Το πολιτικό πρόβλημα της χώρας δε βρίσκεται μόνο στο γεγονός ότι κυριαρχούν τα δύο κόμματα εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, στην κυριαρχία του δικομματισμού ως μορφής του πολιτικού συστήματος. Βρίσκεται στο γεγονός ότι τα δύο αυτά κόμματα αντιπροσωπεύουν και εκφράζουν τα ταξικά συμφέροντα της πλουτοκρατίας. Οτι ενδιαφέρονται να στηρίξουν το καπιταλιστικό σύστημα και τις αναδιαρθρώσεις του. Αρα, να διατηρήσουν και να επαυξήσουν όλες τις μορφές και μεθόδους, που ανεβάζουν την ταξική εκμετάλλευση και καταπίεση. Στηρίζουν την πολιτική της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όλες τις επιλογές τους, που πλήττουν τον ελληνικό λαό και τη δυνατότητα της χώρας να αναπτυχθεί σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, σε αντίθεση με τα συμφέροντα των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων. Με τη συνολική τους παρέμβαση, βάζουν εμπόδια και φραγμούς στην ενότητα και την κοινή δράση της εργατικής τάξης με τα άλλα λαϊκά στρώματα. Υπονομεύουν και φθείρουν την αξία του οργανωμένου αγώνα. Δεν υπάρχει προοπτική για το λαό, αν δεν αλλάξει δραστικά σε βάρος τους ο συσχετισμός δύναμης στο μαζικό κίνημα και στο πολιτικό επίπεδο. Αν δεν αποδυναμωθεί η πολιτική και ιδεολογική τους επιρροή μέσα στο λαό, ιδιαίτερα στην εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα.
Οι μόνοι κερδισμένοι είναι η οικονομική ολιγαρχία και ένα διαμορφωμένο κοινωνικό στρώμα, που απαρτίζεται από ένα ανώτερο τμήμα της εργατικής τάξης, ένα τμήμα των μεσαίων στρωμάτων και από ένα τμήμα της ηγεσίας συνδικαλιστικών κινημάτων, που έχει διαφθαρεί με τη συμμετοχή της στην προσπάθεια της εξουσίας να εξαγοράσει και να χειραγωγήσει το λαό.
Οι αντιθέσεις στην Ελλάδα παίρνουν μεγαλύτερη ένταση και βάθος, λόγω της εξαρτημένης και υποδεέστερης θέσης της στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα του ιμπεριαλισμού. Η θέση της Ελλάδας στη Βαλκανική και η γειτνίασή της με τη Μέση Ανατολή τη φέρνουν σε άμεση σχέση με τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, που σήμερα γίνονται οξύτερες εντός της ΕΕ και ανάμεσα στην ΕΕ και την πολιτική των ΗΠΑ. Ιδιαίτερα, με το δόγμα Μπους για το «προληπτικό χτύπημα» και «την κοινή δράση» όλων των ιμπεριαλιστικών κέντρων κατά της λεγόμενης τρομοκρατίας.
Η συμμετοχή της χώρας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην άρχουσα τάξης της Ελλάδας και της Τουρκίας, η αμφισβήτηση από την Τουρκία, αλλά και την ΕΕ, των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των συνόρων της χώρας στο Αιγαίο, στα πλαίσια της ρύθμισης για τον Ευρωστρατό, έχουν μετατρέψει την Ελλάδα, τόσο σε θύτη, όσο και θύμα των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων.
Η διεύρυνση της ΕΕ με 10 νέες χώρες επιδιώκεται, προκειμένου το ευρωπαϊκό κεφάλαιο και σημαντικό τμήμα του πολιτικού κατεστημένου να ενισχύσει τη θέση του στις αγορές της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Η ένταξη νέων κρατών οξύνει τα προβλήματα «συνοχής» στην ΕΕ και τις αντιθέσεις. Υπάρχει έδαφος για όξυνση της οικονομικής κρίσης και μεγαλύτερης εμπλοκής της χώρας στις πολεμικές επιχειρήσεις που γίνονται και θα ακολουθήσουν. Ολες οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί στα πλαίσια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ θίγουν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, οξύνουν τα κοινωνικά του προβλήματα, αμφισβητούν και υποσκάπτουν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Η ελληνική κυβέρνηση, όπως και οι άλλες νεοφιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις της ΕΕ αναζητούν τρόπους, που θα τους επιτρέψουν να εγκλωβίσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια σε ανώδυνες για το σύστημα απαιτήσεις. Αναζητούν τρόπους να καλλιεργήσουν αυταπάτες ότι υπάρχει φιλολαϊκή πολιτική στα πλαίσια των 4 ελευθεριών: Κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και ανθρώπινου δυναμικού, ώστε το λαϊκό κίνημα να περιορίσει τις διεκδικήσεις και τα οράματά του στην ανύπαρκτη προοπτική του «ανθρώπινου καπιταλισμού».
Στις σημερινές συνθήκες, γίνεται πιο φανερό ότι η άρχουσα τάξη της χώρας και τα κόμματα που τη στηρίζουν αναζητούν τρόπους να διαμορφώσουν αναχώματα ή να μετατρέψουν σε δεξιά και αριστερά αναχώματα κάθε προσπάθεια που περικλείει δυναμική αντίστασης στην κυρίαρχη πολιτική.
Ο Συνασπισμός, με βάση τις προγραμματικές του θέσεις και κυρίως την πρακτική του, στηρίζει παλιές σοσιαλδημοκρατικές απόψεις, που συγκαλύπτουν τις αιτίες των προβλημάτων. Στηρίζει την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων με τις θέσεις του για «προοδευτικό εκσυγχρονισμό». Προβάλλει τις ιδέες του κοσμοπολιτισμού του κεφαλαίου και έτσι δίνει, αντικειμενικά, χέρι βοήθειας στην ιμπεριαλιστική διείσδυση, στην ιμπεριαλιστική πολιτική της ΕΕ. Σε κρίσιμες στιγμές που κορυφώνονται οι λαϊκοί αγώνες, δίνει χέρι βοήθειας στην πολιτική του λεγόμενου κοινωνικού διαλόγου και της συναίνεσης, σε κρίσιμες, επίσης, στιγμές, όπου ο ιμπεριαλισμός επιδιώκει να επιβάλει την ιμπεριαλιστική ειρήνη, συντάσσεται με τα σχέδια αυτά, όπως έγινε με την απόφαση του G-8 για τη Γιουγκοσλαβία, το Κυπριακό και άλλα.
Σ' αυτήν τη βάση προβάλλει η ανάγκη να συγκροτηθεί συμμαχία των ριζοσπαστικών κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, ώστε να δυναμώσει η αντίσταση και αντεπίθεση. Να δοθεί η δυνατότητα στο λαό να πάρει στα δικά του χέρια την τύχη του, την πορεία της χώρας, το αύριο των παιδιών του. Η συμμαχία παλεύει για τα λαϊκά προβλήματα. Δίνει τη μάχη για βαθιά κοινωνική αλλαγή στην Ελλάδα, που αποτελεί και την κορυφαία συνεισφορά στο διεθνές κίνημα. Αξιοποιεί θετικές εξελίξεις και κατακτήσεις των κινημάτων σε άλλες χώρες και περιοχές. Συνεργάζεται και συντονίζεται σε διεθνές επίπεδο με τα λαϊκά κινήματα, με τις δραστηριότητες του αντιιμπεριαλιστικού, αντικαπιταλιστικού κινήματος.
Ο λαός πρέπει να ακολουθήσει αυτόν το δρόμο, αν θέλει να πετύχει λύσεις στα κοινωνικά και πολιτικά του δικαιώματα, στις αυξανόμενες ανάγκες της εποχής μας. Σ' αυτόν το δρόμο, μπορεί να αξιοποιήσει τις δυνατότητες που δίνει η σύγχρονη επιστήμη και τεχνική. Να ζήσει καλύτερα, να γνωρίσει την κοινωνική ευημερία και την ειρήνη, τη γνώση και τον πολιτισμό. Με την επιλογή αυτού του δρόμου, με τη συγκέντρωση των μέγιστων δυνατών δυνάμεων, είναι δυνατό να αποκτήσουν αποτελεσματικότητα, νόημα και προοπτική οι καθημερινοί λαϊκοί αγώνες.
Ο δρόμος αυτός δεν είναι στρωμένος με ρόδα. Ο αγώνας θα είναι σκληρός. Ο αντίπαλος, ο εγχώριος και ο ξένος, θα αντιδρά σε κάθε άνοδο του κινήματος, σε κάθε αμφισβήτησή του.
Οι εργαζόμενοι καλούνται να καταθέσουν θυσίες στον αγώνα αυτό, θυσίες, όμως, που θα καρποφορήσουν στην πορεία. Χαμένοι είναι οι αγώνες που δε γίνονται.