νησί δεν κάθεται ήσυχος και άεργος. Είναι συγκεντρωτικός, εργατικός, σχεδόν ακούραστος, σαν ένα μυρμήγκι. Δε χάνει πολύτιμο χρόνο, άλλωστε γνωρίζει αυτό που οι άλλοι αγνοούν, δηλαδή ότι η παραμονή του στο νησάκι θα είναι σύντομη, πολύ σύντομη. Γι' αυτό και αμέσως αρχίζει να βάζει σε εφαρμογή έργα βαθιάς πνοής και υποδομής, εξωραΐζει τον τόπο, χωρίς όμως να αδιαφορεί για τα «ασήμαντα», τα βρώμικα, τα άχρηστα. Ενδιαφέρεται προσωπικά για την αποκομιδή των απορριμμάτων! Ο Ναπολέων είναι μεν απογυμνωμένος από την εξουσία, μπορεί στα μάτια μερικών να φαντάζει σαν ένας συνηθισμένος αστός, αλλά δεν είναι. Καλώς ή κακώς είναι ξεχωριστός. Οικοδομεί, τακτοποιεί, διαβάζει, ενημερώνεται, σχεδιάζει. Δεν ονειρεύεται, δεν αναπολεί, δε νοσταλγεί, προσπαθεί να κατανοήσει την πραγματικότητα όπως είναι και όχι όπως θα ήθελε να είναι. Παρ' όλα αυτά δεν είναι ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου. Η πληθωρική αυτή προσωπικότητα χρησιμεύει στον συγγραφέα για να φωτίσει την αντιπαράθεση του ανθρώπου της σκέψης με τον άνθρωπο της δράσης αλλά και της γνώσης.
Ο αναγνώστης δεν πρόκειται να διαβάσει μια βιογραφία, υπάρχουν άλλωστε οι ιστορικοί γι' αυτή τη δουλιά (όπως, π.χ., ο εξαιρετικός Σοβιετικός ιστορικός Ευγένιος Ταρλέ), οι οποίοι ασχολήθηκαν με το φαινόμενο που ονομάζεται Βοναπάρτης. Ο Ερνέστο Φερέρο προσφέρει κάτι εντελώς διαφορετικό και γοητευτικό: Ενα συναρπαστικό μυθιστόρημα, που ενώ σέβεται την ιστορική ακρίβεια των γεγονότων, δε στέκεται στα γεγονότα μόνο. O συγγραφέας τρυπώνει στα ενδότερα της «ανθρώπινης ψυχής», της δικής του ψυχής, που από τη μια δεν μπορεί να συγχωρήσει εκείνον που έβαψε με αίμα όλη την Ευρώπη (μάλιστα, κάποια στιγμή επιχειρεί να τον σκοτώσει, πιστεύοντας έτσι ότι θα σταματήσουν οι πόλεμοι), από την άλλη, όμως, η καθημερινή συναναστροφή του με τον «δήμιο» τού κεντρίζει την περιέργεια. Φλέγεται από την αγωνία για το «μετά».
Ετσι, όταν ο Ναπολέων, συνεπής με το πεπρωμένο του, εγκαταλείπει την Ελβα για να φτάσει το ταχύτερο στο Παρίσι, ως αυτοκράτορας, για να δώσει ραντεβού με την Ιστορία στο Βατερλό, εκείνος, ο «αγύμναστος» διανοούμενος, ο αντιήρωας της εποχής του και όλων των εποχών, θα ακολουθήσει το μισητό- αξιοθαύμαστο αντικείμενό του, τον Βοναπάρτη, μέχρι την τελευταία μάχη.
Σήμερα θα ταξιδέψουμε πίνοντας ένα κοκτέιλ. Θα πάμε όσο μακρύτερα γίνεται. Τι λέτε για την Ταϊτή; Να ετοιμάσουμε τις... αποσκευές μας; 5/6 Λευκό ξηρό κρασί, 1/6 ρούμι, μια κουταλιά της σούπας ζάχαρη και ένα φρούτο εποχής κομμένο σε φέτες. Τα ανακατεύουμε στο ποτήρι και φτάσαμε... Ωραία είναι. Δεν είναι;
Λονδίνο: Αντί να πάρουμε την «BA» και να είμαστε τόσες ώρες στον αέρα για να φτάσουμε κάποτε στην πρωτεύουσα της Αγγλίας, θα ρίξουμε κατευθείαν στο ποτήρι μισή κουταλιά της σούπας ζάχαρη, 3/4 τζιν, 1/4 χυμό λεμονιού, βάζουμε και δυο παγάκια και μια φλούδα από λεμόνι και ξαφνικά το «Πικαντίλι» είναι δικό μας!
Σιγκαπούρη: Πέφτει μακριά; Οχι, δε νομίζουμε. Αν χτυπήσουμε στο σέικερ 2/4 τσέρι μπράντι, 1/4 χυμό λεμονιού, παγάκια και τα σερβίρουμε στο ποτήρι μέχρι τα 3/4 που θα το αφήσουμε για να προσθέσουμε σόδα, τότε έχουμε ήδη φτάσει, χωρίς να το πάρουμε είδηση. Μάλιστα, εάν το πιούμε αμέσως, θα επιστρέψουμε σε ένα λεπτό της ώρας. Προς το παρόν όμως, εις υγείαν.
Ενα άδειο δωμάτιο γέμισε ξαφνικά με... είκοσι χιλιάδες στερλίνες! Πώς; Είναι σχεδόν απλό. Το βραβείο Τέρνερ δόθηκε φέτος σε κάποιον Μάρτιν Κριντ για το έργο του που έδειχνε ένα κενό δωμάτιο μέσα στο οποίο αναβόσβηναν φωτάκια. Φαίνεται δεν εξηγείται διαφορετικά πώς οι Βρετανοί βραβεύουν οτιδήποτε μπορεί να τους ξαφνιάσει, με αποτέλεσμα να αδιαφορούν παντελώς για την Τέχνη. Φυσικά, όχι όλοι, μα έτσι όπως πάνε τα πράγματα, ίσως και γνωρίζοντες από Τέχνη να κολλήσουν από την ίδια ασθένεια του εντυπωσιασμού και να ξεχάσουν όσα ήξεραν. Θύελλα αντιδράσεων προκάλεσε η βράβευση αυτή και δυστυχώς δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι ανάλογο, αν θυμηθούμε και άλλα βραβεία που δόθηκαν για μια σφαγμένη αγελάδα μέσα σε φορμόλη... και άλλα χειρότερα.