Αν συγκρίνει κανείς την αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και την αύξηση των εργατικών ατυχημάτων (όπως τα 5 θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα της περασμένης Τρίτης), θα διαπιστώσει ότι την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ την ενδιαφέρει κυρίως η διαφύλαξη της κερδοσκοπικής ασυδοσίας των μεγαλοεπιχειρηματιών και ελάχιστα η ασφάλεια της ζωής των εργαζομένων στους τόπους δουλιάς
Πριν ακόμη σβήσει ο απόηχος της κεντρικής ομιλίας του πρωθυπουργού και προέδρου του ΠΑΣΟΚ Κ. Σημίτη, στα εγκαίνια της 67ης Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης - όπου κυριάρχησαν οι διαβεβαιώσεις πως αυτή η κυβέρνηση πασχίζει για την «ασφάλεια της οικογένειας, την ασφάλεια των εργαζομένων, την ασφάλεια των οικονομικών κατακτήσεων», που πέτυχε η χώρα με την ένταξή της στην ΟΝΕ κλπ. - εκδηλώθηκαν μια σειρά εργατικά ατυχήματα (από τα οποία τα 6 θανατηφόρα), τα οποία αποκάλυψαν μεγάλες, αλλά πικρές, αλήθειες.
Αποτελεί ειρωνεία - αν όχι πρόκληση - το γεγονός ότι λίγες ώρες μετά την Παρασκευή το βράδυ της 6ης Σεπτεμβρίου, που ο πρωθυπουργός διαβεβαίωνε από το βήμα της ΔΕΘ πως η κυβέρνησή του πασχίζει για την ασφάλεια και των εργαζομένων και γενικότερα του ελληνικού λαού:
Τα παραπάνω 6 θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα φέρνουν στο προσκήνιο με τον πιο δραματικό τρόπο το μέγιστο θέμα της ουσιαστικής ασφάλειας - και για να ακριβολογούμε την προστασία της ζωής των εργαζομένων - στους χώρους απασχόλησης. Τους ισχυρισμούς του πρωθυπουργού και των παρατρεχάμενών του, ότι η κυβέρνηση φροντίζει και για τη βελτίωση των συνθηκών απασχόλησης των εργαζομένων στους χώρους δουλιάς και την ασφάλεια της ζωής τους, διαψεύδουν τα χιλιάδες εργατικά ατυχήματα που εκδηλώνονται κάθε χρόνο (τα θανατηφόρα αγγίζουν τα 200). Αποτελεί δε πρόκληση ο ισχυρισμός του υπουργού Τύπου Χρ. Πρωτόπαππα - και μάλιστα διπλή πρόκληση αν ληφθεί υπόψη ότι ο εν λόγω κύριος διατέλεσε και πρόεδρος της ΓΣΕΕ - ότι «χάρη στη δουλιά της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μειώθηκαν τα εργατικά ατυχήματα»! Τα επίσημα στοιχεία λένε ότι το 2001 σημειώθηκε αύξηση των θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων κατά 60 (οι εργατοϋπάλληλοι που σκοτώθηκαν στο χώρο της δουλιάς τους έφτασαν το 2001 στους 188 από 120 το 2000). Φανταστείτε τι θα γινόταν αν... «δε δούλευε η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ για τη μείωση των εργατικών ατυχημάτων»...
Είναι άραγε τυχαίο το γεγονός ότι - επίσημα - κάθε 15 λεπτά της ώρας στην Ελλάδα σημειώνεται και ένα εργατικό ατύχημα; Είναι τυχαίο ότι κάθε 3 μέρες καταγράφεται ένα θανατηφόρο ατύχημα; Είναι τυχαίο ότι χιλιάδες εργαζόμενοι κάθε χρόνο πληρώνουν με τη ζωή και την υγεία τους (θάνατοι, ακρωτηριασμό κλπ.) την προσπάθειά τους να κερδίσουν τίμια το ψωμί με σκληρή εργασία;
Στα παραπάνω και πολλά άλλα ερωτήματα, η απάντηση είναι μια: Σίγουρα, όχι. Τα υψηλά επίπεδα των εργατικών ατυχημάτων και δυστυχημάτων, που αφήνουν πίσω τους κάθε χρόνο (επίσημα) κοντά στους 20.000 τραυματίες και περίπου 200 νεκρούς, δεν οφείλονται στις αμαρτίες των εργαζομένων που... τους τιμώρησε ο θεός. Στην πλειοψηφία τους - και αυτό θα επιχειρήσουμε να το τεκμηριώσουμε στη συνέχεια - τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα ή δυστυχήματα οφείλονται στην ίδια την κυβερνητική πολιτική που θεωρεί «ιερό και όσιο» το θεσμοθετημένο καθεστώς της εκμετάλλευσης και της κερδοσκοπικής ασυδοσίας του μεγάλου κεφαλαίου.
Θυσιάζοντας τον άνθρωπο και την αξία της ζωής των εργαζομένων στη μεγιστοποίηση των κερδών των μεγάλων (μονοπωλιακών ή πολυεθνικών) ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων, οι κυβερνώντες από τη μια θεσπίζουν μέτρα που ενισχύουν παραπέρα το βαθμό εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας, αλλά και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων (καταναλωτών κλπ.) και από την άλλη αφήνουν στον «πατριωτισμό» των μεγαλοεπιχειρηματιών τη δημιουργία συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους δουλιάς.
Σ' αυτό συνηγορούν και μια σειρά επίσημα στοιχεία, όπως το γεγονός ότι:
Επίσης, αποτελεί κοινό μυστικό ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μεγάλων επιχειρήσεων (ελληνικών και ξένων, κρατικών και ιδιωτικών), αξιοποιώντας την κυβερνητική πολιτική - που θέτει σαν πρώτο στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και τη διασφάλιση των μέχρι σήμερα κατακτήσεων (υψηλή κερδοφορία, ασυδοσία κλπ.) των επιχειρήσεων - επιδιώκουν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους:
Υπάρχουν και αρκετά άλλα στοιχεία, μερικά από τα οποία παραθέτουμε σε διπλανές στήλες με το σχετικό πίνακα, που βεβαιώνουν με τη γλώσσα των αριθμών ότι η κυβέρνηση, με την πολιτική που εφαρμόζει, παράγει ασφάλεια και σιγουριά μόνο για το μεγάλο κεφάλαιο και τους κάθε είδους υπηρέτες του. Ταυτόχρονα, συγκεκριμένη πολιτική διασφάλισης και ενίσχυσης της κερδοσκοπικής ασυδοσίας του κεφαλαίου παράγει αυξανόμενη ανασφάλεια για την πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού, όπως αυτή αποτυπώνεται με τα στοιχεία για τη φτώχεια, την ανεργία, αλλά και τα εργατικά - θανατηφόρα και μη - ατυχήματα.
Τη θέση αυτή, που διατύπωσε ο Κ. Μαρξ, επιβεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία του ελληνικού κράτους, που καταγράφουν από τη μια εκρηκτική άνοδο των κερδών και από την άλλη μισθολογική λιτότητα, με ταυτόχρονη αύξηση των απολύσεων και των εργατικών ατυχημάτων
Τα στοιχεία που παραθέτουμε στη συνέχεια στους πίνακες 1 και 2, (διαχρονική εξέλιξη των εργατικών ατυχημάτων, ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, των κερδών, των πωλήσεων, των κατώτατων ημερομισθίων, του πληθωρισμού κλπ.), σκιαγραφούν -με τη γλώσσα των αριθμών- από τη μια την ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο και από την άλλη ποιων τα συμφέροντα διασφαλίζει η εφαρμοζόμενη πολιτική.
Πρώτον, ο πλούτος της χώρας -όπως καταγράφεται με την αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου προϊόντος σε σταθερές τιμές 1995): αυξήθηκε κατά 22,2%. Ομως -όπως φαίνεται από τα στοιχεία του πίνακα- τη μερίδα του λέοντας από την αύξηση του εγχώριου πλούτου την καρπώθηκαν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, ενώ για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους έμειναν ψίχουλα.
Δεύτερον, τα κέρδη των μεγάλων εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων, τραπεζών και άλλων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών (ΑΕ και ΕΠΕ), δημόσιων- ημιδημοσίων ή ιδιωτικών εκτινάχτηκαν στα ύψη και ήταν πολλαπλάσια τόσο του ποσοστού αύξησης των πωλήσεων και του πληθωρισμού όσο και των ονομαστικών αυξήσεων που δόθηκαν στους μισθούς και συντάξεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Μόνο τα καθαρά προ φόρων κέρδη των μεγάλων βιομηχανικών επιχειρήσεων (ΑΕ και ΕΠΕ, κερδοφόρων και ζημιογόνων), αυξήθηκαν το 2000 συγκριτικά με το 1993 κατά 394,7%! Ετσι, η μάζα των κερδών όλων των βιομηχανικών επιχειρήσεων από 161,8 δισ. δραχμές που ήταν το 1993, ξεπέρασε τα 800 δισ. δραχμές το 2000. Η αύξηση αυτή προήλθε με μια μικρή σχετικά αύξηση (123,4%) των πωλήσεων. Αξίζει να σημειωθεί, παρενθετικά, ότι ανάλογα -προκλητικά μεγάλα- ποσοστά αύξησης κερδών, εμφανίζουν για την ίδια περίοδο τόσο οι τράπεζες όσο και άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του εμπορίου, των υπηρεσιών, της ναυτιλίας κλπ.
Τρίτον, το μερίδιο των μεικτών κερδών στο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες. Από 8,8% που ήταν το 1993 έφτασε 11,8% το 2000. Ιδιαίτερα μεγάλη ήταν η αύξηση του μεριδίου των καθαρών, προ φόρων, κερδών στο ΑΕΠ, καθώς από 0,6% που ήταν το 1993 εκτινάχτηκε στο 2,5%του ΑΕΠ το 2000.
Τέταρτον, οι φόροι που πλήρωσαν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις στα ταμεία του κράτους αυξήθηκαν κατά 229%, ενώ όπως προαναφέρθηκε τα κέρδη τους αυξήθηκαν κατά 800%. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, που να μας πληροφορούν για το ποσοστό αύξησης των επιστροφών φόρων και άλλων δαπανών του κράτους (με τη μορφή παροχών, φοροαπαλλαγών κλπ. που δόθηκαν στους βιομήχανους με πρόσχημα την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας, της επιχειρηματικότητας κλπ.).
Πέμπτον, η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων αυξήθηκε από 9,2% το 1993 σε 10,3% το 2000. Ο δείκτης της αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων, μας πληροφορεί για την ταχύτητα επιστροφής των χρημάτων που βάζουν από την τσέπη τους στις εταιρίες τους οι επιχειρηματίες. Δηλαδή, πόσες δραχμές παίρνει πίσω σε ένα χρόνο -κατά μέσο όρο- κάθε βιομήχανος, στις 100 δραχμές που έχει τζιράρει από την τσέπη του στην επιχείρηση.
Ολα τα παραπάνω στοιχεία: