Παρόλο που δύο και πάνω μήνες ο Μαρξ ήταν καρφωμένος στο κρεβάτι, «εξακολουθούσε να δουλεύει με ζήλο μόνο τη μέρα κατά διαλείμματα». Ετσι διεύρυνε το ιστορικό μέρος της υποδιαίρεσης «εργατική ημέρα».
Ο Μαρξ θεωρούσε απαράβατο χρέος να πάρει οπωσδήποτε υπόψη όλες τις δημοσιευόμενες εργασίες, που μπορούσαν να έχουν κάποιο ενδιαφέρον, να επεξεργαστεί οπωσδήποτε όλα τα προσιτά ντοκουμέντα απ' όπου μπορούσε να αντλήσει τις αναγκαίες πληροφορίες. Στα τέλη του 1866, παρακάλεσε τον Ενγκελς να του στείλει όσο μπορεί πιο γρήγορα το βιβλίο του Ρόντζερς «Ιστορία της αγροτικής οικονομίας και των τιμών στην Αγγλία». «Πρέπει οπωσδήποτε να διαβάσω αυτό το βιβλίο και ειδικά άφησα γι' αυτό μέρος σε ένα κεφάλαιο. Αν και το βιβλίο εκδόθηκε πριν από αρκετό καιρό, δεν έφτασε ακόμα στη βιβλιοθήκη». Το Φλεβάρη του 1866, ο Μαρξ παρακαλούσε τον Ενγκελς να τον βοηθήσει να βρει το βιβλίο του Τζ. Ουότς «Οι συνδικαλιστικές ενώσεις και οι απεργίες. Οι μηχανές. Οι συνεταιρισμοί», που αναφερόταν σε μια έκθεση των εργοστασιακών επιθεωρήσεων. Στα 1866 είδε και ξανάδε τις «κυανές βίβλους», της Bουλής τις επίσημες εκθέσεις για τη χρησιμοποίηση στην αγγλική βιομηχανία της παιδικής και της γυναικείας εργασίας, για τις συνθήκες κατοικίας του προλεταριάτου της Αγγλίας. Με εντατική και μέχρι αυτοθυσίας δουλιά, περνά η μια μέρα μετά την άλλη, ο ένας μήνας μετά τον άλλο.
Στις διορθώσεις έπαιρνε δραστήριο μέρος ο Ενγκελς. Ο Μαρξ, του έστελνε τα τυπογραφικά δοκίμια να τα δει. Αφού διάβασε 36 περίπου φύλλα, ο Ενγκελς συγχάρηκε με όλη του την καρδιά τον φίλο του για την τελειότητα, με την οποία έκανε απλά και τελείως κατανοητά τα πιο δύσκολα οικονομικά προβλήματα. Ο Ενγκελς συμβούλευε τον Μαρξ να δείξει κάπως πιο διεξοδικά την ιστορική εξέλιξη της μορφής της αξίας και μ' αυτόν τον τρόπο να επικυρώσει με το παράδειγμα της ιστορίας αυτό, που είχε αποδειχτεί ήδη με το διαλεκτικό δρόμο. Σύμφωνα με τη γνώμη του Ενγκελς, θα έπρεπε να κάνει «την πορεία των σκέψεων αυτής της σχετικά αφηρημένης έρευνας πιο ανάγλυφη, βάζοντας πιο μικρές υποδιαιρέσεις και ξεχωριστούς υπότιτλους». Τέτοια υπόδειξη έκανε στον Μαρξ και ο Κούγκελμαν.
Ο Μαρξ αμέσως εκπλήρωσε την υπόδειξη των φίλων του. Εγραψε στις 22 του Ιούνη στον Ενγκελς: «Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της μορφής της αξίας ακολούθησα και δεν ακολούθησα την υπόδειξή σου, θέλοντας και σ' αυτή την περίπτωση να παραμείνω διαλεκτικός. Αυτό σημαίνει, πρώτο, ότι έγραψα παράρτημα, όπου εκθέτω το ίδιο ζήτημα όσο είναι δυνατό πιο απλά, και όσο είναι δυνατόν πιο σχολικά, και, δεύτερο, ότι σύμφωνα με την υπόδειξή σου χώρισα κάθε στάδιο εξέλιξης, με παράγραφο κ.λπ. με δικό του τίτλο».
«Αγαπητέ Φριντ!
Μόλις τελείωσα τη διόρθωση του τελευταίου τυπογραφικού (του 49). Το παράρτημα - για τις μορφές της αξίας - που τυπώθηκε με μικρά στοιχεία, περιλαβαίνει 1 1/2 τυπογραφικό.
Είχε μείνει πια πίσω η γεμάτη αυταπάρνηση και επίμονες αναζητήσεις δουλιά 25 χρόνων, και είναι πολύ φυσικό το ότι ο Μαρξ με τέτοια συγκινητικά λόγια εκφράζει από τα βάθη της καρδιάς του τα αισθήματα φλογερής αγάπης και ευγνωμοσύνης προς τον Ενγκελς, που τον υποστήριζε πάντοτε και τον βοηθούσε με ανιδιοτέλεια πραγματικού φίλου.
«Το Κεφάλαιο» είναι το βιβλίο, στο οποίο ο Μαρξ, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, «θυσίασε την υγεία, την ευτυχία της ζωής, την οικογένεια». Η Ζένι Μαρξ είχε κάθε λόγο να πει: «...Είναι αμφίβολο, αν οποιοδήποτε άλλο βιβλίο γράφτηκε σε πιο δύσκολες συνθήκες, και θα μπορούσα δικαιολογημένα να γράψω τη μυστική ιστορία του, που θα περιλάβαινε πολλές, αφάνταστα πολλές κρυφές φροντίδες, ανησυχίες και βάσανα. Αν οι εργάτες μπορούσαν να φανταστούν τι θυσίες χρειάστηκαν για να τελειώσει αυτό το έργο, που γράφτηκε μόνο γι' αυτούς, για τα δικά τους συμφέροντα...». Από τα χέρια μιας μεγαλοφυίας, η εργατική τάξη πήρε ένα μεγάλο ιδεολογικό όπλο. «Το Κεφάλαιο» ήταν, όπως έλεγε ο ίδιος ο Μαρξ, η πιο φοβερή οβίδα, που ρίχτηκε στο κεφάλι των αστών και των γαιοκτημόνων.
Ο τόμος βγήκε από το τυπογραφείο στις 14 του Σεπτέμβρη 1867 σε χίλια αντίτυπα. Ο Μαρξ λογάριαζε με τα λεφτά, που θα έπαιρνε, να τακτοποιήσει τις οικονομικές του υποθέσεις, να πληρώσει τα χρέη και να αγοράσει κάτι για το σπίτι. Τα λεφτά όμως ήταν τόσο λίγα, που, όπως έξυπνα παρατήρησε ο ίδιος, δεν έφταναν για τα τσιγάρα, που είχε καπνίσει, όσον καιρό δούλευε στο βιβλίο.
Ο Μαρξ αφιέρωσε το βιβλίο του στον Βίλχελμ Βολφ. Τον Μαρξ και Ενγκελς τους συνέδεαν χρόνια μεγάλης προσωπικής φιλίας και κοινής επαναστατικής δουλιάς, με τον εξαιρετικό αυτόν άνθρωπο. Στο εξώφυλλο του βιβλίου έγραφε: «Αφιερώνεται στον αξέχαστο φίλο μου, στον τολμηρό, πιστό, ευγενικό, πρωτοπόρο αγωνιστή του προλεταριάτου Βίλχελμ Βολφ. Γεννήθηκε στο Τάρναου στις 29 του Ιούνη 1809. Πέθανε εξορία στο Μάντσεστερ στις 9 του Μάη 1864».
Στις κριτικές, που έδειχναν φαινομενικά ότι ανήκουν σε αντικειμενικό αστό επιστήμονα, ο Ενγκελς παρατηρούσε ότι οι Γερμανοί στον τομέα της Πολιτικής Οικονομίας έκαναν πάρα πολύ λίγα. Οι επίσημοι Γερμανοί διπλωματούχοι οικονομολόγοι αποσιωπούσαν τις αντιθέσεις και τις δυσκολίες ανάπτυξης της οικονομίας, απομιμούμενοι τις αντιεπιστημονικές αντιλήψεις του Μπαστία και απορρίπτοντας τη διδασκαλία των κλασικών - Ρικάρντο, Σισμόντι και άλλων. «Για μια πρόσκαιρη δημοτικότητα» παραιτήθηκαν από την κλασική κληρονομιά. Πάνω σ' αυτό το φόντο, υπογράμμιζε ο Ενγκελς, είναι πιο αξιοσημείωτη η φυσιογνωμία του Μαρξ. Οι προηγούμενες εργασίες του, ιδιαίτερα το βιβλίο για το χρήμα, που εμφανίστηκε το 1859, «διακρίνονταν για τον αυστηρό επιστημονικό τους χαρακτήρα και την αμείλικτη κριτική». Αν η επίσημη οικονομική επιστήμη της Γερμανίας δεν μπορούσε τίποτε να αντιπαραθέσει στα συμπεράσματα του Μαρξ παλιότερα, τώρα είναι ακόμα πιο δύσκολο να αμφισβητήσει τα συμπεράσματα του νέου του έργου - του Ι τόμου του «Κεφαλαίου», που τον διακρίνει η μεγαλύτερη επιστημονική ακρίβεια, η μαστορική διαλεκτική δομή της έρευνας. Το έργο αυτό δίνει πειστική και ακριβή εικόνα των διάφορων ιστορικών σχέσεων της κοινωνίας. Με σκόπιμη δεξιότητα ο Ενγκελς απαρίθμησε τις μεγαλειώδικες ανακαλύψεις του Μαρξ.
Τα άρθρα του Ενγκελς έπαιξαν οπωσδήποτε μεγάλο εκλαϊκευτικό ρόλο. Θετική σημασία είχε και η δημοσίευση από μέρος των φίλων του Μαρξ αποσπασμάτων από τον πρόλογο του συγγραφέα στις γερμανικές, αγγλικές και γαλλικές εφημερίδες.
Σύντομα η γερμανική επιστήμη αναγκάστηκε να παραιτηθεί από «τη συνωμοσία της σιωπής». Θα ήταν απλώς αποκορύφωμα της ανοησίας να εξακολουθήσει να αγνοεί το βιβλίο του Μαρξ. Τη σημασία του άρχισαν να την αναγνωρίζουν δημόσια. Χαρακτηριστική απ' αυτήν την άποψη ήταν η δημοσίευση σ' ένα γερμανικό περιοδικό κριτικής του χυδαίου φιλόσοφου και οικονομολόγου υφηγητή του Πανεπιστημίου του Βερολίνου Ε. Ντιούριγκ, που ήταν γεμάτη «από πλήρη σύγχυση και τρόμο».
Ενδιαφέρουσα ήταν η γνώμη του μεγάλου Γερμανού φιλοσόφου - υλιστή Φόιερμπαχ. Στο έργο του «Ηθική: Ευδαιμονία», ο Φόιερμπαχ έδειχνε τη στηλιτευτική δύναμη και τον πλούτο των στοιχείων του «Κεφαλαίου». «Εκεί - έγραφε - όπου οι άνθρωποι είναι καταστριμωγμένοι, όπως λ.χ. στα αγγλικά εργοστάσια και στα εργατικά σπίτια, αν μπορούμε γενικά να τα πούμε σπίτια αυτά τα γουρουνοστάσια, εκεί, όπου οι άνθρωποι δεν έχουν ούτε οξυγόνο - αξίζει να δουν την πολύ ενδιαφέρουσα, το λιγότερο για τα αδιαφιλονίκητα στοιχεία της, την καταπληκτικά πειστική, την πλούσια εργασία του Κ. Μαρξ «Το Κεφάλαιο». Σ' αυτό δεν υπάρχει καθόλου έδαφος για ηθική, γιατί η αρετή είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μονοπώλιο μόνο των κυρίων εργοστασιαρχών, κεφαλαιοκρατών».
Ενθουσιώδη υποδοχή είχε το βιβλίο του Μαρξ στους πρωτοπόρους κύκλους της επιστημονικής διανόησης της Ρωσίας.
Η καλύτερη επιβράβευση για τον Μαρξ ήταν η κατανόηση, που βρήκε το έργο του στους εργάτες. Στο «Κεφάλαιο» αμέσως μετά την κυκλοφορία του, αφιέρωσε τις σελίδες του ο εργατικός Τύπος. Το περιοδικό «Vorbote», επίσημο όργανο των γερμανικών τμημάτων της Ι Διεθνούς στην Ελβετία, τόνιζε στο τεύχος του Σεπτέμβρη 1867 ότι το έργο του Μαρξ αποτελεί για την εργατική τάξη «κερδισμένη μάχη». Το Σεπτέμβρη του 1868, με πρόταση των Γερμανών αντιπροσώπων στο Συνέδριο της Διεθνούς στις Βρυξέλλες πάρθηκε απόφαση, που συνιστούσε στους εργάτες όλων των χωρών να μελετούν το «Κεφάλαιο», να συμβάλουν για τη μετάφρασή του σε διάφορες γλώσσες. Στην απόφαση τονιζόταν η ανεκτίμητη υπηρεσία του συγγραφέα του «Κεφαλαίου», που για πρώτη φορά έδωσε επιστημονική ανάλυση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος.