Οι κινητοποιήσεις δεν ήταν όλες το ίδιο μαζικές ούτε με ξεκάθαρο πάντα προσανατολισμό. Υπήρχε πράγματι ένα πολύμορφο πλήθος, τα ΜΜΕ τόνιζαν έντονα αυτό το γεγονός, όμως υπήρξαν από μεγάλα τμήματα των διαδηλωτών αντιμονοπωλιακά - αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα. Ενα είναι σίγουρο: Σε όλες τις μέχρι τώρα κινητοποιήσεις διασταυρώνονται και θα διασταυρώνονται πολιτικές γραμμές. Η επικράτηση εκείνης ή της άλλης θα κρίνει και την αποτελεσματικότητα και προοπτική του λαϊκού κινήματος ανά τον κόσμο.
Εχει ενδιαφέρον και αξία να θυμηθούμε πώς ορισμένα πολιτικά κόμματα αντιμετώπισαν αυτές τις κινητοποιήσεις και ειδικά της Γένοβας. Ο ΣΥΝ, και από κοντά το ΠΑΣΟΚ, φρόντισαν ταχέως και επιμελώς να «χαϊδεύουν ευχάριστα τα αυτιά του κινήματος». Στελέχη του ΠΑΣΟΚ και η Νεολαία ΠΑΣΟΚ υποστήριξαν αναφανδόν την κινητοποίηση της Γένοβας, υιοθέτησαν «ριζοσπαστικά» αιτήματα, μίλησαν για κρίση του καπιταλισμού ή δεν είχαν πρόβλημα (πιο σωστά δεν ντράπηκαν) να δίνουν συνεντεύξεις κάτω απ' το πορτρέτο του Τσε. Παρ' όλα αυτά οι ιδεολογικοί καθοδηγητές τους (βλέπε Μουζέλης) διαμαρτυρήθηκαν, γιατί η σοσιαλδημοκρατία «έχασε μια χρυσή ευκαιρία να επανασυνδεθεί με τα κινήματα». Με άλλα λόγια: έχασε την ευκαιρία να παίξει πιο έντονα το ρόλο του «κυματοθραύστη» και αυτό βεβαίως είναι επικίνδυνο, γιατί «ουδείς γνωρίζει πού θα προσκρούσει το επόμενο κύμα...». Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και ο ΣΥΝ αποθέωσαν το αυθόρμητο, έβγαλαν ψευτοαντιιμπεριαλιστικές κορόνες και έτρεξαν να αποκομίσουν οφέλη, αδιαφορώντας στην πραγματικότητα για το ίδιο το κίνημα. Η ανάπτυξη του κινήματος σε εθνικό επίπεδο τους αφήνει αδιάφορους, αυτό μάλιστα μας το υπενθυμίζουν με διάφορους τρόπους. Δυστυχώς, ακόμα και διανοούμενοι, που συχνά ασκούν στη σοσιαλδημοκρατία σκληρή κριτική, «φαλτσάρουν», όταν πρόκειται για την ανάπτυξη του κινήματος: «... μόνο ένα διεθνές κίνημα έχει νόημα στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία...»1. Οι θεωρήσεις αυτές γεννάνε και ορισμένα «αφελή» ερωτήματα: Το κίνημα πρέπει ή όχι να κινητοποιείται στο πλαίσιο κάθε χώρας; Για παράδειγμα, οι κινητοποιήσεις μαθητών, αγροτών, εργαζομένων για το Ασφαλιστικό κλπ. είχαν νόημα; Αν όχι, το κίνημα πρέπει να περιφέρεται μόνο από χώρα σε χώρα; Οι εργάτες που αντιμετωπίζουν κλαδικά προβλήματα χρειάζεται να απεργούν;
Η ιδεολογική διαπάλη σχετικά με τον προσανατολισμό του κινήματος θα είναι τόσο σκληρή όσο και αποφασιστική για το μέλλον του.
Η ένταση της διαπάλης είναι υπαρκτή για απλούς λόγους: Ο αντίπαλος πάντα φροντίζει να δρα με την τακτική του «Δούρειου Ιππου». Σε αυτήν, μάλιστα, τη συγκυρία ο «ίππος» εμφανίζεται με διάφορες μορφές και με ικανότητα συνεχούς προσαρμογής. Τα διάφορα ανά τον κόσμο φόρουμ (όχι πάντα όλα), οι «μεταλλαγμένοι» κομμουνιστές, τα κλασικά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) συμπλέουν αταλάντευτα σε ήδη χαραγμένες πορείες. Παρ' όλο που συχνά εμφανίζονται τμήματα του περιγραφόμενου μπλοκ δυνάμεων να αντιδρούν δυναμικά (ασκήσεις σύγκρουσης με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς), αυτό από μόνο του δε σημαίνει τίποτα, επειδή ο προσανατολισμός του κινήματος δεν κρίνεται από την έκταση της σύγκρουσης με την Αστυνομία. Οι μορφές πάλης δεν υπάρχουν ανεξάρτητα από το περιεχόμενό τους. Επιπλέον, συχνά καλλιεργούνται και απόψεις που ακόμα και αυτές τις μορφές πάλης τις βάζουν στο περιθώριο. Ας «θαυμάσουμε» μερικές τέτοιες «μετανεωτερικές» απόψεις: «Σε μερικές περιπτώσεις οι ΜΚΟ είναι πολύ ευφάνταστες, όπως για παράδειγμα η "Γκρίνπις", που το Μάρτη αγόρασε μετοχές αξίας 250.000 ευρώ της αγγλο-ολλανδικής πετρελαϊκής "Royal Dutch Shell", με σκοπό να την πιέσει να κάνει περισσότερες επενδύσεις στον τομέα της ηλιακής ενέργειας... Η τακτική αυτή, της πίεσης των πολυεθνικών μέσω των μετοχών (ο λεγόμενος "ακτιβισμός των μετοχών") γνωρίζει σταδιακή εξάπλωση σε ΗΠΑ και Ευρώπη... Από την άλλη, όμως, ακόμα και οι πιο αγωνιστικές ΜΚΟ αναγκάζονται με το πέρασμα του χρόνου να βάλουν "νερό στο κρασί τους" και να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι με τις πολυεθνικές, αναζητώντας κοινές πρακτικές λύσεις στο πλαίσιο της αγοράς, οδηγώντας συχνά σ' ένα σχίσμα "αγωνιστών" - "ρεαλιστών" στο εσωτερικό αυτών των οργανώσεων, αντίστοιχο με αυτό που χωρίζει τους Πράσινους της Γερμανίας» 3.
Το γεγονός πως η αστική τάξη ενδιαφέρεται σφόδρα για το πού θα πάει το κίνημα, φάνηκε ακόμα πιο ξεκάθαρα με αφορμή την κινητοποίηση της Γένοβας, ακριβώς γιατί αυτή η κινητοποίηση έκανε ένα βήμα πιο μπροστά σε σχέση με τις προηγούμενες: Εμφανίστηκαν ιδιαίτερα συγκροτημένες οι ταξικές δυνάμεις, κυριάρχησαν συνθήματα που αμφισβητούσαν ευθέως τον ιμπεριαλισμό, ακούστηκαν συνθήματα κατά της ΕΕ κλπ. Ετσι:
α) «Παίχτηκε» για άλλη μια φορά το γνωστό σενάριο με τη δράση των αναρχοφασιστών, καθοδηγούμενων από την ιταλική ασφάλεια.
β) Τα ΜΜΕ σε όλο τον κόσμο εξαφάνισαν κυριολεκτικά το περιεχόμενο της κινητοποίησης και πρόβαλαν κατά κόρον τα επεισόδια που έγιναν.
γ) Η δολοφονία του νεαρού Ιταλού «ντύθηκε» με μπόλικη δόση «ανθρωπισμού» και το γεγονός παρουσιάστηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε έχασε την ουσία του.
δ) Οι βρικόλακες του αντικομμουνισμού βγήκαν, για άλλη μια φορά, στην επιφάνεια: Οι υπέρμαχοι της «παγκοσμιοποίησης» ταυτίστηκαν με τη «σταλινική εκδοχή του κομμουνισμού», αφού «και οι δυο όσους διαφωνούν μαζί τους τους χαρακτηρίζουν αδαείς». Ακόμα «δεν μπορούν μερικές εκατοντάδες θαυμαστές της Παπαρήγα» να κλείνουν τους δρόμους4. Ομως ορισμένοι προχωράνε και άλλο, αφού οι «παλαιοκομμουνιστές» αποτελούν τροχοπέδη για τα ελεύθερα πνεύματα της Αριστεράς: «Οσοι, όπως ο Φ. Κάστρο, γαντζώνονται απελπισμένα στις τελευταίες καρναβαλίστικες ενσαρκώσεις ενός πεθαμένου μοντέλου, με σκοπό να αντισταθούν στην έπαρση των νικητών και να σώσουν από το ναυάγιο ό,τι απέμεινε όρθιο, δεν πετυχαίνουν τίποτα άλλο από το να παρατείνουν την πνευματική παραλυσία και να καθυστερούν την ανάδειξη ενός καινούριου, δημοκρατικού "κοινωνικού συμβολαίου". Η επιβίωσή τους δρα όπως ένα σκιάχτρο: εμποδίζει τα ελεύθερα πνεύματα της αριστεράς...»5.
1. Τάκης Φωτόπουλος: www.democracynature, συνέντευξη σε εφημερίδα του Μεσολογγίου.
2. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο», εκδ. «Αλφειός», μετ. Γ. Κορδάτος, σελ. 69. (Η υπογράμμιση δική μας).
3. Π. Δρακόπουλος: Αφιέρωμα «Ελευθεροτυπία», 22 Απρίλη 2000, σελ. 13.
4. Ρ. Σωμερίτης: «Τα μαθήματα της Γένοβας». «Βήμα», 29.7.2001.
5.Juan Goytisolo: «Le Monde Diplomatique», τ. 13, σελ. 75.