ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 14 Νοέμβρη 2002
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Ετοιμαστείτε για τα χειρότερα!

Δόθηκαν στη δημοσιότητα οι οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν για την περίοδο 2002 - 2004

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).--

«Μείωση της οικονομικής δραστηριότητας σ' ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) (...) Η ανάκαμψη είναι πολύ βραδύτερη από το αναμενόμενο και αναβάλλεται για ένα ακόμα έτος (...). Το κλίμα αβεβαιότητας έχει ενταθεί και οφείλεται στην απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης, τις γεωπολιτικές ενστάσεις στη Μέση Ανατολή και την κατάρρευση των χρηματιστηρίων (...) Η προσαρμογή θα ήταν ταχύτερη, αν η οικονομία της ΕΕ ήταν λιγότερο δύσκαμπτη και περισσότερο ανταγωνιστική και παρουσίαζε μεγαλύτερη ευελιξία, όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών και των μισθών (...) Σημαντική επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών στο σύνολο της ζώνης του ευρώ (...) Η Ελλάδα, βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων, δεν περιλαμβάνεται πλέον στις χώρες με πλεονασματικό ισοζύγιο και το δημόσιο χρέος της είναι πολύ υψηλό (...) Η Γερμανία και η Πορτογαλία παρουσιάζουν έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ (όριο του Μάαστριχτ)».

Στα ανωτέρω συνοψίζονται «οι φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Κομισιόν για την περίοδο 2002-2004», που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες, με «εκτιμήσεις» αναθεωρημένες προς το χειρότερο για το τρέχον έτος 2002 και «προβλέψεις» για το 2003 και 2004 («σενάριο αμετάβλητων πολιτικών»). Η Κομισιόν περιγράφει το τρέχον έτος 2002 πιο ανησυχητικά παρά ποτέ «επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής»), προειδοποιεί για τα χειρότερα («δεν προβλέπεται σημαντική βελτίωση το επόμενο έτος»), προετοιμάζει για τον επερχόμενο πόλεμο, και απαιτεί «μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά την αγορά εργασίας και την εξέλιξη των τιμών και των μισθών». Οσον αφορά ειδικότερα την «έκθεση για την απασχόληση», με ειδική αναφορά και στην ελληνική αγορά εργασίας, τα στοιχεία δημοσιεύτηκαν από προχτές (βλ. «Ρ» 13/11/2002).

Σχετικά με την κατάσταση στα επιμέρους κράτη - μέλη η Γερμανία και η Πορτογαλία βρίσκονται ήδη από το έτος 2000 εκτός επιτρεπτών ορίων για το έλλειμμα όπως προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας (ΣΣ), ενώ πλησιάζουν ανησυχητικά Γαλλία και Ιταλία (!!!) Μ' άλλα λόγια, οι λεγόμενες «ατμομηχανές της ΟΝΕ» δεν πληρούν οι ίδιες τα «κριτήρια πειθαρχίας» που έχουν επιβάλει στη ζώνη του ευρώ από το 1999.

Οσον αφορά τα δημοσιονομικά της Ελλάδας, η Κομισιόν με ειδική αναφορά στην έκθεση και ξεχωριστή ανακοίνωση, επισημαίνει ότι μετά από «διμερείς διαβουλεύσεις» αναθεωρούνται επίσημα προς το χειρότερο τα στοιχεία για το ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρόνιο συσσωρευμένο χρέος της χώρας, πιστοποιώντας το διαρκές και συστηματικό ψεύδος της ελληνικής κυβέρνησης τα τελευταία χρόνια. Δεν πρόκειται για αμελητέα «αναθεώρηση στοιχείων». Σύμφωνα με τα νέα δεδομένα το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας το 2001 ανέρχεται σε μείον 1,2% του ΑΕΠ έναντι του ψευδούς κυβερνητικού (...) πλεονάσματος συν 0,1% του ΑΕΠ, ενώ το συσσωρευμένο χρέος σε 107,0% του ΑΕΠ έναντι του ψευδούς κυβερνητικού 105,1% του ΑΕΠ.

Η γενική κατάσταση ύφεσης και οι «προβλέψεις» αναμένεται να επιδεινωθούν περαιτέρω, εξαιτίας του αναμενόμενου πολέμου για την «αλλαγή καθεστώτος» (Τζ. Μπους) στο Ιράκ. Σύμφωνα με σχετικές δηλώσεις του αρμοδίου για τα οικονομικά επιτρόπου Π. Σόλμπες «ενδεχόμενος πόλεμος θα έχει επιπτώσεις στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά έξι με εφτά δολάρια το βαρέλι και στη μείωση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ επιπλέον κατά μείον 0,25% το πρώτο έτος και κατά μείον 0,75% το δεύτερο έτος».

Η Ελλάδα

Η Ελλάδα, η πιο φτωχή χώρα της ΕΕ, με τη δεύτερη μεγαλύτερη ανεργία και «πολύ υψηλό χρέος» (Κομισιόν), παρουσιάζει μια από τις μεγαλύτερες αντιθέσεις αριθμών και πραγματικότητας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών της ΟΝΕ. Οπως σημειώνει η προχτεσινή «έκθεση απασχόλησης» της Κομισιόν (βλ. «Ρ» 13/11/2002) «η μεγέθυνση του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας ήταν 4,1% το 2001, ενώ η συνολική απασχόληση μειώθηκε κατά 0,3%. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2001, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ με αρνητική ετήσια μεταβολή της συνολικής απασχόλησης, ένα θλιβερό προνόμιο που είχε και το 2000. Αντί, δηλαδή να δημιουργούνται νέες θέσεις απασχόλησης, χάνονται και παλιές (!!!) Οταν όλα τα υπόλοιπα κράτη - μέλη της ΕΕ προσπαθούν για μια «ανθεκτική αγορά εργασίας» (Κομισιόν). Για το 2002 προβλέπεται ετήσια μεταβολή του ΑΕΠ της τάξης του 3,5% και ετήσια μεταβολή απασχόλησης μόλις 0,3%. Η ανεργία στην Ελλάδα το 2002, ανέρχεται σε 9,9% του εργατικού δυναμικού, το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ, μετά την Ισπανία. Ενώ ο πληθωρισμός, από 3,7% το 2001, αναμένεται να κινηθεί υψηλότερα στο 3,8% το 2002. Πρόκειται για τον τρίτο μεγαλύτερο πληθωρισμό στην ΕΕ, μετά την Ιρλανδία (4,8%) και την Ολλανδία (3,9%). Με τον «αναθεώρηση των στοιχείων» το ετήσιο έλλειμμα από μείον 1,2% του ΑΕΠ το 2001 αυξήθηκε σε μείον 1,3% του ΑΕΠ το 2002..

Τα ψευδο-κυβερνητικά στοιχεία είχαν (...) προαναγγείλει, αντί για έλλειμμα, «πλεόνασμα 0,3%» (!!!). Το συσσωρευμένο, πραγματικό χρέος της χώρας ανέρχεται το 2002 σε 105,8% του ΑΕΠ, έναντι του ψευδο-κυβερνητικού προβλεπόμενου «97,9% του ΑΕΠ» (!!!). Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν το 2002 αρνητικό για τη χώρα, μείον 4,6% του ΑΕΠ.

Μαύρο δίχρονο για την ΕΕ

Για το σύνολο της ΕΕ η Κομισιόν διαπιστώνει ότι «η ανάκαμψη είναι πολύ βραδύτερη από το αναμενόμενο και ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ το 2002 υπολογίζεται σε 0,8%, ενώ το 2003 προβλέπεται ότι θα φτάσει μόλις το 1,8%. Σχεδόν στάσιμη η ανάπτυξη στην Ολλανδία (0,2%), τη Γερμανία (0,4%) και την Ιταλία (0,4%). Σύμφωνα με την Κομισιόν «φταίνε» δύο λόγοι:

1) «Ο παρών κύκλος δεν έχει ολοκληρωθεί», ενώ υπήρξε «υπεραισιοδοξία» επενδύσεων στον τομέα της πληροφορικής και «δυσκαμψία στην εξέλιξη της αγοράς εργασίας και των μισθών». Ακόμη και το κόστος του επερχόμενου πολέμου θα πρέπει να το πληρώσουν οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι.

2) «Τα χρηματιστήρια έχουν καταρρεύσει και οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή έχουν αυξήσει την αβεβαιότητα, με αποτέλεσμα να έχει επηρεαστεί αρνητικά η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να έχει αυξηθεί ο ρυθμός αποταμίευσης».

Διαπιστώνεται «εξασθενημένη ιδιωτική κατανάλωση λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας», ενώ «η εγχώρια ζήτηση παρέμεινε ασθενής». Οσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας η Κομισιόν διαπιστώνει «δύο έτη χαμηλής ανάπτυξης». Από τις Βρυξέλλες χτυπούν το καμπανάκι για τα συνταξιοδοτικά, αφού «η πτώση των χρηματιστηρίων επηρεάζει επίσης αρνητικά την οικονομική διάρθρωση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των συνταξιοδοτικών ταμείων με αποτέλεσμα να προκληθούν ανησυχίες στα νοικοκυρά ως προς το ύψος των μελλοντικών τους συντάξεων, και οι επιχειρήσεις να ασχολούνται περισσότερο με το ξεκαθάρισμα των ισολογισμών τους παρά με τον προγραμματισμό νέων επενδύσεων».

Κόντρα στη νέα (α)ταξία
«Δημιουργικές» κατεργαριές

Αν ένας πολίτης ή κάποια μικρή επιχείρηση μπουν στον πειρασμό να κρατήσουν διπλά λογιστικά βιβλία, να κρύψουν, δηλαδή, την οικονομική τους κατάσταση και να σπεκουλάρουν με μια πλαστή εικόνα των πραγματικών δεδομένων, τους περιμένουν οι προβλεπόμενες -για τους αδύναμους πάντοτε - διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.

Οι μεγάλοι όμως των ΕΥΡΩεταίρων, συχνά όπως φαίνεται, ακολουθούν τη μεθόδευση των διπλοεγγραφών, παρουσιάζοντας πλαστή και εικονική αποτύπωση της οικονομικής τους διαχείρισης.

Και αυτήν ακριβώς την εικόνα αποκαλούν, κατά τον νεολογισμό των ημερών, «δημιουργική λογιστική», που σημαίνει ότι άλλα γράφουν στο ένα «τεφτέρι» και άλλα στο κρυφό, για να παραπλανήσουν όλους μαζί, δηλαδή τους πολίτες, τους ξένους συναλλασσόμενους, τους δανειοδότες κλπ. Και παράλληλα, να παραβιάσουν «αρχές» και δεσμεύσεις που οι ίδιοι θέσπισαν, όπως π.χ. το σύμφωνο σταθερότητας.

Αυτό έλειπε να μείνουμε πίσω. Ετσι λοιπόν και στις παραμονές του νέου προϋπολογισμού της κυβέρνησης, τα ελεγκτικά όργανα της Eurostat, καταλογίζουν στην έκθεσή τους για την Ελλάδα, «επιδόσεις» δημιουργικής λογιστικής και διπλοεγγραφών με επιδίωξη την απόκρυψη της πραγματικής... πραγματικότητας με ό,τι αυτό σημαίνει. Ιδιαίτερα, μάλιστα, κατά την περίοδο αυτή που η κατάσταση δεν είναι ρόδινη.

Από την άλλη όχθη, ο γενικός οικονομολόγος κ. Τίμος Χριστοδούλου που είχε διατελέσει υπουργός Εθνικής Οικονομίας σχολίαζε πρόσφατα με «διακριτική» σκωπτικότητα: «Ακούμε συνέχεια ότι έχουμε ισχυρή οικονομία ότι πάμε καλά. Αν όμως κοιτάξει κάποιος τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούν να κλείσουν τον προϋπολογισμό, με διάφορα κόλπα (σ.σ. η υπογράμμιση δική μας) - διαπιστώνουμε ότι η οικονομία δεν έχει τόσο μεγάλη ισχύ...».

Αλλά αυτήν ακριβώς την αδυναμία, και τις παρατηρήσεις της Eurostat αξιοποιεί, ως άλλοθι η κυβέρνηση για τη νεοφιλελεύθερη πολιτική καθήλωσης της οικονομίας στα όρια των ΕΥΡΩ δεσμεύσεων.


Του
Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
Ρυθμίσεις σε πιο αντιδραστική κατεύθυνση

Ρυθμίσεις επί το αντιδραστικότερο περιέχει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εξωτερικών για τον οργανισμό του, που συζητήθηκε και ψηφίστηκε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής.

Την αντίθεση του ΚΚΕ στις διατάξεις του νομοσχεδίου εξέφρασε η εισηγήτρια Λ. Κανέλλη τονίζοντας ότι μεταξύ άλλων με τον προτεινόμενο οργανισμό ενισχύεται ο εκάστοτε υπουργός Εξωτερικών και ευνοούνται οι πελατειακές σχέσεις. Μάλιστα επέρχεται ασφυκτικός έλεγχος στους υπαλλήλους με διαδικασίες που μοιάζουν με «ατομική Σένγκεν», ενώ στο μέλλον η όποια αξιολόγηση των υπαλλήλων του υπουργείου θα καθορίζει και τις αμοιβές τους.

Η Λ. Κανέλλη υπογράμμισε ότι στο σημερινό κόσμο της «νέας τάξης πραγμάτων» τα πάντα υποτάσσονται στα κελεύσματα και τις επιταγές των ισχυρών από τα σημαντικά μέχρι και τα φαινομενικά ασήμαντα, όπως είναι η καθιέρωση ενός οργανισμού κάποιου υπουργείου. Η εισηγήτρια αναφερόμενη στο Κυπριακό έκανε λόγο για την επιβολή ενός «νεοταξίτικου μοντέλου».

Ο παριστάμενος υφυπουργός Εξωτερικών Α. Λοβέρδος ισχυρίστηκε ότι με την προωθούμενη λύση Ανάν η Κύπρος δεν ξεφεύγει από το Ευρωπαϊκό Ομοσπονδιακό πρότυπο και το νέο κράτος θα είναι η συνέχεια του παλιού. Με τη θέση αυτή δε φάνηκε να συμφωνεί ο Κ. Μητσοτάκης ο οποίος ανέφερε ότι δεν είναι «απολύτως βέβαιος» ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, ενώ τόνισε ότι η κυβέρνηση δεν ενημέρωσε τα κόμματα για τις εξελίξεις και δεν πραγματοποίησε τον απαραίτητο διάλογο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ