Το δημοψήφισμα για τη δρομολογούμενη ιδιωτικοποίηση του κρατικού ενεργειακού φορέα της Ουρουγουάης (ANCAP), που διεξάγεται σήμερα, 7 Δεκέμβρη, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις
Associated Press |
Η εμμονή της κυβέρνησης συνασπισμού του Χόρχε Μπάτλε στην εφαρμογή νεοφιλελεύθερης πολιτικής, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Συγκεκριμένα, αυτόν τον καιρό, αιτία σφοδρών διενέξεων αποτέλεσε το δημοψήφισμα με το οποίο οι Ουρουγουανοί θα αποφασίσουν, σήμερα, για την ιδιωτικοποίηση ή μη του κρατικού πετρελαϊκού - ενεργειακού φορέα της χώρας (ANCAP), που προώθησε το συνδικάτο του ANCAP, λαϊκές, κοινωνικές οργανώσεις, καθώς και μέρος του κόμματος της αντιπολίτευσης «Ευρύ Μέτωπο» (Frente Amplio). Στόχος του δημοψηφίσματος είναι η ακύρωση ενός νόμου, που ψηφίστηκε στις 21 Δεκέμβρη του 2001 με τις ψήφους του Κόμματος Κολοράντο, του Εθνικού Κόμματος και του Ανεξάρτητου Κόμματος, σύμφωνα με το οποίο επιτρέπεται η συμμετοχή καθοριστικού ποσοστού πολυεθνικών εταιριών του ANCAP. Και φυσικά πρόκειται για ιδιωτικοποίηση του κρατικού φορέα και ας χτυπιέται η κυβέρνηση Μπάτλε ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό της εταιρίας παραχωρείται σε ιδιώτες.
Από την ψήφιση του νόμου, οι συνδικαλιστές του ANCAP, λαϊκές οργανώσεις και μέρος του κόμματος Ευρύ Μέτωπο, ξεκίνησαν έναν αγώνα δρόμου για τη συλλογή επαρκούς αριθμού υπογραφών, που θα νομιμοποιούσε τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για το εν λόγω θέμα. Και το πέτυχαν. Στις 18 Αυγούστου του 2003, η Εκλογική Επιτροπή ανακοίνωσε επίσημα ότι οι υπογραφές που παρουσιάστηκαν ήταν αρκετές για την κήρυξη ενός δημοψηφίσματος και όρισε την ημερομηνία διεξαγωγής του για τις 7 Δεκέμβρη του 2003.
Ταυτόχρονα με τον αγώνα των συνδικαλιστών του ANCAP, ξεκίνησε και μία επιθετική εκστρατεία της συντηρητικής κυβέρνησης συνασπισμού (Κόμμα Κολοράντο και Εθνικό Κόμμα) με τη στήριξη των περισσοτέρων ΜΜΕ, για τη διατήρηση του νόμου, που είχε ψηφίσει το Κοινοβούλιο το Δεκέμβρη του 2001.
Ο πανικός του κυβερνητικού κόμματος οφείλεται και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τις οποίες το 51% του πληθυσμού είναι υπέρ της ακύρωσης του νόμου για την ιδιωτικοποίηση του κρατικού πετρελαϊκού - ενεργειακού φορέα και μόνο το 31% επιθυμεί να ισχύσει ο παραπάνω νόμος. Αυτό θα αποτελούσε μια πικρή ήττα για το συνασπισμό των παραδοσιακών κομμάτων, που διατρέχει ακόμα τον κίνδυνο απ' ό,τι φαίνεται, τον ερχόμενο χρόνο, να χάσει την Προεδρία από το κόμμα Ευρύ Μέτωπο.
Ο πανικός της κυβέρνησης πηγάζει ακόμα και από το γεγονός ότι και στο παρελθόν, μέσω δημοψηφισμάτων, είχε επιτευχθεί, πολλαπλώς, ακύρωση των σχεδίων ιδιωτικοποίησης κρατικών φορέων. Με τον ίδιο τρόπο, ελπίζουν στελέχη του συνδικαλιστικού κινήματος, να αναχαιτιστεί και το σχεδιαζόμενο ξεπούλημα των τεραστίων υδάτινων αποθεμάτων της χώρας.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ο αμφισβητούμενος νόμος εγγυάται την ύπαρξη του ANCAP, γιατί χωρίς ιδιωτικά κεφάλαια, όπως λέει, δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικό. Μόνο με αυτόν τον τρόπο είναι εφικτές οι αναγκαίες επενδύσεις. Ακόμα, ισχυρίζεται ότι έτσι θα μειωθούν σημαντικά και οι τιμές της βενζίνης και του ηλεκτρικού ρεύματος.
Η κυβέρνηση επιμένει να τα παρουσιάζει όλα ρόδινα, καταγγέλλουν συνδικάτα και λαϊκές οργανώσεις, ενώ ταυτόχρονα την κατηγορούν, αν μη τι άλλο, για τρομερή αμέλεια στη διαχείριση του εθνικού πλούτου, τη στιγμή που η χώρα μαστίζεται από βαθιά κρίση.
Στο μεταξύ, όπως καταγγέλλουν συνδικαλιστές, πουθενά στο νόμο για την ιδιωτικοποίηση του ANCAP δεν υπάρχει κάποια ρύθμιση που να εγγυάται ότι οι μελλοντικοί εταίροι του σημερινού κρατικού φορέα θα πρέπει να προβούν σε επενδύσεις. Ακόμα, σύμφωνα με το νόμο, οι ιδιώτες εταίροι δε θα φέρουν καμία ευθύνη για ό,τι συμβεί. Αντίθετα, ο νόμος ορίζει ότι η πλειοψηφία των μετοχών του ANCAP θα τους ανήκει, ενώ θα έχουν το δικαίωμα να διορίζουν τους 4 από τους έξι διευθυντές της. «Εάν περάσει αυτός ο νόμος, τότε οι πολυεθνικές εταιρίες θα έχουν τον πρώτο λόγο στον ANCAP», τονίζει ο πρόεδρος του συνδικάτου της εταιρίας, Σέρχιο Πι. Ο συνδικαλιστής αμφισβητεί ακόμα ότι το άνοιγμα στο ιδιωτικό κεφάλαιο θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών, καθώς οι αριθμοί που δημοσιοποίησε η εργοδοσία δεν είναι σωστοί. Η κυβέρνηση, απλά, υποτάσσεται στα κελεύσματα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Λίγα ψίχουλα, με τη μορφή δανείου, για την ανακούφιση του προϋπολογισμού, έναντι του ξεπουλήματος της εθνικής βιομηχανίας, είναι η πολιτική της κυβέρνησης εδώ και πολλά χρόνια. Με αυτή του τη στάση, ο Πρόεδρος Μπάτλε απέρριψε και την πρόταση του Προέδρου της Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες, να ενωθούν οι μεγάλες κρατικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής, με στόχο την ανάπτυξη κοινής πολιτικής τιμών και στρατηγικής παραγωγής.
Ωστόσο, ο Μπάτλε δεν ενδιαφέρεται για μία ενισχυμένη λατινοαμερικάνικη ολοκλήρωση, που θα βρίσκεται στον αντίποδα της γνώστης πια Ζώνης Ελευθέρου Εμπορίου της Αμερικής (ALCA) που προωθούν οι ΗΠΑ, με στόχο, στην ουσία, την προσάρτηση της Λατινικής Αμερικής. Αντίθετα ανήκει σε εκείνους τους Λατινοαμερικανούς ηγέτες που έπαιξαν και παίζουν το ρόλο του λακέ της «αυτοκρατορίας», με τις γνωστές ολέθριες συνέπειες για την περιοχή.
Η πρόσφατη εκτέλεση ομάδας Ισπανών πρακτόρων στο Ιράκ είναι ενδεικτική για τη μελλοντική τύχη όλων αυτών. Η εμπειρία αυτή είναι αρκετά διδακτική. Τμήμα του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος μισθοφόρων εξακολουθεί να βρίσκεται στο Αφγανιστάν. Η ομαλότητα εκεί είναι ανέφικτη υπό το βάρος ποικίλων ανεξέλεγκτων ομάδων φυλάρχων με πολεμικές διαθέσεις. Η αμερικανική στρατιωτική υπερδύναμη ασκεί έλεγχο μόνο σε λίγες μητροπόλεις κι ο θάνατος πλανάται πάνω τους.
Η ερώτηση του πόσο μπορούν οι ΗΠΑ να επιβάλουν ολικό έλεγχο συμπλέκεται με το πόσο το θέλουν αυτό. Ολα μοιάζουν με πράσινη τσόχα, που τα πάντα παίζονται στην τράπουλα και στις ζαριές. Παρά ταύτα, η ελληνική κυβέρνηση με τη συμφωνία της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξακολουθεί να επιμένει στο αμάρτημα της ελληνικής στρατιωτικής παρουσίας. Το διατυμπανισθέν δόγμα της «Ελλάδας μόνης χώρας των Βαλκανίων μέλους της ΕΕ και του ΝΑΤΟ» αποκαλύπτεται ως επιθυμία ενός ξιπασμένου υπηρέτη, που θέλει να «διεισδύει» στα Βαλκάνια ως τοπικός ιμπεριαλιστής. Οπως η ιμπεριαλιστική κατοχή στο Ιράκ δεν είναι μια ξεκάρφωτη υποκειμενική επιλογή, έτσι το ίδιο είναι κι οι συνέπειες αυτής της πολεμικής παρουσίας. Σε πείσμα των ηλιθίων, που βλέπουν τα πάντα σαν μια παρτίδα σκάκι, ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή είναι αποτέλεσμα της εσώτερης λειτουργίας του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού με όλες τις εσωτερικές του αντιφάσεις και ανταγωνισμούς.
Αραγε, τι επιζητούν από αυτές τις φανατικές οργανώσεις; Μήπως να παίξουν μαζί τους το παιχνίδι «μπορείς δεν μπορείς;» Δεν καταλαβαίνουν ότι, αντί να υπερηφανεύονται δημοσίως που εκχώρησαν την εσωτερική ασφάλεια της Ελλάδας στις ξένες υπηρεσίες του ευρω-ατλαντισμού, θα πρέπει να το βουλώσουν κυριολεκτικά για να μην προκαλούν; Οι κολαούζοι της ευρω-αμερικάνικης φαγούρας κοκορεύονται υπό τη δυτικο-συμμαχική ομπρέλα.