Πρώτον, κατά 36,87% αυξήθηκαν τα επίσημα καθαρά κέρδη το 2003, σε σύγκριση με το 2002, των 96 μεγαλύτερων εγχώριων επιχειρήσεων παραγωγής και εισαγωγής φαρμάκων. Με άλλα λόγια, αυξήθηκαν με ρυθμό υπερδεκαπλάσιο του επίσημου πληθωρισμού και ακόμη μεγαλύτερο από αυτόν της αύξησης των μισθών και των μεροκάματων.
Δεύτερον, τα επίσημα καθαρά κέρδη των εγχώριων διυλιστηρίων το 2003, σε σχέση με το 2001 - χρονιά που άρχισαν οι ανατιμήσεις στα καύσιμα - αυξήθηκαν κατά 138%! Περιττό να κάνουμε τη σύγκριση με τον επίσημο πληθωρισμό και την αύξηση στους μισθούς, στα δύο αυτά χρόνια.
Τα συμπεράσματα δικά σας...
Κατά 40% - τουλάχιστον - ακριβότερο πωλείται από χτες το πετρέλαιο θέρμανσης στη χώρα μας, συγκριτικά με τον περσινό Οκτώβρη. Κι ενώ η θέρμανση μετατρέπεται σε ...είδος πολυτελείας - αν δε γίνεται απλησίαστη... - για τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε χτες ότι η κυβέρνηση εξάντλησε τα περιθώριά της, με τη μείωση της σχετικής φορολογίας. Δεν είπε, όμως, τίποτε απολύτως για τα τεράστια περιθώρια κέρδους των διυλιστηρίων και των μεγάλων εταιριών εμπορίας των καυσίμων. Οπως γίνεται φανερό από τους σχετικούς πίνακες της επίσημης στατιστικής υπηρεσίας της ΕΕ, Γιούροστατ, και σημείωνε η στήλη του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη», η Ελλάδα έχει μία από τις υψηλότερες τιμές καυσίμων στην ευρωένωση, όταν αυτές συγκριθούν χωρίς τους φόρους και τους δασμούς, αλλά συμπεριλαμβανομένων των περιθωρίων κέρδους των εμπλεκομένων στην αγορά καυσίμων (διυλιστηρίων, εταιριών εμπορίας, κλπ.). Συγκεκριμένα, η Ελλάδα έχει την τρίτη υψηλότερη τιμή στην ευρωένωση των «25», μετά την Ολλανδία και τη Μάλτα, η οποία είναι κατά 11% μεγαλύτερη από το μέσο όρο. Ούτε είπε το παραμικρό, βέβαια, για το γεγονός πως μπορεί η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης στη χώρα μας να διαμορφώνεται σήμερα από 47 έως 53 λεπτά το λίτρο και στη Γερμανία από 53 έως 56 λεπτά το λίτρο, αλλά ο μέσος μισθός στη δεύτερη είναι δυόμισι έως τρεις φορές μεγαλύτερος απ' αυτόν της χώρας μας.
Περισσότεροι από 1,8 εκατομμύρια άνθρωποι, οι περισσότεροι παιδιά κάτω των πέντε ετών, χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους από διάρροια. Το τραγικό αυτό στοιχείο αποτελεί μια απ' τις πολλές και βαρύτατες συνέπειες του γεγονότος, πως δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό και βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) και της «Γιούνισεφ», περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πίνουν ακατάλληλο νερό και 2,6 δισεκατομμύρια -περίπου το 40% του πληθυσμού του πλανήτη - δεν έχουν πρόσβαση σε βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής.
Κι αν νομίζετε πως το πρόβλημα αφορά αποκλειστικά και μόνο τις χώρες του λεγομένου Τρίτου κόσμου (πχ υποσαχάρια και κεντρική Αφρική, Ασία κλπ), κάνετε μεγάλο λάθος. Ακόμη και στην πρώην Σοβιετική Ενωση, μόνο το 83% του πληθυσμού έχει πρόσβαση σε επαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής, σημειώνει η έκθεση, ως συνέπεια της παλινόρθωσης του καπιταλισμού και όλων όσα αυτή κουβάλησε μαζί της (πχ, άναρχη και αυξανόμενη αστυφιλία, υποβάθμιση της περιφέρειας, ραγδαία μείωση των κρατικών κονδυλίων για τα απαραίτητα έργα υποδομής, ανεργία, κλπ, κλπ).
Βέβαια, οι συνέπειες από την ανατροπή των σοσιαλιστικών καθεστώτων είναι πολύ σοβαρότερες. Μια άλλη πλευρά τους δίνει έκθεση της Γιούνισεφ, που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με αυτή, τα παιδιά είναι οι μεγαλύτεροι χαμένοι από την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην πρώην Σοβιετική Ενωση και την Ανατολική Ευρώπη, όπου ένα στα τρία παιδιά ζει σήμερα στη φτώχεια. Μολονότι, η οικονομία ορισμένων χωρών στην περιοχή ανέκαμψε - σημειώνει η έκθεση - κοινωνικά προβλήματα, όπως ο αλκοολισμός και η χρήση ναρκωτικών, έχουν οδηγήσει σε υψηλά ποσοστά θνησιμότητας και μόλυνσης από AIDS μεταξύ των ανηλίκων και των νέων, υπογραμμίζει η υπηρεσία του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Παιδιών.
«Η οικονομική ανάπτυξη (σ.σ. μετά το 1990) στην Ανατολική Ευρώπη και την πρώην ΕΣΣΔ απέκλεισε τα παιδιά» δήλωσε η διευθύντρια της Γιούνισεφ, Κάρολ Μπέλαμι και έφερε την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπου λιγότερα από 70 στα 100 παιδιά πηγαίνουν σήμερα στο δημοτικό σχολείο. Η οικονομική δυσπραγία και τα συνεχώς εντεινόμενα κοινωνικά προβλήματα συμβάλλουν στη διάλυση των οικογενειών και στην αύξηση των διαζυγίων. Σύμφωνα με τη Γιούνισεφ, μόνο στη Ρωσία 700.000 παιδιά βρίσκονται σε ιδρύματα.
«Η αρνητική κατάσταση καταγράφεται και στην εικόνα που δίνουν οι κοινωνικοί δείκτες της αστικής στατιστικής (...) στο διαθέσιμο εισόδημα, στο συγκριτικό επίπεδο της ακρίβειας, στην υπερχρέωση των λαϊκών οικογενειών» (Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ στο 17ο Συνέδριο του Κόμματος)