ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 31 Ιούλη 2002
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κάθε πέρσι και καλύτερα για τους εργαζόμενους

Σύμφωνα με δειγματοληπτική έρευνα της ICAP από το 1999 ως το 2002 αυξήθηκε ο αριθμός (άγγιξε τα 9 στα 10) των εργαζόμενων νοικοκυριών που είδαν την οικονομική τους κατάσταση να χειροτερεύει, σε αντίθεση με την κατάσταση της οικονομίας, αλλά και των μεγαλοεισοδηματιών

Από το κακό στο χειρότερο εξελίσσεται η οικονομική κατάσταση για τα εργαζόμενα νοικοκυριά τα τελευταία χρόνια - όχι όμως και για τους μεγαλοεισοδηματίες - μεγαλοεπιχειρηματίες και τα τσιράκια τους - παρά τη βελτίωση που εμφανίζουν ορισμένα βασικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν τα 9 στα 10 νοικοκυριά των εργαζομένων (με εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις ή επιδόματα), αλλά και των αγροτών είδαν πέρσι το βιοτικό τους επίπεδο να χειροτερεύει, ενώ για φέτος ακόμη περισσότεροι εργαζόμενοι αναμένουν παραπέρα επιδείνωση του βιοτικού τους επιπέδου. Αντίθετα, σταθερός παραμένει ο αριθμός και το ποσοστό των νοικοκυριών με υψηλά εισοδήματα, που είδαν πέρσι την οικονομική τους κατάσταση να βελτιώνεται και να προβλέπουν ότι και φέτος το βιοτικό τους επίπεδο θα καλυτερεύσει. Αυτή είναι η εικόνα που αποτυπώνεται στα στοιχεία δειγματοληπτικής έρευνας της ICAP, που δόθηκε χτες στη δημοσιότητα, τα οποία επιβεβαιώνουν με τον δικό τους τρόπο ότι - ελέω της ακολουθούμενης κυβερνητικής πολιτικής - για τους εργαζόμενους ίσχυε και ισχύει η λαϊκή παροιμία «κάθε πέρσι και καλύτερα, κάθε φέτος και χειρότερα».

Ενδεικτικός και ταυτόχρονα αποκαλυπτικός, για τους μεγάλους κερδισμένους και μεγάλους χαμένους από την οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - με την ανοχή ή τη σιωπηρή στήριξη της ΝΔ - είναι και ο πίνακας 1 που καταγράφει τη «μεταβολή της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών το 2001» όπως προκύπτει (σε ποσοστά) με βάση τις απαντήσεις του δείγματος. Από τον πίνακα αυτό προκύπτει μεταξύ άλλων ότι το 2001 τα 3 στα 10 «λευκά» αστικά νοικοκυριά της ομάδας 1 με υψηλό εισόδημα (το 29,1%) είδαν την οικονομική τους κατάσταση να βελτιώνεται και μόλις τα 2,5 στα 10 (26,6%) να χειροτερεύει. Αντίθετα, για τη μεγάλη πλειοψηφία των νοικοκυριών των ομάδων 5 ως 9 (σε ποσοστά που κυμαίνονται από 44,8% ως και 53,5%) είδαν τα τελευταία 3 χρόνια το βιοτικό τους επίπεδο να χειροτερεύει.

Συνοψίζοντας τα ευρήματα της έρευνας, η ICAP επισημαίνει στο εισαγωγικό της σημείωμα με τα γενικά συμπεράσματα ότι: «Παρά τη συνεχιζόμενη ικανοποιητική άνοδο της οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα (...) οι εκτιμήσεις των νοικοκυριών για την πορεία της οικονομικής τους κατάστασης, αλλά και οι προσδοκίες τους έχουν εισέλθει, μετά το 1999, σε καθοδική τροχιά. Μόλις το 13,3% των νοικοκυριών του δείγματος θεώρησαν ότι η οικονομική τους κατάσταση βελτιώθηκε το 2001. Το ποσοστό αυτό μειώνεται για δεύτερο συνεχές έτος από το επίπεδο του 21,4% που είχε βρεθεί το 1999, έτος που είχε χαρακτηριστεί από τη μεγάλη άνοδο των τιμών στο ΧΑΑ. Αντιθέτως, σταθεροποιημένη σε επίπεδο άνω του 40% είναι τα τελευταία δύο χρόνια η μερίδα των νοικοκυριών που θεώρησαν ότι τα οικονομικά τους επιδεινώθηκαν. Επιπλέον, οι προσδοκίες για το τρέχον έτος δεν είναι αισιόδοξες, μόνο 13,5% αναμένουν βελτίωση, ενώ το 43,5% θεωρούν ότι η οικονομική τους πορεία θα είναι καθοδική. Εκ παραλλήλου, μειούμενο διαχρονικά βαίνει το ποσοστό όσων προσδοκούν ότι η κατάστασή τους θα καλυτερεύσει, ενώ αυξάνονται όσοι θεωρούν το αντίθετο».

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως από την έρευνα της ICAP, που έγινε μεταξύ 20 του Μάρτη και 30 του Απρίλη 2002 σε τυχαίο δείγμα 1.000 νοικοκυριών, προκύπτει πως σχεδόν τα 9 στα 10 νοικοκυριά θεωρούν πως τα οικονομικά τους επιδεινώθηκαν και η τάση της επιδείνωσης είναι ανοδική. Συγκεκριμένα, στην τελευταία τριετία 1999- 2001 αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των νοικοκυριών που δήλωσαν πως το βιοτικό τους επίπεδο χειροτέρευσε και μειώθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που το βιοτικό τους επίπεδο βελτιώθηκε.

Με βάση τις «εκτιμήσεις», το ποσοστό των νοικοκυριών που η οικονομική τους κατάσταση «επιδεινώθηκε» από 31% το 1999, εκτινάχτηκε το 2000 στο 42% και ανέβηκε το 2001 στο 43%. Αντίθετα, το ποσοστό των νοικοκυριών που «εκτίμησε» βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης μειώθηκε από 21% το 1999 σε 19% το 2000 για να καταλήξει μόλις στο 13% το 2001. Επίσης, για το τρέχον έτος - σε σχέση με τις προσδοκίες των δύο προηγούμενων ετών - αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που δηλώνουν απαισιοδοξία για την πορεία των οικονομικών τους. Συγκεκριμένα, μόλις το 14% των νοικοκυριών «προσδοκά» βελτίωση των οικονομικών τους το 2002, από 15% πέρσι και 27% πρόπερσι. Τα υπόλοιπα νοικοκυριά (που κινούνται μεταξύ 80%-86%) αναμένουν είτε χειροτέρευση είτε στασιμότητα του βιοτικού τους επιπέδου. Συγκεκριμένα, φέτος το 44% των νοικοκυριών αναμένουν επιδείνωση των οικονομικών τους, έναντι 35% πέρσι και 27% το 2000.

Η έρευνα της ICAP κατέγραψε ως κυριότερη αιτία της επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων νοικοκυριών, τόσο το 2001 όσο και φέτος, τον πληθωρισμό. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, «παρά τις επιτυχίες της δεκαετίας του 1990 στο μέτωπο του πληθωρισμού, η αναζωπύρωσή του τα τελευταία 2 χρόνια έχει επηρεάσει αρνητικά την ευημερία και τις προσδοκίες των νοικοκυριών».

Ενδιαφέρον έχουν και ορισμένα άλλα ευρήματα της δειγματοληπτικής έρευνας, όπως ότι:

  • Μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός των νοικοκυριών, οι καταναλωτικές δαπάνες των οποίων ξεπερνούν τα εισοδήματά τους (από 27,5% το 2000 σε 20,5% το 2001) κυρίως με αύξηση του τραπεζικού δανεισμού και όχι συμπίεση στις δαπάνες.
  • Αυξάνεται ο αριθμός των απαισιόδοξων λόγω της χαμηλής αύξησης των ονομαστικών εισοδημάτων, των αυξημένων οικογενειακών αναγκών κλπ.
  • «Ο μόνος παράγοντας αισιοδοξίας στα νοικοκυριά είναι η αναμενόμενη εξεύρεση νέων πηγών εισοδήματος από εργασία, όπως απασχόληση και άλλων μελών, δεύτερη απασχόληση άλλων, κ.ά.»!

Αυτή η εξέλιξη επιβεβαιώνει ταυτόχρονα πως η «ισχυρή οικονομία» για την οποία τόσο πολύ περηφανεύεται ο πρωθυπουργούς και άλλα στελέχη της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ κάνει ισχυρότερους τους λίγους και πλούσιους, ενώ αδυνατίζει τη θέση των πολλών και αδυνάτων, που είναι οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα.

ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Εκτοξεύουν νέα «πυροτεχνήματα»

Στη γνωστή τακτική της εκτόξευσης «πυροτεχνημάτων», για την αντιμετώπιση της ...φοροδιαφυγής, κατέφυγε και πάλι η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, η οποία έδωσε χθες στη δημοσιότητα ονόματα 12 επιχειρήσεων, άγνωστων στην κοινή γνώμη, οι οποίες κατηγορούνται για έκδοση και λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων. Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, από ελέγχους του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ), διαπιστώθηκε ότι οι 12 κατηγορούμενες επιχειρήσεις προέβησαν στην έκδοση και λήψη εικονικών παραστατικών στοιχείων, συνολικού ύψους 13 δισ. δραχμών. Στις επιχειρήσεις αυτές, το ποσό που διεκδικεί το υπουργείο, μαζί με τα πρόστιμα, ανέρχεται σε 25,6 δισ. δραχμές. Ο «Ρ» δεν προτίθεται να δημοσιοποιήσει τα ονόματα των, άγνωστων, ούτως ή άλλως, επιχειρήσεων που κατηγορούνται για έκδοση και λήψη οικονομικών στοιχείων, επειδή δε θέλει να συμβάλει στο κλίμα εντυπωσιασμού του υπουργείου Οικονομικών, και να δημιουργήσει ψευδαισθήσεις ότι η πολιτική της κυβέρνησης κινείται στην κατεύθυνση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.

Αυτοί που συνήθως συλλαμβάνονται είναι τα «βαποράκια» της υπόθεσης, ενώ η δουλιά συνήθως «στήνεται» από μεγαλόσχημους, οι οποίοι μένουν στο απυρόβλητο. Τη μοναδική φορά που το υπουργείο Οικονομικών έδωσε στη δημοσιότητα ονόματα μεγάλων επιχειρήσεων με την κατηγορία της φοροδιαφυγής, το 1994 (μεταξύ αυτών και ο επιχειρηματίας Γ. Μπόμπολας), ο τότε υπουργός Οικονομικών, Αλ. Παπαδόπουλος, λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση των ονομάτων, εξαναγκάστηκε, ουσιαστικά, σε δήλωση μετανοίας και απαλλαγής του μεγαλοεπιχειρηματία από κάθε κατηγορία...

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι ο ρόλος του ΣΔΟΕ είναι αρκετά συζητήσιμος. Ξεκίνησε σαν σώμα «αδιάφθορων» στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής, αλλά, καθ' όλη τη διάρκεια της δράσης του, ακούγονται πολλά παράπονα για δραστηριότητές του.

Χριστοδουλάκης σε ρόλο Ρομπέν των δασών

Θα του πήγαινε του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, του κυρίου Χριστοδουλάκη, ο ρόλος του υπερασπιστή των φτωχών και των καταφρονεμένων; Θα μπορούσε να είναι ένας σύγχρονος Ρομπέν των δασών; Από τη δημόσια εικόνα του, μάλλον το αντίθετο προκύπτει. Ο ρόλος του προστάτη και θεματοφύλακα των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Αλλωστε όταν βρίσκεται μεταξύ των ανθρώπων αυτών, λύνεται και η γλώσσα του υπουργού. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο πρόεδρος της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιριών κ. Κοντομηνάς, στη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης του κλάδου να αναφωνήσει παρουσία του κ. Χριστοδουλάκη: «Ξέρουμε κύριε υπουργέ ότι προτίθεστε να κάνετε πράγματα που αυτή τη στιγμή δεν τα ομολογείτε». Τόσο ενθουσιασμένος ήταν ο άνθρωπος από αυτά που είχε ακούσει από τον υπουργό του.

Ο ακραιφνής αυτός νεοφιλελεύθερος πολιτικός - και έμπιστος του εκσυγχρονιστή πρωθυπουργού Κ. Σημίτη - δεν είναι ανεπηρέαστος από το λαϊκισμό. Ετσι, την προηγούμενη Δεύτερα, αναφερόμενος στις υπεράκτιες εταιρίες, τις γνωστές σαν «οφ σιορ» - που επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ έχουν κατακλύσει την Ελλάδα - ανέφερε ότι... είναι ντροπή η πολυτελής αυτή περιουσία να μένει αφορολόγητη. Οτι αυτό είναι άδικο και προσβλητικό για όλους εκείνους οι οποίοι έχουν πολύ μικρότερη περιουσία και καταβάλλουν φόρους. Ο κ. Χριστοδουλάκης σε ρόλο Ρομπέν των δασών. Μασκαρεμένος όμως Ρομπέν για να εξαπατήσει τους φτωχούς. Θα πρέπει, κάποιος, να θυμίσει στον «επί των Οικονομικών» υπουργό της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ότι:

Κατά πρώτο το θέμα της φορολόγησης των υπεράκτιων εταιριών ανακινήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση, μόνο μετά από σχετικές πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν είναι δηλαδή δική τους πρωτοβουλία. Και κατά δεύτερο. Φρόντισε ο άνθρωπος να απαλλάξει από τη φορολογία τους κατόχους πολυτελών κατοικιών που εμφανίζονται μέσα από τις - ανώνυμες - υπεράκτιες εταιρίες, με τις προκλητικές ρυθμίσεις για τις κληρονομίες μετοχών, ομολογιών κλπ.

Είναι όμως και θρασύς ο κ. Χριστοδουλάκης. Οταν ο συντάκτης του «Ρ» του επισήμανε αν η αναφορά του περί «ντροπής» για τις υπεράκτιες εταιρίες, αφορά και το πολιτικό σύστημα που τις κάλυπτε (άρα και τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ που με μικρά διαλείμματα διακυβερνούν τη χώρα από το 1981 μέχρι σήμερα), ο Ν. Χριστοδουλάκης, απέφυγε να απαντήσει. Σε ρόλο προβοκάτορα, άρχισε να μιλά για υπεράκτιες διαφόρων χρωμάτων, όπως κόκκινες, μπλε κλπ. Αν και ρωτήθηκε, δε θέλησε να απαντήσει τι εννοούσε.

Γνωστή η τακτική του κύριου Χριστοδουλάκη. Τι να πει άλλωστε. Οτι κορυφαίοι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες βρίσκονται πίσω από τις πολυτελείς κατοικίες της Εκάλης και της Μυκόνου και ότι το πολιτικό σύστημα - ο ίδιος δηλαδή - τους καλύπτει; Αστεία πράγματα.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ