Η πρωτοβουλία για τη συγκέντρωση των έργων ανήκει στον συγγραφέα και διανοούμενο Ρ. Μιλλιέξ και στην σύντροφό του Τ. Γκρίτση - Μιλλιέξ. Η δωρεά περιλαμβάνει 28 πίνακες, 6 σχέδια και 6 χαρακτικά, 4 γλυπτά και 2 βιβλία και αποτελεί μέρος της συλλογής Δυτικοευρωπαϊκής Ζωγραφικής στην Εθνική Πινακοθήκη. Συμπληρώνεται από 110 δακτυλόγραφα και χειρόγραφα κείμενα Γάλλων καλλιτεχνών και διανοούμενων, τα οποία φυλάσσονται στο Εθνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.
Τα έργα εκτέθηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα το Μάη του 1949. Η δεύτερη έκθεση, η οποία περιλάμβανε το σύνολο της δωρεάς, παρουσιάστηκε στην Εθνική Πινακοθήκη το Φλεβάρη του 1980.
Οπως σημειώνει η επιμελήτρια της έκθεσης και επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Ζίνα Καλούδη, «τα έργα που απαρτίζουν τη δωρεά των Γάλλων καλλιτεχνών, δεν αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο με κοινά υφολογικά ή στιλιστικά κριτήρια. Παρ' όλα αυτά σκιαγραφούν ένα στοιχειώδες σχήμα της γαλλικής τέχνης κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής και αμέσως μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας». Το γλυπτό του Μπουρντέλ, που δωρίζει η χήρα του σαν φόρο τιμής στην πνευματική πατρίδα του γλύπτη, είναι το παλαιότερο χρονολογικά. Υπάρχουν ωστόσο έργα που χρονολογούνται από τους ίδιους τους καλλιτέχνες το 1947, ενώ δίπλα στα μεγάλα ονόματα συναντούμε και άγνωστους ζωγράφους.
Το έργο που ο Πικάσο δωρίζει στον ελληνικό λαό χρονολογείται το 1939. Ανήκει σε μία μεγάλη σειρά από πορτρέτα γυναικών, στα οποία ο ζωγράφος δίνει τις περισσότερες φορές τον τίτλο «Κεφάλι γυναίκας». Και αυτό το έργο, όπως τα περισσότερα αυτής της περιόδου, φέρει τον απόηχο της μεγάλης σύνθεσης «Γκερνίκα».
Ο Φρανσίς Πικάμπια είναι ο μόνος που αντιπροσωπεύει το κίνημα του «Νταντά». Το έργο του δε φέρει καμία σημείωση και είναι αχρονολόγητο, εύκολα όμως μπορεί να τοποθετηθεί στο μεταίχμιο των δεκαετιών 1930-1940.
Ο Αντρέ Μασόν, σημαντικός υπερρεαλιστής ζωγράφος, δωρίζει το πιο επίκαιρο και το πιο σπαρακτικό έργο της δωρεάς. Το σχέδιο η «Αντίσταση», στα όρια εξπρεσιονιστικής γραφής και υπερρεαλιστικής ερμηνείας της μορφής, αναδύει μέσα από τις μαύρες ταραγμένες μορφές του κάρβουνου, όχι την ηρωικότητα του ατόμου που αντιστέκεται, αλλά τη φρικαλέα απόγνωση και τον πόνο αυτού που βιώνει την κατάλυση της ελευθερίας του.
Ο Δημήτρης Γαλάνης δωρίζει ένα χαρακτικό του εμπνευσμένο από την ελληνική μυθολογία. Από την ελληνική μυθολογία είναι εμπνευσμένο και το χαρακτικό του Ζορζ Μπρακ. Ανήκει στη σειρά των χαρακτικών που έγιναν για να εικονογραφήσουν τη «Θεογονία» του Ησίοδου.
Ο Ζορζ Μπρακ εικονογραφεί για μια ακόμη φορά το θέμα του άρματος, ενώ το καθιστό γυμνό του Μπονάρ ανήκει ίσως σε ένα από τα πολλά σκίτσα που σχεδίαζε ο ζωγράφος καθημερινά σε πρόχειρα φύλλα.
Οι περισσότεροι από τους καλλιτέχνες, των οποίων τα έργα εκτίθενται στην έκθεση αυτή, υπηρέτησαν στις τάξεις του Γαλλικού Στρατού κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και με το τέλος του επέστρεψαν για να συνεχίσουν τη ζωή και το έργο τους, κουβαλώντας όμως μνήμες και βιώματα φρίκης. Ο παραλογισμός του πολέμου και οι τραγικές συνέπειές του προκάλεσαν την αντίδραση ορισμένων καλλιτεχνών που συσπειρώθηκαν σε έναν πυρήνα με το όνομα «Νταντά». Για τους ντανταϊστές, ανατροπή και ελευθερία ταυτίζονται με την ίδια τη ζωή, όπως διακηρύσσει στο πρώτο Μανιφέστο του Ντανταϊσμού ο Τριστιάν Τζαρά.
Λίγα χρόνια μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ξεσπά ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος που ανασύρει έντονες ιδεολογικές συγκρούσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Η «Γκερνίκα» του Π. Πικάσο, που ολοκληρώθηκε το 1937, παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά στο περίπτερο της δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας στη Διεθνή Εκθεση του Παρισιού. Ο ισπανικός εμφύλιος συγκλονίζει και τον Αντρέ Μασόν. Στη σειρά των έργων του «Σφαγή» αποτυπώνει τα συναισθήματά του για το ισπανικό δράμα, το οποίο θα οδηγήσει πολλούς διανοούμενους στις τάξεις του ισπανικού δημοκρατικού στρατού. Ανάμεσά τους και ο Τρ. Τζαρά.
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο κυβισμός αντιπροσώπευσε μία ρηξικέλευθη εικαστική αντίληψη. Πρώτος ο ποιητής και κριτικός Γκιγιόμ Απολινέρ έγινε υποστηρικτής και απολογητής του νέου τρόπου ζωγραφικής που παρουσιάστηκε στο «Σαλόνι των Ανεξαρτήτων» το 1911 και προκάλεσε χλευασμό. Ομως, στη δεκαετία του 1940 ο κυβισμός ήταν πλέον το κατεξοχήν αντιπροσωπευτικό κίνημα της γαλλικής ζωγραφικής.
Αμέσως μετά την εισβολή των στρατευμάτων κατοχής στο γαλλικό έδαφος τον Ιούνιο του 1940, μία μερίδα Γάλλων καλλιτεχνών διαχωρίζει τη θέση της από τους χειρισμούς της κυβέρνησης, ενώ κάποιοι άλλοι είτε συνεργάζονται με τον κατακτητή, είτε υποτάσσονται και σιωπούν. Στην πρώτη ομάδα εντάσσονται οι περισσότεροι εκπρόσωποι του μοντερνισμού, ενώ αυτοί που χαρακτηρίστηκαν ως συνεργάτες, στη μεγάλη τους πλειοψηφία ακολουθούν την ακαδημαϊκή παράδοση με εξαίρεση τους: Ντερέν, Βλαμένκ.
Οι μεγάλοι δάσκαλοι της μοντέρνας ζωγραφικής γίνονται κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής σύμβολα της ζωντανής εθνικής πολιτισμικής ταυτότητας. Πολλοί διανοούμενοι (Α. Μαρλό, Λ. Αραγκόν, Π. Ελυάρ) αναγνωρίζουν στο έργο τους το ουμανιστικό πνεύμα της μοντέρνας ζωγραφικής. Το 1944, στο Σαλόνι του Φθινοπώρου, ή Σαλόνι της Απελευθέρωσης όπως μετονομάστηκε, τιμώμενο πρόσωπο ήταν ο Πικάσο.
«Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής», σημειώνει η Ζ. Καλούδη, «πολλοί καλλιτέχνες, και κυρίως χαράκτες, ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση και έθεσαν το έργο τους στην υπηρεσία του αντιστασιακού αγώνα. Αμέσως μετά την απελευθέρωση συγκροτείται το Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Και ενώ στη Γαλλία αποκλείονται από τη μεταπολεμική δραστηριότητα ορισμένοι καλλιτέχνες ως συνεργάτες των ναζιστών, η αντίστοιχη προσπάθεια στη χώρα μας δεν ευδοκίμησε». Το 1945 ακαδημαϊκοί καλλιτέχνες με συντηρητικές πολιτικές θέσεις δημιουργούν την «Ομάδα των 17», που διοργανώνει εκθέσεις χωρίς ιδιαίτερο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον και πολύ συχνά με έργα «εθνικού» περιεχομένου. Την ομάδα απαρτίζουν οι: Ε. Θωμόπουλος, Λ. Γεραλής, Θ. Φλωρά - Καραβία κ.ά.
Το 1948 πραγματοποιείται η Α΄ Πανελλήνια Εκθεση μετά τον πόλεμο, ενώ το 1949, οι καλλιτέχνες που είχαν αναπτύξει αντιστασιακή δράση συσπειρώνονται στην ομάδα «Στάθμη». Συμμετέχουν οι: Σπ. Βασιλείου, Α. Θεοδωρόπουλος, Τάσσος, Β. Κατράκη, Ο. Κανέλης, Α. Αστεριάδης κ.ά. Μαζί τους συντάχτηκαν και οι: Γ. Μηταράκης, Γ. Βακαλό, Γ. Γουναρόπουλος, Γ. Μπουζιάνης, που όμως ακολούθησαν το δικό τους προσωπικό ιδίωμα. Τον ίδιο μήνα συγκροτείται η ομάδα «Αρμός» που συγκεντρώνει τους: Ν. Χατζηκυριάκο - Γκίκα, Γ. Τσαρούχη, Γ. Μόραλη, Ν. Νικολάου, Ν. Εγγονόπουλο, Π. Τέτση και Γ. Μαυροΐδη. Την ομάδα στήριξαν ο Μ. Καλλιγάς και ο Μ. Χατζιδάκις. Στο τέλος του 1949 ο Αλέκος Κοντόπουλος μαζί με τους: Γ. Λαμέρα, Γ. Γαΐτη, Γ. Μαλτέζο, Δ. Χυτήρη και Κ. Αντύπα συγκροτούν την ομάδα «Ακραίοι» με μοναδική τους δράση τη δημοσίευση ενός μανιφέστου.
«Είναι αλήθεια ότι πολλοί από τους Ελληνες καλλιτέχνες έζησαν στο Παρίσι πριν από τον πόλεμο... Οι περισσότεροι Ελληνες καλλιτέχνες όμως, έρχονται σε επαφή για πρώτη φορά με έργα σύγχρονών τους δημιουργών και κυρίως με έργα των θρυλικών πλέον ονομάτων, των Μπονάρ, Ματίς, Πικάσο, τον Μάιο του 1949, όταν εκτίθεται η δωρεά των Γάλλων καλλιτεχνών».