ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Γενάρη 2003
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα «γιατί» και τα «διότι»

Γεννημένος στον Πύργο Ηλείας το 1955 ο Στάθης Σταυρόπουλος, δεκαοκτάχρονος ήρθε στην Αθήνα. Σπούδασε Πολιτική Οικονομία και παράλληλα σκηνοθεσία Κινηματογράφου. Η μεταπολίτευση τον οδηγεί στην ΚΝΕ και αργότερα στο ΚΚΕ. Το ανήσυχο, αυτοδίδακτο σκιστογραφικό πενάκι του καθορίζει τον επαγγελματικό δρόμο του. Τον οδηγεί, το 1981, στον «Οδηγητή» και από το 1982, παράλληλα, στο «Ριζοσπάστη». Ακολουθούν «Τα Νέα» (από το 1991), η «Ελευθεροτυπία» (από το 2001), ατομικές εκθέσεις και δύο βραβεία. Στην Παμβαλκανική Εκθεση Σκίτσου και στην περσινή έκθεση, του Φόρτε ντέι Μάρμι της Ιταλίας, «Οι 15 καλύτεροι Ευρωπαίοι γελοιογράφοι».

Ο Στάθης μπαίνει στην τρίτη δεκαετία της δουλιάς του, ακολουθώντας όσα δεν έπαψαν να τον «καίνε». «Ποια είναι;», ρωτάς και απαντά: «Αυτά που έγραφα και γράφω. Αυτά που μπαίνω στο ρίσκο να γράφω. Το δίκιο, η ισονομία, η καλύτερη ζωή για τον άνθρωπο, ο καλύτερος πολιτισμός, όπως τα ένιωθα και τα έκανα από την αρχή. Για να μην πω πως όσο πάω γίνομαι πιο κόκκινος». Γιατί γίνεται πιο «κόκκινος»; «Γιατί η ανάγκη του σοσιαλισμού, όχι ακριβώς όπως τον γνωρίσαμε, είναι όλο και πιο ισχυρή. Γιατί οι αντιθέσεις βαθαίνουνε. Η φτώχεια της ανθρωπότητας εξαπλώνεται. Γιατί, από τότε που κατέρρευσε η Σοβιετική Ενωση, η καπιταλιστική βαρβαρότητα είναι ασύδοτη».

Μια τέτοια «ματιά» δεν έρχεται, ούτε διατηρείται από μόνη της. Χωρίς εσωτερικές διαδικασίες, αντιστάσεις, ενδεχομένως και «οδύνες». Στην παρατήρησή μας ο Στάθης απάντησε: «Ολη μου η διαδρομή, ό,τι προσπάθησα να καταλάβω, οι σκέψεις, τα βιώματα, οι εμπειρίες, τα διαβάσματά μου, με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι ανάγκη αυτό που θα έλεγα με δυο λέξεις: Δημοκρατικός κομμουνισμός. Κι εγώ νιώθω ότι είμαι δημοκρατικός κομμουνιστής».

Εχει «κόστη» η δουλιά του; «Λιγότερα κόστη και περισσότερη συνέπεια με τον εαυτό μου. Περισσότερη απόλαυση ζωής. Ηθική απόλαυση. Τα 'χω καλά με τον κόσμο και με μ' εμένα», απαντά στο ερώτημα. Και τα προσωπικά όνειρά του; «Είναι απλά και καθημερινά. Μεγαλώνω δυο γιους. Φτιάχνω ένα αμπέλι και παλεύω να ομορφύνει ο κόσμος. Απλά πράγματα. Ανθρώπινα».

Ο Στάθης πάντα διάβαζε Ιστορία και η Ιστορία «αιματοδοτούσε» την τέχνη του. Συνεχίζει να διαβάζει «όλο και πιο πολύ, και πιο εξειδικευμένα». Και εξηγεί γιατί: «Ενώ στην αρχή η Ιστορία ήταν για μένα κάτι σαν παραμύθι της γνώσης, σαν ταξίδι στο χρόνο, αλλά και σαν εργαλείο ανάλυσης, σιγά σιγά μετατρέπεται σε ένα διαρκή διάλογο με το παρόν. Διάλογος που, αφ' ενός, πολλές φορές και εν πολλοίς εξηγεί τα πράγματα και αφ' ετέρου προσθέτει πολιτισμό και βάθος στην καθημερινότητα».

Κλείσαμε την κουβέντα μας με τον Στάθη, με αφορμή το νέο λεύκωμά του, σχετικά με το πώς βαδίζει, στην Ελλάδα και διεθνώς, η πολιτική γελοιογραφία. Ο Στάθης, παρακολουθώντας συστηματικά τη διεθνή πορεία της τέχνης του, επισήμανε ότι τα τελευταία δέκα χρόνια η πολιτική γελοιογραφία έχει οξυνθεί θετικά και πάρα πολύ. «Η κρίση η παγκόσμια, πολιτική και ιδεολογική, έχει τροφοδοτήσει εξαιρετικά τη γελοιογραφία, ακόμα και σε περιοχές όπου λειτουργεί με αντιξοότητες, όπως λ.χ. στις ΗΠΑ, ιδίως μετά την 11η Σεπτέμβρη. Κυνηγάνε πολύ τους σκιτσογράφους. Πριν λίγες μέρες ένας Αμερικανός υπήκοος, γερμανοεβραϊκής καταγωγής, γελοιογράφος, δεν άντεξε τη λογοκρισία και έφυγε για τη Γερμανία. Εχουν απολύσει ακόμα και γελοιογράφους βραβευμένους με "Πούλιτζερ". Παρά ταύτα η γελοιογραφία είναι δυνατή».

Οσο για το αν διαφαίνονται ή όχι κάποιοι κίνδυνοι για την ελληνική γελοιογραφία, ο Στάθης μας είπε ότι «έχουμε κάποια προανακρούσματα από μη κυβερνητικές οργανώσεις, που δρουν παγκοσμίως. Και στην Ελλάδα, αλλά συναντούν σθεναρή αντίσταση και δεν πετυχαίνουν το στόχο τους. Στην Ελλάδα λειτουργούμε σε συνθήκες πλήρους ελευθερίας κι αυτό πρέπει και να το σημειώσουμε και να το υπερασπιστούμε», τόνισε ο Στάθης.


Σκιτσογραφικόν... ακμαιότατον

Νέο λεύκωμα του Στάθη

«Βιογραφικόν ακμαιότατον». Μακρύς κι αδυνατούλης, σαν σπιρτόξυλο, ο γελωτοποιός. Κι όμως το βιο-ηθικόν του είναι ακμαιότατον. Γιατί; Γιατί κατάγεται από παλιό, καλό κι ανθεκτικό γένος. Το γένος του αξιολάτρευτου και αθεόφοβου «τρελού», που έπλασε ο Σαίξπηρ στον «Βασιλιά Ληρ», για να λέει και να παριστάνει με την «τρέλα» του την πάσα μαύρη αλήθεια. Για κάθε λογής και εποχής «βασιλιάδες», εθνικά και υπερεθνικά, φανερά και κρυφά «γκουβέρνα». Για να ξεμπροστιάζει σαρκαστικά ό,τι σάπιο υπάρχει. Στην, όποια, «Δανιμαρκία».

Αυτό κάνει κι ο συγκαιρινός μας «τρελός». Ο Στάθης. Μόνο που το κάνει με άλλον τρόπο. Οχι σε «αίθουσες τελετών» του «βασιλείου», αλλά πάνω σε χαρτί. Με μολύβι και πενάκι. Με μαύρη και χρωματιστή μελάνη. Λέει και αναπαρασταίνει των καιρών μας την πάσα μαύρη αλήθεια. Σαν μαριονέτα παίζει με κάθε λέξη. Ψάχνει το ιστορικό και νοηματικό υπέδαφός της. Το κυριολεκτικό και μεταφορικό νόημά της. Την «τρελαίνει» κι αυτήν με το να την αναγραμματίζει σε «έλξη». Και τότε κάθε λέξη έλκει μια εικόνα. Κάθε εικόνα έλκει κι άλλη λέξη. Και δυο μαζί, λέξη και εικόνα παίζουν το παιχνίδι της αλήθειας του γελοίου, στις ποικίλες μορφές του γελοίου. Οπότε ξανατίθεται το ουσιώδες ερώτημα του Σαίξπηρ: Ποιος είναι πραγματικά τρελός; Ο γελωτοποιός ή ...ο Ληρ;


Πώς να μην μπει κανείς σε πειρασμό να γράψει για τη σκιτσο-γελοιογραφική «τρέλα» του Στάθη, όταν, μάλιστα, το ακμαιότατον ηθικόν της έχει στο ενεργητικό της είκοσι ετήσια λευκώματα, με γελοιογραφίες και ένα λεύκωμα με εικονογραφημένα τραγούδια; Πώς να κλείσεις τα μάτια μπροστά στη μορφή και στο περιεχόμενο της «τρέλας» του; Μπροστά στο σπουδαίο ταλέντο του, το μεγαλύτερο, ίσως, της γενιάς του; Πώς να μη δεις ότι η ιστορική του γνώση είναι που τροφοδοτεί τα σκίτσα του, αλλά και ότι τα σκίτσα του ιστοριογραφούν τη σύγχρονη Ελλάδα της «παγκοσμιοποίησης»;. Οτι ο Στάθης είναι σήμερα ο τολμηρότερα και ουσιαστικότερα πολιτικός σκιτσογράφος του τόπου μας και από τους πιο πολιτικούς σκιτσογράφους, διεθνώς;

Ως απόδειξη των παραπάνω παραπέμπουμε τον αναγνώστη μας και στο νέο λεύκωμα του Στάθη «Οι γελωτοποιοί» (εκδόσεις «Πατάκη»), το οποίο περιλαμβάνει σκίτσα και γελοιογραφίες που δημοσιεύτηκαν από τον Οκτώβρη του 1999 μέχρι το Σεπτέμβρη του 2002. Σκίτσα και γελοιογραφίες, των οποίων το θέμα συνοψίζουν, ως μότο, τρεις στίχοι του ποιητή - στιχουργού Μάνου Ελευθερίου: «Το γένος των φονιάδων πια πληθύνεται./ Σε μυστικά εργοστάσια με το κρυφό τους χέρι/ εκεί ετοιμάζουνε θανάτους και θανάτους...». Σκίτσα και γελοιογραφίες που τις αντικρίζεις και δεν ξέρεις τι πρέπει πιο πολύ; Να γελάσεις ή να κλάψεις. Κι άλλες που, αυτοστιγμεί, σου βουρκώνουν τα μάτια, όπως «Η Πιετά της Ραμάλα».



Αρ. ΕΛ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ